Quantcast
Channel: ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ - ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗΣ
Viewing all 1850 articles
Browse latest View live

ΑΠ 643/2016: Κακή σύνθεση Μονομελούς Πρωτοδικείου Εφέσεων

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
ΑΠ 643/2016: Κακή σύνθεση Μονομελούς Πρωτοδικείου Εφέσεων
Απόφαση 643 / 2016    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 643/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα ...

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Νικήτα Χριστόπουλο και Πέτρο Σαλίχο, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 5 Οκτωβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1)Ι. Λ. του Ι., κατοίκου ..., 2)Σ. Λ. του Ι., κατοίκου ... και 3)Α. - Π. Λ. του Ι., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Μιχαήλ Βεργανελάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Ε. Μ. του Μ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη Μπέλλου.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16/4/2008 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χανίων.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 430/2009 του ίδιου Δικαστηρίου που παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Καντάνου, λόγω αρμοδιότητας, 17/2011 του Ειρηνοδικείου Καντάνου και 229/2014 του Μονομελούς Πρωτοδικείο Χανίων.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησαν οι αναιρεσείοντες με την από 18/11/2014 αίτησή τους.
Η υπόθεση συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο της 6ης Μαϊου 2015 με αριθμό πινακίου 21. Διαπιστωθείσης, λόγω της παραίτησης από την υπηρεσία του προεδρεύοντος Αρεοπαγίτη Νικολάου Μπιχάκη, αδυναμίας έκδοσης απόφασης επί της ως άνω αιτήσεως αναιρέσεως, μετά τη συζήτηση αυτής, ορίστηκε με την υπ’ αριθμόν 247/2015 πράξη του Προέδρου του Γ’ Πολιτικού Τμήματος, ως νέα δικάσιμος η σημερινή για την επανασυζήτηση της υπόθεσης. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ασπασία Μαγιάκου, ανέγνωσε την από 17-4-2015 έκθεση της κωλυομένης να μετάσχει στη σύνθεση του παρόντος, Αρεοπαγίτου Μαρίας Βαρελά, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του λόγου αναίρεσης κατά το πρώτο σκέλος του και την απόρριψή του κατά το δεύτερο.
Η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων του στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθ. 2 ΚΠολΔ κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων επιτρέπεται αναίρεση (και) αν το δικαστήριο δεν συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόμος. Ο λόγος αυτός, συνδεόμενος με την επιταγή του άρθρου 8 εδάφιο α’ του Συντάγματος, που επαναλήφθηκε και στο άρθρο 109 § 1 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία "κανένας δεν στερείται χωρίς τη θέληση του το δικαστή που του έχει ορίσει ο νόμος", ιδρύεται μόνον όταν η σχετική πλημμέλεια βαρύνει τη σύνθεση του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής μη νόμιμη σύνθεση του Δικαστηρίου υπάρχει, αν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του ΚΠολΔ, του Οργανισμού των δικαστηρίων ή ειδικών νόμων για τη σύνθεση αυτού και την αναπλήρωση των κωλυόμενων μελών του. Έτσι σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 15 του ως άνω Ν. 1756/1988, όπως αντικ. από το άρθρο 2 του ν. 2172/1993, ο καθορισμός της σύνθεσης του δικαστηρίου, με την έννοια του προσδιορισμού του συγκεκριμένου δικαστή ή των συγκεκριμένων δικαστών που θα εκδικάσουν τις υποθέσεις, γίνεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου. Συναφώς, κατά το άρθρο 305 αρ. 1 ΚΠολΔ, το πρωτότυπο της απόφασης πρέπει να αναφέρει, μεταξύ άλλων, τη σύνθεση του δικαστηρίου. Η απόδειξη δε της κακής σύνθεσης γίνεται από την απόφαση ή από τα πρακτικά, ενόσω δεν προσβάλλονται για πλαστότητα. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 17 Α ΚΠολΔ στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων της περιφερείας τους. Στην περίπτωση αυτή τα μονομελή πρωτοδικεία συγκροτούνται από πρόεδρο πρωτοδικών ή πρωτοδίκη με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, στην οποία συνυπολογίζεται και η υπηρεσία αυτού ως παρέδρου πρωτοδικείου και, σε περίπτωση που δεν υπηρετούν πρωτοδίκες με την πιο πάνω υπηρεσία ή αυτοί που υπηρετούν δεν επαρκούν, από τον αρχαιότερο κατά διορισμό πρωτοδίκη. Στην προκείμενη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα : Με την προσβαλλόμενη 229/2014 απόφαση του το Μονομελές Πρωτοδικείο Χανίων, που δίκασε ως Εφετείο, απέρριψε την από 29/8/2011 έφεση των αναιρεσειόντων - εναγόντων κατά της 17/2011 απόφασης του Ειρηνοδικείου Καντάνου. Κατά της ως άνω απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων ασκήθηκε από τους αναιρεσείοντες -εκκαλούντες η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Στη σύνθεση του Μονομελούς Πρωτοδικείου που συνεδρίασε στις 31/10/2013 και εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση μετείχε ως μονομελής δικαστής η Πρωτοδίκης του δικαστηρίου αυτού Λ. Σ., η οποία όμως δεν είχε συμπληρώσει την κατά νόμο απαιτούμενη πενταετή υπηρεσία ως Πρωτοδίκη, αφού είχε διοριστεί ως πάρεδρος πρωτοδικείου στις 4/9/2012 και ακολούθως, είχε προαχθεί στο βαθμό της Πρωτοδίκη στις 19/7/2013 και τοποθετήθηκε στο Πρωτοδικείο Χανίων, όπου ορκίστηκε στις 16/9/2013 ως Πρωτοδίκης. Κατά το διάστημα εκείνο υπηρετούσαν στο εν λόγω δικαστήριο οι Πρόεδροι Πρωτοδικών Χ. Φ. και Ι. Ζ., καθώς και οι Πρωτοδίκες Π. Β. (η οποία είχε οριστεί ως ανακρίτρια), Ι. Ε. (ο οποίος είχε οριστεί ως δικαστής ανηλίκων και κτηματολογικός δικαστής) και Σ. Β. (η οποία τελούσε σε άδεια ανατροφής τέκνου), όλοι τους δε ήταν αρχαιότεροι κατά διορισμό από την Πρωτοδίκη Λ. Σ., όπως προκύπτει και από τους προσκομιζόμενους πίνακες αρχαιότητας δικαστικών λειτουργών πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, με ημερομηνία 31/12/2013.Επομένως, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η συγκρότηση της σύνθεσης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων που εξέδωσε, ως Εφετείο, την προσβαλλόμενη 229/2014 απόφαση, είναι μη νόμιμη, αφού έγινε κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 17 Α ΚΠολΔ και, συνεπώς, το πιο πάνω δικαστήριο υπέπεσε στην προβλεπόμενη από το άρθρο 560 παρ.2 ΚΠολΔ πλημμέλεια, όπως βάσιμα υποστηρίζουν οι αναιρεσείοντες με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, ο οποίος και πρέπει να γίνει δεκτός. Μετά την παραδοχή του λόγου αυτού, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 580 παρ.3 του Κ.Πολ.Δ., στο ίδιο Πρωτοδικείο, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνη που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους αναιρεσείοντες του κατατεθέντος παραβόλου (αρθρ.495 παρ.4 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί ο αναιρεσίβλητος στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσειόντων (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 229/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χανίων που δίκασε ως Εφετείο.
Παραπέμπει υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Πρωτοδικείο που θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνη που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στους αναιρεσείοντες.
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3000) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 15 Νοεμβρίου 2016.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 22 Νοεμβρίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


Άρειος Πάγος, αρ. απόφασης 164/2017 - Απόρριψη έφεσης ως απαράδεκτης επειδή εκ παραδρομής δεν επισυνάφθηκαν οι φωτοτυπίες των παραβόλων στο αντίγραφο της έφεσης για προσδιορισμό δικασίμου. Αναίρεση της απόφασης

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Απόρριψη έφεσης ως απαράδεκτης επειδή εκ παραδρομής δεν επισυνάφθηκαν οι φωτοτυπίες των παραβόλων στο αντίγραφο της έφεσης για προσδιορισμό δικασίμου. Αναίρεση της απόφασης.
Άρειος Πάγος, αρ. απόφασης 164/2017: Κατάθεση ..
παραβόλου για την άσκηση έφεσης: Από προφανή παραδρομή, δεν είχαν επισυναφθεί από τον πληρεξούσιο δικηγόρο οι φωτοτυπίες των παραβόλων της ασκηθείσας έφεσης στο προσκομισθέν αντίγραφο της έφεσης για τον προσδιορισμό δικασίμου ενώπιον της Γραμματέα του Εφετείου με αποτέλεσμα την απόρριψη της έφεσης ως απαράδεκτης με την αιτιολογία της μη προκύπτουσας κατάθεσης του προβλεπομένου παραβόλου. Αναιρεί την απόφαση και παραπέμπει.
«Εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης, υποχρεούται να καταθέσει παράβολο ποσού διακοσίων (200), τριακοσίων (300) και τετρακοσίων (400) ευρώ αντίστοιχα, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας ... Σε περίπτωση που δεν κατατεθεί το παράβολο, το ένδικο μέσο απορρίπτεται από το δικαστήριο ως απαράδεκτο. Σε περίπτωση ολικής ή μερικής νίκης του καταθέσαντος, το δικαστήριο με την απόφαση του διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο σε αυτόν, αλλιώς διατάσσει να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο…
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 498 αρ. 1 ΚΠολΔ "1. Κάθε διάδικος μπορεί μετά την άσκηση του ένδικου μέσου, φέρνοντας αντίγραφο του ένδικου μέσου και της απόφασης που προσβάλλεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο το ένδικο μέσο απευθύνεται, να ζητήσει να προσδιοριστεί δικάσιμος και να φέρει για συζήτηση την υπόθεση με κλήση, κάτω από το αντίγραφο του δικαστηρίου που έχει κατατεθεί ή και αυτοτελώς, η οποία επιδίδεται στον αντίδικο".
Εν προκειμένω, ο αναιρεσείων με το μόνο λόγο της ένδικης αναίρεσης αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια προβάλλοντας, ότι, εσφαλμένα έκρινε, ότι δεν είχε κατατεθεί από αυτόν το αναγκαίο για τη συζήτηση της έφεσής του κατά της 2/2012 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας παράβολο 200 € και απέρριψε την έφεση ως απαράδεκτη.
Προς διερεύνηση της ουσιαστικής βασιμότητας του ως άνω λόγου και προκειμένου να διαγνωσθεί η αλήθεια της αποδιδόμενης με την αίτηση αναίρεσης συγκεκριμένης αιτίασης επισκοπούνται επιτρεπτώς, κατ'άρθρο 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ, από τα διαδικαστικά έγγραφα εκείνα της προσβαλλόμενης απόφασης και του δικογράφου της έφεσης.
Στο πρώτο από τα έγγραφα αυτά, που είναι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση καταγράφεται η διαπίστωση, ότι στην έφεση, αν και αυτή έχει κατατεθεί στις 12-4-12, (δηλαδή δέκα ημέρες μετά την έναρξη ισχύος της παρ. 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που επέβαλε την κατάθεση παραβόλου για την παραδεκτή άσκηση του ένδικου μέσου της εφέσεως) δεν έχει επισυναφθεί γραμμάτιο του ΤΠκΔ περί καταβολής του εν λόγω παραβόλου και επομένως έπρεπε η τελευταία να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Σημειωτέον, ότι το εφετήριο που έλεγξε ο δευτεροβάθμιος Δικαστής ήταν αντίγραφο του κατατεθέντος ομοίου στο εκδόν την εκκαλούμενη απόφαση Πρωτοδικείο Χαλκίδας, το οποίο, μετά την άσκηση του ένδικου μέσου, έφερε ο επισπεύδων στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου προς το οποίο το ένδικο μέσο απευθυνόταν, για να ζητήσει να προσδιοριστεί δικάσιμος και να φέρει την υπόθεση για συζήτηση.
Το δεύτερο από τα επισκοπούμενα έγγραφα, που είναι το προσκομιζόμενο σε ακριβές θεωρημένο αντίγραφο δικόγραφο της έφεσης, φέρει παραπόδα μεν της τελευταίας σελίδας, που ενσωματώνει την έκθεση κατάθεσης του δικογράφου του ένδικου μέσου της έφεσης, την υπογραφή της γραμματέα του Πρωτοδικείου Χαλκίδας και σ'όλες τις λοιπές σελίδες στρογγυλή σφραγίδα του Πρωτοδικείου Χαλκίδας με τη μονογραφή της ίδιας γραμματέα επ'αυτής, και ενδιάμεσα, μεταξύ των σελίδων του δικογράφου και της έκθεσης κατάθεσης αυτού συνημμένα έξι φύλλα χαρτιού, μεγέθους Α4, επί των οποίων έχουν φωτοτυπηθεί τα συνοδεύοντα το εφετήριο με αριθμούς 5434221, 2134931, … παράβολα του Δημοσίου, συνολικού ύψους 201 Ε, τα οποία (φύλλα χάρτου), από προφανή παραδρομή, δεν είχαν επισυναφθεί στο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο …της πρωτοδίκως νικήσασας αναιρεσιβλήτου (εφεσιβλήτου-ενάγουσας) προσκομισθέν (για τον προσδιορισμό δικασίμου) ενώπιον της Γραμματέα του Εφετείου Ευβοίας … αντίγραφο του ασκηθέντος από τον ηττηθέντα αναιρεσείοντα (εκκαλούντα-εναγόμενο) ένδικο μέσο της εφέσεως με αποτέλεσμα την απόρριψη του τελευταίου ως απαραδέκτου με την αιτιολογία της μη προκύπτουσας καταθέσεως του προβλεπομένου παραβόλου, το οποίο όμως, κατά τα προεκτεθέντα, είχε επισυναφθεί στο ενώπιον του Μον/λους Πρωτ. Χαλκίδας, που εξέδωσε την προσβαλλομένη με την έφεση απόφαση (2/12), ασκηθέν σχετικό ένδικο μέσο.
Κατ'ακολουθίαν αυτών πρέπει να γίνει δεκτός ως και ουσιαστικά βάσιμος ο παραπάνω, από το άρθρ. 559 αρ. 14 ΚΠολΔ, λόγος, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, να παραπεμφθεί προς εκδίκαση η υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλο δικαστή εκτός εκείνου που δίκασε (άρθ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στον αναιρεσείοντα (άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ), μη επιβαλλομένων των δικαστικών εξόδων σε βάρος της αναιτίου για τη διεξαγωγή της παρούσας δίκης ηττηθείσας αναιρεσιβλήτου (άρθρα 177, 183 ΚΠολΔ).
Αναιρεί την υπ'αριθμ.73/2013 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας". (areiospagos.gr)

ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ ΤΟΥ «ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ» (Νόμος 4469/2017)

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ ΤΟΥ «ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ» (Νόμος 4469/2017) Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος Ορκωτός ελεγκτής λογιστής – «ΩΡΙΩΝ Α.Ε.Ο.Ε.Λ». Επιστημονικός Συνεργάτης Taxheaven [Με την υποστήριξη της Grand Value Α.Ε.] Περιεχόμενα Αφορά :..Ποιοι μπορούν να ενταχθούν – Οφειλές που υπάγονται. Βασικές αρχές - Βασική εξίσωση – Βασικά στάδια της διαδικασίας -Βήματα της αίτησης. Γιατί να υποβάλω ( ή να μην υποβάλω ) αίτηση ; Διαμεσολαβητής – Συντονιστής [ Μητρώο Συντονιστών ] Εμπειρογνώμονας, Εκτιμητής ακινήτων, Οικονομολόγος και Ορκωτός Λογιστής. Ζητούμενα στοιχεία κατά την υποβολή της αίτησης Ηλεκτρονική πλατφόρμα OCW (www.keyd.gov.gr) Θέματα που ενδέχεται να οδηγήσουν σε αποτυχία την « Διαπραγμάτευση » «Ικανότητα αποπληρωμής» Κανόνες της «σύμβασης αναδιάρθρωσης των οφειλών» Λογιστής της επιχείρησης. Μελέτη Βιωσιμότητας , «Σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών» και «Επαλήθευση απαιτήσεων» από τον εμπειρογνώμονα Νομοθεσία και πηγές πληροφόρησης Ξαναδοκιμάζω άλλη μια μεμονωμένη «ρύθμιση» ή μια συνολική «ρύθμιση» ; Τι άλλες ρυθμίσεις ισχύουν ; Ορισμοί - « Μεγάλες επιχειρήσεις» και « Μικρές επιχειρήσεις» Πιστωτές – Κατηγορίες – «Μικροί» Πιστωτές Ρόλος της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ (Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ) και του «ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.» Συνοφειλέτες, Εγγυητές και Συνδεμένα με το οφειλέτη πρόσωπα Τράπεζες και λοιποί χρηματοδοτικοί φορείς Υπεύθυνη δήλωση – Απαιτείται ακρίβεια των υποβληθέντων στοιχείων Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και Φορείς του Δημοσίου Χρονοδιάγραμμα και διαδικασία της διαπραγμάτευσης Ψήφοι που απαιτούνται - «Απαρτία» και «πλειοψηφία» - Πως ψηφίζει το Δημόσιο Ώρα για αποφάσεις Α Αφορά – Ποιοι μπορούν να ενταχθούν – Οφειλές που υπάγονται. Αφορά Οφειλέτες και Πιστωτές Οφειλετών. Ποιοι οφειλέτες μπορούν να ενταχθούν : Οι δικαιούχοι και οι προϋποθέσεις ένταξης είναι : Κάθε φυσικό πρόσωπο µε πτωχευτική ικανότητα [ Πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό ( άρθρο 2, παρ.1 του 3588/2007 Πτωχευτικός Κώδικας. Δείτε επίσης Γ.Ε.ΜΗ. - Ποιοι θεωρούνται έμποροι - Υποχρεωτική και δυνητική εγγραφή - Ανάλυση, νομολογία, παραδείγματα ( άρθρο των Κ. Κουλογιάννη και Ειρ. Λιαπάτη ) . Ενδεικτικά, δεν μπορούν να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν το επάγγελμα του οικονομολόγου, λογιστή, ιατρού, δικηγόρου, μηχανικού, χημικού, γεωπόνου, δημοσιογράφου, συγγραφέα, καθηγητή ή δασκάλου, καλλιτέχνη ή ηθοποιού, σκηνοθέτη και διακοσμητή. ] και κάθε νοµικό πρόσωπο εφόσον ( σωρευτικά ) το πρόσωπο αυτό φυσικό ή νομικό : α) Αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα µε τα άρθρα 21 και 47 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α΄167) β) Έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα. γ) Κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 είχε, μια εκ των κατωτέρω οφειλή : · οφειλή προς χρηματοδοτικό φορέα από δάνειο ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα (90) ημερών, ή · οφειλή που ρυθμίστηκε µετά την 1η Ιουλίου 2016 ή · είχε ληξιπρόθεσμές οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ή · είχε βεβαιωθεί η µη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς του λόγω µη επαρκούς υπολοίπου κατά το άρθρο 40 του ν. 5960/1933 (Α΄ 401) ή · είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή · δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος του, δ) Οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές του ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ ( Στην περίπτωση αυτή έχουν την δυνατότητα ειδικής ρύθμισης [ δείτε κατωτέρω ] ). ε) Απαραίτητη προϋπόθεση για την υποβολή αίτησης είναι ο έλεγχος συνδρομής των κριτηρίων επιλεξιμότητας του άρθρου 3 του Ν. 4469/2017. Δηλαδή : (1)  Ο οφειλέτης που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστηµα, κρίνεται επιλέξιµος για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθµιση οφειλών του παρόντος νόµου, εφόσον έχει θετικό καθαρό αποτέλεσµα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε µία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης . (2) Ο οφειλέτης που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστηµα, κρίνεται επιλέξιµος για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθµιση οφειλών του παρόντος νόµου, εφόσον πληροί µία από τις παρακάτω προϋποθέσεις σε µία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης: α) έχει θετικά αποτελέσµατα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή β) έχει θετική καθαρή θέση (equity). [ Τα κριτήρια επιλεξιμότητας παρέχουν μια ένδειξη για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης επιχείρησης ] . στ) Δεν ανήκει στις κάτωθι Ειδικές εξαιρέσεις Φυσικό ή νοµικό πρόσωπο δεν µπορεί να υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών εφόσον: (1) έχει υποβάλει αίτηση ενώπιον του αρµόδιου δικαστηρίου για υπαγωγή στις διατάξεις των άρθρων 62 επ. του ν. 4307/2014 (Α΄ 246) ( Νόμος Δένδια ) ή στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, Α΄ 153), εκτός εάν έχει υπάρξει έγκυρη παραίτησή του από τις εν λόγω διαδικασίες µέχρι την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών ή (2) έχει εκδοθεί οριστική απόφαση υπαγωγής του οφειλέτη σε µία από τις αναφερόµενες στην περίπτωση α΄ διαδικασίες ή έχει συζητηθεί ενώπιον του αρµόδιου δικαστηρίου η αίτηση υπαγωγής του στις παραπάνω διαδικασίες και εκκρεµεί η έκδοση δικαστικής απόφασης ή (3) έχει διακόψει την επιχειρηµατική του δραστηριότητα ή, σε περίπτωση νοµικού προσώπου, βρίσκεται σε διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης, εκτός εάν υποβληθεί δήλωση έναρξης εργασιών φυσικού προσώπου ή αποφασισθεί από το αρµόδιο όργανο του νοµικού προσώπου η αναβίωσή του, πριν από την υποβολή της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών ή (4) έχει καταδικασθεί µε αµετάκλητη απόφαση το ίδιο το φυσικό πρόσωπο ή στην περίπτωση των νοµικών προσώπων οι πρόεδροι ή οι διευθύνοντες σύµβουλοι ή οι διαχειριστές ή οι εταίροι ή και κάθε πρόσωπο εντεταλµένο είτε από το νόµο, είτε από ιδιωτική βούληση, είτε µε δικαστική απόφαση στη διαχείριση αυτών για ένα από τα ακόλουθα αδικήµατα: αα) φοροδιαφυγή, εκτός αν αφορά µη απόδοση φόρου προστιθέµενης αξίας, φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούµενων και επιρριπτόµενων φόρων τελών ή εισφορών ή φόρου πλοίων, ββ) νοµιµοποίηση εσόδων από παράνοµες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δωροληψία, λαθρεµπορία, καταδολίευση δανειστών, χρεοκοπία, ή απάτη, σε βαθµό κακουργήµατος. Στην περίπτωση της απάτης, αν ο παθών είναι το Δηµόσιο ή Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, αρκεί η καταδίκη σε βαθµό πληµµελήµατος. Επί νοµικών προσώπων, η κατά τα ανωτέρω ποινική καταδίκη των παραπάνω προσώπων πρέπει να αφορά αξιόποινη πράξη που σχετίζεται µε την επιχειρηµατική δραστηριότητα του νοµικού προσώπου το οποίο ζητεί την ένταξή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών. ζ) Δεν ανήκει στις κάτωθι κατηγορίες ( οι οποίες δεν έχουν δικαίωμα υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών) (1) τα πιστωτικά και χρηµατοδοτικά ιδρύµατα, καθώς και τα υποκαταστήµατα αλλοδαπών πιστωτικών ή χρηµατοδοτικών ιδρυµάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα, (2) οι πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και τα υποκαταστήµατα αλλοδαπών παρόχων επενδυτικών υπηρεσιών που λειτουργούν στην Ελλάδα, (3) οι Οργανισµοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ), καθώς και οι Οργανισµοί Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ), καθώς και οι διαχειριστές αυτών, (4) οι ασφαλιστικές εταιρίες. ( άρθρο 2 του Ν. 4469/2017 ) …………………… Ειδική δυνατότητα ρύθμισης των χρεών μόνο προς το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς Ύστερα από αίτηση οφειλετών τους, οι οποίοι εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του νόμου 4469/2017 : α) σύµφωνα µε την περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2, [οι συνολικές προς ρύθµιση οφειλές δεν ξεπερνούν το ποσό των 20.000 ευρώ ] , [ Επίσης για τους οφειλές με χρέη μεταξύ 20.000 έως και 50.000 ευρώ θα ακολουθείται απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης οφειλών. Δηλαδή, τόσο το Δημόσιο όσο και τα πιστωτικά ιδρύματα θα έχουν προτυποποιημένες λύσεις και αξιολογήσεις βιωσιμότητας για τις περιπτώσεις αυτές. Η ακριβής διαδικασία αναμένεται να διευκρινιστεί από σχετική ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομίας, Οικονομικών και Εργασίας ( πηγή : « Συχνές ερωτήσεις της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ » ) ] ή β) την παράγραφο 5 του άρθρου 2 [οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν ποσοστό 85% των συνολικών απαιτήσεων ] ή γ) επειδή αυτοί είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία αποκτούν εισόδηµα από επιχειρηµατική δραστηριότητα σύµφωνα µε το ν. 4172/2013, αλλά δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα [Ελεύθεροι επαγγελματίες – αυτοαπασχολούμενοι ], το Δηµόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, µπορεί να προτείνουν σε αυτούς λύσεις ρύθµισης οφειλών ανάλογες µε αυτές που αποδέχονται ή αντιπροτείνουν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών του παρόντος. Με τις υπουργικές αποφάσεις των παραγράφων 14 και 20 µπορεί να εξειδικεύονται οι λεπτοµέρειες για την εφαρµογή της παρούσας. ( άρθρο 15, παρ. 21, του Ν. 4469/2017 ) …………………… Ποιες οφειλές δεν μπορούν να ενταχθούν στην ρύθμιση α) Στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης δεν υπάγονται οφειλές του οφειλέτη που έχουν γεννηθεί µετά την 31η Δεκεµβρίου 2016. Εξαιρούνται από τη διαδικασία όλες οι απαιτήσεις που έχουν γεννηθεί μετά την 31η Δεκεμβρίου 2016. Μια απαίτηση θεωρείται ότι έχει γεννηθεί μετά την 31.12.2016, εφόσον η αιτία της (λ.χ. η κατάρτιση της σχετικής αρχικής σύμβασης, τιμολόγιο ) ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο της παραπάνω ημερομηνίας. β) Δεν υπάγονται, οι απαιτήσεις των λεγόμενων «μικρών πιστωτών» της επιχείρησης. [ δείτε αναλυτικά στο λήμμα Π : Πιστωτές – Κατηγορίες – «Μικροί» Πιστωτές ] γ) Δεν υπάγονται, οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου λόγω της ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων. δ) Δεν υπάγονται, οι απαιτήσεις των πελατών του Εξωτερικού [ θέση της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ ] Οι μη υπαγόμενες στην ρύθμιση απαιτήσεις των πιστωτών: (α) δεν συμμετέχουν στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού. (β) δεν συμμετέχουν στην απαρτία που απαιτείται για την επίτευξη συμφωνίας, (γ) δεν ρυθμίζονται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών . Σημειώνεται επίσης ότι : Οι απαιτήσεις των συνδεδεμένων προσώπων με τον οφειλέτη, δεν συμμετέχουν στην απαρτία, αλλά μπορούν να ρυθμίζονται με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης των οφειλών. …………………… Ακόμα και αν δεν σκεφτόμαστε να υποβάλλουμε σχετική αίτηση, ο «εξωδικαστικός μηχανισμός» μας αφορά γιατί : α) Μπορούμε να εμπλακούμε στην διαδικασία/διαπραγμάτευση ως Πιστωτές, οφειλέτη μας, ο οποίος έχει υποβάλλει « αίτηση » [ Δείτε στο λήμμα Π «Πιστωτές – Υποχρέωση συμμετοχής - Κατηγορίες – «Μικροί» Πιστωτές » β) [ Σπάνια βέβαια περίπτωση ] Το Δηµόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι χρηµατοδοτικοί φορείς µπορούν ως πιστωτές να κινήσουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών κοινοποιώντας στον οφειλέτη έγγραφη δήλωση, µε την οποία τον καλούν να υπαχθεί στη διαδικασία . ●●● Β Βασικές αρχές - Βασική εξίσωση – Βασικά στάδια της διαδικασίας -Βήματα της αίτησης: Βασικές αρχές του Εξωδικαστικού Μηχανισμού · Πρόκειται για Διαδικασία εξωδικαστική με πρόβλεψη εθελοντικής δικαστικής επικύρωσης · Υπάρχει Καθολικότητα ρύθμισης των οφειλών (προς Τράπεζες, Δημόσιο και Λοιπούς Πιστωτές) · Υπάρχει Διαφάνεια ως προς την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη · Αξιοποιείται ο θεσμός της διαμεσολάβησης . · Υπάρχουν Αντικειμενικά κριτήρια υπαγωγής στη διαδικασία · Η διαδικασία γίνεται κυρίως ηλεκτρονικά και υπάρχει Ηλεκτρονική επεξεργασία των στοιχείων. · Ισχύει η Αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του πιστωτή · Ισχύει η Αρχή της της σύμμετρης ικανοποίησης των απαιτήσεων ων πιστωτών . ( Πηγή : Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων – Ε.Γ.Δ.Ι.Χ – Ιούλιος 2017 ) ………………. «Βασική εξίσωση» Η «Βασική εξίσωση», στην οποία στηρίζεται ο «Εξωδικαστικός Μηχανισμός », είναι η εξής : [ Περιουσιακά στοιχεία οφειλέτη, συνοφειλετών και εγγυητών ( αποτιμούμενα στην «τρέχουσα αξία»] < [ «Παρούσα αξία » των δόσεων πληρωμής του χρέους, που προτείνονται από τον Οφειλέτη στους Πιστωτές του ] Δηλαδή οι πιστωτές δεν μπορούν να λάβουν σε «παρούσες αξίες », λιγότερα χρήματα, από αυτά που θα λάμβαναν, αν ο οφειλέτης οδηγείτο σε «πτώχευση» και γινόταν ρευστοποίηση της περιουσίας του. Στην οικονομική επιστήμη, η παρούσα προεξοφλημένη αξία, γνωστή επίσης ως παρούσα αξία, είναι η αξία μιας αναμενόμενης ταμειακής εισροής κατά την ημερομηνία της αποτίμησης. Παρούσα αξία ( present value ) είναι η αξία που έχει σήμερα ένα συγκεκριμένο ποσό που θα δοθεί σε μία ορισμένη ημερομηνία στο μέλλον. Στο excel η «Συνάρτηση NPV» υπολογίζει την καθαρή παρούσα αξία μιας επένδυσης με βάση ένα προεξοφλητικό επιτόκιο και μια σειρά μελλοντικών πληρωμών (αρνητικές τιμές) και εισοδημάτων (θετικές τιμές). Σύνταξη : NPV (επιτόκιο;τιμή1;[τιμή2];...) ( Πηγή : https://support.office.com/el-gr/article/%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%AC%CF%81%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7-NPV-8672cb67-2576-4d07-b67b-ac28acf2a568 ) ……………………….. Βασικά στάδια της διαδικασίας, που πρέπει να ακολουθήσει ένας οφειλέτης, που θέλει να ενταχθεί στον «Εξωδικαστικό Μηχανισμό » : · Έλεγχος της πλήρωσης των απαιτούμενων προϋποθέσεων από την οφειλέτρια επιχείρηση. · Σύγκριση των συνεπειών του «Εξωδικαστικού Μηχανισμού» με άλλες εναλλακτικές περιπτώσεις ( δυνατότητα ρυθμίσεων ) · Προκαταρτικός σχεδιασμός του «σχεδίου/πρότασης» προς τους Πιστωτές, ώστε να ανταποκρίνεται στις δυνατότητες της επιχείρησης και να πληροί την «Βασική εξίσωση» [ Εύρεση της αξίας ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων και « παρούσα αξία » της πρότασης αποπληρωμής ] . · Υποβολή της «αίτησης» και των στοιχείων που απαιτούνται (δείτε στο λήμμα : Ζητούμενα στοιχεία κατά την υποβολή της αίτησης ) · Ορισμός Μεσολαβητή/Συντονιστή από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. · Ύπαρξη απαρτίας συμμετεχόντων πιστωτών (τουλάχιστον του 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη ). · Διορισμός «εμπειρογνώμονα» · Υποβολή έκθεσης βιωσιμότητας και σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών από τον εμπειρογνώμονα στον συντονιστή και τυχόν αντιπροτάσεων από τους πιστωτές. · Έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών ( απαιτείται συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία τριών πέμπτων (3/5) των συµμετεχόντων πιστωτών, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται ποσοστό δύο πέμπτων (2/5) των συµµμετεχόντων πιστωτών µε ειδικό προνόμιο ) . · Σύνταξη της «σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών» · Επικύρωση από το δικαστήριο της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών [ Προαιρετικό ].  Προθεσμία για την υποβολή της αίτησης Κάθε οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση για την υπαγωγή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών έως την 31η Δεκεµβρίου 2018, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 2 και 3 του Ν. 4469/2017. Αποκλείεται η υποβολή δεύτερης αίτησης από τον ίδιο οφειλέτη όσο εκκρεµεί η πρώτη ή µετά τη σύνταξη από το συντονιστή πρακτικού περαίωσης της διαδικασίας, ή πρακτικού αποτυχίας για οποιονδήποτε από τους προβλεπόµενους στον ν. 4469/2017 λόγους. « Κοινή αίτηση» Αίτηση µπορεί να υποβάλουν από κοινού περισσότεροι από έναν οφειλέτες, εφόσον είναι νοµικά πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν οι προϋποθέσεις υποχρεωτικής ενοποίησης, σύµφωνα µε το άρθρο 32 του ν. 4308/2014. Πρόσκληση Πιστωτών τον Οφειλέτη για υποβολή αίτησης από αυτόν. Το Ελληνικό Δηµόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή άλλο νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου, περιλαµβανοµένων των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης, ή οι χρηµατοδοτικοί φορείς µπορούν ως πιστωτές να κινήσουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών κοινοποιώντας στον οφειλέτη µε δικαστικό επιµελητή ή µε συστηµένη επιστολή ή µε ισοδύναµου τύπου ταχυδροµική επιστολή ή αυτοπρόσωπη παράδοση, εφόσον διασφαλίζονται µε ισοδύναµο τρόπο η επιβεβαίωση αποστολής, παραλαβής και εµπιστευτικότητας, έγγραφη δήλωση, µε την οποία τον καλούν να υπαχθεί στη διαδικασία του Ν. 4469/2017, υποβάλλοντας τη σχετική αίτηση εντός προθεσµίας δύο (2) µηνών. Η πρόσκληση του προηγούµενου εδαφίου κοινοποιείται µε επιµέλεια του πιστωτή και στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Η παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλει αίτηση για κίνηση της διαδικασίας εντός δύο (2) µηνών από την ηµεροµηνία κοινοποίησης της εξώδικης έγγραφης γνωστοποίησης έχει ως συνέπεια να µην δικαιούται να κινήσει ο ίδιος τη διαδικασία υπαγωγής µεταγενέστερα, χωρίς να προσκληθεί εκ νέου από τους πιστωτές. Αν ο οφειλέτης υποβάλει αίτηση εµπρόθεσµα, ο πιστωτής που κίνησε τη διαδικασία λογίζεται ως συµµετέχων. [ Η διαδικασία δεν διαφοροποιείται είτε η αίτηση υποβληθεί απευθείας από τον οφειλέτη, είτε κατόπιν έγγραφης πρόσκλησης των πιστωτών ]. ( άρθρο 4 του Ν. 4469/2017 ) …………………… Βήματα στην : ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΟΦΕΙΛΕΤΗ Ή ΕΚΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ Πρώτο στάδιο [ Παροχή εξουσιοδότησης ] : · Εισερχόμαστε στον δικτυακό τόπο της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού χρέους (www.keyd.gov.gr), επιλέγουμε στην κορυφή της αρχικής σελίδας την υπερ-σύνδεση με τίτλο "Αιτηθείτε στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό", η οποία μας οδηγεί σε σελίδα στην οποία υπάρχει κουμπί που παραπέμπει απευθείας στην ειδική πλατφόρμα υποβολής αίτησης. · Κάνουμε εισαγωγή των προσωπικών μας κωδικών taxisnet (username + password ) και επιλέγουμε «Συνέχεια» · Επιλέγουμε ρόλο χρήστη: α. Οφειλέτης, β. Εκπρόσωπος δηλ. εξουσιοδοτημένος από Οφειλέτη π.χ. Λογιστής κ.λπ. · Επιλέγουμε «Ενημέρωση» ώστε να συμπληρώσουμε τα στοιχεία επικοινωνίας του Οφειλέτη(Τηλέφωνο, e-mail) και στη συνέχεια «Ενημέρωση»: · Παροχή εξουσιοδότησης για αυτεπάγγελτη αναζήτηση των δεδομένων του οφειλέτη. [ Ο οφειλέτης δηλώνει τη συγκατάθεσή του για του για του για : Άρση τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου. Κοινοποίηση των δεδομένων του στο συντονιστή, τον εμπειρογνώμονα και στους συμμετέχοντες πιστωτές . Διασταύρωση των στοιχείων από τους προαναφερθέντες ]. Επιλέγουμε στο checkbox και στη συνέχεια «Επιβεβαίωση στοιχείων». Η Εφαρμογή μας μεταφέρει στο 2ο Στάδιο. Δεύτερο στάδιο [Επιπρόσθετα στοιχεία] : · Επιπρόσθετα στοιχεία, ώστε να ξεκινήσουμε την κατά φάση συμπλήρωση της αίτησης: [ Λογιστικό σύστημα, Ημερομηνία έναρξης της επιχείρησης, ΚΑΔ, Κύκλος εργασιών, Συνολικές υποχρεώσεις και Περιγραφή δραστηριότητας, Περιγραφή Οικονομικής Κατάστασης ( Δυσκολία αποπληρωμής των υποχρεώσεων ) , Λόγοι Οικονομικής αδυναμίας ( π.χ πτώση τζίρου, επισφάλειες, κ.λπ ) , Προοπτικές της επιχείρησης ( π.χ αύξηση τζίρου, αύξηση κερδών, κ.λπ ) ] · Συμπληρώνουμε τα αντίστοιχα πεδία και όταν ολοκληρωθεί η συμπλήρωση επιλέγω «Αποθήκευση» και «Επόμενο βήμα». Τρίτο στάδιο [ Κριτήρια υπαγωγής.] : · Πρώτα επιλέγω «Έλεγχος online κριτηρίων» και ενημερώνεται αυτόματα για τυχόν οφειλές στα Ασφαλιστικά Ταμεία και στη συνέχεια επιλέγουμε στα checkbox κριτηρίων. Τέλος, επιλέγουμε «Αποθήκευση» και «Επόμενο βήμα». · Επιβεβαιώνουμε για την ολοκλήρωση της συμπλήρωσης των κριτηρίων. Τέταρτο στάδιο [ Υποβολή αίτησης ] : · Υποβολή αίτησης όπου επιλέγουμε αρχικά «Εισαγωγή/έλεγχος οφειλών» , στη συνέχεια συμπληρώνουμε τα αντίστοιχα 4 πεδία [«Επιπρόσθετα στοιχεία» , «Επισυναπτόμενα αρχεία» , «Δεδομένα οφειλών», «Υπεύθυνη Δήλωση» ] και τέλος επιλέγουμε «Αποθήκευση»: · Επιλέγουμε «Επιπρόσθετα στοιχεία» ώστε να ελέγξουμε την ορθότητα των προσυμπληρωθέντων στοιχείων της αίτησης: · Επιλέγουμε «Επισυναπτόμενα αρχεία» ώστε να προχωρήσουμε στην επισύναψη όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών: [ Πρόταση του Οφειλέτη, Έκθεση βιωσιμότητας, Έκθεση εκτιμητή ακινήτων, αντίγραφο ποινικού μητρώου του οφειλέτη, κ.λπ – Δείτε αναλυτικά στο λήμμα «Ζητούμενα στοιχεία » ] . · Επιλέγουμε «Δεδομένα οφειλών» και αρχικά συμπληρώνουμε τον πίνακα Πιστωτών · Προσθήκη πιστωτών. · Οι Θεσμικοί πιστωτές επιλέγονται από έτοιμη λίστα. Για τους υπόλοιπους πιστωτές π.χ προμηθευτές, εργαζόμενοι κ.λπ. προχωράμε σε συμπλήρωση με τα απαραίτητα στοιχεία τους. · Στη συνέχεια επιλέγουμε «Συνοφειλέτες», ώστε να προσθέσουμε τυχόν συνοφειλέτες οι οποίοι χαρακτηρίζονται Ειδικοί ή Υποχρεωτικοί ανάλογα την περίπτωση. · Επιλέγουμε «Οφειλές», ώστε να συμπληρώσουμε τον πίνακα Οφειλών/Πιστωτή. · Επιλέγουμε «Υπεύθυνη Δήλωση», κάνουμε checkbox και επιλέγουμε «Αποθήκευση». · Έχοντας ολοκληρώσει και αυτό το Στάδιο, η αίτηση αποθηκεύεται προσωρινά έως ότου συνυποβάλλει/ουν αίτηση ο/οι Συνοφειλέτες. Σε περίπτωση μη ύπαρξης Συνοφειλετών η Εφαρμογή μας δίνει το δικαίωμα Οριστικής Υποβολής. Πέμπτο στάδιο [ Έλεγχος πληρότητας ] : · Μετά την Οριστική συνυποβολή αίτησης από Συνοφειλέτη, ο Οφειλέτης εισέρχεται εκ νέου στην Εφαρμογή και επιλέγει Οριστική Υποβολή αίτησης με αποτέλεσμα την αυτόματη Ανάθεσή της σε «Συντονιστή». Έκτο στάδιο [ Διαπραγμάτευση ] : · ……………………………. [ Εφοδιάζεται με στοιχεία κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης ] Έβδομο στάδιο [ Αποτέλεσμα ] : · ……………………………. …………………… Βήματα ΣΥΝΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ · Εισερχόμαστε στο www.keyd.gov.gr/ocw , κάνουμε εισαγωγή των προσωπικών μας κωδικών taxisnet και επιλέγουμε «Συνέχεια». · Επιλέγουμε τον ρόλο « Συνοφειλέτης» και μετά «Είσοδος». Πρώτο στάδιο [ Παροχή εξουσιοδότησης ] : · Αρχικά κάνουμε checkbox για παροχή εξουσιοδότησης αυτεπάγγελτης αναζήτησης των δεδομένων του συνοφειλέτη και στη συνέχεια «Βεβαίωση στοιχείων». Δεύτερο στάδιο [ Κριτήρια υπαγωγής συνοφειλέτη ] : · Συμπληρώνουμε τα αντίστοιχα πεδία που μας ζητά η Εφαρμογή (τα ΦΠ δεν συμπληρώνουν δύο πεδία) , κάνουμε checkbox για τα κριτήρια υπαγωγής και τέλος «Αποθήκευση»: · Ενημέρωση στοιχείων Συνοφειλέτη: · Αφού ολοκληρωθεί ο έλεγχος των κριτηρίων υπαγωγής του Συνοφειλέτη επιβεβαιώνουμε με «Συνέχεια». Η Εφαρμογή μας επιτρέπει να προχωρήσουμε στο 3ο Στάδιο Τρίτο στάδιο [ Συνυποβολή στοιχείων συνοφειλέτη] : · Συνυποβολή στοιχείων συνοφειλέτη και να επισυνάψουμε τα απαραίτητα δικαιολογητικά καθώς και τα Δεδομένα οφειλών · Ο Συνοφειλέτης συμπληρώνει τους πιστωτές του, τυχόν Συνοφειλέτες του καθώς και τις Οφειλές του(η διαδικασία είναι όπως και στον Οφειλέτη). Τέταρτο στάδιο [ Ολοκλήρωση ] : · Αφού ολοκληρωθεί από τον Συνοφειλέτη η συμπλήρωση της αίτησής του, επιβεβαιώνει για την Οριστική Υποβολή και η Εφαρμογή ενημερώνει για την επιτυχή υποβολή και τον Οφειλέτη, ώστε να εισέλθει( ο Οφειλέτης) στην Εφαρμογή για να προχωρήσει σε Οριστική Υποβολή: ●●● Γ Γιατί να υποβάλω ( ή να μην υποβάλω ) αίτηση ; Γενικά Κυρίως η κρίση της Οικονομίας έχει αναγκάσει αρκετές επιχειρήσεις, να έχουν σημαντικές ληξιπρόθεσμες οφειλές και εξαιτίας αυτών να έχουν δεχθεί ή πρόκειται άμεσα να δεχθούν από τους «Πιστωτές» τους διάφορα μέτρα ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης. Υπό αυτό το πρίσμα ο Ν. 4469/2017, φαίνεται ως μια ακόμα ευκαιρία αναστολής τέτοιων μέτρων ή ως μια δυνατότητα η επιχείρηση, να λειτουργήσει σε καλύτερο περιβάλλον ρευστότητας. Κατωτέρω αναλύονται τα σημαντικότερα από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αποκτά η επιχείρηση, που εντάσσεται στον Ν. 4469/2017. Αναστολή μέτρων 1. Από την ηµεροµηνία αποστολής της πρόσκλησης/κοινοποίησης στους Πιστωτές και για χρονικό διάστηµα εβδοµήντα (70) ηµερών αναστέλλονται αυτοδικαίως τα µέτρα, εκκρεµή ή µη, ατοµικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση των απαιτήσεων, των οποίων ζητείται η εξωδικαστική ρύθµιση, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού µέτρου κατά του οφειλέτη, στα οποία περιλαµβάνεται και η εγγραφή προσηµείωσης υποθήκης, εκτός εάν µε το µέτρο αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της αποµάκρυνσης ή αφαίρεσης ή µετακίνησης κινητών πραγµάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισµού, η οποία δεν έχει συµφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται από πιστωτές µετά την κοινοποίηση σε αυτούς από τον συντονιστή αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής, σύµφωνα µε την παράγραφο 2 του άρθρου 7, είναι άκυρες. Αν κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης υπαγωγής εκκρεµεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται µε την κοινοποίηση εκ µέρους του οφειλέτη της πιστοποιηµένης από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. βεβαίωσης του συντονιστή για την πληρότητα της αίτησης υπαγωγής στα όργανα εκτέλεσης, η οποία σε κάθε περίπτωση πρέπει να έπεται χρονικά της αποστολής της πρόσκλησης της παραγράφου 2 του άρθρου 7. Όταν η διαδικασία επισπεύδεται από τη φορολογική διοίκηση µε βάση τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων, όργανο εκτέλεσης είναι η αρµόδια για την επιδίωξη της είσπραξης υπηρεσία της φορολογικής διοίκησης. 2. Η κατά την παράγραφο 1 αυτοδίκαιη αναστολή αίρεται αυτοδικαίως όταν: α) η διαδικασία περαιωθεί ως άκαρπη είτε λόγω έλλειψης απαρτίας είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο, ή β) ληφθεί σχετική απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών. 3. Ο οφειλέτης µπορεί να ζητήσει από το Μονοµελές Πρωτοδικείο της έδρας του, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας, παράταση της αναστολής της παραγράφου 1 για χρονικό διάστηµα έως τεσσάρων (4) επιπλέον µηνών. Αναγκαία προϋπόθεση της παράτασης αναστολής εκτέλεσης αποτελεί η συναίνεση της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών. Η συναίνεση δίνεται είτε εγγράφως είτε προφορικά µε δήλωση των πιστωτών στο ακροατήριο. 4. Κάθε πιστωτής µπορεί να ζητήσει από το Μονοµελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, την πρόωρη παύση της αναστολής της παραγράφου 1, εφόσον πιθανολογείται ότι η αναστολή εκτέλεσης θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα πιστωτή. Η αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας. Αν η αίτηση υποβάλλεται από την πλειοψηφία των πιστωτών, το αρµόδιο δικαστήριο αίρει την αναστολή εκτέλεσης υποχρεωτικά. 5. Η αναστολή εκτέλεσης του παρόντος άρθρου επάγεται αυτοδίκαια την απαγόρευση της διάθεσης ή της επιβάρυνσης των ακινήτων και του εξοπλισµού της επιχείρησης του οφειλέτη ή και άλλων περιουσιακών του στοιχείων, η διάθεση των οποίων δεν εντάσσεται στη συνήθη επιχειρηµατική του δραστηριότητα. 6. Η αναστολή εκτέλεσης του παρόντος άρθρου δεν θίγει τις ειδικές ρυθµίσεις για αναγκαστική εκτέλεση των συµφωνιών παροχής χρηµατοοικονοµικής ασφάλειας. ( άρθρο 13 του Ν. 4469/2017 ) Καταγγελία διαρκών συμβάσεων Η υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών δεν συνιστά σπουδαίο λόγο για την καταγγελία διαρκών συµβάσεων. ( άρθρο 4, παρ. 7 του Ν. 4469/2017 ) Αναστολή της διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών Μόλις ο συντονιστής διαπιστώσει ότι ο φάκελος είναι πλήρης, κοινοποιεί µέσα σε δύο (2) ηµέρες απόσπασµα της αίτησης σε όλους τους πιστωτές που αναφέρονται σε αυτήν. Η κοινοποίηση αυτή αναστέλλει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών (195/1/29.7.2016 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεµάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, Β΄ 2376) που έχει θεσπισθεί σύµφωνα µε την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α΄ 288). Αν δεν επιτευχθεί συµφωνία στο πλαίσιο του παρόντος νόµου, η Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (ΔΕΚ) του Κώδικα Δεοντολογίας συνεχίζεται από το στάδιο στο οποίο είχε σταµατήσει. ( άρθρο 4, παρ. 8 του Ν. 4469/2017 ) Δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις Επί των οφειλών προς το Δηµόσιο που ρυθµίζονται δυνάµει της σύµβασης αναδιάρθρωσης δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής. Από την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος της σύµβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιµα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.. ( άρθρο 15, παρ. 8, του Ν. 4469/2017 ) Χορήγηση αποδεικτικού ενηµερότητας Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενηµερότητας στον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες που δεσµεύονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εφαρµόζεται το άρθρο 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού. Η ρύθµιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος νόµου θεωρείται ως ρύθµιση τµηµατικής καταβολής για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενηµερότητας δεν λαµβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύµβαση. ( άρθρο 15, παρ. 10, του Ν. 4469/2017 ) Δημόσιο - Αναστολή λήψης αναγκαστικών µέτρων και ποινικής δίωξης α. λόγω υποβολής αίτησης Από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης του συντονιστή προς την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης προκειμένου αυτή να συμμετάσχει στη διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού, αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που υπάγονται σε εξωδικαστική ρύθμιση, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου. Ειδικά για την περίπτωση που κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη της πιστοποιημένης από την ΕΓΔΙΧ βεβαίωσης του συντονιστή για την πληρότητα της αίτησης υπαγωγής στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης. Η ως άνω βεβαίωση πρέπει σε κάθε περίπτωση να έπεται χρονικά της πρόσκλησης του συντονιστή προς τους πιστωτές για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία. Η αναστολή ισχύει κατ'αρχήν για χρονικό διάστημα έως εβδομήντα ( 70) ημερών και δύναται να παραταθεί για χρονικό διάστημα έως τεσσάρων (4) επιπλέον μηνών, κατόπιν έκδοσης σχετικής δικαστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του οφειλέτη και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου. Πρόωρη παύση της αναστολής επέρχεται : α. αυτοδικαίως, εφόσον η διαδικασία περαιωθεί ως άκαρπη είτε λόγω έλλειψης απαρτίας, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο (σχετ. παρ. 2 του άρθρου 13), β. αυτοδικαίως, εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών (σχετ. παρ. 2 του άρθρου 13 ) και γ. κατόπιν έκδοσης δικαστικής του Μονομελούς Πρωτοδικείου της περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, μετά από αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή (και ως εκ τούτου και της Φορολογικής Διοίκησης), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου ( σχετ. παρ. 4 του άρθρου 13). Επισημάνσεις : (1) Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους. Κατ'εξαίρεση, επιτρέπεται η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, αν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. (2) Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται μετά την κοινοποίηση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης από το συντονιστή αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής, είναι άκυρες και ως εκ τούτου η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να τις ανακαλεί. Για την εφαρμογή των ανωτέρω, συνιστάται ο έλεγχος για την τήρηση των ανωτέρω και ειδικότερα η συνδρομή των προαναφερθεισών ημερομηνιών, με τα αποδεικτικά αυτών στοιχεία, προκειμένου να διαγνωστεί το έγκυρο ή μη της διοικητικής εκτέλεσης. β. λόγω υποβολής αίτησης δικαστικής επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών (άρθρου 12 του ν.4469/2017) Από την κατάθεση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στο αρμόδιο δικαστήριο, αναστέλλονται αυτοδίκαια τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, καθώς και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ειδικά για την περίπτωση που κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης για τη δικαστική επικύρωση της σύμβασης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης. Η αναστολή ισχύει έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης σχετικά με την επικύρωση ή μη της συμφωνίας. Επισημαίνεται πάντως ότι, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου, η συζήτηση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεση, ενώ η απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου δημοσιεύεται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης. Επισημάνσεις : (1) Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους. Κατ'εξαίρεση, επιτρέπεται: (α) η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή άλλο ασφαλιστικό μέτρο που έχει συμφωνηθεί με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και (β) η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, αν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. (2) Η εν λόγω αναστολή ισχύει μόνο σε περίπτωση που το Δημόσιο δεν έχει υπογράψει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, καθώς στην περίπτωση που έχει ήδη εγκρίνει και συνυπογράψει αυτή δεσμεύεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 15 του ιδίου νόμου (βλ. αναλυτικά κεφάλαιο Ε, υποκεφάλαιο I, περίπτωση V ) (3) Για την εφαρμογή των ανωτέρω, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του ιδίου άρθρου, ο αιτών οφειλέτης ειδοποιεί τους εμπλεκόμενους πιστωτές (και ως εκ τούτου και την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, εφόσον συντρέχει περίπτωση) εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της αίτησης επικύρωσης για την κατάθεση αυτής και την ημερομηνία συζήτησής της. Εξάλλου, σε περίπτωση οφειλών προς το Δημόσιο, διατάσσεται υποχρεωτικά η κλήτευση της Φορολογικής Διοίκησης. (ΠΟΛ.1124/2017) Οφειλές υπέρ τρίτων οι οποίες βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση Τα ανωτέρω εφαρµόζονται αναλόγως και για οφειλές υπέρ τρίτων οι οποίες βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση και για τις οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης: ( άρθρο 15, παρ. 13, του Ν. 4469/2017 ) Οφειλές σε Ασφαλιστικούς φορείς  Από την ηµεροµηνία υπογραφής από το Κ.Ε.Α.Ο. της εγκριθείσας σύµβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Κ.Ε.Α.Ο. της δικαστικής απόφασης µε την οποία επικυρώθηκε σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, για τις υπαγόµενες στη σύµβαση οφειλές: α) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών µέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσµες δόσεις της σύµβασης. β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για τα αδικήµατα του α.ν. 86/1967 (Α΄136) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύµφωνα µε το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστηµα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήµατος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισµός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ.. ( άρθρο 15, παρ. 19, του Ν. 4469/2017 ) Συνέπειες µη τήρησης της συµφωνίας . 1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει προς οποιονδήποτε πιστωτή οποιοδήποτε οφειλόµενο ποσό σύµφωνα µε τους όρους της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των ενενήντα (90) ηµερών, ο πιστωτής δικαιούται να ζητήσει την ακύρωση της συµφωνίας ως προς όλους, καταθέτοντας αίτηση στο δικαστήριο που επικύρωσε τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών ή στο Πολυµελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει έδρα ο οφειλέτης, αν η σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δεν έχει επικυρωθεί σύµφωνα µε το άρθρο 12. Η αίτηση εκδικάζεται κατά τις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας. 2. Με την ακύρωση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη και των συνοφειλετών. Ποσά που καταβλήθηκαν σε εκτέλεση της σύµβασης αναδιάρθρωσης αφαιρούνται από τις απαιτήσεις που αναβίωσαν. 3. Μετά την άσκηση της αίτησης ακύρωσης της συµφωνίας, κάθε πιστωτής µπορεί να ζητήσει από το Μονοµελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, να ληφθούν ασφαλιστικά µέτρα, σύµφωνα µε την κατάσταση που υπήρχε πριν από τη σύναψη της υπό ακύρωση συµφωνίας, εφόσον πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη του αιτούντος πιστωτή. Η αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας. Αν η αίτηση υποβάλλεται από την πλειοψηφία των πιστωτών, το δικαστήριο διατάσσει τη λήψη ασφαλιστικών µέτρων. 4. Πράξεις που έλαβαν χώρα σε εκπλήρωση όρων της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών δεν υπόκεινται στην πτωχευτική ανάκληση που προβλέπεται στα άρθρα 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα. 5. Η ακύρωση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών αποτελεί µαχητό τεκµήριο για την παύση πληρωµών του οφειλέτη. 6. Επέρχεται αυτοδικαίως ανατροπή της σύµβασης αναδιάρθρωσης έναντι του Δηµοσίου ή των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και αναβίωση των απαιτήσεών τους, µε συνέπεια να καθίσταται αµέσως ληξιπρόθεσµο και απαιτητό το σύνολο του υπολοίπου της οφειλής που παραµένει ανεξόφλητο, σύµφωνα µε τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης, µαζί µε τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής, στις εξής περιπτώσεις: α) µη καταβολή δόσεων ή µερική καταβολή δόσεων από τον οφειλέτη προς τη Φορολογική Διοίκηση ή τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως αυτές προσδιορίζονται στη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, έως τη συµπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε τρεις (3) δόσεις, β) παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλει τις προβλεπόµενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήµατος και φόρου προστιθέµενης αξίας, καθώς και την προβλεπόµενη Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (Α.Π.Δ.), εντός τριών (3) µηνών από την παρέλευση της προθεσµίας υποβολής τους, και γ) παράλειψη του οφειλέτη να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει µε νόµιµο τρόπο, µε αναστολή είσπραξης ή ρύθµιση τµηµατικής καταβολής, τις οφειλές του είτε προς το Δηµόσιο ή υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση είτε προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες βεβαιώθηκαν µετά τις 31 Δεκεµβρίου 2016, εντός ενενήντα (90) ηµερών από την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την ηµεροµηνία επικύρωσης της σύµβασης αναδιάρθρωσης ή, προκειµένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσµες µετά την έναρξη ισχύος ή την επικύρωση της σύµβασης, εντός εξήντα (60) ηµερών από τη λήξη της νόµιµης προθεσµίας καταβολής τους. Το Δηµόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν αµελλητί την επέλευση της αυτοδίκαιης ανατροπής της σύµβασης σε όλους τους πιστωτές. Εντός τριάντα (30) ηµερών από τη γνωστοποίηση αυτή οποιοσδήποτε πιστωτής µπορεί να ζητήσει την ακύρωση της συµφωνίας ως προς όλους τους πιστωτές. ( άρθρο 14, του Ν. 4469/2017 ) Συγκατάθεση για παροχή στοιχείων στους Πιστωτές . Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία παρέχεται από τον οφειλέτη άδεια για κοινοποίηση στον συντονιστή, τον εµπειρογνώµονα και τους συµµετέχοντες πιστωτές, επεξεργασία και διασταύρωση από αυτούς των δεδοµένων του, τα οποία περιλαµβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδοµένων του που βρίσκονται στην κατοχή των συµµετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών. Η άδεια του προηγούµενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του ν.δ. 1059/1971 (Α΄270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170). Επίσης, µε την αίτηση υπαγωγής παρέχεται από τον οφειλέτη άδεια για κοινοποίηση σε όλους τους πιστωτές των στοιχείων που περιλαµβάνονται στο απόσπασµα της αίτησης, σύµφωνα µε την παράγραφο 2 του άρθρου 7. ( άρθρο 5, παρ. 6 του Ν. 4469/2017 ) Φορολόγηση του ποσού της ωφέλειας από την διαγραφή « κούρεμα » των απαιτήσεων . « 1. Σε περίπτωση διαγραφής οφειλής, τίθεται ζήτημα φορολογικής επιβάρυνσης του οφειλέτη για την ωφέλεια που αποκομίζει; Με το ζήτημα της φορολογικής επιβάρυνσης για διαγραφή οφειλών τόσο προς ιδιώτες όσο και προς δημόσιο ή τραπεζικά ιδρύματα, έχουμε ασχοληθεί με παλιότερα άρθρα μας. Σύμφωνα με το άρθρο 22 του ΚΦΕ: «Κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε., οι οποίες:…………… γ) εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά.» Η διαγραφόμενη απαίτηση ενός πιστωτή εμπίπτει στο άρθρο αυτό. Στο άρθρο 62 παρ.1 του ν.4389/2016 αναφέρεται ότι: «Η ωφέλεια νομικού πρόσωπου, νομικής οντότητας, καθώς και φυσικού προσώπου που αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία προκύπτει από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους προς πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, προς υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή προς εταιρεία του ν. 4354/2015 (Α’ 176) στο πλαίσιο εξωδικαστικού συμβιβασμού ή σε εκτέλεση δικαστικής απόφασης, δεν θεωρείται δωρεά και απαλλάσσεται του φόρου εισοδήματος.» (προσοχή, ισχύει για εξωδικαστικές συμφωνίες που συνάπτονται μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 2017). Βλέπουμε λοιπόν πως ενώ όσον αφορά τις οφειλές προς τα τραπεζικά ιδρύματα, οι οφειλέτες έχουν εξασφαλίσει, τουλάχιστον μέχρι και το τέλος του 2017, ότι δε θα επιβαρυνθούν φορολογικά για οποιοδήποτε διαγραφόμενο ποσό, δεν ισχύει το ίδιο για τους υπόλοιπους πιστωτές. Κρίνουμε ότι η ΑΑΔΕ οφείλει να εκδώσει σε συνεργασία με την ΕΓΔΙΧ μία εμπεριστατωμένη εγκύκλιο η οποία θα εξηγεί τις συνέπειες από την ωφέλεια που προκύπτει λόγω διαγραφής ανάλογα με την κατηγορία του πιστωτή (ιδιώτης, τράπεζα, Δημόσιο).» (Άρθρο « Σημαντικά σημεία που πολλοί δεν γνωρίζουν για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών επιχειρήσεων» του Γιώργου Δαλιάνη, με τη συνεργασία του Φίλιππου Ζήρα) ●●● Δ Διαμεσολαβητής – Συντονιστής [ Μητρώο Συντονιστών ] : Βασικές ιδιότητες και αρμοδιότητες · Ο συντονιστής είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Συντονιστών και είναι ανεξάρτητος τρίτος, ο οποίος διορίζεται αυτοματοποιημένα από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., · Εποπτεία και συντονισμός των εμπλεκόμενων μερών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. · Έλεγχος πληρότητας της αίτησης. · Αποστολή προσκλήσεων σε πιστωτές και συνοφειλέτες για να συμμετάσχουν στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης. · Έλεγχος απαρτίας και των ποσοστών πλειοψηφίας. · Σύνταξη του πρακτικού περαίωσης της διαδικασίας ή εφόσον η διαδικασία θεωρείται ως άκαρπη σε κάποιο στάδιο συντάσσει «πρακτικό αποτυχίας». · Μεριμνά για την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών από την πλειοψηφία των πιστωτών και τον οφειλέτη. · Παρέχει διαβεβαίωση ότι κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης των πιστωτών τηρήθηκαν οι διατάξεις του Νόμου και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων. Διαδικασία διορισμού  Στο «Μητρώο Συντονιστών» εγγράφονται κατά προτεραιότητα διαπιστευµένοι διαµεσολαβητές του ν. 3898/2010 (Α΄ 211) ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται εντός προθεσµίας τριάντα (30) ηµερών από τη δηµοσίευση της πρόσκλησης. Η αίτηση συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α΄ 75), µε την οποία ο ενδιαφερόµενος βεβαιώνει την ιδιότητά του ως διαπιστευµένου διαµεσολαβητή του ν. 3898/2010. [ Αριθμ. πρωτ.: 79817/2017 - Στελέχωση Μητρώου Συντονιστών του άρθρου 6 Ν. 4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 62 Α') ] Εντός δύο (2) εργάσιµων ηµερών από την κατάθεση της αίτησης, η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διορίζει συντονιστή της διαδικασίας από το µητρώο συντονιστών. Η έδρα του συντονιστή πρέπει να βρίσκεται εντός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία έχει την έδρα του ο οφειλέτης. Αν δεν υπάρχει εγγεγραµµένος συντονιστής στο µητρώο µε έδρα εντός της Περιφερειακής Ενότητας, στην οποία έχει την έδρα του ο οφειλέτης, διορίζεται συντονιστής που εδρεύει εντός της διοικητικής περιφέρειας της έδρας του οφειλέτη. Ο συντονιστής ειδοποιείται από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για το διορισµό του, τον οποίο µπορεί να αποποιηθεί εντός τεσσάρων (4) εργάσιµων ηµερών. Ο συντονιστής υποχρεούται να αποποιηθεί το διορισµό του αν συντρέχουν στο πρόσωπό του περιστάσεις που θα µπορούσαν να επηρεάσουν την ανεξαρτησία του. Τέτοιες περιστάσεις είναι ιδίως: α) κάθε προσωπική ή επαγγελµατική σχέση µε τον οφειλέτη ή συµµετέχοντα πιστωτή, β) οποιοδήποτε οικονοµικό ή άλλο συµφέρον, άµεσο ή έµµεσο, από την έκβαση της διαδικασίας. Αν για οποιονδήποτε λόγο ο συντονιστής αποποιηθεί το διορισµό του, η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διορίζει αµέσως νέο συντονιστή.  ( άρθρο 6, του Ν. 4469/2017 ) Αντικατάσταση Συντονιστή - Διαμεσολαβητή Αν ο οφειλέτης υπάγεται στην κατηγορία της µεγάλης επιχείρησης, ο συντονιστής που διορίστηκε µπορεί, µε απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών, να αντικατασταθεί από συντονιστή της επιλογής τους. Με την ίδια απόφαση οι πιστωτές µπορούν να ορίζουν και άλλο πρόσωπο, µη εγγεγραµµένο στο Μητρώο Συντονιστών, για να συνεπικουρεί το νέο συντονιστή στα καθήκοντά του.  ( άρθρο 8, παρ.14 του Ν. 4469/2017 ) Αμοιβή Συντονιστή - Διαμεσολαβητή Αν ο οφειλέτης και οι συµµετέχοντες πιστωτές δεν συµφώνησαν µεγαλύτερη αµοιβή, η αµοιβή του συντονιστή ορίζεται: α) στο ποσό των 200 ευρώ για οφειλέτες που εντάσσονται στην κατηγορία των µικρών επιχειρήσεων, β) στο ποσό των 400 ευρώ για οφειλέτες που εντάσσονται στην κατηγορία των µεγάλων επιχειρήσεων.  Αν ο οφειλέτης και οι συµµετέχοντες πιστωτές δεν συµφώνησαν διαφορετικά, τα ανωτέρω ποσά βαρύνουν το µέρος που προκάλεσε την υποβολή αίτησης για έναρξη της διαδικασίας και προκαταβάλλεται στον συντονιστή πριν από τον έλεγχο της πληρότητας της αίτησης . Σε περίπτωση αντικατάστασης του συντονιστή, η αµοιβή τόσο του νέου συντονιστή όσο και του προσώπου που τον συνεπικουρεί βαρύνει τους πιστωτές που τους όρισαν. ( άρθρο 10, του Ν. 4469/2017 ) Δεοντολογία Συντονιστή - Διαμεσολαβητή Δείτε στο taxheaven : Θ1 ΟΔΗΓΟΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΩΝ ●●● Ε Εμπειρογνώμονας, Εκτιμητής ακινήτων, Οικονομολόγος και Ορκωτός Λογιστής : «Εµπειρογνώµονας» Ως «εµπειρογνώµονας» νοείται κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο που προσφέρει κατ’ επάγγελµα υπηρεσίες παροχής χρηµατοοικονοµικών συµβουλών. ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Χρησιμοποιείται υποχρεωτικά όταν ο οφειλέτης είναι «μεγάλη επιχείρηση» και προαιρετικά όταν ο οφειλέτης είναι «μικρή επιχείρηση». Αμοιβή «Εµπειρογνώµονα» στην περίπτωση «Μικρών επιχειρήσεων» Η αµοιβή του εµπειρογνώµονα συµφωνείται ελεύθερα και βαρύνει τους συµµετέχοντες πιστωτές που υπέβαλαν το αίτηµα διορισµού. Σε περίπτωση κατάρτισης σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών µε βάση σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών που εκπονήθηκε από τον εµπειρογνώµονα, η αµοιβή του τελευταίου βαρύνει τον οφειλέτη. Αμοιβή «Εµπειρογνώµονα» στην περίπτωση «Μεγάλών επιχειρήσεων» Η αµοιβή του εµπειρογνώµονα συµφωνείται ελεύθερα και βαρύνει τον οφειλέτη. ………………………….. «Εκτιμητής ακινήτων» Ως «εκτιμητής ακινήτων» νοείται ο πιστοποιηµένος εκτιµητής ακινήτων που έχει καταχωριστεί στο Μητρώο Πιστοποιηµένων Εκτιµητών του Υπουργείου Οικονοµικών, σύµφωνα µε την παρ. Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107). ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Η αξία των ακινήτων τα οποία δηλώνονται στην αίτηση καθορίζεται µε βάση έκθεση εκτιμητή ακινήτων, την οποία συνυποβάλλει ο οφειλέτης µε την αίτησή του. Αν ο οφειλέτης δεν προσκοµίσει έκθεση από εκτιµητή, ως αξία των ακινήτων στην αίτηση δηλώνεται η αξία που λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ν. 4223/2013, Α΄ 287). ( άρθρο 5, παρ. 5 του Ν. 4469/2017 ) Άρα η χρησιμοποίηση του «εκτιμητή ακινήτων», είναι προαιρετική. Εννοείται ότι η χρησιμοποίηση του «εκτιμητή ακινήτων», έχει χρησιμότητα εφόσον η αξία των ακινήτων που θα προσδιορίσει είναι μικρότερη της αντικειμενικής, γιατί η «Καθαρή Παρούσα Αξία » (Κ.Π.Α) των ποσών τα οποία με βάση την Σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, θα λάβουν οι Πιστωτές δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. ………………………….. Οικονομολόγος και Ορκωτός Λογιστής Απαιτούνται για την αξιολόγηση της «αξίας ρευστοποίησης» των περιουσιακών στοιχείων του Οφειλέτη και των Συνοφειλετών του . Για περιουσιακά στοιχεία που σχετίζονται με την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, όπως ενσώματα και άυλα πάγια (πλην ακινήτων ), αποθέματα, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. απαιτήσεις, τίτλοι, καταθέσεις, μετρητά, μετοχές), την αγοραία αξία όπως προκύπτει είτε από πρόσφατη έκθεση οικονομολόγου, μέλους του Oικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών έως και 1.500.000 ευρώ ή απλογραφικά βιβλία είτε από πρόσφατη έκθεση ορκωτού ελεγκτή, προκειμένου για οφειλέτη, που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο των 1.500.000 ευρώ. ●●● Ζ Ζητούμενα στοιχεία κατά την υποβολή της αίτησης : Η αίτηση του οφειλέτη περιέχει ή συνοδεύεται (επισυναπτόμενα αρχεία) υποχρεωτικά τα εξής: 1) πλήρη στοιχεία της επιχείρησης (επωνυµία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονοµικής του κατάστασης, των λόγων της οικονοµικής του αδυναµίας και των προοπτικών της επιχείρησής του, 2) κατάλογο όλων των πιστωτών του µε πλήρη στοιχεία (επωνυµία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλοµένων ποσών ανά πιστωτή και των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή, 3) την πρότασή του για τον τρόπο ρύθµισης των οφειλών του, όπου αναφέρει τουλάχιστον το ποσό που είναι σε θέση να καταβάλει σε µηνιαία ή ετήσια βάση για την αποπληρωµή των οφειλών του, βασίζεται στα εκτιµώµενα έσοδα και έξοδα του οφειλέτη κατά τις επόµενες τρεις (3) τουλάχιστον χρήσεις και είναι σύµφωνη µε τις διατάξεις των άρθρων 9 και 15 παράγραφοι 3, 4, 5, 6 και 16. Με την εξαίρεση των οφειλών που ρυθµίζονται σύµφωνα µε το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 και την παράγραφο 6 του άρθρου 15, όταν υπάρχουν οφειλές προς το Δηµόσιο ή οργανισµούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου, η πρόταση του οφειλέτη πρέπει να συντάσσεται σύµφωνα µε την παράγραφο 5 του άρθρου 8, 4) τα στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγηση της επιλεξιµότητάς του, σύµφωνα µε το άρθρο 3. 5) κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη µε αναφορά στην εκτιµώµενη εµπορική αξία τους, έτσι ώστε να µπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του, 6) πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόµενο ποσό, σειρά, δηµόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραµµένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, 7) πλήρη στοιχεία κάθε συνοφειλέτη (επωνυµία, πλήρη διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση). 8) δήλωση για κάθε µεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης και για κάθε καταβολή µερίσµατος από τον οφειλέτη προς τους µετόχους ή εταίρους ή άλλη συναλλαγή, εκτός των τρεχουσών συναλλαγών της επιχείρησης, που έγινε εντός των τελευταίων 24 µηνών πριν από την υποβολή της αίτησης, 9) στοιχεία κάθε νοµικού προσώπου συνδεδεµένου µε τον οφειλέτη µε ηµεροµηνία σύστασης µεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2012, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν µεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη ή τους συνοφειλέτες σε πρόσωπα συνδεδεµένα µε τον οφειλέτη µετά την 1η Ιανουαρίου 2012, 10) κατάλογος των προσώπων που αµείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεµένα πρόσωπα µε αυτόν, καθώς και ανάλυση των αµοιβών αυτών κατά τους τελευταίους 24 µήνες πριν από την υποβολή της αίτησης. 11) δήλωση εισοδήµατος φυσικών προσώπων (E.1) ή δήλωση φορολογίας εισοδήµατος νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων (Ν ή Ε.5 ή Φ01.010 ή Φ01.013) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών, 12) κατάσταση οικονοµικών στοιχείων από επιχειρηµατική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών, 13) συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών και προµηθευτών των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών, 14) δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της, 15) πράξη διοικητικού προσδιορισµού του φόρου εισοδήµατος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους, 16) πράξη διοικητικού προσδιορισµού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους, 17) τελευταία περιοδική δήλωση ΦΠΑ (Φ2), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της, 18) καταστάσεις βεβαιωµένων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες πρέπει να έχουν εκδοθεί εντός των τελευταίων τριών (3) µηνών πριν από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης, 19) χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251) των τελευταίων πέντε (5) περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δηµοσιευµένες, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχη υποχρέωση, 20) προσωρινό ισοζύγιο τελευταίου µηνός τεταρτοβάθµιων λογαριασµών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του, 21) αντίγραφο ποινικού µητρώου γενικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συµβουλίου και του διευθύνοντος συµβούλου για ανώνυµες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισµένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των οµόρρυθµων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες, 22) πιστοποιητικό περί µη πτώχευσης από το αρµόδιο Πρωτοδικείο, 23) πιστοποιητικό περί µη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης από το αρµόδιο Πρωτοδικείο, 24) πιστοποιητικό περί µη λύσης της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ., εφόσον ο οφειλέτης είναι νοµικό πρόσωπο, 25) πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συµβουλίου και του διευθύνοντος συµβούλου για ανώνυµες εταιρείες, του διαχειριστή για εταιρείες περιορισµένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, των οµόρρυθµων εταίρων και των διαχειριστών για προσωπικές εταιρείες. Επίσης : Ο οφειλέτης µπορεί να συνοδεύει την αίτησή του µε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, την οποία θεωρεί σηµαντική για την επιτυχία της διαδικασίας. Τέλος : Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης και Οικονοµικών µπορεί να καθορίζονται και νέα δικαιολογητικά ως υποχρεωτικώς συνυποβαλλόµενα µε την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία του παρόντος νόµου έγγραφα ή να τροποποιούνται τα δικαιολογητικά της παραγράφου 8. ( άρθρο 5 του Ν. 4469/2017 ) ●●● Η Ηλεκτρονική πλατφόρμα (www.keyd.gov.gr) :  Η διαδικασία της εξωδικαστικής ρύθµισης διεξάγεται µέσω ψηφιακής πλατφόρµας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, που αναπτύσσεται από τη Γενική Γραµµατεία Πληροφοριακών Συστηµάτων και Διοικητικής Υποστήριξης του Υπουργείου Οικονοµικών (Γ.Γ.Π.Σ. και Δ.Υ.ΥΠ.ΟΙΚ.) σε συνεργασία µε την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., φιλοξενείται και λειτουργεί στις υποδοµές της Γ.Γ.Π.Σ. και Δ.Υ.ΥΠ.ΟΙΚ. και στην οποία παρέχεται πρόσβαση µέσω της ιστοσελίδας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Η ηλεκτρονική πλατφόρµα έχει κυρίως τις παρακάτω λειτουργίες και εφαρµογές: α) ταυτοποίηση των συµµετεχόντων στη διαδικασία µέσω των µοναδικών κωδικών για χρήση των εφαρµογών του συστήµατος TAXISnet του Υπουργείου Οικονοµικών, β) υποβολή αίτησης υπαγωγής και συνοδευτικών εγγράφων σε ψηφιακή ή ηλεκτρονική µορφή, γ) αυτοµατοποιηµένο σύστηµα ανάθεσης υπόθεσης σε συντονιστή, δ) σύστηµα επικοινωνίας µεταξύ συντονιστών και Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., ε) πρόσβαση συντονιστή, οφειλέτη και συµµετεχόντων πιστωτών στο περιεχόµενο της αίτησης υπαγωγής του οφειλέτη και στα συνοδευτικά έγγραφα, στ) σύστηµα επικοινωνίας, κοινοποίησης και ανταλλαγής εγγράφων µεταξύ συντονιστή, οφειλέτη και πιστωτών, ζ) έκδοση πιστοποιηµένων εγγράφων, η) υπολογιστικές εφαρµογές, ι) διασύνδεση ηλεκτρονικών και ψηφιακών αρχείων για τη διασταύρωση και την επαλήθευση των στοιχείων που υποβάλλονται από τον οφειλέτη, ια) παραγωγή στατιστικών αναφορών και εκθέσεων, οι οποίες αξιοποιούνται για το σχεδιασµό της εθνικής στρατηγικής για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους υπό την προϋπόθεση ψευδωνυµοποίησης των υποκειµένων των δεδοµένων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης, Οικονοµικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης µπορεί να θεσπισθεί για πρόσωπα των οποίων οι συνολικές προς ρύθµιση οφειλές δεν ξεπερνούν το ποσό των 50.000 ευρώ απλοποιηµένη διαδικασία ρύθµισης των οφειλών τους, κατά την οποία η πρόταση ρύθµισης, καθώς και η αξιολόγηση της βιωσιµότητας του οφειλέτη, παράγονται µε τυποποιηµένο τρόπο. ( άρθρο 16 του Ν. 4469/2017 ) ●●● Θ Θέματα που ενδέχεται να οδηγήσουν σε αποτυχία την « Διαπραγμάτευση » : 1) Ο συντονιστής ελέγχει την πληρότητα της αίτησης και των συνοδευτικών εγγράφων και αν ο φάκελος της αίτησης δεν είναι πλήρης, καλεί τον οφειλέτη να καταθέσει εντός 5 εργάσιµων ηµερών τα έγγραφα που λείπουν. Αν ο φάκελος δεν συµπληρωθεί εµπρόθεσµα, η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη και ο συντονιστής συντάσσει πρακτικό αποτυχίας της διαδικασίας (περ. άρ. 7§1 ν. 4469/2017 ). 2) Ο συντονιστής διαπιστώνει ότι δεν έχει συνυποβληθεί αίτηση, από τους συνοφειλέτες του οφειλέτη. Οι πιστωτές με την πλειοψηφία των απαιτήσεων για τις οποίες ευθύνονται οι ως άνω συνοφειλέτες που δεν συνυπέβαλαν αίτηση δεν συναίνεσαν. Ενημερώθηκε ο οφειλέτης για την τροποποίηση της πρότασής του πλην όμως αυτός δεν ανταποκρίθηκε εμπρόθεσμα ( εντός 5 ημερών ) ( περ. άρ. 7§3γ΄ ν. 4469/2017 ) . 3) Κατά τον έλεγχο της πληρότητας διαπίστωθηκε ότι δεν έχει συνυποβληθεί αίτηση, από τους συνοφειλέτες του οφειλέτη. Ειδοποιήθηκαν οι πιστωτές έναντι των οποίων ευθύνονται οι συνοφειλέτες που δεν συνυπέβαλαν αίτηση και δεν συναίνεσαν. Κατόπιν, όμως, της εξαίρεσης των ανωτέρω πιστωτών από τη διαδικασία, απομένουν πιστωτές με σύνολο απαιτήσεων που δεν ξεπερνά το ποσό των 20.000,00€ ( περ. άρ. 7§3γ΄ ν. 4469/2017 ) . 4) Κατά τον έλεγχο ύπαρξης απαρτίας συμμετεχόντων πιστωτών από τον Συντονιστή, διαπιστώθηκε δεν υπάρχει απαρτία, η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη και ο συντονιστής συντάσσει πρακτικό αποτυχίας της διαδικασίας ( περ. άρ. 8§2 εδ. α΄ ν. 4469/2017). 5) Διαφορά στο ύψος των οφειλών μεταξύ οφειλέτη και Πιστωτών, η οποία δεν δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους, και δεν προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα το ακριβές ύψος της απαίτησης. Στην περίπτωση αυτή προσμέτραται στα ποσοστά της απαρτίας και της πλειοψηφίας μόνο το μέρος της απαίτησης που δεν αμφισβητείται και κατόπιν του νεώτερου αυτού υπολογισμού δεν συγκεντρώθηκε η απαιτούμενη απαρτία (περ. άρ. 8§2 εδ. β΄ ν. 4469/2017). 6) Κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης της παραγράφου 6 του άρθρου 8 Ν. 4469/2017, δεν υποβλήθηκε καμία αντιπρόταση από τους πιστωτές ή καμία αντιπρόταση από αυτές που υποβλήθηκαν ή το σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών του εμπειρογνώμονα δεν εγκρίθηκαν από τον οφειλέτη, γι’ αυτό τέθηκε σε ψηφοφορία από τους συμμετέχοντες πιστωτές η αρχική πρόταση του οφειλέτη. Ωστόσο, μετά το πέρας των παραπάνω ψηφοφοριών, δεν σχηματίσθηκε η απαιτούμενη συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία τριών πέμπτων (3/5) των συμμετεχόντων πιστωτών, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται ποσοστό δύο πέμπτων (2/5) των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, για την έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών ( περ. άρ. 8§9 ν. 4469/2017). 7) Κατά τη διαπραγμάτευση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ζητήθηκαν από τον οφειλέτη πρόσθετα έγγραφα και στοιχεία, σχετιζόμενα με τη διαδικασία, με αίτημα που υποβλήθηκε από πιστωτή που εκπροσωπεί ποσοστό τουλάχιστον 25% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, πλην όμως ο οφειλέτης αρνήθηκε ( περ. άρ. 8§11β΄ ν. 4469/2017). 8) Κατά τη διαπραγμάτευση ζητήθηκαν από τον οφειλέτη πρόσθετα έγγραφα και στοιχεία, σχετιζόμενα με τη διαδικασία, με αίτημα που υποβλήθηκε από πιστωτή που εκπροσωπεί ποσοστό των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη μικρότερο του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Ωστόσο, ο οφειλέτης αρνήθηκε, ισχυριζόμενος ότι κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα υποστεί ουσιώδη βλάβη, καθ’ ο μέρος από τα στοιχεία αυτά θα αποκαλυφθούν επιχειρηματικά του απόρρητα. Επί διαφωνίας που ανέκυψε, οι συμμετέχοντες πιστωτές με πλειοψηφία 60% αποφάσισαν να χορηγηθούν από τον οφειλέτη τα αιτούμενα έγγραφα ή/και στοιχεία, πλην όμως ο οφειλέτης αρνήθηκε εκ νέου ( περ. άρθρο 8§11γ’ ν. 4469/2017) 9) Στα πλαίσια της υποχρεωτικού ορισμού εμπειρογνώμονα, ο οφειλέτης δεν αποδέχθηκε καμία σχετική πρόταση των πιστωτών και έχει παρέλθει η προθεσμία ενός (1) μήνα ή στα πλαίσια της υποχρεωτικού ορισμού εμπειρογνώμονα, καμία σχετική πρόταση δεν έχει συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών ( περ. άρ. 11§2 ν. 4469/2017). ●●● Ι «Ικανότητα αποπληρωμής» : Ως «ικανότητα αποπληρωμής» νοείται το ποσό που δύναται να αποπληρώσει συνολικά ο οφειλέτης και οι συνοφειλέτες που υπέγραψαν την αίτηση από κοινού με τον τον οφειλέτη, έναντι των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές (ρυθμιζόμενων και μη) εντός του συμφωνηθέντος χρονικού διαστήματος βάσει της σύμβασης αναδιάρθρωσης, που για το Δημόσιο ανέρχεται μέχρι (120 )μηνιαίες δόσεις . Η «ικανότητα αποπληρωμής» υπολογίζεται για νομικά πρόσωπα είτε πρόκειται για τον οφειλέτη, είτε τον συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, βάσει προβλεπόμενων Ελευθέρων Ταμειακών Ροών (ΕΤΡ) ή ΚΠΤΦΑ (ΕBITDA) εφόσον υπάρχει διαθέσιμη μελέτη βιωσιμότητας, αφού ληφθούν υπόψη η υποχρέωση αποπληρωμής φόρων, η ανάγκη για πραγματοποίηση επενδύσεων απαραίτητων για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης, καταθέσεις -μη λειτουργικά πάγια, καθώς και ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης . Η «ικανότητα αποπληρωμής» υπολογίζεται για φυσικά πρόσωπα που έχουν ατομική επιχείρηση είτε πρόκειται για τον είτε για τον συνοφειλέτη που υπέγραψε υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον με βάση τα κέρδη προ φόρων, φόρων, φόρων, τόκων και αποσβέσεων (ΕBITDA ) της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας, πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, έσοδα από άλλες πηγές, τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, οφειλές που προέρχονται από άλλη αιτία εκτός της άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας, καταθέσεις, καθώς και ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης. Η «ικανότητα αποπληρωμής» υπολογίζεται για φυσικά πρόσωπα, όταν πρόκειται για άτομο που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη και δεν έχει ατομική επιχείρηση, με βάση τα έσοδα από κάθε πηγή, όπως δηλώθηκαν στην τελευταία φορολογική δήλωση, πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, εύλογες δαπάνες διαβίωσης, καθώς και τυχόν καταθέσεις. ( Πηγή : Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων – Ε.Γ.Δ.Ι.Χ – Ιούλιος 2017 ) ●●● Κ Κανόνες της «σύμβασης αναδιάρθρωσης των οφειλών» : Τι είναι η «σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών» Ως «σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών» νοείται η πολυµερής δικαιοπραξία που καταρτίζεται µεταξύ του οφειλέτη και των συµβαλλοµένων πιστωτών στο πλαίσιο εφαρµογής των διατάξεων του παρόντος νόµου, έχει ως αντικείµενο την αναδιάρθρωση του συνόλου ή µέρους των οφειλών του οφειλέτη και αποσκοπεί στη συνέχιση της επιχειρηµατικής δραστηριότητας του οφειλέτη. ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών καταρτίζεται με βάση συγκεκριμένη πρόταση ρύθμισης που υποβάλλει ο οφειλέτης ή με βάση αντιπροτάσεις που υποβάλλουν οι πιστωτές. Υποχρεωτικοί κανόνες σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 15 [Υποχρεωτικοί κανόνες για την ένταξη οφειλών προς το Δηµόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στο µηχανισµό ρύθµισης ] , οι πιστωτές και ο οφειλέτης µπορούν να διαµορφώσουν ελεύθερα το περιεχόµενο της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Τα δικαιώµατα των προνοµιούχων πιστωτών διατηρούνται υπέρ της απαίτησής τους, όπως αυτή διαµορφώνεται µε τη σύµβαση. 2. Η ελεύθερη διαµόρφωση του περιεχοµένου της σύµβασης υπόκειται στις ακόλουθες εξαιρέσεις (υποχρεωτικοί κανόνες): α) [μη χειροτέρευση της θέσης των πιστωτών ] : οι ρυθµίσεις της σύµβασης δεν επιτρέπεται να φέρουν οποιονδήποτε πιστωτή σε χειρότερη οικονοµική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, σύµφωνα µε το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας. [ Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι : Η «Καθαρή Παρούσα Αξία » (Κ.Π.Α) των ποσών τα οποία με βάση την Σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, θα λάβουν οι Πιστωτές δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. β) [ αποπληρωμή οφειλών κατ’ ελάχιστον ίσων με την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων οφειλέτη και συνοφειλετών] : οι πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ρυθµίζονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, λαµβάνουν ποσά και άλλα τυχόν ανταλλάγµατα τουλάχιστον ισάξια µε τα ποσά που προβλέπεται ότι θα ελάµβαναν κατά τη συνηθισµένη πορεία των πραγµάτων σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των συνοφειλετών και των βεβαρηµένων υπέρ τους περιουσιακών στοιχείων τρίτων στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης σύµφωνα µε το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας, γ) [σύμμετρη διανομή στους πιστωτές ποσών και λοιπών ανταλλαγμάτων κατά το μέρος των απαιτήσεων τους που απομένει ανεξόφλητο, ] : ποσά και άλλα ανταλλάγµατα που αποµένουν προς διανοµή µετά την κατά προτεραιότητα διανοµή ποσών και άλλων ανταλλαγµάτων, σύµφωνα µε τις περιπτώσεις α΄ και β΄, διανέµονται σε όλους τους πιστωτές συµµέτρως κατά το µέρος των απαιτήσεών τους που αποµένει ανεξόφλητο µετά την εφαρµογή των περιπτώσεων α΄ και β΄, δ) µε την επιφύλαξη της περίπτωσης α΄, για τον υπολογισµό των ποσών και των τυχόν άλλων ανταλλαγµάτων διανοµής µεταξύ των πιστωτών, από τις απαιτήσεις των πιστωτών αφαιρούνται προηγουµένως: αα) το σύνολο των τόκων υπερηµερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τοµέα, ββ) ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) των απαιτήσεων του Δηµοσίου από πρόστιµα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση και ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των απαιτήσεων του Δηµοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσµης καταβολής. Τα αναφερόµενα στις υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ ποσά συνυπολογίζονται στη διανοµή µόνο στην περίπτωση και κατά την έκταση που το επιτρέπει η ικανότητα αποπληρωµής του οφειλέτη και αποπληρώνονται, εν όλω ή εν µέρει, µόνο εφόσον έχουν αποπληρωθεί πλήρως οι λοιπές απαιτήσεις των πιστωτών. Σε αντίθετη περίπτωση τα ανωτέρω ποσά διαγράφονται µετά την ολοσχερή εξόφληση όλων των οφειλών µε βάση τη σύµβαση αναδιάρθρωσης. 3. [προνομιακή μεταχείριση νέων χρηματοδοτήσεων ] Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται να συµφωνηθεί, µε την πλειοψηφία της παραγράφου 8 του άρθρου 8 των συµµετεχόντων πιστωτών ότι οι απαιτήσεις οι οποίες: α) γεννώνται ταυτόχρονα µε ή µετά την κατάρτιση της σύµβασης, β) προέρχονται από χρηµατοδοτήσεις του οφειλέτη οποιασδήποτε φύσεως ή από παροχή αγαθών ή υπηρεσιών στον οφειλέτη, και γ) αποσκοπούν στην εξασφάλιση της συνέχισης της δραστηριότητας του οφειλέτη ικανοποιούνται προνοµιακά σε σχέση µε όλες τις απαιτήσεις, προνοµιούχες ή µη, που είχαν γεννηθεί πριν από την κατάρτιση της σύµβασης. Αν ο οφειλέτης και οι συµµετέχοντες πιστωτές δεν συµφώνησαν διαφορετικά, το προνόµιο αυτό δεν ισχύει για απαιτήσεις που προέρχονται από χρηµατοδοτήσεις ή παροχή αγαθών ή υπηρεσιών από τον οφειλέτη ή πρόσωπα συνδεδεµένα µε αυτόν. 4. [ Εγγραφή υποθηκών ] : Με τη σύµβαση µπορεί να ρυθµίζεται το δικαίωµα πιστωτή να εγγράψει υποθήκη, προσηµείωση υποθήκης ή ειδικό προνόµιο σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή των συνοφειλετών για εξασφάλιση των ρυθµιζόµενων µε τη σύµβαση απαιτήσεων. Με την επιφύλαξη των οριζόµενων στο προηγούµενο εδάφιο, µετά τη σύναψη της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και για όσο χρονικό διάστηµα αυτή εξυπηρετείται από τον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες απαγορεύεται η εγγραφή νέου βάρους σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή των συνοφειλετών για εξασφάλιση των ρυθµισµένων µε τη σύµβαση απαιτήσεων. 5. [ συνοφειλέτης] : Κάθε ρύθµιση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ευνοϊκή για τον οφειλέτη ισχύει υπέρ κάθε συνοφειλέτη, µη εγγυητή, που έχει συνυποβάλει αίτηση σύµφωνα µε την παράγραφο 3 του άρθρου 4, και υπέρ κάθε εγγυητή που έχει παράσχει εγγύηση για ρυθµιζόµενη µε τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών απαίτηση. 6. Η σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δηµιουργεί δικαιώµατα και υποχρεώσεις των συµβαλλόµενων µερών από την κατάρτισή της. Ο οφειλέτης καταβάλλει ποσά και άλλα ανταλλάγµατα σε µη συµβαλλόµενους πιστωτές σύµφωνα µε τους όρους της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. 7. Οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δηµοσίου υπέρ πιστωτικών ιδρυµάτων, του Εθνικού Ταµείου Επιχειρηµατικότητας και Ανάπτυξης (Ε.ΤΕ.ΑΝ. Α.Ε.), καθώς και οποιουδήποτε άλλου φορέα του δηµόσιου τοµέα που έχει χορηγήσει εγγύηση για δάνεια οποιουδήποτε είδους ακολουθούν τις απαιτήσεις υπέρ των οποίων χορηγήθηκαν, όπως οι απαιτήσεις αυτές ρυθµίζονται µε τη συµφωνία. Αν δεν τηρηθεί η συµφωνία αναδιάρθρωσης από τον οφειλέτη, οι φορείς του προηγούµενου εδαφίου ευθύνονται µόνο για την καταβολή του αντίστοιχου εγγυηµένου ποσοστού του ανεξόφλητου κεφαλαίου, σύµφωνα µε τους όρους χορήγησης της εγγύησης. Η παραγραφή των δικαιωµάτων των πιστωτών κατά του Ελληνικού Δηµοσίου, ως εγγυητή, καθώς και η οριζόµενη στις οικείες υπουργικές αποφάσεις προθεσµία υποβολής αιτηµάτων κατάπτωσης, αναστέλλονται από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 4 µέχρι τη σύνταξη από τον συντονιστή πρακτικού αποτυχίας της διαδικασίας για οποιονδήποτε από τους προβλεπόµενους στον παρόντα νόµο λόγους ή για όσο χρονικό διάστηµα η σύµβαση αναδιάρθρωσης είναι σε ισχύ. 8. Μετά την έναρξη ισχύος της σύµβασης αναδιάρθρωσης, τυχόν ανταπαίτηση του οφειλέτη έναντι των πιστωτών του συµψηφίζεται σε όλη την έκταση της αρχικής οφειλής, καλύπτοντας κατά σειρά προτεραιότητας οφειλές εκτός της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και δόσεις της σύµβασης αυτής, εφόσον η γενεσιουργός αιτία της ανωτέρω ανταπαίτησης ανάγεται σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης ισχύος της σύµβασης. ( άρθρο 9 του Ν. 4469/2017 ) ………………………….. Επιτρεπτές αποκλίσεις μεταξύ των πιστωτών: «Πιστωτές που βρίσκονται στην ίδια θέση μπορεί να μην αντιμετωπίζονται ισότιμα μόνο κατόπιν συναίνεσης του θιγόμενου πιστωτή ή εφόσον συντρέχουν σπουδαίοι επιχειρηματικοί ή κοινωνικοί λόγοι που δικαιολογούν την παραπάνω απόκλιση που εκτίθεται στη σχετική δικαστική απόφαση. Ενδεικτικά, ευνοϊκής μεταχείρισης μπορεί να τύχουν απαιτήσεις πελατών, η μη ικανοποίηση των οποίων βλάπτει ουσιωδώς τη φήμη ή τη συνέχιση της ορθής λειτουργίας της επιχείρησης, καθώς και απαιτήσεις, η εξόφληση των οποίων είναι αναγκαία για τη διαβίωση του πιστωτή και της οικογένειάς του. Τέλος, σε προνομιακή βάση ικανοποιούνται συνήθως εργατικές απαιτήσεις ». ( Πηγή : Φοροδοξίες: Γνωρίζετε ότι... «Διαδικασία εξυγίανσης» της Grant Thornton ) Παράδειγμα ( Δείτε αναλυτικά στο taxheaven Ε7 ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ Ν.4469/17 ή στο www.keyd.gov.gr/np_ocw_aithsh-link-01_uliko/ ) ●●● Λ Λογιστής της επιχείρησης : Δεδομένου του πλήθους των στοιχείων που απαιτεί η «Αίτηση», καθώς και του χρόνου που απαιτείται για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης καθώς και των λογιστικών στοιχείων που θα χρειαστούν σ΄ αυτή, απαιτείται ανάλωση αρκετών εργατοωρών. Η κατωτέρω εικόνα δείχνει το «αιτούμενο» : Με την ευκαιρία να πούμε ότι οι Λογιστές ως ελεύθεροι επαγγελματίες μπορεί να ενταχθούν ( ως οφειλέτες ) μόνο στις ρυθμίσεις για καθυστερούμενους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, όχι μέσω της «πλατφόρμας» αλλά απευθείας με αίτηση στον αντίστοιχο φορέα. Γενικά : οι ελεύθεροι επαγγελματίες για τη ρύθμιση των οφειλών τους σε Τράπεζες, Δημόσιο, Ασφαλιστικά Ταμεία μπορούν να υπαχθούν στις ευεργετικές διατάξεις του αναθεωρημένου Νόμου Κατσέλη (Ν.Σταθάκη) ήτοι την προστασία της κύριας κατοικίας τους και εισοδημάτων που βρίσκονται στα επίπεδα των Ευλόγων Δαπανών Διαβίωσης. Ωστόσο στις διατάξεις του Νόμου του Εξωδικαστικού Μηχανισμού υπάρχει διάταξη που καλύπτει και τους ελεύθερους επαγγελματίες ως προς τη ρύθμιση των οφειλών τους προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία. Η διαδικασία είναι διαφορετική. Με την παρ.21 του Άρθρου 15 κανονίζεται ότι μετά από αίτηση ελεύθερων επαγγελματιών τόσο στις αρμόδιες φορολογικές αρχές όσο και τα ασφαλιστικά ταμεία, θα προτείνονται σε αυτούς ανάλογες ρυθμίσεις οφειλής (διαγραφή οφειλής, επιμήκυνση έως και 120 δόσεις ή συνδυασμός των δύο) ●●● Μ «Μελέτη Βιωσιμότητας» , «Σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών» και «Επαλήθευση απαιτήσεων» από τον εμπειρογνώμονα : Γενικά · Η έννοια της βιωσιμότητας κατέχει σημαίνουσα θέση στη διαδικασία του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών. · Κύριος στόχος είναι η διάσωση μόνο των βιώσιμων επιχειρήσεων δηλ. εκείνων που έχουν την ικανότητα να συνεχίσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα στην αγορά και να επιτύχουν λειτουργική κερδοφορία στο μέλλον. · Επομένως, η διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού δεν απευθύνεται σε επιχειρήσεις που δεν είναι βιώσιμες από οικονομική άποψη. · Τα κριτήρια επιλεξιμότητας [Δηλαδή : (1) απλογραφικά θετικό καθαρό αποτέλεσµα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε µία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης . (2) διπλογραφικά, εφόσον πληροί µία από τις παρακάτω προϋποθέσεις σε µία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης: α) έχει θετικά αποτελέσµατα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή β) έχει θετική καθαρή θέση (equity). ] παρέχουν μια ένδειξη για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης επιχείρησης. · Στοιχεία της «Μελέτης Βιωσιμότητας επιχείρησης » : (α) Βασικοί Αριθμοδείκτες στην "Μελέτη βιωσιμότητας " 1. Δείκτης Χρόνου Αποπληρωμής Δανειακών και μη Υπορεώσεων (σε έτη) Υποχρεώσεις ETP ή EBITDA (σε έτη) 2. Δείκτης Άμεσης Ρευστότητας ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ - ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ- ΕΠΙΣΦΑΛΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ 3. Λειτουργικό Περιθώριο Κέρδους E.B.I.T.D.A. (Λειτουργικό κέρδος προ Φόρων Τόκων και Αποσβέσεων) Πωλήσεις 4. Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΞΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 5. Δείκτης Ικανότητας Αποπληρωμής Δανειακών και μη Υποχρεώσεων (Service Coverage Ratio - SCR) ETP ή E.B.I.T.D.A. Τοκοχρεωλυτικές και Λοιπές Πληρωμές Έτους ……………………… ( β ) Κατάσταση Ταμειακών Ροών (ποσά σε €) 2017 2018 2019 2020 2021 Ταμειακές Ροές από Λειτουργικές Δραστηριότητες Κέρδη προ Φόρων και Τόκων (+) Αποσβέσεις (-) Φόρος Εισοδήματος Ακαθάριστες Ταμειακές Ροές (-) Απαιτούμενη αύξηση κεφαλαίου κίνησης ΚΑΘΑΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΤΑΜΕΙΑΚΕΣ ΡΟΕΣ Ταμειακές Ροές από Επενδύσεις Μεταβολή Παγίου Ενεργητικού ΚΑΘΑΡΕΣ ΤΑΜΕΙΑΚΕΣ ΡΟΕΣ ΑΠΌ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΤΑΜΕΙΑΚΗ ΡΟΗ Ταμειακές Ροές από Χρηματοδότηση Ίδια Συμμετοχή Βραχυπρόθεσμες Τραπεζικές Χρηματοδοτήσεις Μακροπρόθεσμες Τραπεζικές Χρηματοδοτήσεις Χρεωστικοί Τόκοι - Πιστωτικοί Τόκοι Μείον: Μερίσματα Μείον: Αποπληρωμή Βρ. Τραπεζικού Δανεισμού Μείον: Αποπληρωμή Μακρ. Τραπεζικού Δανεισμού ΚΑΘΑΡΕΣ ΤΑΜΕΙΑΚΕΣ ΡΟΕΣ ΑΠΌ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΑΜΕΙΟΥ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΔΙΑΘΕΣΙΜΩΝ Ρευστά Διαθέσιμα που αφορούν τη συγκεκριμένη χρήση Ταμείο Αρχής Περιόδου Αθροιστικά Ρευστά Διαθέσιμα ( Πηγή : Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων – Ε.Γ.Δ.Ι.Χ – Ιούλιος 2017 ) Τα πλήρη στοιχεία αναφέρονται στην παρουσίαση ( δείτε στο taxheaven ) Ε9 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Ν.4469/17 ) ………………………. Μικρές επιχειρήσεις και «εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιµότητας» - Προαιρετική Η εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιµότητας του οφειλέτη που αποτελεί µικρή επιχείρηση µπορεί να ανατεθεί σε εµπειρογνώµονα, εφόσον υποβάλλεται σχετικό αίτηµα από συµµετέχοντες πιστωτές, οι οποίοι είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του ενός τρίτου (1/3) του συνόλου των απαιτήσεων που συµµετέχουν στη διαδικασία (προαιρετικός διορισµός εµπειρογνώµονα). Στον εµπειρογνώµονα µπορεί να ανατεθεί µε τους ίδιους όρους η εκπόνηση σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών ή και η επαλήθευση απαιτήσεων, η ύπαρξη ή το ύψος των οποίων αµφισβητείται από τον οφειλέτη ή από συµµετέχοντες πιστωτές. Η επιλογή και ο διορισµός του εµπειρογνώµονα γίνεται µε απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών. Μεγάλες επιχειρήσεις και «εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιµότητας» - Υποχρεωτική  Η εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιµότητας και του σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών του οφειλέτη που αποτελεί µεγάλη επιχείρηση ανατίθεται υποχρεωτικά σε εµπειρογνώµονα (υποχρεωτικός διορισµός εµπειρογνώµονα). Στον εµπειρογνώµονα µπορεί να ανατεθεί και η επαλήθευση απαιτήσεων, η ύπαρξη ή το ύψος των οποίων αµφισβητείται από τον οφειλέτη ή από συµµετέχοντες πιστωτές. Η επιλογή και ο διορισµός του εµπειρογνώµονα γίνεται µε κοινή απόφαση του οφειλέτη και της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών. Η αµοιβή του εµπειρογνώµονα συµφωνείται ελεύθερα και βαρύνει τον οφειλέτη. Η ανάθεση σε εµπειρογνώµονα της αξιολόγησης βιωσιµότητας του οφειλέτη του παρόντος άρθρου µπορεί να παραλειφθεί, εφόσον έχει εκπονηθεί από οποιονδήποτε πιστωτή αξιολόγηση βιωσιµότητας του οφειλέτη εντός των τελευταίων δώδεκα (12) µηνών πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στην εξωδικαστική διαδικασία ρύθµισης οφειλών και συµφωνεί στη χρησιµοποίησή της για τους σκοπούς της διαδικασίας του παρόντος νόµου η απόλυτη πλειοψηφία των συµµετεχόντων πιστωτών και ο οφειλέτης. Προθεσμίες υποβολής της Έκθεσης  Σε κάθε περίπτωση ο εµπειρογνώµονας υποβάλλει στον συντονιστή, εντός τριάντα (30) εργασίµων ηµερών από το διορισµό του και την παραλαβή όλων των απαιτούµενων εγγράφων και στοιχείων, την έκθεση αξιολόγησης βιωσιµότητας του οφειλέτη και, εφόσον του έχει ανατεθεί, σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών. Ο συντονιστής κοινοποιεί την έκθεση και το σχέδιο στον οφειλέτη και τους συµµετέχοντες πιστωτές και σε περίπτωση οφειλέτη που αποτελεί µεγάλη επιχείρηση ορίζει προθεσµία δύο (2) µηνών από την τελευταία κοινοποίηση για τη λήψη απόφασης επί του σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών του εµπειρογνώµονα ή για την αποστολή αντιπροτάσεων από τους πιστωτές. Κάθε σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών που έχει εκπονηθεί από εµπειρογνώµονα εγκρίνεται από τον οφειλέτη πριν τεθεί σε ψηφοφορία για έγκριση από τους συµµετέχοντες πιστωτές. Κατά τα λοιπά εφαρµόζονται οι διαδικασίες και οι προθεσµίες του άρθρου 8. ( άρθρο 11, του Ν. 4469/2017 ) ●●● Ν Νομοθεσία και πηγές πληροφόρησης : ► ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Θ1 ΟΔΗΓΟΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΩΝ Θ2 ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ Ν.4469/2017 Θ3 ΠΟΛ.1105/2017 Θ4 ΠΟΛ.1124/2017 Θ5 ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΕ Α.Π. 32320/1841/10.7.2017 Θ6 ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΚΕΑΟ εγκύκλιο 30/2017 Θ7 Αριθμ. πρωτ.: 79817/2017 Στελέχωση Μητρώου Συντονιστών του άρθρου 6 Ν. 4469/2017 «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 62 Α') ► ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΡΧΕΙΩΝ –ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ Υ1 ΟΔΗΓΙΕΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ - ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Υ2 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Υ3 ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΝ –ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Υ4 ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Υ5 ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΩΝ Φ.Π. ΚΑΙ Ν.Π. ΜΕ ΤΟΝ ΟΦΕΙΛΕΤΗ Υ6 ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ – ΤΥΠΟΣ Ι Υ7 ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ - ΤΥΠΟΣ ΙΙ Υ8 ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Y9 ΑΙΤΗΜΑ ΠΑΡΑΤΑΣΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ► ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ: Ε1 ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΟΦΕΙΛΕΤΗ/ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ Ε2 ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΟΦΕΙΛΕΤΗ/ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ Ε3 ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑΣ Ε4 ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ Ε5 ΔΕΝΤΡΟ ΜΙΚΡΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ Ε6 ΔΕΝΤΡΟ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ Ε7 ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ Ν.4469/17 Ε8 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΡΘΡΩΝ Ν.4469/17 Ε9 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ Ν.4469/17 E10 ΟΔΗΓΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΡΟΛΟΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΩΝΑ Ε11 ΟΔΗΓΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΡΟΛΟΣ ΠΙΣΤΩΤΗ ►ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ-ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Σ1 ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ Ν.4469/2017 ► ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ YΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΡΧΕΙΩΝ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ YS 1. Πρακτικό συνάντησης YS 2. Πρακτικό αποτυχίας (άρθ. 7§1) YS 3. Πρακτικό αποτυχίας (άρθ. 7§3) - Μη ανταπόκριση του οφειλέτη YS 4. Πρακτικό αποτυχίας (άρθ. 7§3) - Μη συναίνεση των πιστωτών YS 5. Πρακτικό αποτυχίας (άρ. 8§2 εδ. α΄) YS 6. Πρακτικό αποτυχίας (άρ. 8§2 εδ. β΄) YS 7. Πρακτικό αποτυχίας (άρ. 8§9) YS 8. Πρακτικό αποτυχίας (άρ. 8§11 εδ. β΄) YS 9. Πρακτικό αποτυχίας (άρ. 8§11 εδ. γ΄) YS 10. Πρακτικό αποτυχίας (άρ. 11§2) YS 11. Πρακτικό περαίωσης ΟΣ 1. Οδηγίες Συμπλήρωσης των παραπάνω εντύπων ►ΧΡΗΣΙΜΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΠΙΣΤΩΤΕΣ YΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΡΧΕΙΩΝ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΠΙΣΤΩΤΕΣ ΥΠ1. Δήλωση εμπιστευτικότητας ΥΠ2. Εξουσιοδότηση νομικού προσώπου για την εκπροσώπησή του από φυσικό πρόσωπο ΥΠ3. Αντιπρόταση αναδιάρθρωσης πιστωτή ΥΠ4. Πρόταση βοηθού συντονιστή ΥΠ5. Πρόταση ορισμού συνάντησης ΥΠ6. Αίτημα παράτασης προθεσμίας ΥΠ7. Πρόταση ορισμού εμπειρογνώμονα ΥΠ8. Αίτημα προσκόμισης πρόσθετων εγγράφων – στοιχείων ΥΠ9. Ένσταση κατά της διαδικασίας διαπραγμάτευσης ΥΠ10. Αίτηση δικαστικής επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ΥΠ11. Πίνακας αποστολής προσκλήσεων προς οφειλέτες ΥΠ12. Πίνακας θεσμικών πιστωτών ΥΠ13. Πίνακας εκπροσώπων θεσμικών πιστωτών ΟΠ1. Οδηγίες Συμπλήρωσης των παραπάνω εντύπων ►ΛΟΙΠΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Λ1 .Τα videos από τα σεμινάρια για το νόμο του εξωδικαστικού μηχανισμού που διοργάνωσε η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους Σεμινάριο για Οικονομολόγους-Λογιστές 1η ημέρα (26/7/2017) 1. Εισαγωγή στον Νόμο 4469/2017 Εισηγητής: Ο Ειδικός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Φ.Κουρμούσης. 2. Μελέτη Βιωσιμότητας- Κριτήρια Επιλεξιμότητας Επιχείρησης Εισηγητής: Χ.Κώστογλου 3. Παρουσίαση της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εισηγητές: Π.Χαμηλού – Β.Κουρμπάνης Σεμινάριο για Δικηγόρους – Νομικούς 2η ημέρα (27/7/2017) 1. Εισαγωγή στον Νόμο 4469/2017 Εισηγητής: Ο Ειδικός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, Φ.Κουρμούσης. 2. Ανάλυση -κατά άρθρο του Ν. 4469/2017 Εισηγητής: Λ.Τυροβολάς 3. Παρουσίαση της διαδικασίας υποβολής αίτησης του Ν. 4469/2017 Εισηγητές: Ν.Μαργιολάκη – Χ.Κώστογλου 4. Ερωτήσεις – Συζήτηση για τον Ν.4469/2017 Λ2 Ολόκληρη η παρουσίαση του νόμου του εξωδικαστικού μηχανισμού στα σεμινάρια της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ►YΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΡΧΕΙΩΝ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ ΥΕ1. Σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών ΟΕ1. Οδηγίες Συμπλήρωσης των παραπάνω εντύπων Οι συνδρομητές του κόμβου, μπορούν να συμβουλεύονται και το άρθρο της επιστημονικής ομάδας μας: Τα βήματα για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων. Προνόμια, συχνές ερωτήσεις, σχετικές διατάξεις, χρήσιμες αναρτήσεις, οδηγοί και άλλο βοηθητικό υλικό ( Πηγή : Πλήρης οδηγός και υλικό για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό ρύθμισης οφειλών και την υποβολή της αίτησης – taxheaven. Επίσης τα περισσότερα από τα ανωτέρω αρχεία, μπορείται να τα βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.keyd.gov.gr ή στο www.keyd.gov.gr/np_ocw_aithsh-link-01_uliko/ ) ●●● Ξ Ξαναδοκιμάζω άλλη μια μεμονωμένη «ρύθμιση» ή μια συνολική «ρύθμιση» ; Τι άλλες ρυθμίσεις ισχύουν ; Ο «Εξωδικαστικός Μηχανισμό ρύθμισης οφειλών» είναι μια συνολική και όχι μια «μεμονωμένη » ρύθμιση με ένα συγκεκριμένο οφειλέτη και μοιάζει με το άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα και όχι με τις ρυθμίσεις των δόσεων που γίνονταν το προηγούμενο διάστημα με την Εφορία και τα Ασφαλιστικά Ταμεία. [ 1 ] Δυνατότητα υπαγωγής σε συνολικές ρυθμίσεις α) Πτωχευτικός Κώδικας Ν. 3588 /2007 (ΦΕΚ 153 Α'/10.7.2007) [ ορισμένα σημεία] Άρθρο 1. Σκοπός της πτώχευσης Η πτώχευση αποσκοπεί στη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη με τη ρευστοποίηση της περιουσίας του ή με άλλο τρόπο που προβλέπεται από σχέδιο αναδιοργάνωσης και ιδίως με τη διατήρηση της επιχείρησής του. Αρθρο 3. Αντικειμενικές προϋποθέσεις 1. Σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που αδυνατεί να εκπληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών). Δεν αποτελούν εκπλήρωση των υποχρεώσεων οι πληρωμές που γίνονται με δόλια ή καταστρεπτικά μέσα. 2. Επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης αποτελεί λόγο κήρυξης της πτώχευσης, όταν την κήρυξή της ζητεί ο οφειλέτης. 3. Η πιθανότητα αφερεγγυότητας αποτελεί λόγο κήρυξης της πτώχευσης, όταν την κήρυξή της ζητεί ο οφειλέτης και εφόσον συνυποβάλει πρόταση σχεδίου αναδιοργάνωσης κατά τα άρθρα 107 και επόμενα συγχρόνως με την αίτηση της πτώχευσης. 4. Η πτώχευση κηρύσσεται εφόσον με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου πιθανολογείται ότι η περιουσία του οφειλέτη επαρκεί για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας. Άλλως, το δικαστήριο διατάσσει την καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας, κατά περίπτωση, του οφειλέτη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, καθώς και στα Μητρώα Πτωχεύσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8. Η καταχώριση διαγράφεται μετά την πάροδο τριετίας. Άρθρο 5. Αίτηση πτώχευσης 1. Η πτώχευση κηρύσσεται μετά από αίτηση πιστωτή που έχει έννομο συμφέρον, καθώς και μετά από αίτηση του εισαγγελέα πρωτοδικών, εφόσον τούτο δικαιολογείται από λόγους δημόσιου συμφέροντος. 2. Ο οφειλέτης υποχρεούται να υποβάλει, χωρίς υπαίτια βραδύτητα, πάντως το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες, αφότου συντρέξουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3, αίτηση προς το πτωχευτικό δικαστήριο για την κήρυξη της πτώχευσης. Άρθρο 99. Διαδικασία εξυγίανσης 1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1, το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών του κατά τρόπο γενικό, δύναται να αιτείται την επικύρωση της συνυποβαλλόμενης συμφωνίας εξυγίανσης που προβλέπεται στο άρθρο 100. Το πρόσωπο του προηγούμενου εδαφίου δύναται να υποβάλει την ως άνω αίτηση και όταν δεν συντρέχει παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης, αν κατά την κρίση του δικαστηρίου υφίσταται απλώς πιθανότητα αφερεγγυότητάς του, η οποία δύναται να αρθεί με τη διαδικασία αυτή. 2. Η διαδικασία εξυγίανσης αποτελεί συλλογική προπτωχευτική διαδικασία, που αποσκοπεί στη διατήρηση, αξιοποίηση, αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης με την επικύρωση της συμφωνίας που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο, χωρίς να παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών παραβλάπτεται, αν προβλέπεται ότι οι μη συμβαλλόμενοι στη συμφωνία πιστωτές θα βρεθούν σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν με βάση το όγδοο κεφάλαιο του παρόντος Κώδικα. Για την εκτίμηση της οικονομικής θέσης των πιστωτών λαμβάνονται υπόψη τα ποσά και τυχόν άλλα ανταλλάγματα που θα λάβουν και οι όροι αποπληρωμής των ποσών αυτών. …. ………………………. β) Aναθεωρημένος Νόμος Κατσέλη (Νόμος Σταθάκη) 3869/2010 ΝΟΜΟΣ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 3869 Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις. [Νόμος Κατσέλη] Εντάσσονται : Φυσικά πρόσωπα [ Νοικοκυριά και Ελεύθεροι Επαγγελματίες ] που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. Είναι ένα πλήρες πλαίσιο προδικαστικής και δικαστικής ρύθμισης οφειλών με ταυτόχρονη προστασία των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών και των ελεύθερων επαγγελματιών που αποδεδειγμένα δεν μπορούν να πληρώσουν τις οφειλές τους 1 -Ρυθμίζεται πλέον το σύνολο των οφειλών (τράπεζες, εφορία, ΟΤΑ, ασφαλιστικά ταμεία και ιδιώτες) και όχι μόνον το στεγαστικό δάνειο όπως ίσχυε στον παλιότερο Νόμο. -Σε αφορά αν είσαι μισθωτός, άνεργος, ελ.επαγγελματίας, και πρώην έμπορος που, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής έχεις χάσει την πτωχευτική ικανότητα και δεν τελείς υπό πτώχευση -Στο αναθεωρημένο πλαίσιο τέθηκε το κριτήριο της προστασίας του ύψους των εισοδημάτων σου που προσδιορίζεται από τον στατιστικό δείκτη των Εύλογων Δαπανών Διαβίωσης (ΕΔΔ). Με βάση τις ΕΔΔ μία οικογένεια με ένα παιδί χρειάζεται κατά μέγιστο 1.440 ευρώ για να διαβιώνει, ποσό που προσαυξάνεται κατά 280 ευρώ για κάθε πρόσθετο τέκνο και που δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο. Το ύψος των ΕΔΔ προσαυξάνεται κατά το ποσό του ενοικίου και των ιατρικών δαπανών -Καταθέτεις αίτηση στο Ειρηνοδικέιο της κατοικίας σου με πλήθος συνοδευτικών εγγράφων που αποδεικνύουν την οικονομική και περιουσιακή σου κατάσταση -Ο ίδιος ο Νόμος Κατσέλη προτρέπει πριν κάνεις αίτηση να προσφύγεις σε εξωδικαστικές λύσεις για τη ρύθμιση των υποχρεώσεων σου, όπως η παρέμβαση των Καταναλωτικών Ενώσεων και η διαμεσολάβηση με γνώμονα την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης σου / Αν η διαμεσολάβηση αποτύχει, το πρακτικό αποτυχίας της λαμβάνεται υπόψη από τον δικαστή σε περίπτωση που αιτηθείς για τον Ν.Κατσέλη -Στην αίτηση περιλαμβάνεται και τυχόν αίτημα για την ταχεία διευθέτηση-διαγραφή των μικροοφειλών σου (εφόσον δεν έχεις εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία), όπως και σχέδιο αποπληρωμής (διευθέτησης) των οφειλών σου -Προσωρινό δικαστήριο: Μετά την πάροδο δύο μηνών, εφόσον οι πιστωτές σου δεν έχουν συμβιβαστεί προδικαστικά και η αίτηση σου είναι παραδεκτή, ο ειρηνοδίκης αποφασίζει για την εξάμηνη αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων εναντίον σου και σου ορίζει το ύψος της δόσης που θα καταβάλεις προς κάθε πιστωτή που έχεις συμπεριλάβει στην αίτηση σου / Οι δόσεις που ορίζονται λαμβάνουν υπόψη τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης σου / Το προσωρινό δικαστήριο γίνεται εν αναμονή της δίκης -Σε περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη ή άλλων λόγων ίδιας τουλάχιστον βαρύτητας, προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές -Τελικό δικαστήριο: Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της κατάθεσης της αίτησης σου. Μέχρι τότε πρέπει να είσαι συνεπής στην καταβολή των δόσεων που όρισε το προσωρινό δικαστήριο -Μεταξύ προσωρινού και τελικού δικαστηρίου και εφόσον οι πιστωτές σου έχουν σαφή εκτίμηση για την κρίση του δικαστηρίου, μπορείς ακόμα -με ευνοικότερους όρους- να διαπραγματευτείς ρύθμιση των οφειλών σου με τους πιστωτές σου αυτόνομα ή με τη συνδρομή Καταναλωτικών Ενώσεων, την συμβουλευτική υπηρεσία του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή και τη χρήση διαμεσολαβητή ( Πηγή : http://www.keyd.gov.gr/fp__mainepil_3_katseli/ ) ………………………………… [ 2 ] Δυνατότητα υπαγωγής σε μεμονωμένες ρυθμίσεις Με την ευκαιρία υπάρχουν και άλλες δυνατότητες για « ρυθμίσεις » ( όχι ίσως τέτοιου βεληνεκούς, αλλά κατάλληλες για τα μέτρα σας ). Θυμίζω : α) Δυνατότητα φορολογικών ρυθμίσεων 1) Η πάγια ρύθμιση της υποπαραγράφου A2 του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 Δόσεις : Σε δύο (2) έως δώδεκα (12) ισόποσες μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση έως είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία. 2) H ρύθμιση του άρθρου 43 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας - ΚΦΔ, (ν.4174/2013 ). Δόσεις : Δυνατότητα καταβολής των οφειλών που ρυθμίζονται σε μηνιαίες δόσεις, έως δώδεκα (12). Κατ'εξαίρεση παρέχεται η δυνατότητα καταβολής σε μηνιαίες δόσεις μέχρι τις εικοσιτέσσερις (24) για οφειλές που βεβαιώνονται και καταβάλλονται εφάπαξ. [ Δείτε αναλυτικά στο άρθρο του Taxheaven Ποιες ρυθμίσεις ισχύουν για βεβαιωμένες οφειλές προς το δημόσιο ] β) Δυνατότητα τραπεζικών ρυθμίσεων Σύμφωνα με «Κώδικα δεοντολογίας τραπεζών ». Δείτε αναλυτικά τι προβλέπει στο taxheaven Κώδικας δεοντολογίας τραπεζών - Αναθεώρηση του κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013. [ Έχει ενδιαφέρον η μελέτη του σε συνδυασμό με τα προβλεπόμενα στο Ν. 4469/2017 ] Επίσης η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, έχει συντάξει ερωτηματολόγιο / πλοηγό του νόμου, το οποίο μπορείτε να βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.hba.gr/info/OutOfCourtWorkout γ) Ρυθμίσεις οφειλών προς τους Δήμους Σύμφωνα με το άρθρο 52. Ρυθμίσεις οφειλών προς Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού του Ν. 4483/2017 1. Οφειλές προς τους δήμους και τα νομικά πρόσωπα αυτών που έχουν βεβαιωθεί ή που θα βεβαιωθούν έως και δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μπορούν, κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη προς την αρμόδια για την είσπραξή τους υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού προσώπου αυτού, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και από τα πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους, ως εξής: α) αν εξοφληθούν εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), β) αν εξοφληθούν σε δύο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80 %), γ) αν εξοφληθούν σε εικοσιπέντε (25) έως σαράντα οκτώ (48) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), δ) αν εξοφληθούν σε σαράντα εννέα (49) έως εβδομήντα δύο (72) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), ε) αν εξοφληθούν σε εβδομήντα τρεις (73) έως εκατό (100) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%). 2. Στη ρύθμιση της παραγράφου 1 μπορούν, επίσης, να υπαχθούν και οφειλές που κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης: α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή εκ του νόμου ή β) έχουν υπαχθεί σε προηγούμενη ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ, με απώλεια των ευεργετημάτων της προηγούμενης ρύθμισης και χωρίς η υπαγωγή τους να συνεπάγεται επιστροφή καταβληθέντων ποσών, γ) δεν έχουν βεβαιωθεί, λόγω του ότι εκκρεμεί για αυτές δικαστική αμφισβήτηση σε οποιοδήποτε βαθμό εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, ο οφειλέτης παραιτηθεί από τα ασκηθέντα ένδικα βοηθήματα ή μέσα. Αν με το ένδικο βοήθημα είχε υποβληθεί και αίτημα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, η ανωτέρω παραίτηση καταλαμβάνει και το αίτημα αυτό. Βεβαίωση της γραμματείας του δικαστηρίου, όπου εκκρεμούσε η υπόθεση, ότι έχει υποβληθεί παραίτηση, επισυνάπτεται στην αίτηση υπαγωγής στην ρύθμιση. 3. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. 4. Η ρύθμιση χορηγείται με απόφαση που εκδίδεται από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα της παραγράφου 2 του άρθρου 170 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. 5. Οι δόσεις είναι μηνιαίες και ισόποσες πλην της τελευταίας που μπορεί να είναι μικρότερη των υπολοίπων. Κάθε δόση πλην της τελευταίας δεν μπορεί να είναι μικρότερη των είκοσι (20) ευρώ. 6. Η ρυθμιζόμενη οφειλή εξοφλείται εφάπαξ ή η πρώτη δόση της καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, διαφορετικά η αίτηση θεωρείται ως μη υποβληθείσα. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του αντίστοιχου μήνα, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη. 7. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 5% επί του ποσού της δόσης από την επομένη της ημέρας που όφειλε αυτή να καταβληθεί. 8. Εφόσον ο οφειλέτης, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, παρέχεται απαλλαγή κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων, ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται, με αντίστοιχη τροποποίηση της απόφασης του αρμόδιου οργάνου της παραγράφου 4. 9. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις δέσμευσης χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας από άλλη αιτία και ο οφειλέτης έχει καταβάλει: α) το πέντε τοις εκατό (5%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, β) το δέκα τοις εκατό (10%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή από πέντε χιλιάδες και μηδέν ένα (5.000,01) μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, γ) το είκοσι τοις εκατό (20 %) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή δέκα χιλιάδες (10.000,01) ευρώ και πάνω, ο δήμος προβαίνει σε εντολή άρσης της δέσμευσης αυτής προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και σε εντολή για επαναδέσμευση αυτής σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής έστω και μίας εκ των δόσεων. Με την καταβολή της πρώτης δόσης αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου είναι δυνατή κατόπιν αίτησης του οφειλέτη η άρση της κατάσχεσης στα χέρια τρίτων, εφόσον εξοφληθεί το 25% της οφειλής που έχει υπαχθεί στη ρύθμιση. Ποσά που αποδίδονται από επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων πέραν του ανωτέρω ποσοστού δεν επιστρέφονται. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται. 10. Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αυτής και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από την ημερομηνία καταβολής της τελευταίας δόσης αυτής. 11. Πρόσωπα που ευθύνονται, μαζί με τον οφειλέτη, για την καταβολή μέρους της οφειλής μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση μόνο για το μέρος αυτό. 12. Η ρύθμιση της οφειλής καταργείται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης: α) δεν καταβάλλει τρείς (3) συνεχόμενες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών, β) δεν υποβάλει στο δήμο τις προβλεπόμενες δηλώσεις για την επιβολή του τέλους επί των ακαθαρίστων εσόδων και του τέλους παρεπιδημούντων, μετά των περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. και του εκκαθαριστικού Φ.Π.Α., γ) έχει υποβάλει αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση. ………………………………… [ 3] Προσδοκίες, για Νομοθέτηση και άλλων « ρυθμίσεων » : ( α ) Ρυθμίσεις ασφαλιστικών Ταμείων [ Προσοχή : Είναι «πληροφορία» και όχι Νόμος ] . Έξι πακέτα ρυθμίσεων που θα προβλέπουν συγκεκριμένο αριθμό δόσεων το καθένα, σχεδιάζει το υπουργείο Εργασίας για τη ρύθμιση των οφειλών που έχουν οι ελεύθεροι επαγγελματίες προς τα ασφαλιστικά ταμεία κατά το πρότυπο των ρυθμίσεων που περιγράφονται στον εξωδικαστικό μηχανισμό. Αυτό προανήγγειλε ο υφυπουργός Εργασίας Τάσος Πετρόπουλος, μιλώντας σε συνέδριο με θέμα τα «κόκκινα» δάνεια και την εφαρμογή του νόμου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων. ( Πηγή : Εφημερίδα «Καθημερινή» της 09.05.2017, άρθρο της Ευγενίας Τζώρτζη ) ( β ) Ρυθμίσεις οφειλών στο Δημόσιο [ Προσοχή : Είναι «πληροφορία» και όχι Νόμος ] . « Οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων επεξεργάζονται τις τελευταίες λεπτομέρειες της ρύθμισης- με βάση τα όσα ισχύουν για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό- η οποία θα πρέπει πρώτα να περάσει από το «κόσκινο» των δανειστών και στη συνέχεια να υπογραφεί από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και την αρμόδια υφυπουργό Κατερίνα Παπανάτσιου. Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Τα Νέα» ο προωθούμενος μηχανισμός ρύθμισης οφειλών αφορά φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική ιδιότητα (όχι μισθωτούς και συνταξιούχους), οι οποίοι οφείλουν στο Δημόσιο άνω του 85% των συνολικών τους χρεών, ελεύθερους επαγγελματίες χωρίς δυνατότητα πτωχευτικής διαδικασίας (μεταξύ άλλων γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς, αρχιτέκτονες) και όσους χρωστούν έως 20.000 ευρώ προς όλους τους πιστωτές. Στα βασικά της σημεία η απόφαση αναμένεται να προβλέπει διαγραφή προσαυξήσεων έως και 95% και της βασικής οφειλής (η οποία έχει δημιουργηθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016) έως και 30% με κριτήριο την βιωσιμότητα της επιχείρησης. Για βασικές οφειλές έως 3.000 ευρώ η αποπληρωμή τους μαζί με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής θα γίνεται σε έως 36 μηνιαίες δόσεις (κατ’ ανώτατο όριο) με ελάχιστη μηνιαία δόση 50 ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού. Για βασικές οφειλές άνω των 3.000 ευρώ η αποπληρωμή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής θα γίνεται σε έως 120 δόσεις (το ανώτατο όριο) με ελάχιστη μηνιαία δόση 50 ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής. Στη ρύθμιση θα μπορούν να ενταχθούν και όσοι έχουν ήδη κάνει χρήση των ισχυουσών ρυθμίσεων σε 12 ή 100 δόσεις. ( Πηγή: Ερχεται η ρύθμιση των 120 δόσεων για τους ελεύθερους επαγγελματίες | iefimerida.gr – 31-8-2017 ) (γ) Αγρότες [ Προσοχή : Είναι «πληροφορία» και όχι Νόμος ] . « Οριστική λύση για τη διαχείριση κόκκινων δανείων συνολικού ύψους 1,75 δισ. ευρώ που είχαν λάβει 82.000 αγρότες και κτηνοτρόφοι από την πρώην Αγροτική Τράπεζα δίνει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Πρόκειται για τον παράλληλο εξωδικαστικό μηχανισμό που αναμένεται να κάνει «πρεμιέρα» στις 20 Σεπτεμβρίου και παρέχει τη δυνατότητα διαγραφής σημαντικού μέρους του χρέους, λαμβάνοντας υπόψη τα περιουσιακά στοιχεία των αγροτών. Όπως αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας "Ελεύθερος Τύπος", το σχέδιο που εκπονείται με πρωτοβουλία του υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Βασίλη Κόκκαλη, σε συνεννόηση την εταιρία-εκκαθαριστή της πρώην ΑΤΕ, PQH, προβλέπει τη δυνατότητα διαγραφής κεφαλαίου μέχρι το ύψος της αξίας της περιουσίας του αγρότη-οφειλέτη μειωμένη κατά 10%.Για παράδειγμα, εάν ένας αγρότης έχει χρέος προς την τράπεζα ύψους 200.000 ευρώ και η πραγματική εμπορική αξία της ρευστοποιήσιμης περιουσίας του αποτιμάται στα 100.000 ευρώ, τότε θα πληρώσει το 90% της αξίας της περιουσίας του, δηλαδή θα διαγραφεί χρέος ύψους 110.000 ευρώ. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του ΥπΑΑΤ, βασικοί άξονες του σχεδίου είναι η εξυπηρέτηση της βιώσιμης οφειλής, αλλά ο επανυπολογισμός και επαναπροσδιορισμός της οφειλής (για όσους υπάγονται) σύμφωνα με το γνωστό νόμο «περί πανωτοκίων» του Ν. 3259/2004. Η διάρκεια της ρύθμισης μπορεί να φτάσει μέχρι τα 10 έτη, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του οφειλέτη ή του εγγυητή, η οποία ωστόσο δεν πρέπει υπερβαίνει τα 75 έτη στη λήξη της ρύθμισης. Σχετικά με την αποπληρωμή, μπορεί να γίνει σε μηνιαίες, τριμηνιαίες ή ανισόποσες συμφωνούμενες με τον οφειλέτη δόσεις, ενώ απαραίτητη είναι η είσπραξη προκαταβολής, το ποσό της οποίας δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το διπλάσιο του ύψους της νέας δόσης ή τα 750 ευρώ. Χαμηλό θα είναι και το επιτόκιο, καθώς, σύμφωνα με το σχέδιο που εκπονείται, διαμορφώνεται με euribor 6Μ + 4% (πλέον εισφορά Ν. 128/75). Λαμβάνοντας υπόψη τη σημερινή τιμή του euribor, το επιτόκιο υπολογίζεται στο 4%. Σχετικά με το ποσό διαγραφής, αν η ρύθμιση τηρηθεί, το ποσό των εξωλογιστικών τόκων θα διαγραφεί με την εξόφληση του υπολοίπου. Σε αντίθετη περίπτωση, το ποσό καθίσταται απαιτητό. Η ρύθμιση αφορά οφειλές οφειλετών που ασκούν αγροτική, κτηνοτροφική και πτηνοτροφική δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων των οφειλών τους που καλύπτονται με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Οφειλές που εμπίπτουν στις διατάξεις του Ν. 3259/2004 (ρύθμιση για πανωτόκια) θα αναπροσαρμοσθούν κατά τις επιταγές του νόμου, εφόσον οι οφειλέτες προσκομίσουν όλα τα δικαιολογητικά που πιστοποιούν την υπαγωγή τους » . ( Πηγή : http://www.cnn.gr/oikonomia/story/91902/oxipros-rythmisi-82-013-kokkina-daneia-agroton-poioi-tha-entaxthoyn ) ………………………………. Αν είχατε ενταχθεί το προηγούμενο διάστημα σε κάποια από τις «ρυθμίσεις », που υπήρχαν τότε, σκεφτείτε ποιοι ήταν οι λόγοι που την «χάσατε» ( αν την χάσατε ) και προσπαθήστε να αποφύγετε τα λάθη που κάνατε τότε. ●●● Ο Ορισμοί - « Μεγάλες επιχειρήσεις» και « Μικρές επιχειρήσεις» :  « Μεγάλες επιχειρήσεις» Ως «µεγάλες επιχειρήσεις» νοούνται όσες, κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης, είχαν κύκλο εργασιών µεγαλύτερο από 2.500.000 ευρώ ή έχουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης συνολικές υποχρεώσεις (ληξιπρόθεσµες ή µη) υψηλότερες από 2.000.000 ευρώ και « Μικρές επιχειρήσεις» ως «µικρές επιχειρήσεις» νοούνται όσες δεν εµπίπτουν στον ορισµό της µεγάλης επιχείρησης. ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Τι διαφοροποιείται ανάλογα με την κατηγορία (α) Στις « Μεγάλες επιχειρήσεις» ο διορισμός του «εμπειρογνώμονα» είναι υποχρεωτικός ενώ στις «Μικρές » προαιρετικός. (β) Αν ο οφειλέτης υπάγεται στην κατηγορία της µεγάλης επιχείρησης, ο συντονιστής που διορίστηκε µπορεί, µε απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών, να αντικατασταθεί από συντονιστή της επιλογής τους. ●●● Π Πιστωτές – Υποχρέωση συμμετοχής - Κατηγορίες – «Μικροί» Πιστωτές : Γενικά Ως «πιστωτές» νοούνται τα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, συµπεριλαµβανοµένου του Ελληνικού Δηµοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, που έχουν χρηµατικές απαιτήσεις κατά του οφειλέτη. ( άρθρο 1, παρ. 2, περ. ε, του ν. 4469/2017 ) Υποχρέωση συμμετοχής Δεν προβλέπεται υποχρέωση των πιστωτών να συμμετάσχουν στη διαδικασία, όμως για να προχωρήσει η διαδικασία προϋπόθεση είναι να συμμετάσχουν πιστωτές, που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 50% των συνολικών οφειλών της επιχείρησης. Σημειώνεται ότι : Οι πιστωτές σε δέκα (10) (ημερολογιακές) ημέρες από την κοινοποίηση της πρόσκλησης γνωστοποιούν στο συντονιστή τη δήλωσή τους ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία και υποβάλλουν επίσης ηλεκτρονικά : α) δήλωση συμμετοχής, β) δήλωση εμπιστευτικότητας, γ) Βεβαίωση συνολικής απαίτησης, δ) Δήλωση Εκπροσώπου . ( Δείτε αναλυτικά : Ε11 ΟΔΗΓΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΡΟΛΟΣ ΠΙΣΤΩΤΗ ) Κατηγορίες Πιστωτών ανάλογα με την ιδιότητά τους α) Ελληνικό Δημόσιο : «οφειλές προς το Δηµόσιο» νοούνται οι απαιτήσεις του Δηµοσίου που είναι ήδη βεβαιωµένες, σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90), του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170) και του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, Α΄ 265), κατά την 31η Δεκεµβρίου 2016, µε τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσµης καταβολής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης . β) Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης : Ως «οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης» νοούνται οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που είναι ήδη βεβαιωµένες, σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90) και του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), κατά την 31η Δεκεµβρίου 2016, µε τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσµης καταβολής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης [ Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκπροσωπούνται στην εξωδικαστική ρύθµιση οφειλών από το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) ] . γ) «χρηµατοδοτικοί φορείς » : νοούνται τα πιστωτικά ή χρηµατοδοτικά ιδρύµατα, µεταξύ αυτών και εκείνα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση, οι εταιρείες χρηµατοδοτικής µίσθωσης, οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηµατικών απαιτήσεων, καθώς και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), εφόσον τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισµού. δ) Πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη ε) Πιστωτές με Ειδικό προνόμιο στ) Πιστωτές άνευ εξασφαλίσεων Κατηγορίες Πιστωτών ανάλογα με την συμμετοχή τους στην διαδικασία Ως «συµµετέχων πιστωτής» νοείται κάθε πιστωτής που εκπροσωπείται ή συµµετέχει µε οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαπραγµάτευσης µε σκοπό την κατάρτιση σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Ως «συµβαλλόµενος πιστωτής» νοείται κάθε πιστωτής που συµβάλλεται στη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Ως «µη συµβαλλόµενος πιστωτής» νοείται κάθε πιστωτής που δεν συµβάλλεται στη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, ανεξαρτήτως εάν συµµετείχε στη διαδικασία διαπραγµάτευσης. ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) «Μικροί » Πιστωτές οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην διαδικασία [ Δεν ψηφίζουν, αλλά και δεν υπόκειται σε « κούρεμα » ή « διακανονισμό » Πιστωτές οι απαιτήσεις των οποίων: (α) δεν υπερβαίνουν ατοµικά για κάθε πιστωτή το ποσό 2.000.000 ευρώ και ποσοστό 1,5% του συνολικού χρέους του οφειλέτη και (β) δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το ποσό των 20.000.000 ευρώ και ποσοστό 15% του συνολικού χρέους του οφειλέτη δεν συµµετέχουν στη διαδικασία του παρόντος νόµου και δεν δεσµεύονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Αν οι απαιτήσεις που εµπίπτουν στα κριτήρια της περίπτωσης α΄υπερβαίνουν αθροιστικά ένα από τα κριτήρια της περίπτωση β΄, δεν συµµετέχουν στη διαδικασία του παρόντος νόµου και δεν δεσµεύονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών οι πιστωτές µε τις µικρότερες απαιτήσεις έως τη συµπλήρωση του ποσοστού του 15% ή του ποσού των 20.000.000 ευρώ. Οι λοιποί πιστωτές, ακόµα και εάν οι απαιτήσεις τους δεν υπερβαίνουν τα κριτήρια της περίπτωση α΄, συµµετέχουν στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης του παρόντος νόµου. ( άρθρο 2 του Ν. 4469/2017 ) [ Παράδειγμα : Σε μια επιχείρηση υπάρχουν οφειλές από συναλλαγές ( π.χ. οφειλές σε : ενοίκια, εργαζόμενους, Δ.Ε.Η, Ο.Τ.Ε , κ.λπ ), οι οποίες δεν υπερβαίνουν αθροιστικά το ποσό των 20.000.000 ευρώ ή το 15% ( π.χ. έστω ότι ήταν 150.000 ευρώ ( 1.000.000 σύνολο χρέους * 15%) ) του συνολικού χρέους του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή οι οφειλές μέχρι του ποσού των 150.000 ευρώ [ και δεν υπερβαίνουν ατοµικά για κάθε πιστωτή το ποσό 15.000 ευρώ ( ποσοστό 1,5% επί 1.000.000) ] δεν θα συμμετάσχουν στη διαδικασία και δεν θα δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών ]. Δηλαδή οι απαιτήσεις τους δεν επηρεάζονται από τη συμφωνία αναδιάρθρωσης, από τυχόν απομειώσεις απαιτήσεων που θα συμφωνηθούν. Περίπτωση κατά την οποία οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν ποσοστό 85% των συνολικών απαιτήσεων Με την επιφύλαξη της παραγράφου 21 του άρθρου 15, αν οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, η αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης του παρόντος µετά την υποβολή της, σύµφωνα µε το άρθρο 4, προωθείται στον εν λόγω πιστωτή για διµερή διαπραγµάτευση. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρµόζονται τα άρθρα 6 έως 14, µε την εξαίρεση της παραγράφου 7 του άρθρου 9. Ο πιστωτής ενηµερώνει την Ειδική Γραµµατεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) εντός τριών (3) µηνών από την ηµεροµηνία προώθησης της αίτησης για την επίτευξη ή µη συµφωνίας µε τον οφειλέτη. ( άρθρο 2, παρ. 5 του Ν. 4469/2017 ) Πληροφοριακά στοιχεία που πρέπει να αναγράψουμε στην αίτηση για κάθε πιστωτή . ●●● Ρ Ρόλος της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ (Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ) και του «ΚΥ.Σ.Δ.Ι.Χ.» : Το Κυβερνητικό Συμβούλιο διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους(ΚΥΣΔΙΧ) [Αποτελείται από τους Υπουργούς Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών.] Χαράσσει και παρακολουθεί την υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής Διαχείρισης του Ιδιωτικού Χρέους η οποία περιλαμβάνει πολιτικές και νομοθετικές παρεμβάσεις για τη διατήρηση του κοινωνικού ιστού δια της προώθησης κανόνων αποπληρωμής οφειλών στο μέτρο των δυνατοτήτων των οφειλετών και την προστασία της κύριας κατοικίας των υπερχρεωμένων (αναθεωρημένος Ν.Κατσέλη ή Ν.Σταθάκη), για τη διάνθιση των δυνατοτήτων των Πιστωτικών και Χρηματοδοτικών Ιδρυμάτων να χειριστούν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων μέσω του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών κ.λπ Μέσω της υπαγόμενης σε αυτό Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, αναλαμβάνει την εξατομικευμένη ενημέρωση των υπερχρεωμένων πολιτών και επιχειρήσεων για τις δυνατότητες διευθέτησης οφειλών που παρέχει το νομικό πλαίσιο που ανέπτυξε και συνέθεσε η κυβέρνηση, και για την παράλληλη κατα περίπτωση υποστήριξη όλων των υποθέσεων μέσω ενός πανελλαδικού δικτύου γραφείων, ενός τηλεφωνικού κέντρου και της ιστοσελίδας www.keyd.gov.gr . Επιπλέον αναλαμβάνει την υλοποίηση δράσεων ενημέρωσης, εκπαίδευσης και επικοινωνίας για θέματα που αφορούν το πρόβλημα της υπερχρέωσης. H Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους συστάθηκε με τον Νόμο 4389/2016 (ΦΕΚ 94/Α/27-5-2016) και στελεχώθηκε στις 31/10/16. Η αίτηση για την υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών υποβάλλεται από τον οφειλέτη ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραµµατεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) µε τη χρήση ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρµας, η οποία τηρείται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Τα δεδοµένα του οφειλέτη τηρούνται στη βάση δεδοµένων της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για τρία (3) έτη από τη λήξη της εκτέλεσης της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ή από την ακύρωσή της ή από την τελεσιδικία της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση επικύρωσής της. Αν η αίτηση του οφειλέτη δεν καταλήξει σε σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, τα δεδοµένα του διαγράφονται από το ηλεκτρονικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. τρία (3) έτη µετά την υποβολή τους. Η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ορίζεται ως υπεύθυνος επεξεργασίας για την τήρηση και την επεξεργασία των ανωτέρω δεδοµένων σύµφωνα µε το ν. 2472/1997 (Α΄ 50). ( άρθρο 4, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 )  Εντός δύο (2) εργάσιµων ηµερών από την κατάθεση της αίτησης, η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διορίζει συντονιστή της διαδικασίας από το µητρώο συντονιστών που τηρείται στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Η έδρα του συντονιστή πρέπει να βρίσκεται εντός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία έχει την έδρα του ο οφειλέτης. Αν δεν υπάρχει εγγεγραµµένος συντονιστής στο µητρώο µε έδρα εντός της Περιφερειακής Ενότητας, στην οποία έχει την έδρα του ο οφειλέτης, διορίζεται συντονιστής που εδρεύει εντός της διοικητικής περιφέρειας της έδρας του οφειλέτη. ( άρθρο 6, παρ. 1 του Ν. 4469/2017 )  Η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. επιβλέπει το έργο των συντονιστών, µεριµνά για την κατάρτισή τους και την περιοδική πιστοποίηση της απόδοσής τους. Με απόφαση του Ειδικού Γραµµατέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους διαγράφονται από το Μητρώο οι συντονιστές που δεν φέρουν σε πέρας το έργο τους εµπροθέσµως ή εκπληρώνουν πληµµελώς τα καθήκοντα τους. Για την εξειδίκευση των υποχρεώσεων των συντονιστών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και των συνεπειών που επιφέρει η µη συµµόρφωσή τους σε αυτές εκδίδεται Οδηγός Δεοντολογίας Συντονιστών από τον Ειδικό Γραµµατέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. ( άρθρο 6, παρ. 8 του Ν. 4469/2017 ) Για τα ερωτήματά σας μπορείτε να στέλνετε e-mail στην ηλεκτρονική διεύθυνση : ocw-info@keyd.gov.gr [ Όπως έγραφα και στο «σχόλιο της Δευτέρας» της 31-7-2017, ομολογώ ότι είχα χρόνια να δω τέτοια άρτια αναλυτική και κατανοητή παρουσίαση ενός θέματος από έναν Κρατικό Φορέα ( Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ( Ε.Γ.Δ.Ι.Χ ) ) . Μπράβο τους.] ●●● Σ Συνοφειλέτες, Εγγυητές και Συνδεμένα με το οφειλέτη πρόσωπα : «Συνοφειλέτης» Ως «συνοφειλέτης» νοείται κάθε πρόσωπο που ευθύνεται αλληλεγγύως εκ του νόµου ή δυνάµει δικαιοπραξίας για την εξόφληση µέρους ή του συνόλου των οφειλών του οφειλέτη. Υπενθυμίσουμε : α) Αλληλέγγυα ευθύνη για χρέη στην Εφορία Ν. 4174/2013, άρθρο 50. Αλληλέγγυα ευθύνη 1. Τα πρόσωπα που είναι πρόεδροι, διευθυντές, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την πληρωμή του φόρου τόκων και προστίμων που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες καθώς και του φόρου που παρακρατείται, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους. …….. 4. Ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα για την καταβολή του οφειλόμενου και μη εξοφληθέντος φόρου κατά τη λύση του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, και κάθε πρόσωπο που υπήρξε μέτοχος ή εταίρος κεφαλαιουχικών εταιρειών αυτού με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) κατά τα τρία (3) τελευταία έτη πριν τη λύση του μέχρι του ποσού των αναληφθέντων εντός της ως άνω τριετίας κερδών ή απολήψεων σε μετρητά ή σε είδος λόγω της ιδιότητας του μετόχου ή εταίρου και εφόσον η οφειλή αφορά την περίοδο, στην οποία το εν λόγω πρόσωπο ήταν μέτοχος ή εταίρος. β) Αλληλέγγυα ευθύνη για χρέη στους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς Ν. 4321/2015, άρθρο 31. Αλληλέγγυα ευθύνη 1. Τα πρόσωπα που είναι νόμιμοι εκπρόσωποι, πρόεδροι, διαχειριστές, διευθύνοντες σύμβουλοι, εντεταλμένοι στη διοίκηση και εκκαθαριστές των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 4174/2013, Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (Α΄ 170), κατά το χρόνο της διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα και εις ολόκληρον για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται από αυτά τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους…… γ) Αλληλέγγυα ευθύνη και Εγγυήσεις που προκύπτουν από Συμβάσεις Δανείων. Στην πλειονότητα των Δανειακών Συμβάσεων, ορίζονται εγγυητές και συνοφειλέτες. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να μελετηθούν, από τους Νομικούς της επιχείρησης, τέτοιες συμβάσεις και να γίνει η προσθήκη τους στον σχετικό «Πίνακα» κατά την ηλεκτρονική υποβολή. δ) Ομόρρυθμα μέλη Ο.Ε. ή Ε.Ε. Η αίτηση είναι πάντα απαράδεκτη όταν δεν συνυποβάλλεται (α) από τα ομόρρυθμα μέλη προσωπικών εταιρειών (Ο.Ε. και Ε.Ε.) και (β) από τρίτα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ευθύνονται εις ολόκληρον για το σύνολο των οφειλών του οφειλέτη. Σε κάθε άλλη περίπτωση η τύχη της αιτήσεως, που υποβάλλει ο οφειλέτης, αλλά δεν συνυποβάλλεται και από τον συνοφειλέτη, εξαρτάται από τη βούληση του πιστωτή/πιστωτών έναντι των οποίων ευθύνεται ο συνοφειλέτης. Εάν δεν συνυποβληθεί αίτηση από έναν η περισσότερους συνοφειλέτες (-εγγυητές), η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης μπορεί να προχωρήσει μόνον εφόσον συναινεί ο πιστωτής υπέρ του οποίου έχει παρασχεθεί η εγγύηση και γενικά υπάρχει συνοφειλέτης. ………………………………….. Στην έννοια του συνοφειλέτη περιλαµβάνεται και ο εγγυητής. Δεν συµπεριλαµβάνονται στην έννοια του συνοφειλέτη οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δυνάµει ασφαλιστικής σύµβασης µε τον οφειλέτη έχουν αναλάβει να καλύψουν την παντός είδους ευθύνη του έναντι τρίτων. ( άρθρο 1, παρ. 2, περ. γ, του Ν. 4469/2017 ) Υποβολή αίτησης από τον συνοφειλέτη Η αίτηση συνυποβάλλεται υποχρεωτικά και από τους συνοφειλέτες, αν υπάρχουν και περιέχει, ως προς αυτούς, τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο λήμμα «Βασικές αρχές του Εξωδικαστικού Μηχανισμού – Βασικά στάδια -Βήματα της αίτησης:…/ ΣΥΝΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΣΥΝΟΦΕΙΛΕΤΗ »  Για τους συνοφειλέτες που υποβάλλουν αίτηση από κοινού µε τον οφειλέτη δεν ισχύουν οι περιορισµοί των παραγράφων 1, 3 και 5 του άρθρου 2 και του άρθρου 3 ( πτωχευτική ικανότητα, ληξιπρόθεσμες οφειλές, τα κριτήρια επιλεξιμότητας κ.λπ ) . Αν δεν συνυποβληθεί αίτηση από έναν ή περισσότερους συνοφειλέτες του οφειλέτη, για την έναρξη της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών απαιτείται συναίνεση του πιστωτή ή των πιστωτών µε την πλειοψηφία των απαιτήσεων για τις οποίες ευθύνονται οι εν λόγω συνοφειλέτες. Χωρίς τη συναίνεση αυτή, η πλειοψηφία των υπολοίπων πιστωτών διατηρεί µεν την ευχέρεια να αποφασίσει την έναρξη της διαδικασίας, στην περίπτωση όµως αυτή οι απαιτήσεις των µη συναινούντων πιστωτών για τις οποίες ευθύνονται οι εν λόγω συνοφειλέτες, δεν ρυθµίζονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Η αίτηση δεν εξετάζεται, ακόµη και αν συναινέσουν οι πιστωτές, αν δεν συνυποβληθεί και από τους συνοφειλέτες που έχουν κατά την ηµεροµηνία υποβολής της την ιδιότητα του οµόρρυθµου εταίρου οµόρρυθµης ή ετερόρρυθµης εταιρείας ή ευθύνονται από άλλη αιτία εις ολόκληρον και αλληλεγγύως για το σύνολο των οφειλών του οφειλέτη. Δεν απαιτείται συνυποβολή της αίτησης όταν συνοφειλέτης είναι το Ελληνικό Δηµόσιο, το Εθνικό Ταµείο Επιχειρηµατικότητας και Ανάπτυξης (Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.), καθώς και οποιοσδήποτε άλλος φορέας του δηµόσιου τοµέα που έχει χορηγήσει εγγύηση για δάνεια οποιουδήποτε είδους. Στην περίπτωση αυτή η διαδικασία προχωρεί ως εάν ο συγκεκριµένος συνοφειλέτης είχε συνυποβάλει την αίτηση και τα απαιτούµενα δικαιολογητικά. Κάθε ρύθµιση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ευνοϊκή για τον οφειλέτη ισχύει υπέρ κάθε συνοφειλέτη, µη εγγυητή, που έχει συνυποβάλει αίτηση και υπέρ κάθε εγγυητή που έχει παράσχει εγγύηση για ρυθµιζόµενη µε τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών απαίτηση. ( άρθρο 4 του Ν. 4469/2017 ) ………………………………. «Πρόσωπα συνδεδεµένα µε τον οφειλέτη» Ως «πρόσωπα συνδεδεµένα µε τον οφειλέτη» νοούνται: αα) όταν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, οι σύζυγοι, οι συγγενείς εξ αίµατος ή εξ αγχιστείας µέχρι δευτέρου βαθµού, καθώς και τα νοµικά πρόσωπα που ελέγχονται από τον οφειλέτη, ββ) όταν ο οφειλέτης είναι νοµικό πρόσωπο, τα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα που ελέγχουν το νοµικό πρόσωπο του οφειλέτη, καθώς και οι σύζυγοι και οι συγγενείς εξ αίµατος ή εξ αγχιστείας µέχρι του δεύτερου βαθµού των ανωτέρω φυσικών προσώπων. Επίσης, τα νοµικά πρόσωπα που ελέγχονται από τον οφειλέτη. Ένα φυσικό ή νοµικό πρόσωπο θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο όταν συντρέχει µία από τις περιπτώσεις του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α΄ 251) [ α) Έχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα). β) Έχει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της άλλης οντότητας (θυγατρική οντότητα) και είναι ταυτόχρονα μέτοχος, εταίρος ή μέλος αυτής της οντότητας. γ) Έχει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική επιρροή στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα), της οποίας είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος, είτε βάσει σύμβασης που έχει συνάψει με την οντότητα αυτή είτε βάσει πρόβλεψης του ιδρυτικού εγγράφου ή του καταστατικού της. δ) Είναι μέτοχος, εταίρος ή μέλος της άλλης οντότητας και είτε: δ1) ελέγχει από μόνη της, δυνάμει συμφωνίας που έχει συνάψει με άλλους μετόχους, εταίρους ή μέλη της οντότητας αυτής (θυγατρική οντότητα), την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων, εταίρων ή μελών της είτε δ2) ισχύουν αθροιστικά οι κατωτέρω προυποθέσεις: δ2.1) Η πλειοψηφία των μελών των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων της οντότητας αυτής (θυγατρικής οντότητας) που είχαν τη διοίκηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου, καθώς και κατά την προηγούμενη περίοδο και μέχρι την κατάρτιση των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, έχει διοριστεί μόνο ως αποτέλεσμα της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου αυτής. δ2.2) Τα δικαιώματα ψήφου που κατέχονται από τη μητρική οντότητα αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 20% των συνολικών δικαιωμάτων ψήφου στη θυγατρική οντότητα. δ2.3) Κανένα τρίτο μέρος δεν έχει τα δικαιώματα που αναφέρονται στα σημεία α΄, β΄ ή γ΄ της παρούσας παραγράφου, αναφορικά με αυτή την οντότητα (θυγατρική οντότητα). ε) Έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο στην άλλη οντότητα (θυγατρική οντότητα) ] . ( άρθρο 1, παρ. 2, περ. ι, του Ν. 4469/2017 ) Οι απαιτήσεις των «πρόσωπων συνδεδεµένα µε τον οφειλέτη» , δεν λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της απαρτίας των πιστωτών, αλλά υπόκεινται στους όρους «σύμβασης αναδιάρθρωσης των οφειλών» . ●●● Τ Τράπεζες και λοιποί χρηματοδοτικοί φορείς : «Χρηµατοδοτικός φορέας» Ως «χρηµατοδοτικός φορέας» νοούνται τα πιστωτικά ή χρηµατοδοτικά ιδρύµατα, µεταξύ αυτών και εκείνα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση, οι εταιρείες χρηµατοδοτικής µίσθωσης, οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηµατικών απαιτήσεων, καθώς και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), εφόσον τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισµού. ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Συνεργασία χρηµατοδοτικών φορέων Όταν περισσότερα πιστωτικά ιδρύµατα, χρηµατοδοτικά ιδρύµατα ή εταιρίες διαχείρισης ή απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π. ή Ε.Α.Α.Δ.Π.) του ν. 4354/2015 έχουν ή διαχειρίζονται ληξιπρόθεσµες απαιτήσεις έναντι του ίδιου οφειλέτη, ως προς τον οποίον υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούµενη αδυναµία εκπλήρωσης των οικονοµικών του υποχρεώσεων, αυτά µπορεί να συνεργάζονται, προκειµένου να επεξεργαστούν και να υποβάλουν στον οφειλέτη κοινή πρόταση, µε σκοπό την εξεύρεση βιώσιµης λύσης. Προς το σκοπό τούτο, τα ανωτέρω πρόσωπα µπορούν να ανταλλάσσουν µεταξύ τους όσες πληροφορίες απαιτούνται, προκειµένου να αξιολογήσουν τη βιωσιµότητα της επιχείρησης του οφειλέτη και να διαµορφώσουν τους όρους της κοινής πρότασης, την οποία θα υποβάλουν, στο πλαίσιο του ισχύοντος κανονιστικού πλαισίου. ( άρθρο 17 του Ν. 4469/2017 ) ●●● Υ Υπεύθυνη δήλωση – Απαιτείται ακρίβεια των υποβληθέντων στοιχείων :  Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) του οφειλέτη για την ακρίβεια και την πληρότητα του περιεχοµένου της αίτησης και των υποβληθέντων εγγράφων. Ο οφειλέτης ενηµερώνεται κατά την υποβολή της αίτησης για τις συνέπειες της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης, όπως αυτές προβλέπονται στην παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986. ( άρθρο 5, παρ. 7 του Ν. 4469/2017 ) Χρειάζεται λοιπόν ιδιαίτερη προσοχή στην υποβολή των στοιχείων, γιατί οι συνέπειες είναι σημαντικές. ●●● Φ Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και Φορείς του Δημοσίου : Τι νοούνται ως οφειλές : Ως «οφειλές προς το Δηµόσιο» νοούνται οι απαιτήσεις του Δηµοσίου που είναι ήδη βεβαιωµένες, σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90), του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170) και του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, Α΄ 265), κατά την 31η Δεκεµβρίου 2016, µε τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσµης καταβολής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης . Ως «οφειλές υπέρ τρίτων» νοούνται οι κατά την 31η Δεκεµβρίου 2016 ήδη βεβαιωµένες οφειλές υπέρ τρίτων πιστωτών, οι οποίες βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90), µε τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσµης καταβολής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης . Ως «οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης» νοούνται οι απαιτήσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που είναι ήδη βεβαιωµένες, σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90) και του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), κατά την 31η Δεκεµβρίου 2016, µε τις προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσµης καταβολής κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης . ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Για την εφαρµογή του άρθρου 15 : α) Ως «βασική οφειλή» νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής που την επιβαρύνουν σύµφωνα µε τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) ή τον Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως το ποσό αυτό έχει διαµορφωθεί, από το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων έως την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4, µετά από τυχόν καταβολές, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόµιµου τίτλου. β) Ως «διαγραφή» νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, καθώς και η απαλλαγή από τόκους, προσαυξήσεις ή πρόστιµα εκπρόθεσµης καταβολής. γ) Ως «προσαυξήσεις» ή «τόκοι εκπρόθεσµης καταβολής» νοούνται οι προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσµης καταβολής κατά τα άρθρα 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τα ποσά αυτά έχουν διαµορφωθεί την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος. ( άρθρο 15, παρ. 12 του Ν. 4469/2017 ) Ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων Δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος νόµου απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύµφωνα µε την παρ. 6 του άρθρου 3 του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90). ( άρθρο 2, παρ. 7 του Ν. 4469/2017 ) Ειδικές διατάξεις για την συµµετοχή του Δηµοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης στο µμηχανισμό ρύθμισης Είναι άκυρος ο όρος σύµβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει: α) την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο σε περισσότερες από 120 δόσεις, β) την τµηµατική αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο ανά χρονικά διαστήµατα που υπερβαίνουν το µήνα, γ) την καταβολή µηνιαίας δόσης µικρότερης των πενήντα (50) ευρώ, δ) την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο, ε) την ικανοποίηση απαιτήσεών του µε άλλα ανταλλάγµατα αντί χρηµατικού ποσού. Υφιστάµενες ρυθµίσεις οφειλών προς το Δηµόσιο Υφιστάµενες ρυθµίσεις οφειλών προς το Δηµόσιο σύµφωνα µε τους νόµους 4152/2013 (Α΄ 107), 4174/2013 (Α΄ 170), 4305/2014 (Α΄ 237) και 4321/2015 (Α΄ 32), εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών όπως έχουν διαµορφωθεί κατά την ηµεροµηνία έγκρισης της σύµβασης αναδιάρθρωσης. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η τροποποίηση των ανωτέρω ρυθµίσεων στις περιπτώσεις και στο βαθµό που η εφαρµογή τους καθιστά αδύνατη, βάσει της συνολικής δυνατότητας αποπληρωµής του οφειλέτη, την αναδιάρθρωση των οφειλών προς τους λοιπούς πιστωτές χωρίς αυτοί να περιέρχονται σε χειρότερη οικονοµική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών και των βεβαρηµένων υπέρ αυτών περιουσιακών στοιχείων τρίτων στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Στις περιπτώσεις του προηγούµενου εδαφίου, η τροποποίηση των υφιστάµενων ρυθµίσεων πραγµατοποιείται µε αύξηση του αριθµού των δόσεων κατά το απολύτως αναγκαίο µέτρο και έως το µέγιστο όριο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3. ( άρθρο 15, παρ. 4 του Ν. 4469/2017 ) Αριθµός και το ύψος των δόσεων καταβολής Ο αριθµός και το ύψος των δόσεων καταβολής του ποσού που προσδιορίζεται στη σύµβαση αναδιάρθρωσης για την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο κατ’ εφαρµογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και µε την επιφύλαξη του παρόντος άρθρου, καθορίζονται µε κριτήριο: α) τη µηνιαία δυνατότητα αποπληρωµής του οφειλέτη, β) τη µέγιστη διάρκεια της ρύθµισης και γ) τον υπολογισµό της καθαρής παρούσας αξίας, σύµφωνα µε τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 9. ( άρθρο 15, παρ. 5 & 6 του Ν. 4469/2017 ) Δημόσιο και Οφειλές έως 20.000 ευρώ. Ειδικώς στις περιπτώσεις οφειλετών µε συνολικό ποσό βασικής οφειλής προς το Δηµόσιο έως 20.000 ευρώ, στις οποίες δεν προσµετρώνται τυχόν οφειλές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 [Υφιστάµενες ρυθµίσεις οφειλών προς το Δηµόσιο σύµφωνα µε τους νόµους 4152/2013 (Α΄ 107), 4174/2013 (Α΄ 170), 4305/2014 (Α΄ 237) και 4321/2015 (Α΄ 32), ] , εφαρµόζονται οι εξής κανόνες: α) για βασικές οφειλές έως 3.000 ευρώ, η αποπληρωµή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσµης καταβολής γίνεται τµηµατικά σε 36 µηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο, µε ελάχιστη µηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού, β) για βασικές οφειλές άνω των 3.000 ευρώ, η αποπληρωµή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσµης καταβολής γίνεται τµηµατικά σε 120 µηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο, µε ελάχιστη µηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής. Στις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου, το Δηµόσιο δεν συµµετέχει στις διαπραγµατεύσεις, ούτε υποβάλλει πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών και οι οφειλές προς αυτό προσµετρώνται στις θετικές ψήφους των συµµετεχόντων πιστωτών, εφόσον στο τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης έχουν τηρηθεί οι κανόνες του παρόντος άρθρου και οι λοιποί υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9, στο βαθµό που συµβιβάζονται µε τους ανωτέρω κανόνες. ( άρθρο 15, παρ. 5 & 6 του Ν. 4469/2017 ) Διαγραφή οφειλών προς το Δηµόσιο Αν στη σύµβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δηµόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, µε κριτήριο το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι το χρόνο λήξης της νόµιµης προθεσµίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών του προηγούµενου εδαφίου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωµής των ρυθµιζόµενων οφειλών προς κάθε πιστωτή και της µη ακύρωσης ή ανατροπής της σύµβασης αναδιάρθρωσης σύµφωνα µε το άρθρο 14. ( άρθρο 15, παρ. 7 του Ν. 4469/2017 ) Μη υπολογισμός περαιτέρω τόκων και προσαυξήσεων. Επί των οφειλών προς το Δηµόσιο που ρυθµίζονται δυνάµει της σύµβασης αναδιάρθρωσης δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής. Από την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος της σύµβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιµα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.. ( άρθρο 15, παρ. 8 του Ν. 4469/2017 ) Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης Οι παράγραφοι 3 έως 9, του άρθρου 15 εφαρµόζονται αναλόγως και για τις οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. ( άρθρο 15, παρ. 15 του Ν. 4469/2017 ) Η διαγραφή βασικής οφειλής παρακρατούµενων εισφορών εργαζοµένων προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης απαγορεύεται. ( άρθρο 15, παρ. 16 του Ν. 4469/2017 ) Η διαγραφή βασικής οφειλής προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν επηρεάζει τα ασφαλιστικά δικαιώµατα τρίτων. ( άρθρο 15, παρ. 17 του Ν. 4469/2017 ) ●●● Χ Χρονοδιάγραμμα και διαδικασία της διαπραγμάτευσης : Γενικά Η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών του παρόντος νόµου διενεργείται µε ανταλλαγή ηλεκτρονικής ή άλλου τύπου αλληλογραφίας ή τηλεφωνική ή άλλη επικοινωνία µεταξύ του συντονιστή, του οφειλέτη και των πιστωτών, χωρίς να απαιτείται ο ορισµός συνάντησης µε φυσική παρουσία των συµµετεχόντων. Με αίτηµα που υποβάλλεται από συµµετέχοντες πιστωτές που είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του ενός τρίτου (1/3) του συνόλου των απαιτήσεων που συµµετέχουν στη διαδικασία, µπορεί να ζητηθεί από τον συντονιστή ορισµός συνάντησης σε τόπο και χρόνο που περιλαµβάνεται στο αίτηµα. Αν η διαπραγµάτευση δεν ολοκληρωθεί σε µία συνάντηση, ο συντονιστής µπορεί να ορίσει επαναληπτικές συναντήσεις. Η εκπροσώπηση του οφειλέτη ή κάθε συµµετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική. Ο οφειλέτης, οι συµµετέχοντες πιστωτές, ο συντονιστής και ο εµπειρογνώµονας φέρουν υποχρέωση εχεµύθειας ως προς την ύπαρξη και το περιεχόµενο των διαπραγµατεύσεων. Ο οφειλέτης και οι συµµετέχοντες πιστωτές φέρουν υποχρέωση ειλικρίνειας και συµµετέχουν στη διαδικασία µε καλή πίστη. Η δηµοσίευση ή κάθε άλλη κοινοποίηση σε τρίτους εµπιστευτικών πληροφοριών ή πληροφοριών σχετικά µε τις διαπραγµατεύσεις χωρίς την προηγούµενη γραπτή συναίνεση του συνόλου των συµµετεχόντων στη διαπραγµάτευση απαγορεύεται. Οι προτάσεις και οι αντιπροτάσεις ρύθµισης οφειλών που συντάχθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας του παρόντος νόµου δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιηθούν σε οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ρύθµισης ή διεκδίκησης της οφειλής. Χρονοδιάγραμμα « Υπάρχουν σαφή χρονοδιαγράμματα σε στάδια με ρητές προθεσμίες 88 ημερών προκειμένου να επεξεργαστούν οι πιστωτές την πρόταση του οφειλέτη ή ο οφειλέτης αντίστοιχες αντιπροτάσεις των πιστωτών. Μια επιχείρηση θα μπορούσε να έχει εξασφαλίσει λύση ρύθμισης με όλους τους πιστωτές σε 88 ημέρες από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης της. Εφόσον υπάρχει συναίνεση ως το τελικό στάδιο της ροής της διαπραγμάτευσης την 88η ημέρα είναι δυνατόν να συνταχτεί η σύμβαση αναδιαρθρωσης που από την επόμενη μέρα τίθεται σε ισχύ και αποτυπώνει τη συμφωνία πιστωτών και οφειλέτη. -Τα παραπάνω χρονοδιαγράμματα είναι εφικτό να γίνουν κατορθωτά γιατί η αίτηση, η υποβολή των δικαιολογητικών αλλά και η διαπραγμάτευση με τους Ιδιώτες πιστωτές και το Δημόσιο, θα γίνεται ηλεκτρονικά.» . Η ανωτέρω εκτίμηση ( ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ ), εκτιμώ ότι είναι αρκετά αισιόδοξη και ο απαιτούμενος χρόνος θα ξεπεράσει τις 150 ημέρες. · Έναρξη χρόνου : Η οριστική υποβολή της « αίτησης» · Στάδιο 1ο: [ Ορισμός συντονιστή ] : Εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της αίτησης ορίζεται ο συντονιστής αυτόματα από το σύστημα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., που πρέπει να βρίσκεται στην περιφερειακή ενότητα της κατοικίας ή έδρας του οφειλέτη. · Στάδιο 2ο: [ Προθεσμία άσκησης του δικαιώματος παραίτησης από τον συντονιστή] Παρέχεται προθεσμία τεσσάρων (4) επίσης εργασίμων ημερών, στο συντονιστή για να αποποιηθεί το διορισμό του. Ο συντονιστής υποχρεούται να αποποιηθεί τον διορισμό του αν συντρέχουν στο πρόσωπό του περιστάσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανεξαρτησία του (ιδίως, τυχόν προσωπική ή επαγγελματική σχέση με τον οφειλέτη ή συμμετέχοντα πιστωτή, καθώς και οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον, άμεσο ή έμμεσο, από την έκβαση της διαδικασίας). Εάν ο συντονιστής αποποιηθεί, τότε η διαδικασία διορισμού νέου επαναλαμβάνεται από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. · Στάδιο 3ο: [ Κοινοποίηση της αίτησης από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. στον συντονιστή] Εάν ο συντονιστής δεν αποποιηθεί το διορισμό του εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος θεωρείται ότι τον αποδέχθηκε και η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. του κοινοποιεί ηλεκτρονικά την αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα. · Στάδιο 4ο: [ Έλεγχος δικαιολογητικών από τον συντονιστή] Ο συντονιστής ειδοποιεί την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για την ανάληψη των καθηκόντων του, ελέγχει την αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα και εάν δεν είναι πλήρη ζητά από τον οφειλέτη τη συμπλήρωσή τους, που πρέπει να γίνει μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες. Εάν δεν συμπληρωθεί ο φάκελος εμπρόθεσμα συντάσσεται από τον συντονιστή πρακτικό αποτυχίας, το οποίο αποστέλλεται στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. και στον αιτούντα. Σε διαφορετική περίπτωση, ο συντονιστής εκδίδει βεβαίωση πληρότητας της αίτησης, που αποστέλλει αυθημερόν στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Η ανωτέρω βεβαίωση πιστοποιείται ηλεκτρονικά από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. και κοινοποιείται αυθημερόν στον οφειλέτη και στον συντονιστή. · Στάδιο 5ο: [ Κοινοποίηση αποσπάσματος της αίτησης ] Μόλις ο συντονιστής διαπιστώσει ότι ο φάκελος είναι πλήρης, κοινοποιεί εντός δύο (2) ημερών απόσπασμα της αίτησης σε όλους τους πιστωτές που αναφέρονται σε αυτή. Η κοινοποίηση γίνεται ηλεκτρονικά, ή έντυπα στους πιστωτές, επιδίδοντάς τους και γενικά γνωστοποιώντας τους, αντίγραφο της αίτησης, πρόσκληση συμμετοχής και υπόδειγμα δήλωσης εμπιστευτικότητας. [ Ενδεχόμενο αλλαγής συντονιστή και «βοηθός » συντονιστή ] : Αν ο οφειλέτης υπάγεται στην κατηγορία της µεγάλης επιχείρησης, ο συντονιστής που διορίστηκε µε την ανωτέρω διαδικασία µπορεί, µε απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συµµετεχόντων πιστωτών, όπως αυτή διαµορφώνεται µετά τη διαπίστωση απαρτίας σύµφωνα, να αντικατασταθεί από συντονιστή της επιλογής τους. Με την ίδια απόφαση οι πιστωτές µπορούν να ορίζουν και άλλο πρόσωπο, µη εγγεγραµµένο στο Μητρώο Συντονιστών, για να συνεπικουρεί το νέο συντονιστή στα καθήκοντά του. · Στάδιο 6ο: [ Μη συναίνεση συνοφειλέτων ] Αν ένας ή περισσότεροι συνοφειλέτες του αιτούντος δεν συνυποβάλλουν την αίτηση, ο συντονιστής πριν την κοινοποίηση του αποσπάσματος κατά τα ανωτέρω, ειδοποιεί τον πιστωτή ή τους πιστωτές έναντι των οποίων ευθύνονται οι συνοφειλέτες που δεν συνυπέβαλαν την αίτηση και τους καλεί εντός πέντε (5) ημερών να δηλώσουν αν συναινούν στην έναρξη της διαδικασίας με το δεδομένο αυτό. Εάν ο πιστωτής ή οι πιστωτές έναντι των οποίων υπάρχει συνοφειλέτης (που δεν έχει υποβάλλει αίτηση) συμφωνήσουν να προχωρήσει και χωρίς το συνοφειλέτη η διαδικασία, τότε η διαδικασία συνεχίζεται και με αυτούς. Εάν διαφωνήσουν, τότε ο συντονιστής ενημερώνει σχετικά τον οφειλέτη και τάσσει προθεσμία πέντε (5) ημερών για να τροποποιήσει την υποβληθείσα πρόταση αναδιάρθρωσης των οφειλών του. Εάν τελικά δεν υποβληθεί αίτηση από συνοφειλέτη και δεν συναινούν να προχωρήσουν χωρίς αυτόν οι δανειστές έναντι των οποίων αυτός ευθύνεται η διαδικασία (απαρτία και διαπραγμάτευση) γίνεται μεταξύ οφειλέτη και λοιπών πιστωτών και οι απαιτήσεις των μη συναινούντων δανειστών δεν ρυθμίζονται. · Στάδιο 7ο: [ δήλωσή τους ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία και δήλωση εμπιστευτικότητας ] Οι πιστωτές σε δέκα (10) (ημερολογιακές) ημέρες από την κοινοποίηση της πρόσκλησης γνωστοποιούν στο συντονιστή τη δήλωσή τους ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία και υποβάλλουν επίσης ηλεκτρονικά υπογεγραμμένη τη δήλωση εμπιστευτικότητας. · Στάδιο 8ο: Έλεγχος ύπαρξης απαρτίας συμμετεχόντων πιστωτών από τον Συντονιστή. Μετά τη λήξη των δέκα (10) ημερών ο συντονιστής διαπιστώνει εάν υπάρχει απαρτία. Εάν μέσα στην προθεσμία αυτή δεν έχει επιτευχθεί απαρτία η διαδικασία θεωρείται άκαρπη και ο συντονιστής συντάσσει πρακτικό αποτυχίας. Στην περίπτωση που ο συντονιστής διαπιστώσει ότι το ποσό της απαίτησης που έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη είναι διαφορετικό από εκείνο που βεβαιώθηκε από τον πιστωτή, και ότι η συγκεκριμένη διαφορά δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από αντικειμενικούς λόγους, ζητεί από τον οφειλέτη αποδεικτικά έγγραφα για το ύψος της απαίτησης. Τα σχετικά έγγραφα θα πρέπει να προσκομιστούν εντός πέντε (5) ημερών. Αν δεν προσκομισθούν έγγραφα ή προσκομισθούν μεν, αλλά δεν προκύπτει το ακριβές ύψος της απαίτησης, ο συντονιστής προσμετρά στα ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας μέχρι το πέρας της διαδικασίας μόνο το μη αμφισβητούμενο μέρος της απαίτησης. Σημειώνεται σχετικά ότι ο συντονιστής δεν καλείται να ερμηνεύσει ή να αξιολογήσει το περιεχόμενο των εγγράφων και θα πρέπει να αρκεστεί στα αναφερόμενα σε αυτά ποσά. Εξαίρεση στον κανόνα αυτό αποτελεί η περίπτωση που η απαίτηση προσδιοριστεί σε διαφορετικό ποσό από τον εμπειρογνώμονα κατά την επαλήθευση των απαιτήσεων. «Απαρτία συµµετεχόντων πιστωτών» υπάρχει όταν συµµετέχουν στη διαδικασία πιστωτές που είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του 50% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Δεν λαµβάνονται υπόψη για το σχηµατισµό απαρτίας απαιτήσεις προσώπων συνδεδεµένων µε τον οφειλέτη και απαιτήσεις πιστωτών που δεν δεσµεύονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών σύµφωνα µε τις παραγράφους 4 [ Στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης δεν υπάγονται οφειλές του οφειλέτη που έχουν γεννηθεί µετά την 31η Δεκεµβρίου 2016 ] , 6 [ αφορά τους « μικρούς πιστωτές». Δείτε ανωτέρω στο λήμμα : Πιστωτές – Κατηγορίες – «Μικροί» Πιστωτές ] και 7 [απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ] του άρθρου 2 και το έκτο εδάφιο της παραγράφου 3 · Στάδιο 9ο: [ Αποστολή στους πιστωτές όλων δικαιολογητικών[Διορισμός εμπειρογνώμονας (στην περίπτωση της μικρής επιχείρησης) ] Εάν υπάρχει απαρτία, τότε αρχίζει η διαδικασία διαπραγμάτευσης από τον συντονιστή, που αποστέλλει στους πιστωτές όλα τα δικαιολογητικά, που έχει υποβάλλει με την αίτησή του ο οφειλέτης. Ειδικά όταν πρόκειται για μικρή επιχείρηση τάσσεται και προθεσμία πέντε (5) ημερών για τον διορισμό εμπειρογνώμονα, που είναι προαιρετικός στην περίπτωση αυτή. · Στάδιο 10ο: [ Περιθώριο στους Πιστωτές ενός μήνα για αντιπροτάσεις ] Εάν δεν διοριστεί εμπειρογνώμονας (στην περίπτωση της μικρής επιχείρησης), τάσσεται από το συντονιστή στους δανειστές προθεσμία ενός (1) μήνα για την αποστολή αντιπροτάσεων. · Στάδιο 11ο: [αίτημα διορισμού εμπειρογνώμονα ] Εάν υποβληθεί αίτημα διορισμού εμπειρογνώμονα από συμμετέχοντες πιστωτές που είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του 1/3 των απαιτήσεων (προαιρετικός διορισμός, μικρή επιχείρηση) ή πρόκειται για μεγάλη επιχείρηση οπότε ο διορισμός του εμπειρογνώμονα είναι υποχρεωτικός, προβλέπεται και πάλι προθεσμία ενός (1) μήνα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας επιλογής εμπειρογνώμονα. · Στάδιο 12ο: [ Έκθεση αξιολόγησης της βιωσιμότητας από τον εμπειρογνώμονα ] Στην περίπτωση που διοριστεί εμπειρογνώμονας, είτε πρόκειται για μικρή είτε για μεγάλη επιχείρηση, υποβάλλεται από αυτόν εντός τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από τον διορισμό του και κατόπιν της παραλαβής του συνόλου των απαιτούμενων εγγράφων, προς τον συντονιστή η έκθεση αξιολόγησης της βιωσιμότητας του οφειλέτη και το σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών, εφόσον του είχε ανατεθεί η εκπόνησή του. · Στάδιο 13ο: [ Κοινοποίηση του σχέδιου αναδιάρθρωσης και της έκθεσης βιωσιμότητας ] Το σχέδιο αναδιάρθρωσης και η έκθεση βιωσιμότητας κοινοποιούνται από τον συντονιστή προς τον οφειλέτη και τους συμμετέχοντες πιστωτές και, αν πρόκειται για μεγάλη επιχείρηση, τίθεται προθεσμία δύο (2) μηνών από το χρονικό σημείο που έλαβε χώρα η τελευταία κοινοποίηση προκειμένου να ληφθεί απόφαση επί του σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών ή να αποσταλούν αντιπροτάσεις από τους πιστωτές. · Στάδιο 14ο: [ Αντιπροτάσεις των πιστωτών ] Από τον χρόνο που θα συγκεντρωθούν οι αντιπροτάσεις των πιστωτών, συζητούνται από κοινού και με τον οφειλέτη, και μπορούν να διατυπωθούν παρατηρήσεις από όλους εντός δεκαπέντε (15) ημερών. · Στάδιο 15ο: [Ψηφοφορία ] Εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη της παραπάνω προθεσμίας ο οφειλέτης δηλώνει ποιά ή ποιες αντιπροτάσεις αποδέχεται και αυτές τίθενται σε ψηφοφορία. Υιοθετείται η αντιπρόταση που συγκεντρώνει το 60% του συνόλου των απαιτήσεων των συμμετεχόντων πιστωτών, στις οποίες πρέπει να περιλαμβάνεται το 40% των εμπραγμάτως ασφαλισμένων απαιτήσεων. Εάν δεν υπάρχει αντιπρόταση, ή καμία δεν συγκεντρώνει την πλειοψηφία, ή το σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών που εκπονήθηκε από τον εμπειρογνώμονα δεν εγκρίθηκε από τον οφειλέτη, σε ψηφοφορία τίθεται η πρόταση του οφειλέτη που χρειάζεται και αυτή την ως άνω πλειοψηφία. [ Ενστάσεις και λήψη πρόσθετων στοιχείων ] Οι συµµετέχοντες πιστωτές που καταψήφισαν την πρόταση αναδιάρθρωσης που εγκρίθηκε έχουν δικαίωµα να υποβάλουν εγγράφως στο συντονιστή ενστάσεις κατά της διαδικασίας διαπραγµάτευσης. Ο συντονιστής φυλάσσει τα αντίγραφα των ενστάσεων και χορηγεί αντίγραφα σε οποιονδήποτε θεµελιώνει έννοµο συµφέρον. Επίσης κάθε συµµετέχων πιστωτής έχει δικαίωµα να ζητήσει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας πρόσθετα έγγραφα και στοιχεία από τον οφειλέτη, εφόσον αυτά σχετίζονται µε τη διαπραγµάτευση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Όταν το αίτηµα υποβάλλεται από πιστωτή που εκπροσωπεί ποσοστό των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη µικρότερο του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), ο οφειλέτης µπορεί να αρνηθεί, εφόσον θεωρεί ότι κατά τη συνήθη πορεία των πραγµάτων θα υποστεί ουσιώδη βλάβη, καθ’ ο µέρος από τα στοιχεία αυτά θα αποκαλυφθούν επιχειρηµατικά του απόρρητα. Επί διαφωνίας, αποφασίζουν οι συµµετέχοντες πιστωτές µε πλειοψηφία εξήντα τοις εκατό (60%). [ Δυνατότητα παράτασης προθεσμιών ] : Οι προθεσµίες που προβλέπονται ανωτέρω παρατείνονται στις εξής περιπτώσεις: α) αν υποβάλει σχετικό αίτηµα πιστωτής, ο οποίος ζητεί συµπληρωµατικά έγγραφα σύµφωνα µε την παράγραφο 11 και συναινεί στο αίτηµά του τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) των συµµετεχόντων πιστωτών, β) αν η πλειοψηφία των συµµετεχόντων πιστωτών συναινεί σε σχετικό αίτηµα, γ) αν υποβάλει σχετικό αίτηµα το Δηµόσιο, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν υποβληθεί προτάσεις από πιστωτικά ιδρύµατα ούτε έχει διοριστεί εµπειρογνώµονας .Στις παραπάνω περιπτώσεις αναβάλλεται και η συνάντηση που είχε ήδη οριστεί σύµφωνα µε την παράγραφο 12. Τα αιτήµατα για την παράταση προθεσµιών υποβάλλονται προς τον συντονιστή και περιλαµβάνουν υποχρεωτικά και το χρόνο της παράτασης, ο οποίος συνολικά δεν µπορεί να υπερβαίνει το χρόνο της αρχικής προθεσµίας, ακόµα και όταν υποβάλλονται περισσότερα, ταυτόχρονα ή διαδοχικά, αιτήµατα για παράταση της ίδιας προθεσµίας. Αν αναβληθεί συνάντηση, ο συντονιστής ορίζει νέα υποχρεωτικά εντός πέντε (5) εργάσιµων ηµερών. Ο συντονιστής ενηµερώνει τον οφειλέτη και τους συµµετέχοντες πιστωτές για την παράταση προθεσµίας και την αναβολή συνάντησης µε την αποστολή σχετικής ειδοποίησης. Στάδιο 16ο: [ Υπογραφή της σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών] Υπογράφεται η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, εφόσον επιτευχθεί συμφωνία και με ηλεκτρονικά μέσα, διαφορετικά υπογράφεται πρακτικό αποτυχίας. Ο συντονιστής επιμελείται την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Σύνταξη και κοινοποίηση πρακτικού περαίωσης από τον συντονιστή : Μετά το πέρας της διαδικασίας ο συντονιστής καταρτίζει πρακτικό περαίωσής της στο οποίο αναφέρει υποχρεωτικά: α) την ύπαρξη απαρτίας των συµµετεχόντων πιστωτών, β) πρόσθετα έγγραφα και στοιχεία που χορηγήθηκαν από τον οφειλέτη στους συµµετέχοντες πιστωτές, γ) τη σύµφωνη γνώµη του οφειλέτη στα σχέδια σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών που τέθηκαν σε ψηφοφορία, δ) τα σχέδια σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών που τέθηκαν σε ψηφοφορία, ε) τα ποσοστά πλειοψηφίας για την λήψη απόφασης από τους συµµετέχοντες πιστωτές σχετικά µε την έγκριση σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, στ) διαβεβαίωση του συντονιστή ότι κατά τη διαδικασία διαπραγµάτευσης τηρήθηκαν οι διατάξεις του παρόντος νόµου και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, ζ) ενστάσεις συµµετεχόντων πιστωτών που καταψήφισαν. Το πρακτικό υπογράφεται από τον συντονιστή και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στον οφειλέτη και τους συµµετέχοντες πιστωτές και φυλάσσεται από τον συντονιστή. Κάθε µέρος που µετείχε στην διαδικασία, καθώς και οποιοσδήποτε µη συµµετέχων πιστωτής ή συνοφειλέτης δικαιούται να λάβει από τον συντονιστή αντίγραφο του πρακτικού περαίωσης της διαπραγµάτευσης. · Στάδιο 17ο: [ Επικύρωση (προαιρετική) από το Δικαστήριο της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών ] Κατά την άποψή μου είναι απαραίτητη ώστε να δεσμεύει το σύνολο των πιστωτών, ανεξαρτήτως συµµετοχής τους στη διαπραγμάτευση ή τη «σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών». Μετά την υπογραφή της συμβάσεως αναδιάρθρωσης ο οφειλέτης ή οποιοσδήποτε συμμετέχων πιστωτής μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο, διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) την επικύρωση της συμφωνίας. Ο χρόνος επικύρωσης θα πρέπει να μην υπερβεί, σύμφωνα με τον Νόμο, τους πέντε (5) μήνες (προσδιορισμός της συζήτησης της αίτησης εντός 2 μηνών από την κατάθεση και δημοσίευση της απόφασης του Δικαστηρίου εντός 3 μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης). Ειδικότερα 1. Ο οφειλέτης ή ο συµµετέχων πιστωτής µπορεί να υποβάλει στο Πολυµελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει έδρα ο οφειλέτης, αίτηση για την επικύρωση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Η υπόθεση εκδικάζεται κατά τις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι παρεµβάσεις, πρόσθετες ή κύριες, ασκούνται αποκλειστικά µε κατάθεση προτάσεων κατά τη συζήτηση της αίτησης στο ακροατήριο χωρίς τήρηση προδικασίας. 2. Με την κατάθεση της αίτησης συνυποβάλλονται στη Γραµµατεία του Δικαστηρίου υποχρεωτικά τα ακόλουθα έγγραφα: α) αντίγραφο της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, β) πρακτικό περαίωσης της διαδικασίας, γ) αποδεικτικά της κλήτευσης των πιστωτών, σύµφωνα µε την παράγραφο 2 του άρθρου 7, δ) αντίγραφο της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών µαζί µε όλα τα συνοδευτικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 5, καθώς και τυχόν πρόσθετα έγγραφα και στοιχεία που χορηγήθηκαν από τον οφειλέτη στους συµµετέχοντες πιστωτές, ε) η έκθεση αξιολόγησης βιωσιµότητας του οφειλέτη, αν έχει εκπονηθεί, στ) οι ενστάσεις των συµµετεχόντων πιστωτών που έχουν υποβληθεί σύµφωνα µε την παράγραφο 10 του άρθρου 8. Οποιοσδήποτε θεµελιώνει έννοµο συµφέρον µπορεί να λάβει από τη Γραµµατεία του Δικαστηρίου αντίγραφα της αίτησης επικύρωσης και των συνοδευτικών εγγράφων. 3. Από την κατάθεση της αίτησης για την επικύρωση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και έως την έκδοση απόφασης από το αρµόδιο δικαστήριο για την επικύρωση ή µη της συµφωνίας αναδιάρθρωσης, αναστέλλονται αυτοδικαίως τα µέτρα, εκκρεµή ή µη, ατοµικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση απαιτήσεων που ρυθµίζονται από τη σύµβαση. Κατά τη διάρκεια της αναστολής απαγορεύεται η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού µέτρου κατά του οφειλέτη, εκτός αν πρόκειται για εγγραφή προσηµείωσης υποθήκης ή άλλο ασφαλιστικό µέτρο που έχει συµφωνηθεί µε τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών ή για ασφαλιστικό µέτρο µε το οποίο επιδιώκεται η αποτροπή της αποµάκρυνσης ή αφαίρεσης ή µετακίνησης κινητών πραγµάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισµού, η οποία δεν έχει συµφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη. Αν κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης για την επικύρωση εκκρεµεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται µε την κοινοποίηση εκ µέρους του οφειλέτη στα όργανα εκτέλεσης της αίτησης για την επικύρωση της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Όταν η διαδικασία επισπεύδεται από τη φορολογική διοίκηση µε βάση τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων, όργανο εκτέλεσης είναι η αρµόδια για την επιδίωξη της είσπραξης υπηρεσία της φορολογικής διοίκησης. 4. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται εντός δύο (2) µηνών από την κατάθεση. Η απόφαση του δικαστηρίου δηµοσιεύεται εντός τριών (3) µηνών από την ηµεροµηνία της συζήτησης. 5. Αν ο οφειλέτης είναι πρόσωπο εγγεγραµµένο στο Γενικό Εµπορικό Μητρώο σύµφωνα µε το ν. 3419/2005 (Α΄ 297), η αίτηση για την επικύρωση υποβάλλεται, επί ποινή απαραδέκτου, προς καταχώριση και δηµοσιεύεται στο διαδικτυακό τόπο του ΓΕ.ΜΗ. µε επιµέλεια και δαπάνες του αιτούντος, εντός πέντε (5) εργάσιµων ηµερών από την κατάθεση στο δικαστήριο. Για τους λοιπούς οφειλέτες η ανωτέρω δηµοσίευση γίνεται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Ο αιτών ειδοποιεί εντός της προθεσµίας του πρώτου εδαφίου τους πιστωτές στους οποίους κοινοποιήθηκε το απόσπασµα της αίτησης υπαγωγής στη διαδικασία και µε έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 7 για την κατάθεση της αίτησης επικύρωσης και την ηµεροµηνία συζήτησής της. Ο αρµόδιος δικαστής µπορεί κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 748 του Κ.Πολ.Δ. να διατάξει την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών του οφειλέτη, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσµία της κλήτευσης. Αν υπάρχουν χρέη του οφειλέτη προς το Δηµόσιο ή προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, διατάσσεται υποχρεωτικά η κλήτευση τούτων. 6. Το δικαστήριο εξετάζει όλες τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν εγγράφως κατά της διαδικασίας διαπραγµάτευσης, καθώς και κάθε άλλη ένσταση που προβάλλεται ενώπιόν του, και κατόπιν εκδίδει την απόφασή του. Απορριπτική απόφαση εκδίδεται µόνο εφόσον συντρέχει µία από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) παραβιάστηκαν οι υποχρεωτικοί κανόνες που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 15, β) παραβιάστηκαν άλλοι κανόνες της διαδικασίας και η βλάβη που η παράβαση αυτή προκάλεσε σε συµµετέχοντα ή µη πιστωτή δεν µπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά, γ) δεν κλητεύθηκαν στη διαδικασία διαπραγµάτευσης πιστωτές που είναι δικαιούχοι ποσοστού επί του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη ικανού να ανατρέψει τη σύναψη της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, δ) αποδεικνύεται ότι ο οφειλέτης δεν εκπληρώνει τις χρηµατικές υποχρεώσεις του, σύµφωνα µε τους όρους της σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. ε) μη συμβαλλόμενοι πιστωτές αμφισβητούν το ποσό της απαίτησής τους, όπως αυτό προσδιορίστηκε από τον οφειλέτη, το συντονιστή ή τον εμπειρογνώμονα, προκύπτει ότι το αμφισβητούμενο μέρος της απαίτησης αντιστοιχεί σε ποσοστό επί του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη ικανό να ανατρέψει τη σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και αποδεικνύεται ενώπιον του δικαστηρίου η βασιμότητα της αξίωσης του πιστωτή, κατά το αμφισβητούμενο μέρος. Αν η αίτηση επικύρωσης απορριφθεί τελεσίδικα, η σύµβαση αναδιάρθρωσης παύει να ισχύει έναντι όλων και εφαρµόζεται αναλόγως η παράγραφος 2 του άρθρου 14. 7. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου που επικυρώνει τη σύµβαση δεν επιτρέπεται άσκηση οποιουδήποτε ένδικου µέσου ή τριτανακοπής. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση για την επικύρωση επιτρέπεται η άσκηση έφεσης. 8. Η απόφαση για την επικύρωση καταλαµβάνει το σύνολο των απαιτήσεων του οφειλέτη που ρυθµίζονται στη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και δεσµεύει τον οφειλέτη και το σύνολο των πιστωτών, ανεξαρτήτως συµµετοχής τους στη διαπραγµάτευση ή τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Η απόφαση για την επικύρωση αποτελεί τίτλο εκτελεστό. Αν ο οφειλέτης είναι πρόσωπο εγγεγραµµένο στο Γενικό Εµπορικό Μητρώο σύµφωνα µε το ν. 3419/2005 (Α΄ 297), η απόφαση για την επικύρωση καταχωρίζεται και δηµοσιεύεται στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. µε επιµέλεια και δαπάνες του αιτούντος. Για τους λοιπούς οφειλέτες η ανωτέρω δηµοσίευση γίνεται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. 9. Από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 4 και έως την ολοσχερή εξόφληση των οφειλών που ρυθµίζονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης ή την ακύρωσή της κατά το άρθρο 14, αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθµιζόµενων οφειλών. ( άρθρο 12 του Ν. 4469/2017 ) [ Πηγή : Για την σύνταξη της ανωτέρω ενότητας σημαντικά στοιχεία λήφθηκαν από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, η οποία έχει συντάξει ερωτηματολόγιο / πλοηγό του νόμου, το οποίο μπορείτε να βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.hba.gr/info/OutOfCourtWorkout ] ●●● Ψ Ψήφοι που απαιτούνται - «Απαρτία» και «πλειοψηφία» - Πως ψηφίζει το Δημόσιο : «Απαρτία» «Απαρτία συµµετεχόντων πιστωτών» υπάρχει όταν συµµετέχουν στη διαδικασία πιστωτές που είναι δικαιούχοι τουλάχιστον του πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Δεν λαµβάνονται υπόψη για το σχηµατισµό απαρτίας απαιτήσεις προσώπων συνδεδεµένων µε τον οφειλέτη και απαιτήσεις πιστωτών που δεν δεσµεύονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών . «Πλειοψηφία» Ως «πλειοψηφία συµµετεχόντων πιστωτών» νοείται η πλειοψηφία των συµµετεχόντων πιστωτών που σχηµατίζεται µε βάση ποσοστό επί του συνόλου των απαιτήσεων των συµµετεχόντων πιστωτών. Δεν λαµβάνονται υπόψη για το σχηµατισµό της πλειοψηφίας συµµετεχόντων πιστωτών απαιτήσεις προσώπων συνδεδεµένων µε τον οφειλέτη. Ως «ποσοστό συµµετεχόντων πιστωτών µε ειδικό προνόµιο» νοείται το ποσοστό των συµµετεχόντων πιστωτών που σχηµατίζεται επί του συνόλου των απαιτήσεων των συµµετεχόντων πιστωτών που εξασφαλίζονται µε υποθήκη, προσηµείωση υποθήκης, ενέχυρο ή άλλο ειδικό προνόµιο του άρθρου 976 του Κ.Πολ.Δ.. Δεν λαµβάνονται υπόψη για το σχηµατισµό του ποσοστού συµµετεχόντων πιστωτών µε ειδικό προνόµιο απαιτήσεις προσώπων συνδεδεµένων µε τον οφειλέτη. Στην έννοια των «οφειλών» συµπεριλαµβάνονται και οι οφειλές νοµικών ή φυσικών προσώπων που προήλθαν από διαδοχή επιχειρήσεων, σύµφωνα µε το άρθρο 479 του Αστικού Κώδικα. Στην περίπτωση αυτή η µεταβιβάζουσα επιχείρηση δεν συµπεριλαµβάνεται στην έννοια του συνοφειλέτη της περίπτωσης γ΄. ( άρθρο 1, παρ. 2 του Ν. 4469/2017 ) Για την έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών απαιτείται συµφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία τριών πέµπτων (3/5) [ 60% ] των συµµετεχόντων πιστωτών, στους οποίους συµπεριλαµβάνεται ποσοστό δύο πέµπτων (2/5) [ 40% ] των συµµετεχόντων πιστωτών µε ειδικό προνόµιο. ( άρθρο 8, παρ. 8 του Ν. 4469/2017 ) Καθορισμός των κριτηρίων για τη διαμόρφωση της ψήφου του Δημοσίου Στις περιπτώσεις συμμετοχής του Δημοσίου, ως πιστωτή, στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη ή αντιπρόταση πιστωτή για αναδιάρθρωση οφειλών που τίθεται σε ψηφοφορία κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 4469/2017, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1105/2017. Στις προϋποθέσεις αυτές εμπίπτει η εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 του νόμου. ΠΟΛ.1105/2017 - Καθορισμός των κριτηρίων για τη διαμόρφωση της ψήφου του Δημοσίου στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων, της μεθοδολογίας και των κριτηρίων για τον προσδιορισμό των δόσεων αποπληρωμής οφειλών προς το Δημόσιο με σύμβαση αναδιάρθρωσης και ειδικότερων θεμάτων για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 13 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017 Καθορισμός των κριτηρίων για τη διαμόρφωση της ψήφου των Ασφαλιστικών Φορέων Αριθμ. πρωτ.: 32320/1841/2017 - Καθορισμός της μεθοδολογίας και των κριτηρίων για τον προσδιορισμό του αριθμού και του ύψους των δόσεων, καθώς και των κριτηρίων για τη διαμόρφωση της ψήφου του Κ.Ε.Α.Ο. κατά τη διαδικασία της εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του ν. 4469/2017 ●●● Ω Ώρα για αποφάσεις : Πριν υποβάλουμε λοιπόν την «αίτηση», πρέπει να σκεφτούμε τα εξής ( «καλά» και «κακά» ) : · Ποιες θα είναι οι προσδοκώμενες «Ελεύθερες Ταμειακές Ροές» της επιχείρησης ( δηλ. η ρευστότητα μας ) ; Γιατί η επίτευξη μιας « καλής » ρύθμισης και η μελλοντική αδυναμία να την εξυπηρετήσουμε θα κάνει τα πράγματα ίδια και χειρότερα, με αυτά προ της « ρύθμισης». Θυμίζω ότι σε κάθε «σχέδιο» πρόβλεψης/προσδοκίας συνηθίζεται να υπάρχουν τρία σενάρια ( το αισιόδοξο, το μεσαίο και το απαισιόδοξο ) · Σε ποιους (Δημόσιο & Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, Τράπεζες ή Προμηθευτές ) χρωστάμε τα πιο πολλά ; Γιατί αυτό αφενός θα επηρεάσει την μετέπειτα λειτουργία μας και αφετέρου το είδος του «Πιστωτή» αυτού, θα είναι αυτό που θα έχει τον πρώτο λόγο στις διαπραγματεύσεις. ( Για το θέμα αυτό δείτε παρακάτω την «τυπολογία » των επιχειρήσεων ) [ «Τυπολογία » των επιχειρήσεων που ενδιαφέρονται για την ένταξή τους στον «Εξωδικαστικό μηχανισμό » : Επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές σε Δημόσιο και Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, Τράπεζες και Προμηθευτές. Στην ουσία οι περισσότερες από αυτές είναι «κατεστραμμένες» και όποιες από αυτές έχουν την δυνατότητα για αύξηση του τζίρου τους, χρειάζονται και επιπρόσθετη τραπεζική χρηματοδότηση, αφού συνήθως οι Προμηθευτές τους περιορίζουν σημαντικά την παρεχόμενη πίστωση. Επειδή όμως «ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται » και «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία», οι πιο πολλές από αυτές θα προχωρήσουν στην υποβολή της «αίτησης» Επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές κυρίως στο Δημόσιο και Ασφαλιστικούς Οργανισμούς. Οι περισσότερες από τις εταιρείες αυτές θα αναγκαστούν να ομολογήσουν (και επισήμως) στους Προμηθευτές τους την « οικονομική τους αδυναμία» με κίνδυνο τον σημαντικό περιορισμό της παρεχόμενης από αυτούς πίστωσης. Επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές κυρίως στις Τράπεζες. Οι περισσότερες από τις εταιρείες αυτές θα αναγκαστούν να ομολογήσουν (και επισήμως) στους Προμηθευτές τους την « οικονομική τους αδυναμία» με κίνδυνο τον σημαντικό περιορισμό της παρεχόμενης από αυτούς πίστωσης. Εναλλακτικά στις περιπτώσεις αυτές θα έπρεπε να διερευνηθεί η απευθείας επαφή με τις Τράπεζες, για ρύθμιση βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών. Σημειώνουμε ότι : «Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το 60% των δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις εντάσσεται στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα. Από αυτά, το 48% έχει καταγγελθεί από τις τράπεζες, το 26% είναι σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και το υπόλοιπο 26% είναι αβέβαιης είσπραξης ή σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών» ( Πηγή : www.protothema.gr ( άρθρο των Αλέξανδρος Κασιμάτης και Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου της 03/07/2017 ). Επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές κυρίως στους Προμηθευτές. Σημαντικά μικρότερη η κατηγορία των επιχειρήσεων αυτών. Αλλά και σε αυτή ελλοχεύει ο κίνδυνος να μάθουν την « οικονομική τους αδυναμία» της επιχείρησης και οι άλλοι προμηθευτές ] . Η ανωτέρω κατάταξη σηματοδοτεί και το είδος του «Πιστωτή», που θα έχει το «πάνω χέρι» κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων. · Είστε σίγουροι ότι έχετε αποφασίσει την παροχή όλων των ζητούμενων στοιχείων ( π.χ δήλωση για κάθε µεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης και για κάθε καταβολή µερίσµατος από τον οφειλέτη προς τους µετόχους ή εταίρους ή π.χ κατάλογος των προσώπων που αµείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεµένα πρόσωπα µε αυτόν, καθώς και ανάλυση των αµοιβών αυτών κατά τους τελευταίους 24 µήνες πριν από την υποβολή της αίτησης ή π.χ ισοζύγιο τελευταίου µηνός τεταρτοβάθµιων λογαριασμών και στους προμηθευτές ( στο οποίο ίσως θα πρέπει να δικαιολογηθεί το υψηλό υπόλοιπο ταμείου ή το υψηλό υπόλοιπο των δοσοληπτικών λογαριασμών . ) · Να θυμόμαστε ότι με αίτησή τους Τράπεζες και Δημόσιο, μπορούν να σας ζητήσουν, να υποβάλλεται αίτηση ένταξης στον « εξωδικαστικό μηχανισμό » · Να θυμόμαστε ότι θα ζητηθούν αρκετά στοιχεία από τους «συνοφειλέτες» σας. · Να θυμόμαστε ότι η διαδικασία δεν έχει μόνο το στάδιο της « αίτησης», αλλά και το στάδιο των «διαπραγματεύσεων». · Να θυμόμαστε ότι με την διαδικασία των «διαπραγματεύσεων», μπορείται να πετύχετε όχι μόνο ρύθμιση των οφειλών αλλά και απομείωση ( «κούρεμα» ) αυτών, ίσως και σημαντικό. · Με τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών µπορεί να ρυθµίζεται το δικαίωµα πιστωτή να εγγράψει υποθήκη, προσηµείωση υποθήκης ή ειδικό προνόµιο στα περιουσιακά σας στοιχεία για εξασφάλιση των ρυθµιζόµενων µε τη σύµβαση απαιτήσεων. · Κάθε τέτοια διαδικασία πρέπει να την δούμε ίσως και σας ευκαιρία για να «ρυθμίσουμε» καλύτερα και την λειτουργία και την απόδοση της επιχείρησής μας. · «Ενθυμούμαστε όλοι, τις πρώτες ημέρες εφαρμογής του άρθρου 99 της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης των επιχειρήσεων. Ο ενθουσιασμός και οι πρώτες αντιδράσεις τόσο του τύπου όσο και του επιχειρηματικού κόσμου έδιναν την εντύπωση ότι όλοι όσοι μπορεί να ενέπιπταν στις διατάξεις αυτές, ήθελαν να ενταχθούν χωρίς καν να γνωρίζουν τα πιθανά οφέλη και τις απορρέουσες υποχρεώσεις από την πιθανή ένταξη τους. Έτσι και σήμερα βλέπουμε την ιστορία να επαναλαμβάνεται. ……. Τονίζουμε το σημείο αυτό γιατί δεν έχει γίνει κατανοητό από τη πλειονότητα των επιχειρήσεων, ότι θα πρέπει να γίνει ενημέρωση όλων των πιστωτών και όχι επιλεκτική ενημέρωση εκείνων οι οποίοι ξέρουμε πως δεν θα αντιδράσουν αρνητικά στην είδηση της συμμετοχής του οφειλέτη στη διαδικασία αυτή. …… Η εικόνα μιας επιχείρησης που εντάσσεται στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών είναι πολύ πιθανόν να θεωρηθεί από κάποιους ως δείγμα αδυναμίας υγιούς λειτουργίας και ενδεχόμενης στάσης πληρωμών……..Πρέπει να γίνει απόλυτα αντιληπτό ότι ο νόμος αυτός αφορά επιχειρήσεις οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας που βρίσκονται ορισμένες φορές ένα βήμα πριν την δικαστική διάσωσή τους ή χρεοκοπία τους. Η ένταξη τους στον εξωδικαστικό μηχανισμό μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να δώσει λύσεις και να εξυγιάνει προβληματικές επιχειρήσεις οι οποίες έχουν προοπτικές ανάκαμψης. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως νόμος ρύθμισης οφειλών στο Δημόσιο και Ασφαλιστικούς φορείς (όπως παλιότερα οι 100 δόσεις)…..» ( από το άρθρο του Γιώργου Δαλιάνη Εξωδικαστικός συμβιβασμός για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ) · Χρειάζεται λοιπόν πριν προχωρήσουμε στην υποβολή της « αίτησης », μια « προκαταρτική μελέτη » των δεδομένων, των προοπτικών και των στόχων της επιχείρησης και του επιχειρηματία, από την οποία θα προκύψει και η πρότασή του για τον τρόπο ρύθµισης των οφειλών σας. Εκτός και αν θέλετε να κάνετε μια «πρόταση», έτσι για να «φύγει » η αίτηση, να πάρετε μια « προσωρινή αναστολή» και βλέπετε μετά τι θα γίνει…. · Σε κάθε περίπτωση πάντως οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, οφείλουν να δουν το « εξωδικαστικό μηχανισμό» με σοβαρότητα, αφού η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ ( Υπεύθυνος Κρατικός φορέας ), δείχνει διατεθειμένη με έργα, να βοηθήσει την «διαπραγμάτευση » και να βελτιώσει, τυχόν ατέλειες του Νόμου. …………………………………….. Τέλος η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι τελικά στον « εξωδικαστικό συμβιβασμό » θα ενταχθούν πολύ λιγότερες επιχειρήσεις σε σχέση με τις εκτιμήσεις που υπάρχουν και φυσικά πολύ λιγότερες θα αντέξουν την εξυπηρέτηση της « ρύθμισης ». Εκτός και αν οι Τράπεζες επιδείξουν ευελιξία, αναλύοντας και κατανοώντας την κάθε επιχείρηση ξεχωριστά και επιπλέον εφόσον δέχονται την « βιωσιμότητα» του υποβαλλόμενου σχεδίου, θα πρέπει κατά περίπτωση να προβούν σε νέες χρηματοδοτήσεις. Επίσης η απαιτούμενη και αναγκαία «διαφάνεια», που πρέπει να δείξει ο Οφειλέτης και οι συνοφειλέτες προς όλους τους Πιστωτές, είναι κάτι που μάλλον δεν υπάρχει ακόμα στην «Ελληνική επιχειρηματική κουλτούρα » και αυτό θα «φοβίσει» αρκετούς επιχειρηματίες …. Η δυνατότητα επιλεκτικής ρύθμισης των οφειλών, ίσως είναι μια λύση…. Πηγές : 1) Σεμινάρια GRANT VALUE Α.Ε – Εισηγητές : Ασημάκης Γιώργος, Δαλιάνης Γιώργος, Ζήρας Φίλιππος και Νιφορόπουλος Κώστας. 2) Taxheaven : Πλήρης οδηγός και υλικό για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό ρύθμισης οφειλών και την υποβολή της αίτησης και αναλυτικά δείτε στο λήμμα : Νομοθεσία και πηγές πληροφόρησης. 3) Ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους: www.keyd.gov.gr 4) «Συχνές ερωτήσεις - απαντήσεις από την Ε.Ε.Τ. για τον εξωδικαστικό μηχανισμό» : ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠΕΖΩΝ, www.hba.gr

Πηγή: http://www.taxheaven.gr

Παράνομη επεξεργασία δεδομένων πιστωτικής κάρτας από εταιρία κινητής τηλεφωνίας (Α'δημοσίευση) - Απόφαση 89/2017 Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

$
0
0

Παράνομη επεξεργασία δεδομένων πιστωτικής κάρτας από εταιρία κινητής τηλεφωνίας (Α'δημοσίευση)

Απόφαση 89/2017 Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Α'Δημοσίευση): Παράβαση του νόμου περί προστασίας...δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα- Στο δικαίωμα πρόσβασης εμπίπτει και το δικαίωμα του υποκειμένου να λάβει σαφείς πληροφορίες σχετικά με τα δεδομένα που τον αφορούν - Παράβαση λόγω παροχής αντιφατικών απαντήσεων του υπευθύνου  επεξεργασίας - Παράνομη επεξεργασία δεδομένων πιστωτικής κάρτας κατόπιν μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης υπαλλήλου για καταχώρηση πάγιας εντολής εξόφλησης λογαριασμού κινητής τηλεφωνίας- Χρήση στοιχείων πιστωτικής κάρτας και χρέωση αυτής χωρίς σχετική εξουσιοδότηση- Παραβίαση ασφάλειας δεδομένων- Μη εύλογο χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών για διατήρηση δεδομένων πιστωτικών καρτών - Επιβάλλει πρόστιμο για μη ικανοποίηση δικαιώματος πρόσβασης και παράνομη επεξεργασία δεδομένων πιστωτικής κάρτας.  Δείτε το πλήρες κείμενο της απόφασης εδώ

Πλήρης αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη λογω τραυματισμού σε τροχαίο και ανικανότητας προς εργασία

$
0
0

Πλήρης αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη λογω τραυματισμού σε τροχαίο και ανικανότητας προς εργασία,

Δεκτή έγινε αγωγή κατά ασφαλιστικής εταιρείας σχετικά με τον τραυματισμό μοτοσικλετιστή από διερχόμενο αυτοκίνητο που παραβίασε την πινακίδα ΣΤΟΠ που είχε στην πορεία του.  Ο μοτοσικλετιστής που...φορούσε κράνος και εκινείτο σύννομα και με χαμηλή ταχύτητα, τραυματίστηκε  και στα δύο άνω άκρα με αποτέλεσμα να είναι ανίκανος προς εργασία για διάστημα τουλάχιστον δύο μηνών.
Η εργασία του μοτοσικλετιστή ήταν σερβιτόρος σε ξενοδοχείο πέντε αστέρων την καλοκαιρινή σεζόν και σε ταβέρνα με μερική απασχόληση τους υπόλοιπους μήνες.
Από την εργασία του αυτή εκτός από τους μισθούς του, αποκέρδαινε και φιλοδωρήματα, που αύξαναν σημαντικά τα εισοδήματά του, χωρίς όμως αυτά να αποδεικνύονται.
Ο τραυματισμός στα δύο άνω άκρα του, στέρησε από τον ενάγοντα την δυνατότητα να εργαστεί στην ταβέρνα για ένα μήνα τουλάχιστον και για έναν ακόμα μήνα στο πεντάστερο ξενοδοχείο που κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων όπως και τα δύο προηγούμενα έτη θα προσλαμβανόταν με 8ώρη καθημερινή απασχόληση.
Τελικά μετά από μερική αποκατάσταση της υγείας του και προκειμένου να μην χάσει τελείως την σεζόν αλλά κυρίως τις διασυνδέσεις του με τους εργοδότες του ξενοδοχείου και μείνει άνεργος, προσελήφθη ένα μήνα μετά την έναρξη της τουριστικής σεζόν με πλήρες ωράριο από το ξενοδοχείο.
Επειδή όμως το επάγγελμα του σερβιτόρου είναι απαιτητικό, καταπονεί συνεχώς τα χέρια και έχει ορθοστασία για πολλές ώρες, η κατάσταση της υγείας των χεριών του ενάγοντος παρουσίασε επιδείνωση με αποτέλεσμα να χρειαστεί να μειώσει τις ώρες εργασίας του από 8 (στην πραγματικότητα 10) σε 4 ώρες την ημέρα. Το γεγονός αυτό, εκτός από την μείωση του σταθερού μισθού του προκάλεσε και μείωση των φιλοδωρημάτων που λάμβανε από τους πελάτες του ξενοδοχείου.
Τα πραγματικά αυτά περιστατικά έκανε δεκτά στο μεγαλύτερο μέρος τους το δικάσαν δικαστήριο που επιδίκασε για διαφυγόντα κέρδη στον ενάγοντα σχεδόν 6000 ευρώ από τα 8.000 που αιτήθηκε με την αγωγή του. Στα ποσά αυτά συμπεριλαμβάνονταν και τα φιλοδωρήματα, που το δικαστήριο δέχθηκε ότι ελάμβανε ο ενάγων κατά την εργασία του και του τα επιδίκασε.
Επίσης το δικαστήριο δέχθηκε και του επιδίκασε αποζημίωση για τις υπηρεσίες της μητέρας του προς αυτόν καθ’όλο το διάστημα που ήταν ανίκανος να αυτοεξυπηρετείται, ποσού 300 ευρώ μηνιαίως και επίσης επιπλέον κονδύλιο για λήψη βελτιωμένης διατροφής ποσού 5 ευρώ το μήνα για ενάμιση περίπου μήνα.
Τα ποσά αυτά  επιδικάζονται μόνο εφόσον αιτηθούν με δικόγραφο αγωγής και με σωστή διατύπωση ώστε να είναι ορισμένα και σαφή. Διαφορετικά το δικαστήριο τα απορρίπτει και δεν προχωρεί στην επιδίκαση τους.
Στην συγκεκριμένη δε περίπτωση, η ασφαλιστική εταιρεία η οποία αναγνώρισε την αποκλειστική υπαιτιότητα του ζημιογόνου οχήματος που ήταν ασφαλισμένο σε αυτήν, πρότεινε εξωδικαστική αποζημίωση ποσού 8.000 ευρώ. Με την αγωγή που άσκησε ο παθών κέρδισε τελικά το ποσό των 18.000 ευρώ, ενώ 8.000 ευρώ του επιδικάσθηκαν μόνο για την ηθική του βλάβη. 
ΠΗΓΗ: http://www.legalnews24.gr

ΑΠ 96/2017 - Ευθύνη επιζώντος γονέα έναντι τέκνου λόγω αυθαίρετης διαχείρισης της περιουσίας του

$
0
0

Ευθύνη επιζώντος γονέα έναντι τέκνου λόγω αυθαίρετης διαχείρισης της περιουσίας του

ΑΠ 96/2017: Ευθύνη επιζώντος γονέα έναντι τέκνου λόγω αυθαίρετης διαχείρισης της περιουσίας του....
Κατάλειψη σε ανήλικο τέκνο περιουσίας με διαθήκη ενός από τους γονείς του, με ταυτόχρονο αποκλεισμό του επιζώντος γονέα από τη διαχείρισή της. Στην περίπτωση αυτή την καταλειφθείσα στο τέκνο περιουσία διοικεί είτε το πρόσωπο που ορίζεται στη διαθήκη είτε, ελλείψει τέτοιας πρόβλεψης, ειδικός επίτροπος που διορίζεται από το δικαστήριο. Αν ο επιζών γονέας, που έχει αποκλειστεί από τη διοίκηση, δεν φροντίσει για τον διορισμό ειδικού επιτρόπου αλλά αυθαιρέτως αναλάβει ο ίδιος τη διοίκηση και διαχείριση, ενέχεται σε αποζημίωση, εφόσον λόγω της υπαίτιας και πλημμελούς διαχείρισης της περιουσίας προκάλεσε ζημία στο τέκνο του. Ευθύνη του γονέα (και) για ελαφρά συγκεκριμένη αμέλεια. (Η περίληψη λήφθηκε από τα ΧρΙΔ 2017,345). Δείτε την απόφαση στο eod.gr
 
http://www.legalnews24.gr

Απόφαση του Αρείου Πάγου (677/2017) - Νέος Νόμος 4487/2017: Η καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας

$
0
0

Νέος Νόμος 4487/2017: Η καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης ο Νόμος 4487/2017 (ΦΕΚ Α' 116/09-08-2017) «Ηλεκτρονικό σύστημα διάθεσης τηλεοπτικού ...διαφημιστικού χρόνου, τροποποίηση του ν. 3548/2007, σύσταση μητρώου περιφερειακού και τοπικού Τύπου, ειδική σήμανση γραμμωτού κώδικα στις έντυπες εκδόσεις, δημιουργία θεσμικού πλαισίου για την ενίσχυση της παραγωγής οπτικοακουστικών έργων στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις».
Στο άρθρο 56 του νόμου προβλέπεται πλέον ρητά ότι η καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζόμενου από τον εργοδότη συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη, «στο άρθρο 7 του ν. 2112/1920 (Α' 67), όπως αυτό ισχύει μετά την προσθήκη του δεύτερου εδαφίου αυτού, δυνάμει του άρθρου 5 του ν. 4558/1930 (Α' 124), προστίθεται τρίτο εδάφιο που έχει ως εξής:
«Επίσης θεωρείται μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας η αξιόλογη καθυστέρηση καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών του εργαζομένου από τον εργοδότη, ανεξαρτήτως της αιτίας της καθυστέρησης.»
Η συγκεκριμένη νομοθετική πρόβλεψη έρχεται μετά την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου (677/2017) που σε συνέχεια προηγουμένων σχετικών αποφάσεων (ΑΠ. 381/2012, ΑΠ 795/2007)
έκρινε ότι η μη καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του μισθωτού, έστω και μακροχρόνια, δεν αρκεί από μόνη της να θεμελιώσει την έννοια της βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας του, αν δεν συνδέεται και με την πρόθεση του εργοδότη να εξαναγκάσει τον εργαζόμενο σε παραίτηση προκειμένου να αποφύγει την καταβολή σε αυτόν της αποζημίωσης απόλυσης.
 
http://www.legalnews24.gr/2017/08/44872017.html

Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά το Ν. 4335/2015

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά το Ν. 4335/2015

1              Προδιάθεση

Η πρόσφατη μεταρρύθμιση του Ν. 4335/2015 επέφερε ουσιώδεις νομοθετικές ...
μεταβολές στην ύλη των ειδικών διαδικασιών. Παρά το γεγονός ότι η ένταση της νομοθετικής παρέμβασης δεν αξιολογείται ως εξίσου ριζοσπαστική προς στις τροποποιήσεις της τακτικής διαδικασίας ή της αναγκαστικής εκτέλεσης, τα αποτελέσματα των τροποποιήσεων στην ύλη των ειδικών διαδικασιών πιθανώς  έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα αν συνεκτιμηθεί ο όγκος των υποθέσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των ειδικών διαδικασιών. Στο πλαίσιο της παρούσης  εισήγησης θα επιχειρηθεί η ανασκόπηση τους, με έμφαση την  προσπάθεια δογματικής ένταξης τους στο ευρύτερο πλαίσιο του ΚΠολΔ.

2              Διαδικαστικές προϋποθέσεις και κυριότερα δικονομικά ζητήματα στις δίκες που εισάγονται κατά τις ειδικέςδιαδικασίες.

2.1          Προδιάθεση

Ιδιαίτερα εκτεταμένες τροποποιήσεις επέφερε ο Ν. 4335/2015 στο πεδίο των ειδικών διαδικασιών, οι οποίες κυριολεκτικά αναδομούνται εξ υπαρχής. Η τελική ρύθμιση του Κώδικα υιοθετεί σε σημαντικό βαθμό το Σχέδιο της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής υπό τον Αντιπρόεδρο ΑΠ Ι. Παπανικολάου και εισηγητή τον Γ. Τιμαγένη . Σε σύγκριση με άλλες ενότητες του νέου Κώδικα, οι τροποποιήσεις στο πεδίο των ειδικών διαδικασιών έτυχαν συγκριτικά της ευμενέστερης κριτικής. Τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας ρύθμισης συγκεφαλαιώνονται σταακόλουθα.
Η νέα ρύθμιση των ειδικών διαδικασιών συμπυκνώνεται σε πολύ λιγότερες διατάξεις καταλαμβάνοντας πλέον τα άρθρα 591-645, ενώ καταργούνται από  την αρίθμηση του Κώδικα τα άρθρα 646-681 Δ. Κεντρική ιδέα της νέας ρύθμισης είναι η συστηματοποίηση των ειδικών διαδικασιών σε τρεις κατηγορίες: α) τις οικογενειακές διαφορές (άρθρα 592-613), όπου εντάσσονται οι ειδικές διαδικασίες των γαμικών διαφορών, των διαφορών από σχέσεις γονέων και τέκνων και του άρθρου 681 Β ΚΠολΔ, β) των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614-622 Ε), όπου εντάσσονται οι ειδικές διαδικασίες των πιστωτικών τίτλων, μισθωτικών διαφορών, εργατικών διαφορών,   των  διαφορών  από   αμοιβές,   των   αυτοκινητικών  διαφορών  καιτων

διαφορών από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές και γ) της διαδικασίας των διαταγών (άρθρα 623-645), όπου εντάσσονται οι ρυθμίσεις για την έκδοση διαταγής πληρωμής και διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου. Οι βασικές ρυθμίσεις, που ισχύουν για όλες τις ειδικές διαδικασίες, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, περιέχονται στο άρθρο 591 ΚΠολΔ. Στις οικογενειακές διαφορές, το πεδίο εφαρμογής των οποίων οριοθετείται στο άρθρο 592 ΚΠολΔ, καθιερώνεται παράλληλα με τη κεντρική ρύθμιση του άρθρου 591 ΚΠολΔ και ένα παράλληλο κοινό corpus διατάξεων (593-602 ΚΠολΔ) που αφορά και τις τρείς ομάδες διαφορών που εντάσσονται εδώ (γαμικές διαφορές, διαφορές από σχέσεις γονέων και τέκνων, διαφορές διατροφής και επιμέλειας τέκνων). Τέλος, εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις για έκαστη κατ’ ιδίαν ομάδα διαφορών στα άρθρα 603-605 ΚΠολΔ (γαμικές διαφορές), 606-609 ΚΠολΔ (διαφορές από σχέσεις γονέων και τέκνων) και τις λοιπές οικογενειακές διαφορές (610 – 613 ΚΠολΔ).
Στην κατηγορία των περιουσιακών διαφορών (614- 622 Β ΚΠολΔ) δεν εισάγεται  κοινό corpus διαδικαστικών ρυθμίσεων, οπότε το δικονομικό πλαίσιο για την  εκδίκαση των υποθέσεων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της ενότητας, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 614 ΚΠολΔ, προσδιορίζεται από τις διαδικαστικές ρυθμίσεις του άρθρου 591 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τις επιμέρους δικονομικές ρυθμίσεις που αφορούν τις μισθωτικές διαφορές (άρθρα 615-620), τις εργατικές διαφορές (άρθρα 620 Α-622) τις διαφορές από αμοιβές (άρθρα 622 Α-622 Α), τις διαφορές από πιστωτικούς τίτλους (622 Β). Παράλληλα με τις ανωτέρω ρυθμίσεις εφαρμόζονται στο μέτρο που δεν είναι αντίθετες και οι διατάξεις των άρθρων 1- 590 (591 § 1ΚΠολΔ).
Τέλος, στο Δ’ κεφάλαιο του Τέταρτου Βιβλίου εντάσσεται η διαδικαστική ρύθμιση των διαταγών προτάσσεται η διαδικαστική ρύθμιση της διαταγής πληρωμής (623 -637 ΚΠολΔ) και έπεται η ρύθμιση της διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου (638-645 ΚΠολΔ).
Παράλληλα με το άρθρο 9 § 8 Ν. 4335/2015 (μεταβατικές διατάξεις) εξαγγέλλεται ένας νέος θεσμός, η εντολή πληρωμής για την οποία εντούτοις προβλέπεται μόνον ότι «η διαδικασία έκδοσης, το περιεχόμενο, ο τύπος και οι έννομες συνέπειες της οποίας θα καθοριστούν με προεδρικό διάταγμα, που θα εκδοθεί ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και ΑνθρωπίνωνΔικαιωμάτων».

2.2          Ζητήματα διαχρονικούδικαίου


Δεδομένης της έκτασης και έντασης των νομοθετικών παρεμβάσεων στο πεδίο των ειδικών   διαδικασιών   παρίσταται   επιβεβλημένη   η   διερεύνηση   των   ζητημάτων

διαχρονικού δικαίου που αναμένεται πως θα ανακύψουν μετά την έναρξη ισχύος των νέων ρυθμίσεων.
Το ratione temporis πεδίο εφαρμογής των νέων ρυθμίσεων ρυθμίζεται στο άρθρο 9 § 2 Ν. 4335/2015 σύμφωνα με το οποίο «Οι διατάξεις για τα ένδικα μέσα και τις ειδικές διαδικασίες των άρθρων 591-645 εφαρμόζονται για τα κατατιθέμενα από τις 1.1.2016 ένδικα μέσα και αγωγές». Αν και η διατύπωση της ρύθμισης είναι αμφίσημη, μάλλον ορθότερο θα ήταν να γίνει δεκτό πως η εφαρμογή των ρυθμίσεων των ειδικών διαδικασιών περιορίζεται μόνον στις αγωγές που κατατίθενται μετά την 1.1.2016 χωρίς να καταλαμβάνει και τα ένδικα μέσα κατά αποφάσεων που εκδόθηκαν επί προγενέστερων αγωγών. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα καθιστούσε την διατύπωση του άρθρου 9 § 2 πλεοναστική καθώς de facto θα απέληγε στην εφαρμογή των νέων διατάξεων σε όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις για το ατέλεστο  μέρος τηςδιαδικασίας.
Η φραστική διατύπωση του άρθρου 9 § 2 Ν. 4335/2015 αναφέρεται ειδικώς σε αγωγές χωρίς να καταλαμβάνει λοιπά δικόγραφα. Δεδομένης της ταυτότητος του λόγου, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το πεδίο εφαρμογής της καταλαμβάνει επίσης αιτήσεις για την έκδοση διαταγής πληρωμής που υποβάλλονται μετά την 1.1.2016 αλλά και ανακοπές κατά διαταγών πληρωμής ή διαταγών απόδοσης μισθίου που κατατίθενται μετά την παραπάνω ημερομηνία. Μάλλον ορθότερο εμφανίζεται να γίνει δεκτή η ίδια λύση και αναφορικά με τις τριτανακοπές οι οποίες έχουν χαρακτήρα ενδίκου βοηθήματος και όχι ενδίκου μέσου, το οποίο ασκείται εξ ορισμού μετά την έκδοση οριστικής απόφασης και εισάγει νέα διακριτή έννομη σχέση δίκης.
Προβληματισμός δικαιολογείται αντίθετα ως προς τις ανταγωγές, παρεμπίπτουσες αγωγές και κύριες παρεμβάσεις που θα ασκηθούν μετά την 1.1.2016 επί ήδη εκκρεμών υποθέσεων. Αν και ελλείψει ειδικής ρύθμισης στις μεταβατικές διατάξεις του Ν. 4335/2015 για τις περιπτώσεις αυτές θα μπορούσε να γίνει λόγος για ανάλογη εφαρμογή του κανόνα του άρθρου 12 ΕισΝΚΠολΔ, η ερμηνευτική λύση αυτή θα απέληγε στο άτοπο να εκδικάζονται εξ ορισμού συναφή δικόγραφα (αγωγή και κύρια παρέμβαση) κατά διαφορετική διαδικασία. Μάλλον ορθότερο επομένως είναι να προκριθεί και εδώ η εκδοχή ότι προκειμένου για ήδη εκκρεμείς δίκες οι ανταγωγές και κύριες παρεμβάσεις εξακολουθούν να διέπονται  από το προϊσχύσαν δίκαιο, ενώ το ίδιο θα μπορούσε να γίνει δεκτό δοθείσης της ταυτότητος του λόγου και για τις πρόσθετεςπαρεμβάσεις.

Η ερμηνευτική λύση στην οποία συνέκκλινε ο δικονομικός νομοθέτης διαφοροποιείται σε σύγκριση με τις επιλογές διαχρονικού δικαίου του ΕισΝΚΠολΔ Π.χ. ως προς τις εργατικές διαφορές είχε γίνει δεκτό ότι το άρθρο 37 ΕισΝΚΠολΔ εισάγει γενική αρχή του διαχρονικού δικαίου ως προς τις εργατικές διαφορές σύμφωνα με την οποία όλες οι υποθέσεις που είναι εκκρεμείς κατά το χρόνο επιγενόμενης νομοθετικής μεταβολής εξακολουθούν να δικάζονται εωσότου καταστούν αμετάκλητες οι εκδιδόμενες αποφάσεις κατά τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από τη μεταβολή, ενώ το ίδιο θα μπορούσε να γίνει δεκτό δοθείσης της ταυτότητος του λόγου και αναφορικά με τις διαδικασίες των πιστωτικών τίτλων και των μισθωτικών διαφορών. Αντίθετα ως προς τις γαμικές διαφορές και τις διαφορές γονέων και τέκνων ο ιστορικός νομοθέτης συνέκλινε υπέρ της άμεσης εφαρμογής των νέων διατάξεων και για το ατέλεστο  μέρος τηςδιαδικασίας.
Εφιστάται η προσοχή εντούτοις στο γεγονός πως δεν είναι αδιανόητη η εφαρμογή των νέων διατάξεων και σε εκκρεμείς υποθέσεις. Π.χ. ως προς το δίκαιο της απόδειξης το άρθρο 9 Ν. 4335/2015 δεν περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, οι τελευταίες λογίζονται ότι τίθενται σε ισχύ από τη δημοσίευση τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατ’ ακολουθίαν πρέπει να γίνει δεκτό πως εφαρμόζονται ακόμη και σε εκκρεμείς αγωγές, ειδικών διαδικασιών οι οποίες κατατέθηκαν πριν την 1.1.2016: α) οι ρυθμίσεις για τις ένορκες βεβαιώσεις (421-424 ΚΠολΔ), β) τα αναπροσαρμοσμένα ποσοτικά όρια της εμμάρτυρης απόδειξης (393), γ) η νέα ρύθμιση για τα μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα(340).
Με βάση τα παραπάνω θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι ακόμη και στις εκκρεμείς αγωγές που εισάγονται κατά τις ειδικές διαδικασίες, θα επιτρέπονται έως πέντε ένορκες βεβαιώσεις (και τρείς με την αντίκρουση), η κλήση για τη λήψη ένορκης βεβαίωσης θα πρέπει να περιέχει τα αναγκαία στοιχεία κατά το άρθρο 422 § 1 και επιπλέον να τηρείται η προθεσμία του άρθρου 422 § 1. Επιπλέον τα μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα θα λαμβάνονται υπόψιν ακόμη και στο πλαίσιο των εκκρεμών αγωγών που εισάγονται σύμφωνα με ειδικές διαδικασίες συμπληρωματικά και παράλληλα θα πρέπει να αποκλεισθεί το επιτρεπτό της εμμάρτυρης απόδειξης για σύμφωνα και πρόσθετες πράξεις η αξία των οποίων υπερβαίνει τις 30.000 € εκτός αν συντρέχει εξαίρεση του άρθρου 394 ΚΠολΔ.

2.3          Ενοποίηση του διαδικαστικού πλαισίου εκδίκασης των υποθέσεων στις ειδικέςδιαδικασίες.



Η πλέον ουσιώδης καινοτομία που επιφέρει ο Ν. 4335/2015 εντοπίζεται στην ενοποίηση του διαδικαστικού πλαισίου των ειδικών διαδικασιών, μέσω της θεμελιώδους ρύθμισης του άρθρου 591 ΚΠολΔ. Στην τελευταία καθορίζονται οι κύριες διαδικαστικές ρυθμίσεις, οι οποίες συμπληρώνονται στο βαθμό που αυτό παρίσταται αναγκαίο κατ’ αρχήν από τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 592 – 645 και περαιτέρω, επικουρικά από τις ρυθμίσεις του γενικούμέρους.
Μάλιστα, ειδικά στην περίπτωση των αυτοκινητικών διαφορών, των διαφορών από δημοσιεύματα και ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρα 681 Α και 681 Δ πΚΠολΔ), δεν προβλέπονται καν διαδικαστικές αποκλίσεις, οπότε η ρύθμιση του άρθρου 591 ΚΠολΔ ενσωματώνει και το σύνολο των διαδικαστικών ρυθμίσεων οι οποίες σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις του γενικού μέρους προσδιορίζουν το δικονομικό  πλαίσιο τηςδίκης.
Επιχειρώντας μια καταγραφή των κυριότερων δικονομικών ζητημάτων που  εγείρονται υπό το Ν. 4335/2015 αναφορικά με τις διαδικαστικές προϋποθέσεις της δίκης και τους κυριότερους δικονομικούς θεσμούς διαπιστώνονται ταακόλουθα.


2.3.1      Διεθνήςδικαιοδοσία.



Διατηρούνται αμετάβλητες οι ρυθμίσεις του προϊσχύοντος δικαίου που καθιέρωναν εξαιρετικές βάσεις θεμελίωσης της δικαιοδοσίας των ημεδαπών δικαστηρίων επί των κατηγοριών υποθέσεων που εντάσσονται πλέον στη διαδικασία των οικογενειακών διαφορών. Τα άρθρα 612, 622 πΚΠολΔ μεταφέρονται πλέον στο άρθρο 601 ΚΠολΔ και το άρθρο 611 πΚΠολΔ στο άρθρο 605, χωρίς άλλες μεταβολές. Όπως και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο οι δωσιδικίες αυτές διατηρούν το χαρακτήρα τους ως συντρέχουσες, ενώ η θέση του άρθρου 601 ΚΠολΔ στον τίτλο ΙΙ μαζί με τιςλοιπές κοινές διατάξεις που εφαρμόζονται και στις τρείς ομάδες διαφορών πουυπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της προκείμενης διαδικασίας διασκεδάζει τονπροβληματισμό που είχε διατυπωθεί υπό το προϊσχύσαν δίκαιο για τοεπιτρεπτό θεμελίωσης της δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων ως προςτις  διαφορές  διατροφής   (681   Β   πΚΠολΔ)  όταν  αυτές   συνεκδικαζόταν  με τις

διαφορές των άρθρων 614 επ πΚΠολΔ, υπέρ της ερμηνευτικής λύσης που είχε ήδη κρατήσει και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο . Αντίθετα, ως προς το άρθρο 605 ΚΠολΔ που εντάσσεται στις ειδικές διατάξεις των γαμικών διαφορών θα πρέπει να γίνει  δεκτό ότι δεν χωρεί η εφαρμογή του σε άλλες διαφορές, όπως π.χ. επί συναινετικού διαζυγίου.
Στις λοιπές υποθέσεις η δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων θα κρίνεται κατά τις γενικές διατάξεις (3, 4, 22 επ ΚΠολΔ) σε συνδυασμό και με τα νομοθετικά κείμενα του κοινοτικού δικονομικού διεθνούς δικαίου, στο βαθμό που η περίπτωση θα καταλαμβάνεται από το πεδίο εφαρμογής τους.

2.3.2      Δικαιοδοσία των πολιτικώνδικαστηρίων


Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζει η ρύθμιση του άρθρου 623 ΚΠολΔ, όπου πλέον αποσαφηνίζεται ρητά ότι διαταγή πληρωμής μπορεί να εκδοθεί αποκλειστικά για απαίτηση υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Επιλύεται ως εκ τούτου κατά τρόπο ρητό η διχογνωμία που είχε ανακύψει στη νομολογία για το επιτρεπτό έκδοσης διαταγής πληρωμής από απαιτήσεις κατά του δημοσίου ή νπδδ από διοικητική σύμβαση ή δημόσιο έργο.
Υπενθυμίζεται ότι υπό το προϊσχύσαν δίκαιο και μετά από αμφιταλαντεύσεις  οι οποίες διήρκεσαν σχεδόν μία συναπτή δεκαετία το Ακυρωτικό με την υπ’ αρ. 2349/2009 απόφαση του συντάχθηκε με την μάλλον κρατούσα έως τότε θέση στη θεωρία αλλά και στη νομολογία των δικαστηρίων της ουσίας, υπό την οποία καταφάσκετο το επιτρεπτό της έκδοσης διαταγής πληρωμής κατά του Δημοσίου,  ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ, για αξίωση απορρέουσα από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου με επίκληση της αναγκαιότητας κατοχύρωσης του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας (20 § 1 Σ., 6 § 1 ΕΣΔΑ). Η θέση αυτή του Ακυρωτικού ανατράπηκε με τις αποφάσεις 1264/2011 και 1265/2011 στις οποίες ευδοκίμησε  η  αντίθετη  ερμηνευτική προσέγγιση ενώ εκ νέου μεταστράφηκε η νομολογία με τις αποφάσεις 369/2014  και431-432/2015.
Σύμφωνα με την ΑιτΕκθ Ν. 4335/2015 σκοπός της ρητής πρόβλεψης ότι διαταγή πληρωμής μπορεί να εκδοθεί μόνον για διαφορές υπαγόμενες στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων είναι να επιλύσει τη σχετική διχογνωμία και να επιτρέψει την έκδοση διαταγής πληρωμής μόνο για όσες «ιδιωτικές διαφορές» η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής υπάγεται στη δικαιοδοσία των Πολιτικών Δικαστηρίων. Ήδη υποστηρίζεται πως η πρακτική σημασία του ζητήματος εμφανίζεται   περιορισμένη   μετά   την   εισαγωγή   του   θεσμού   της διαταγής

πληρωμής και για διαφορές που απορρέουν από διοικητική σύμβαση με το Ν. 4329/2015 με τον οποίο προστέθηκαν τα άρθρα 272 Α – 272 Ι στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Εντούτοις, η αποτελεσματικότητα του νέου θεσμού παραμένει αμφίβολη συνεκτιμώμενων των περιοριστικών προϋποθέσεων που τάσσονται για την έκδοση διαταγής πληρωμής από το διοικητικό δικαστή .

2.3.3      Καθ’ ύληναρμοδιότητα


Διατηρείται το σύστημα της κατά ποσόν ρύθμισης της υλικής αρμοδιότητας. Στις υποθέσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των ειδικών διαδικασιών κατά κανόνα αρμόδιο θα είναι είτε το Ειρηνοδικείο είτε το Μονομελές ανάλογα με το ύψος του αντικειμένου της διαφοράς. Υλική αρμοδιότητα του Πολυμελούς σε ειδική διαδικασία προβλέπεται πλέον κατ’ εξαίρεση μόνον για την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ και υπό τον όρο ότι η ανακοπή πλήττει διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε για απαίτηση υπαγόμενη στην τακτική διαδικασία. Αξιοσημείωτο είναι ότι αν και αναγκαίο όρο για τη θεμελίωση της υλικής αρμοδιότητας του Πολυμελούς αποτελεί η απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η ΔΠ να υπαγόταν στην τακτική διαδικασία, εντούτοις το Πολυμελές Πρωτοδικείο θα εφαρμόζει και στην περίπτωση αυτή την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (632 § 2 εδ. τελ).
Ειδικοί κανόνες για τη ρύθμιση της υλικής αρμοδιότητας, που δεν αποκλίνουν από την παραπάνω αρχή απαντώνται επίσης στα άρθρα 622 Β (πιστωτικοί τίτλοι), 625 (ΔΠ), 638(ΔΑΜ).
Ως προς τις οικογενειακές διαφορές η υλική αρμοδιότητα ρυθμίζεται σύμφωνα με το άρθρο 17 ΚΠολΔ το οποίο καθιερώνει υλική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου για όλες τις διαφορές που εμπίπτουν στο άρθρο 592 ΚΠολΔ. Η τελευταία μάλιστα καταλαμβάνει αδιακρίτως και τις υποθέσεις των άρθρων 592 αρ. 2 και 592 αρ. 3. Εν προκειμένω εντοπίζεται το ακόλουθο πρόβλημα: ενώ κατά τη διατύπωση του άρθρου 17 στ. 1 ΚΠολΔ προβλέπεται η αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου για όλες ανεξαιρέτως τις διαφορές του άρθρου 592 αρ. 2 συμπεριλαμβανομένης και της ανάκλησης υιοθεσίας, το αναμορφωμένο άρθρο 740 ΚΠολΔ επαναφέρει την σύσταση της υιοθεσίας στην υλική αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Ως εκ τούτου ανακύπτει το άτοπο να προβλέπεται αρμοδιότητα κατώτερου δικαστηρίου (Μονομελές Πρωτοδικείο) ώστε να ανακαλέσει απόφαση ανώτερου (Πολυμελές Πρωτοδικείο). Υπό το προϊσχύσαν  δίκαιο ανάλογο ζήτημα δεν εγείρετο καθώς το άρθρο 17.1 ΚΠολΔ προέβλεπε μεν την αρμοδιότητατουΜονομελούςΠρωτοδικείουγιαόλεςτιςυποθέσειςτουάρθρου614

§ 1 πΚΠολΔ (=592 § 2 ΚΠολΔ), όμως το άρθρο 740 πΚΠολΔ καθιέρωνε υλική αρμοδιότητα του Μονομελούς για τις υποθέσεις υιοθεσίας.
Τέλος τροποποιείται η καθ’ ύλην αρμοδιότητα επί των υποθέσεων κοινοχρήστων και των διαφορών συνιδιοκτητών (17 στ. 2 πΚΠολΔ), οι οποίες εξακολουθούν μεν να δικάζονται κατά τις διατάξεις περί μισθωτικών διαφορών (614 §
2 ΚΠολΔ), όμως αντίθετα από το ισχύον δίκαιο που καθιέρωνε αποκλειστική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου ανεξαρτήτως ποσού, πλέον η υλική αρμοδιότητα θα κατανέμεται με βάση την οικονομική αξία του αντικειμένου της δίκης κατ’ εφαρμογή της νέας ρύθμισης του άρθρου 14 § 1 στ’ γ’ ΚΠολΔ. Η τροποποίηση αυτή αξιολογείται ως επιδοκιμαστέα καθώς το προϊσχύσαν δίκαιο είχε ως επακόλουθο να επιβαρύνονται τα Μονομελή Πρωτοδικεία με σημαντικό όγκο υποθέσεων συχνά ευτελούςαξίας.

2.3.4      Κατά τόποναρμοδιότητα


Διατηρούνται οι περιορισμένες ρυθμίσεις των ειδικών διαδικασιών που ρύθμιζαν κατά το προϊσχύσαν δίκαιο ζητήματα κατά τόπον αρμοδιότητας όπως τα άρθρα 616, 664, 678 πΚΠολΔ τα οποία αναριθμούνται πλέον σε 608 (δωσιδικία του ενάγοντος στις δίκες αγωγής πατρότητας), 621 (δωσιδικία του τόπου παροχής εργασίας), 622 Α (ρύθμιση διαφόρων δωσιδικιών στις διαφορές από αμοιβές) ΚΠολΔ. Αποκλειστική δωσιδικία των δικαστηρίων του τόπου έκδοσης της διαταγής  πληρωμής καθιερώνει επίσης το άρθρο 632 § 1 εδ. α’ΚΠολΔ.
Κατά τα λοιπά η κατά τόπον αρμοδιότητα στις δίκες των ειδικών διαδικασιών ρυθμίζεται με βάση τις γενικές διατάξεις (22 επ ΚΠολΔ).

2.3.5      Άσκηση αγωγής και λοιπώνδικογράφων.


Ελλείψει αντίθετης ειδικής ρύθμισης η αγωγή ασκείται σύμφωνα με το άρθρο 215 § 1 ΚΠολΔ και εξακολουθεί να απαιτείται κατάθεση και επίδοση του δικογράφου. Καταργείται η δυνατότητα προφορικής άσκησης της αγωγής ενώπιον του Ειρηνοδικείου (215 § 2 πΚΠολΔ) και η δυνατότητα προφορικής υποβολής αίτησης  για την έκδοση διαταγής πληρωμής (626 § 1 εδ. β’ πΚΠολΔ). Η δομή της προδικασίας του προϊσχύσαντος δικαίου διατηρείται. Ως εκ τούτου δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των ρυθμίσεων ούτε του άρθρου 215 § 2 ΚΠολΔ για επίδοση της αγωγής μέσα σε τριάντα ημέρες από την κατάθεση, αλλά ούτε και των άρθρων 237, 238 ΚΠολΔ, τα οποία τίθενται εκποδών από τις ειδικότερες ρυθμίσεις του άρθρου 591ΚΠολΔ.

Για τον προσδιορισμό της δικασίμου εφαρμόζεται το άρθρο 226 § 2 εδ. α’ ΚΠολΔ, ελλείψει ειδικής πρόβλεψης στο κεφάλαιο των ειδικών διαδικασιών
Αναφορικά με την κλήτευση των διαδίκων καθιερώνεται γενικευμένη προθεσμία τριάντα ημερών για τους κατοίκους ημεδαπής και εξήντα ημερών για τους κατοίκους αλλοδαπής ή τα πρόσωπα αγνώστου διαμονής. Η προθεσμία ισχύει ανεξάρτητα από το πρόσωπο που επισπεύδει τη  συζήτηση, η οποία ελλείψει ειδικής αναφοράς μπορεί να επισπευσθεί με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων. Λόγω του προπαρασκευαστικού χαρακτήρα της προθεσμίας πρέπει να μεσολαβεί μεταξύ του αφετηρίου γεγονότος (επίδοση) και της λήξης της προθεσμίας (συζήτηση) το πλήρες διάστημα που τάσσει ο νόμος (30 ή 60 ημέρες αναλόγως) χωρίς να συνυπολογίζονται ούτε η ημέρα της επίδοσης αλλά ούτε και της συζήτησης και χωρίς η τελευταία ημέρα προ της συζητήσεως να είναι αργία ή εξαιρετέα. Καταργούνται πλέον οι σύντομες προθεσμίες κλήτευσης που καθιέρωναν τα άρθρα 639 και 648 πΚΠολΔ.
Αντίθετα, σημαντικές τροποποιήσεις επέρχονται αναφορικά με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης, ανταγωγής, προσεπίκλησης και ανακοίνωσης δίκης οι οποίες ασκούνται πλέον υποχρεωτικά τουλάχιστον  δέκα ημέρες πριν τη συζήτηση με χωριστό δικόγραφο το οποίο το οποίο επιδίδεται και στους διαδίκους δέκα ημέρες πριν από τη συζήτηση (591 § 1 β’ ΚΠολΔ). Ειδικά για την ανταγωγή η προθεσμία ορίζεται σε 8 ημέρες πριν τη συζήτηση και παράλληλα καθιερώνεται για πρώτη φορά η δυνατότητα άσκησης ανταγωγής και στη διαδικασία των πιστωτικών τίτλων υπό τον όρο ότι η ανταγωγή είναι συναφής με την κύρια αγωγή - . Σκόπιμο είναι να διευκρινισθεί ότι η προθεσμία του άρθρου 591 § 1 στ. β’ ΚΠολΔ και η κύρωση του απαραδέκτου σε περίπτωση μη τήρησης της καταλαμβάνει αποκλειστικά τις ανταγωγές και όχι τις ενδεχομένως ασκηθείσες και εκκρεμείς κατά το χρόνο της συζήτησης αντίθετες ή συναφείς αγωγές μεταξύ των ιδίων διαδίκων. Ως προς τις τελευταίες, ακόμη και αν έχουν προσδιορισθεί σε διαφορετική δικάσιμο, δεν καταλείπεται άλλο στάδιο διαδικαστικής αντιμετώπισης από τα διαγραφόμενα στο πλαίσιο των άρθρων 246 και 247ΚΠολΔ.
Ως προς την προθεσμία του άρθρου 591 § 1 στ. β’ ΚΠολΔ πρέπει ακόμη να σημειωθούν και τα ακόλουθα: ο νόμος δεν αναφέρεται σε εργάσιμες ημέρες, οπότε αρκεί και η τήρηση προθεσμίας πλήρων ημερών. Παρέκταση τηςπροθεσμίας προκειμένου για κατοίκους αλλοδαπής δεν προβλέπεται, όπερδικαιολογεί επιφυλάξεις, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις της κύριας παρέμβασης

και της ανταγωγής, όπου θα μπορούσε να θεωρηθεί πως ενόψει τηςταυτότητας του λόγου με την περίπτωση του άρθρου 591 § 1 στ. α’ είναιδικαιολογημένη. Η προθεσμία υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 144 επ ΚΠολΔ και είναι προπαρασκευαστική. Σύμφωνα με τις αρχές υπολογισμού των προπαρασκευαστικών προθεσμιών που κρατούν στη νομολογία μεταξύ του αφετηρίου γεγονότος (κατάθεση του δικογράφου) και της συζήτησης στο ακροατήριο πρέπει να μεσολαβούν 10 πλήρεις ημέρες (επί ανταγωγής οκτώ) χωρίς να υπολογίζεται ούτε η ημέρα της κατάθεσης αλλά ούτε και της συζήτησης και επιπλέον χωρίς η παραμονή της συζήτησης να είναι αργία ή εξαιρετέα ημέρα .

Προκειμένου για αναγκαστική παρέμβαση η προθεσμία ορίζεται σε πέντε πλήρεις ημέρες 591 § 1 στ. β’ ΚΠολΔ .

Στη διάρκεια των ανωτέρω προθεσμιών πρέπει να έχει ολοκληρωθεί και η επίδοση του δικογράφου σε όλους τους παραλήπτες αλλιώς επέρχεται το απαράδεκτο.
Ελλείψει σχετικών διακρίσεων, θα πρέπει να θεωρηθεί νοητή κατ’ αρχήν τόσο η σύντμηση όσο και η παράταση των εν λόγω προθεσμιών σύμφωνα με τα άρθρα 148 και 150 ΚΠολΔ, υπό τις προϋποθέσεις που τάσσουν οι αντίστοιχες διατάξεις του γενικού μέρους.
Δισταγμοί δικαιολογούνται ενδεχομένως για το επιτρεπτό της επαναφοράς  των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση σε περίπτωση απώλειας των προθεσμιών του άρθρου 591 § 1 στ. β’ για την άσκηση των εκεί αναφερόμενων ενδίκων βοηθημάτων. Διδάσκεται πως η επαναφορά των πραγμάτων συγχωρείται σε περίπτωση απώλειας προθεσμίας ενέργειας. Εντούτοις στη νομολογία καταγράφονται περιπτώσεις ευδοκίμησης αιτήσεων επαναφοράς σε περίπτωση απώλειας προπαρασκευαστικών προθεσμιών όπως π.χ. του άρθρου569
§ 2 ΚΠολΔ .

Η τήρηση της προθεσμίας τάσσεται επί ποινή απαραδέκτου και ως εκ τούτου η απαγγελία του απαραδέκτου δεν εξαρτάται από την συνδρομή του στοιχείου της βλάβης, λαμβάνεται δε υπόψιν αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ακόμη και ανεξάρτητα από την προβολή του από τοναντίδικο.





2.3.6      Προτάσεις και συζήτηση στο ακροατήριο – προφορικότητα της διαδικασίας καιπροαπόδειξη.



Υπό το ισχύον δίκαιο γενικεύεται η υποχρέωση κατάθεσης προτάσεων σε όλο το φάσμα των υποθέσεων του πρώτου βαθμού με μόνη εξαίρεση τις υποθέσεις που καταλαμβάνονται από τα ποσοτικά όρια των μικροδιαφορών.
Όπως και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο οι προτάσεις κατατίθενται το αργότερο κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (591 § 1 στ. γ’ ΚΠολΔ) και μέσα στην ίδια προθεσμία προσκομίζονται από τους διαδίκους και τα αποδεικτικά τους μέσα. Μετά την κατάργηση των άρθρων 650 § 1 και 671 § 1 πΚΠολΔ, οι προϋποθέσεις του παραδεκτού των ενόρκων βεβαιώσεων θα κρίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 421 –
424 ΚΠολΔ. Ως εκ τούτου καθιερώνεται ποσοτικός περιορισμός και στις ειδικές διαδικασίες, αν και αρκετά πιο ελαστικός από εκείνον που καθιέρωνε το προϊσχύσαν δίκαιο (έως πέντε ένορκες με τις προτάσεις και τρείς με την προσθήκη ανά διάδικο αντί των τριών ανά πλευρά που προέβλεπε το προϊσχύσαν δίκαιο). Σε κάθε περίπτωση συγκριτικά με το ισχύον δίκαιο υπό το οποίο με εξαίρεση τις διαδικασίες των άρθρων 592 και 614 επ ΚΠολΔ, δεν προβλεπόταν ποσοτικοί περιορισμοί στις ειδικές διαδικασίες το νομικό πλαίσιο της χρήσης ενόρκων βεβαιώσεων είναι προφανές ότι μεταβάλλεται επί το αυστηρότερο.
Παράλληλα με τις προτάσεις, οι διάδικοι υποχρεούνται να προβάλλουν και  προφορικά τα μέσα επίθεσης και άμυνας ακόμη και αν αυτά περιλαμβάνονται στις κατατιθέμενες επί της έδρας προτάσεις τους (591 § 1 στ. δ’ ΚΠολΔ). Κατά το σημείο αυτό η διάταξη αποκλίνει από το προϊσχύσαν δίκαιο το οποίο προέβλεπε προφορική προβολή των «αυτοτελώνισχυρισμών».
Το νοηματικό περιεχόμενο των δύο όρων ταυτίζεται μόνον εν μέρει. Ο όρος «μέσα επίθεσης και άμυνας» που χρησιμοποιεί πλέον ο νομοθέτης αποδίδει τον αντίστοιχο γερμανικό όρο «Angriffs und Verteidigungsmittel», ο οποίος υπό το γερμανικό δίκαιο (§§ 68, 281.1 ZPO) προσλαμβάνει ιδιαίτερα ευρύ εννοιολογικό περιεχόμενο καταλαμβάνοντας μεταξύ άλλων την άρνηση της αγωγής, τις ενστάσεις, τα αποδεικτικά μέσα (“Beweismittel”) και τις ενστάσεις κατά του κύρους των αποδεικτικών    μέσων    («Beweiseinreden»).    Στην    ΑιτΕκθ    Ν.    4335/2015  δεν

καταγράφονται ενδείξεις ότι ο νομοθέτης απέβλεψε πλέον σε απόκλιση από το προϊσχύσαν δίκαιο, οπότε μάλλον συνεπέστερη προς τη νομοθετική βούληση θα πρέπει να θεωρηθεί η εκδοχή πως η επιταγή για προφορική προβολή των ισχυρισμών εξακολουθεί να καταλαμβάνει μόνον τους αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς, όπως και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο. Η εκδοχή αυτή άλλωστε κατ’ αποτέλεσμα συμβαδίζει με την ερμηνευτική προσέγγιση που κρατούσα για την οριοθέτηση των «μέσων επίθεσης και άμυνας» στο άρθρο 269 § 1 ΚΠολΔ και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο. Ως εκ τούτου δεν απαιτείται η προφορική προβολή  της απλής και αιτιολογημένης άρνησης, των ενστάσεων που  αφορούν αποδεικτικά μέσα, της ιστορικής βάσης της αγωγής. Αντίθετα,  καταλαμβάνονται από την επιταγή προφορικής προβολής οι ενστάσεις και κατ’ εξαίρεση οι αντενστάσεις εφόσον αυτές προβληθούν στο ακροατήριο ή αν κατατείνουν στην αντίκρουση ένστασης που προβάλλεται καθ’ υποφορά με το εισαγωγικόδικόγραφο.
Σύμφωνα με τη ρητή επιταγή του άρθρου 591 § 1 στ. σ’ ΚΠολΔ σε κάθε περίπτωση η αναφορά στα μέσα επίθεσης και άμυνας πρέπει να είναι συνοπτική. Η προφορική προβολή του μέσου επίθεσης και άμυνας δεν κατατείνει δηλαδή στην ανάπτυξη της ιστορικής και νομικής του βάσης (η οποία άλλωστε αναπτύσσεται και δια των προτάσεων) αλλά μόνον στην καταγραφή του ως γενόμενο κατά τη συζήτηση..
Η τήρηση του τύπου προβολής των ισχυρισμών κατά το άρθρο 591 § 1 στ. δ’ ΚΠολΔ τάσσεται επί ποινή απαραδέκτου, όπως και υπό το προϊσχύσαν  δίκαιο. Επομένως ισχυρισμοί οι οποίοι προβλήθηκαν δια των προτάσεων χωρίς να αναπτυχθούν έστω και συνοπτικά στο ακροατήριο, αποκρούονται  ως απαράδεκτοι και αν παρά ταύτα ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο στοιχειοθετούνται οι αναιρετικοί λόγοι των άρθρων 559 αρ. 8 και14.

Παράλληλα κατά τη συνδυασμένη εφαρμογή των άρθρων 115 § 3, 591 § 1 στ. γ’ και δ’ ΚΠολΔ πρέπει να αποκλεισθεί η δυνατότητα προβολής ισχυρισμών μόνον προφορικά στο ακροατήριο, χωρίς ανάπτυξη τους δια των προτάσεων.

Επομένως ισχυρισμοί που προβλήθηκαν προφορικά χωρίς να περιλαμβάνονται στις έγγραφες προτάσεις τυγχάνουν απαράδεκτοι και δεν μπορούν να ληφθούν πλέον υπόψη. Το δικαστήριο πάντως δύναται στο πλαίσιο της καθοδηγητικής εξουσίας του κατά το άρθρο 236 ΚΠολΔ να υποδεικνύει την παράλειψη στο διάδικο την παράλειψη της προφορικής προβολής του ισχυρισμού.

Γενικότερα σύμφωνα με το άρθρο 591 § 2 ΚΠολΔ η συζήτηση στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών παραμένει προφορική ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου . Εξ αντιδιαστολής αποκλείεται η παράσταση με δήλωση ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (arg. e 242 § 2 ΚΠολΔ), Αντίθετα, στην κατ’ έφεση δίκη πρέπει να θεωρηθεί κατ’ αρχήν επιτρεπτή η παράσταση με δήλωση και υπό το ισχύον δίκαιο, εκτός αν η έφεση στρέφεται κατά απόφασης που εκδόθηκε ερήμην.
Υπό το άρθρο 591 § 1 στ. ε’ καθιερώνεται γενικευμένη υποχρέωση προαπόδειξης, η οποία καταλαμβάνει τόσο την απόδειξη όσο και την ανταπόδειξη. Στο πλαίσιο της επιταγής αυτής οι διάδικοι υποχρεούνται να προσκομίζουν τα αποδεικτικά τους μέσα προαποδεικτικώς και δη μέχρι το πέρας της συζήτησης στο ακροατήριο. Η πρόβλεψη αυτή τάσσεται επί ποινή απαραδέκτου των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν μεταγενέστερα, τα οποία θα λογίζονται εκπρόθεσμα. Μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο συγχωρείται η προσκομιδή αποδεικτικών μέσων αποκλειστικά για την αντίκρουση ισχυρισμών που προτάθηκαν το πρώτον στο ακροατήριο. Υπό την παραπάνω διατύπωση θα πρέπει επίσης να αποκλεισθεί η δυνατότητα προσκομιδής αποδεικτικών μέσων προς αντίκρουση αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν με τις προτάσεις στο βαθμό τουλάχιστον που αυτά δεν αφορούν ισχυρισμό προταθέντα το πρώτον με τις προτάσεις αυτές.
Ενόψει της προφανούς σημασίας του ζητήματος εξάλλου διερευνητέο είναι το  ακριβές νοηματικό περιεχόμενο του «ισχυρισμού» σύμφωνα με το άρθρο 591 § 1 στ. στ’. Συνεπέστερο εν προκειμένω είναι να γίνει δεκτό ότι ως ισχυρισμοί νοούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων κατ’ αναλογία προς το ερμηνευτικό περιεχόμενο που προσδίδεται στον αντίστοιχο όρο υπό το άρθρο 527 ΚΠολΔ. Δεν επαρκεί επομένως η προβολή απλής ή αιτιολογημένης άρνησης ή η επίκληση πραγματικών ή νομικών επιχειρημάτων για να ενεργοποιήσει τη δυνατότητα προσκομιδής νέων αποδεικτικών μέσων με τηναντίκρουση.
Αυτοψία και πραγματογνωμοσύνη διατάσσονται με προφορική δήλωση καταχωρούμενη στα πρακτικά ως αντίστοιχα προβλεπόταν και στα άρθρα 650 §§ 2-3 και 671 §§ 2-3 ΚΠολΔ. Κατ’ αναλογία προς το προϊσχύσαν δίκαιο θα πρέπει επίσης να γίνει δεκτή η δυνατότητα επανάληψης της συζήτησης ώστε να προσκομισθούν τα αντίστοιχα αποδεικτικά μέσα.

2.3.7    Ερημοδικία


Στις οικογενειακές διαφορές προβλέπεται κοινή δικονομική διάταξη (595 ΚΠολΔ) σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση ερημοδικίας διαδίκου, η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι. Η εμβέλεια της ρύθμισης εμφανίζεται διευρυμένη έναντι του προϊσχύσαντος δικαίου καθώς το άρθρο 595 πΚΠολΔ καταλάμβανε μόνον τις γαμικές διαφορές. Αντίστοιχη ρύθμιση απαντάται και για τις εργατικές διαφορές (621 § 1 β’). Στις υπόλοιπες ειδικές διαδικασίες ελλείψει ειδικής ρύθμισης θα εφαρμόζονται τα τεκμήρια ομολογίας των άρθρων 271 επ  ΚΠολΔ. Ειδικά για την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ η αρχή αυτή εκφράζεται και ρητά στο άρθρο 632 § 7 ΚΠολΔ. Οι ρυθμίσεις των άρθρων 649 § 2 και 681 λογίζονται καταργηθείσες.

2.3.8      Απόφαση


Σύμφωνα με το άρθρο 591 § 5 ΚΠολΔ η οριστική απόφαση εκδίδεται με βάση τα αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι έχουν προσκομίσει και τις αποδείξεις που έχουν διεξαχθεί στο ακροατήριο. Η ρύθμιση είναι πλεοναστική και νομοτεχνικά ανεπιτυχής.
Στο νέο κώδικα δεν επαναλαμβάνονται εξάλλου μια σειρά από ρυθμίσεις των ειδικών διαδικασιών που επέβαλλαν τον προσδιορισμό της συζήτησης σε προκαθορισμένο χρονικό διάστημα ή επέτασσαν την έκδοση απόφασης εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος (643 § 1, 648 εδ. β’ – γ’, 672 Α, 674 § 1 πΚΠολΔ), οι οποίες εκ του αποτελέσματος θα πρέπει να λογισθούν καταργηθείσες. Προβληματισμό δικαιολογεί μόνον η κατάργηση της πρόβλεψης για τον ορισμό σύντομης δικασίμου επί εργατικών υποθέσεων που αφορούσαν την κήρυξη νομιμότητας απεργίας ενώπιον του Εφετείου (674 § 1 πΚΠολΔ), η οποία υπηρετούσε πράγματι σαφείς πρακτικές αναγκαιότητες και κατά κανόνα τηρούταν στη δικαστηριακήπρακτική.
Οι αποφάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών αναπτύσσουν τις ίδιες έννομες συνέπειες με εκείνες που εκδίδονται κατά την τακτική διαδικασία. Οι αποκλίσεις των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου (κατά κυριολεξία διαπλαστικής ενέργειας) που αναγνωριζόταν υπό το προϊσχύσαν δίκαιο στις αποφάσεις που εκδίδονται επί ορισμένων υποθέσεων των γαμικών διαφορών και των διαφορών από σχέσεις γονέων και τέκνων (613, 618 πΚΠολΔ) διατηρούνται και υπό το ισχύον δίκαιο (606 ΚΠολΔ). Αντίθετα, έχει απαλειφθεί στις μισθωτικές διαφορές το έδ β’ του άρθρου 651 πΚΠολΔ το οποίο προέβλεπε ότι οι αποφάσεις που αφορούσαν την παράδοση ή απόδοση του μισθίου δεν παρήγαγαν δεδικασμένο για τα παρεμπιπτόντως κριθέντα ζητήματα, ρύθμιση που αξιολογήθηκε ως  ξεπερασμένη.     Από  την  ΑιτΕκθ  Ν.  4335/2015  είναι  σαφής  η  βούληση   του

δικονομικού νομοθέτη να καλύπτονται εφεξής από το δεδικασμένο και τα προδικαστικά ζητήματα. Ενδεχομένως προτιμότερο εξ απόψεως νομοτεχνικής οικονομίας να μπορούσε να θεωρηθεί η κατάργηση της ρύθμισης του άρθρου 651 πΚΠολΔ, αντί να διατηρηθεί μόνον το εδ. α’ αυτής, επαναλαμβάνοντας μάλλον πλεοναστικά ότι οι τελεσίδικες αποφάσεις που εκδίδονται επί των διαφορών του άρθρου 17 αρ. 3 ΚΠολΔ παράγουν δεδικασμένο.
Ως προς την εκτελεστότητα, διατηρείται επίσης η ρύθμιση του άρθρου 659 πΚΠολΔ (=616 ΚΠολΔ) που προέβλεπε διευρυμένα υποκειμενικά όρια της εκτελεστότητας των αποφάσεων που αφορούσαν την απόδοση της χρήση του μισθίου.

2.3.9      Ένδικαμέσα.


Σύμφωνα με το άρθρο 591 § 7 ΚΠολΔ κατά την εκδίκαση των τακτικών ενδίκων μέσων (ανακοπή ερημοδικίας και έφεση) και της αναψηλάφησης εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για την εκδίκαση της υπόθεσης επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση που προσβάλλεται με το ένδικο μέσο. Αντίθετα, η αναίρεση εκδικάζεται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στις διατάξεις των άρθρων 591 έως 645 ΚΠολΔ.
Με την ανωτέρω ρύθμιση καταργούνται έμμεσα τα άρθρα 652 § 1, 675 Α πΚΠολΔ. Η παραπομπή στις διατάξεις του γενικού μέρους ως προς  την εκδίκαση της αναίρεσης είναι πλήρης καθώς τα άρθρα 591 – 645 δεν  περιλαμβάνουν  αντίθετες προβλέψεις. Mutatis mutandis και ως προς τα λοιπά ένδικα μέσα, η απουσία ειδικότερων διατάξεων για τις προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων (εξαίρεση: 598), το επιτρεπτό (εξαίρεση 622 Β § 4 ΚΠολΔ) ή το διαδικαστικό πλαίσιο της συζήτησης τους (εξαίρεση: 632 § 2 εδ. β’ ΚΠολΔ) απολήγει εκ  του αποτελέσματος στη γενίκευση της εφαρμογής των ρυθμίσεων της τακτικής διαδικασίας.

2.3.10   Εφαρμογή των διατάξεων περίμικροδιαφορών.


Η προβληματική της οριοθέτησης της σχέσης των ειδικών διατάξεων περί μικροδιαφορών έναντι της τακτικής διαδικασίας ως και έναντι των ειδικών  διαδικασιών είχε ήδη ανακύψει υπό το προϊσχύσαν δίκαιο. Σύμφωνα με τη μάλλον κρατούσα γνώμη τα άρθρα 466-472 πΚΠολΔ έγινε δεκτό ότι δεν αναγόταν σε αυτοτελή ειδική διαδικασία, αλλά απλώς ειδικές διατάξεις που εισήγαν απλώς διαδικαστικές αποκλίσεις έναντι της τακτικήςδιαδικασίας.

Στο ισχύον δίκαιο δεν επαναλαμβάνονται οι ρυθμίσεις των άρθρων 642, 666 §  3 και 681 εδ. γ’ πΚΠολΔ κατ’ εφαρμογή των οποίων αποκλειόταν ρητά η εφαρμογή των ρυθμίσεων περί μικροδιαφορών στις διαδικασίες των πιστωτικών τίτλων, εργατικών διαφορών, αυτοκινητιστικών διαφορών, διαφορών από αμοιβές. Κατ’ ακολουθίαν εκλείπει και το όποιο νομικό έρεισμα για την υποστηριζόμενη υπό το προϊσχύσαν δίκαιο ερμηνευτική εκδοχή που απέκλειε από το πεδίο εφαρμογής των μικροδιαφορών τις χρηματικά αποτιμητές αξιώσεις οι οποίες καταλαμβανόταν από το πεδίο εφαρμογής ειδικώνδιαδικασιών.
Ως εκ τούτου συνεπέστερη προς την εν γένει διάρθρωση του ΚΠολΔ εμφανίζεται η ερμηνευτική εκδοχή ότι οι διατάξεις περί μικροδιαφορών εφαρμόζονται και προκειμένου για απαιτήσεις υπαγόμενες σε ειδικές διαδικασίες, παράλληλα με τις  κατ’ ιδίαν διαδικαστικές αποκλίσεις της ειδικής διαδικασίας στην οποία υπάγεται η απαίτηση και στο βαθμό που δεν είναι ασυμβίβαστες προς την ειδική διαδικασία. Υπέρ της εκδοχής αυτής άλλωστε συνηγορεί και η παραπομπή του άρθρου 591 § 1 ΚΠολΔ στα άρθρα 1 – 590 ΚΠολΔ, η οποία δεν διακρίνει ως προς στις μικροδιαφορές.
Δεδομένου ότι στις μικροδιαφορές η κατάθεση προτάσεων παραμένει προαιρετική (115 § 3), η ίδια ρύθμιση θα ισχύει και για τις ειδικές διαδικασίες ενώπιον του Ειρηνοδικείου στο μέτρο που η υπόθεση θα καταλαμβάνεται από το ποσοτικό όριο των μικροδιαφορών.

2.3.11   Αυτοτέλεια ή μη των περισσότερων ομάδων διαφορών που κατηγοριοποιούνται στα άρθρα 592 και 614 και επιτρεπτόσώρευσης.




Η αρχιτεκτονική των ρυθμίσεων του νέου ΚΠολΔ εγείρει το ερώτημα κατά πόσον οι επιμέρους κατηγορίες διαφορών που στεγάζονται στα άρθρα 592 και 614 ΚΠολΔ θα συνεχίσουν να αποτελούν αυτοτελείς ειδικές διαδικασίες, όπως και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο. Η πρακτική σημασία του ερωτήματος εντοπίζεται στο επιτρεπτό σώρευσης και ανταγωγικής άσκησης των εν λόγω αξιώσεων. Στις οικογενειακές διαφορές το άρθρο 610 ΚΠολΔ δικαιώνει σαφώς την καταφατική εκδοχή, καθώς η αναφορά του στο επιτρεπτό σώρευσης μεταξύ των περισσότερων ομάδων διαφορών του άρθρου 592 §§ 1, 2 και 3 θα έπρεπε να αποκρουσθεί ως απλός πλεονασμός  υπό την αντίθετη εκδοχή. Για τις περιουσιακές διαφορές αποσαφηνίζεται στην Έκθεση της Επιτροπής Κράνη ομοίως ότι διατηρούν την αυτοτέλεια  τους1. Εντούτοις
1 ΕΠολΔ 2015/3.388: «Η Επιτροπή έκρινε ότι οι διαφορές αυτές, παρόλο τον κοινό περιουσιακό χαρακτήρα τους,  πρέπει, ωστόσο, να διατηρήσουν τυπικά την αυτοτέλειά  τους,

απαντώνται και ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αντίθετη ερμηνευτική προσέγγιση (π.χ. το άρθρο 632 § 2 εδ. τελ.).

2.3.12   Παραπομπή δικογράφου που εισήχθει κατ’ εσφαλμένη διαδικασία στην προσήκουσα.

Δεδομένης της εκ βάθρων αναδιάρθρωσης του διαδικαστικού πλαισίου της πρωτοβάθμιας δίκης στο πλαίσιο της τακτικής διαδικασίας το οποίο αποκλίνει πλέον καίρια από εκείνο των ειδικών διαδικασιών ανακύπτει κατά τρόπο πλέον επιτακτικό  το ζήτημα της τύχης των δικογράφων που προσδιορίσθηκαν κατ’ εσφαλμένη διαδικασία.
Στο ερώτημα αυτό απαντά μερικώς μόνον το άρθρο 591 § 6 ΚΠολΔ, το οποίο επαναλαμβάνει τη ρύθμιση του άρθρου 591 § 2 πΚΠολΔ, προβλέποντας την παραπομπή της υπόθεσης στην προσήκουσα διαδικασία. Όπως και υπό το ισχύον δίκαιο η απόφαση είναι μη οριστική , εκτός αν το δικόγραφο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής άλλης ειδικής διαδικασίας οπότε είναι δυνατή χάριν οικονομίας της δίκης η έκδοση απόφασης από το ίδιο δικαστήριο το οποίο θα εφαρμόσει απευθείας την προσήκουσα διαδικασία.
Σχετικά ευχερής παρίσταται η εφαρμογή του άρθρου 591 § 6 ΚΠολΔ και στην αντίστροφη περίπτωση της εσφαλμένης εισαγωγής της υπόθεσης κατά την τακτική διαδικασία ενώ υπαγόταν σε κάποια από τις ειδικές διαδικασίες: το δικαστήριο θα εκδώσει μη οριστική απόφαση κατά τα άρθρα 237 § 6 και 46 ΚΠολΔ αναβάλλοντας την έκδοση απόφασης και παραπέμποντας την υπόθεση προς συζήτηση κατά την προσήκουσα διαδικασία, όπου και θα εισαχθεί στη συνέχεια με κλήση. Στη νέα συζήτηση οι προτάσεις θα κατατεθούν επί της έδρας σύμφωνα με το άρθρο 591 ΚΠολΔ και θα εφαρμοσθούν οι αντίστοιχες διαδικαστικές ρυθμίσεις.
Ιδιαίτερα δυσχερής παρίσταται εντούτοις η αντίστροφη περίπτωση της εσφαλμένης εισαγωγής της υπόθεσης σύμφωνα με ειδική διαδικασία ενώ υπαγόταν στο πεδίο εφαρμογής της τακτικής. Το πρόβλημα στην προκείμενη περίπτωση προκαλείται λόγω της πρακτικής αδυναμίας να εφαρμοστούν οι προβλέψεις των άρθρων 215 § 2 και 237 §§ 1-2 ΚΠολΔ αλλά και να τηρηθούν οι εκεί προθεσμίες οι οποίες  ανατρέχουν στο χρόνο κατάθεσης της αγωγής. Μάλλον ορθότερη θα πρέπει να θεωρηθεί η  επαναφορά  της υπόθεσης με  κλήση εισαγόμενη  κατά  τις διατάξειςτης



ώστε να εμποδίζεται η αντικειμενική σώρευσή τους κατά το άρθρο 218 ή η  ανταγωγική άσκησή τους».

τακτικής διαδικασίας και υπολογισμό των προθεσμιών των άρθρων 215 και 237 ΚΠολΔ από την κατάθεση της κλήσης. Απόρριψη της αγωγής λόγω μη τήρησης των προθεσμιών του άρθρου 237 ΚΠολΔ δεν φαίνεται να συμβαδίζει προς το σκοπό του νομοθέτη όπως αυτός αποτυπώνεται στο άρθρο 591 § 6.
Εξίσου σοβαρά πρακτικής φύσης προβλήματα θα ανακύψουν στην περίπτωση που  η εισαγωγή της υπόθεσης κατ’ εσφαλμένη διαδικασία διαπιστώνεται το πρώτον στο δεύτερο βαθμό. Αν η εισαγωγή της υπόθεσης κατ’ εσφαλμένη διαδικασία είχε ως επακόλουθο την εσφαλμένη εκδίκαση της από το Μονομελές Πρωτοδικείο αντί του Πολυμελούς τα ζητήματα που ανακύπτουν είναι σχετικά ευχερές να αντιμετωπισθούν καθώς το δευτεροβάθμιο δικαστήριο θα πρέπει να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, οπότε η διαπίστωση της εισαγωγής κατ’ εσφαλμένη διαδικασία θα μπορεί να αποτυπωθεί στην παραπεμπτική υπόθεση. Ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου εντούτοις, η διαπίστωση της εσφαλμένης εκδίκασης της υπόθεσης κατά την ειδική διαδικασία αντί της τακτικής απολήγει σε πρακτικώς αξεπέραστα προβλήματα καθώς θα έχει ως πρακτικό επακόλουθο να αξιολογούνται ως απαράδεκτες όλες οι πράξεις της έγγραφης προδικασίας του πρώτου βαθμού λόγω μη τήρησης των προθεσμιών των άρθρων 215 και 237  ΚΠολΔ. Στην τελευταία περίπτωση, καθώς το άρθρο 535 § 2 ΚΠολΔ δεν προβλέπει τη δυνατότητα του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου να παραπέμψει τη διαφορά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο για την αιτία αυτή, ως μόνη πρακτικά εφαρμόσιμη λύση θα πρέπει να θεωρηθεί ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μετά την παραδοχή της έφεσης θα διακρατήσει και εκδικάσει εκ νέου την υπόθεση κατ’ ουσίαν με βάση τους ισχυρισμούς των διαδίκων που περιλαμβάνονται στις κατ’ έφεσιν προτάσεις τους και επί τη βάση των αποδεικτικών μέσων που παραδεκτά προσκομίζονται στο δεύτερο βαθμό.

3              Ειδικότερα επί της ειδικής διαδικασίας των «οικογενειακώνδιαφορών».


Η πρώτη από τις δύο νέες ομάδες ειδικών διαδικασιών διαρθρώνεται στα άρθρα592
– 613 ΚΠολΔ και αφορά στην ευρύτερη ενότητα των οικογενειακών διαφορών.  Επί τω ειδικότερω κατηγοριοποιούνται εν προκειμένω οι διαφορές που υπαγόταν υπό το προϊσχύσαν δίκαιο στις ειδικές διαδικασίες των γαμικών διαφορών (592 επ πΚΠολΔ), διαφορών από σχέσεις γονέων και τέκνων (614 επ πΚΠολΔ) και οι διαφορές του άρθρου 681 Β πΚΠολΔ.
Η   νομοθετική   ύλη   του   εν  λόγω  κεφαλαίου  διαρθρώνεται   ως   ακολούθως:   α)
προτάσσεται το άρθρο 592 ΚΠολΔ όπου και οριοθετείται το πεδίο εφαρμογής των

διαδικαστικών ρυθμίσεων που αφορούν τις «οικογενειακές διαφορές», β)  ακολουθούν κοινές διατάξεις στα άρθρα 593 – 602 που εισάγουν κοινούς δικονομικούς κανόνες και για τις τρείς επιμέρους ομάδες διαφορών γ) τέλος, στα άρθρα 603 – 605, 606-609 και 610-613 εισάγονται ειδικές δικονομικές ρυθμίσεις για έκαστη επιμέρους ομάδα διαφορών (γαμικές διαφορές, διαφορές από σχέσεις γονέων και τέκνων, λοιπές οικογενειακέςδιαφορές).
Ως προς τις κατ’ ιδίαν ρυθμίσεις σκόπιμο είναι να αναφερθούν τα ακόλουθα.

3.1          Πεδίοεφαρμογής


Το πεδίο εφαρμογής περιλαμβάνει τις διαφορές που υπαγόταν υπό το προϊσχύσαν δίκαιο στις γαμικές διαφορές (592 επ πΚΠολΔ), διαφορές από σχέσεις γονέων και τέκνων (614 επ πΚΠολΔ) και τις λοιπές διαφορές του άρθρου 681 Β πΚΠολΔ.
Αξιομνημόνευτη καινοτομία έναντι του ΣχΚΠολΔ/2009 αποτελεί η προσθήκη των διαφορών που απορρέουν από το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης (Ν. 3719/2008) στις διαφορές του άρθρου 592 § 1 ΚΠολΔ, τροποποίηση αναγκαία για την εναρμόνιση του δικονομικού δικαίου προς στις εξελίξεις στο πεδίο του ουσιαστικού- οικογενειακού δικαίου. Επιπλέον καινοτομία εντοπίζεται στο άρθρο 592 § 3 στ. δ’ ΚΠολΔ σύμφωνα με το οποίο εκτός από τις άλλοτε διαφορές του άρθρου 681 Β ΚΠολΔ, περιλαμβάνονται πλέον στο πεδίο εφαρμογής των «λοιπών οικογενειακών διαφορών» και «κάθε άλλη περιουσιακού δικαίου διαφορά που απορρέει από  τη σχέση των συζύγων ή των γονέων και τέκνων». Ανάλογη διατύπωση δεν περιλάμβανε το καταργηθέν άρθρο 681 Β ΚΠολΔ, οι διαφορές τις οποίες κάλυπτε το τελευταίο επαναλαμβάνονται στην απαρίθμηση των στ. α’ – γ’ του άρθρου 592 § 3 ΚΠολΔ. Ως εκ τούτου, παρά το γεγονός ότι στην ΑιτΕκθ Ν. 4335/2015 δεν  παρέχονται περαιτέρω ερμηνευτικές ενδείξεις για την βούληση του ιστορικού νομοθέτη, μπορεί να λεχθεί με σχετική ασφάλεια πως ως λοιπές «περιουσιακές διαφορές» που απορρέουν από τη σχέση των συζύγων ή των γονέων και τέκνων θα πρέπει να νοηθούν: α) η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα (1400 ΑΚ) που κατά την κρατούσα υπό το προϊσχύσαν δίκαιο ερμηνευτική γνώμη υπαγόταν στην τακτική διαδικασία τόσο στην περίπτωση που ασκούταν μετά τη λύση ή ακύρωση του γάμου , όσο και κατά την διάρκεια της διάστασης των συζύγων , β) οι διαφορές των άρθρων 1403-1416 ΑΚ (κοινοκτημοσύνη, υπεγγυότητα κοινής περιουσίας, λήξη κοινοκτημοσύνης κ.ο.κ) , γ) αγωγή αποζημίωσης του τέκνου από παράβασητωνυποχρεώσεωνεπιμελούςδιαχείρισηςτηςπεριουσίαςτουαπότους

ασκούντες τη γονική μέριμνα (1525, 1531, 1532 ΑΚ) οι οποίες επίσης θα υπαγόταν στην τακτική διαδικασία υπό το προϊσχύσαν δίκαιο.

3.2          Επιμέρουςδιατάξεις


Σε σύγκριση με το προϊσχύσαν δίκαιο έχουμε τις ακόλουθες διαφορές: α) καταργείται η προδικασία του άρθρου 681 Γ§ 2 εδ. α’ ΚΠολΔ (χωρίς ιδιαίτερη εξήγηση και παρά το γεγονός ότι είχε αποδειχθεί μάλλον επιτυχημένη στη δικαστηριακή πρακτική), β) στην ρύθμιση του άρθρου 596 ΚΠολΔ (θάνατος διαδίκου, αντιστοιχούσε στα άρθρα 604, 617 πΚΠολΔ), όπου πλέον φαίνεται να περιορίζεται η δυνατότητα των κληρονόμων να ασκήσουν αγωγή αποκλειστικά σε θέματα ύπαρξης, ανυπαρξίας ή ακύρωσης γάμου. Αντίθετα υπό το προϊσχύσαν δίκαιο προβλεπόταν ρητά ανάλογη δυνατότητα και σε δίκες αναγνώρισης πατρότητας (617 πΚΠολΔ), γ) εισάγεται νέα διάταξη (613) σύμφωνα με την οποία η απόφαση που θα αναθέτει την επιμέλεια του τέκνου σε κάποιον εκ των γονέων θα διατάσσει αυτεπαγγέλτως και την απόδοση ή παράδοση του τέκνου σ’ αυτόν. Η απόφαση θα εκτελείται σύμφωνα με το άρθρο 950 ΚΠολΔ

4              Ειδικότερα επί της διαδικασίας των περιουσιακώνδιαφορών


Στις περιουσιακές διαφορές ταξινομούνται πλέον οι μισθωτικές διαφορές, εργατικές διαφορές, διαφορές από πιστωτικούς τίτλους, αυτοκινητικές διαφορές, διαφορές από αμοιβές, διαφορές επαγγελματιών και οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης.
Το πεδίο εφαρμογής της προκείμενης κατηγορίας διαφορών οριοθετείται στο άρθρο 614 ΚΠολΔ, όπου και τίθενται οι αντίστοιχοι νομοθετικοί ορισμοί, και ακολουθούν ειδικές οργανωτικές ρυθμίσεις για τις μισθωτικές διαφορές (615-620), τις εργατικές διαφορές (621-622), τις διαφορές από αμοιβές (622 Α).
Οι πλέον αξιοσημείωτες τροποποιήσεις πλέον όσων έχουν ήδη σχολιασθεί σε προηγούμενες ενότητες είναι οι ακόλουθες.
1)            Στο άρθρο 614.3 προβλέπεται πλέον ότι μπορούν να σωρευθούν με τις διατάξεις των εργατικών διαφορών και παρεμπίπτουσες αγωγές και προσεπικλήσεις κατά δικονομικών εγγυητών ή ομοδίκων υπό τον όρο ότι θα εναχθούν από κοινού ή θα προσεπικληθούν. Πρόκειται για σημαντική και επιδοκιμαστέα τροποποίηση. Στη δικαστηριακή πρακτική σοβαρό πρόβλημα είχε ανακύψει: α) επί προσεπικλήσεως δικονομικού εγγυητή (σωρευόμενης με αγωγή αποζημιώσεως) τον οποίο συνέδεε με τον εναγόμενο έννομη σχέση υπαγόμενη στην τακτική  διαδικασία  ,  β)  όταν  ανέκυπτε  ανάγκη  να  εναχθούν  από  κοινού  με  τον

εργοδότη και τρίτα πρόσωπα όπως π.χ. επί αγωγής από εργατικό ατύχημα στρεφόμενης εκτός από τον εργοδότη και κατά τρίτων υπαίτιων προσώπων , γ) επί αγωγής αποζημίωσης του μισθωτού κατά του εργοδότη και τρίτου (εκδοτικού οίκου) στηριζόμενη ως προς τον πρώτο στη σύμβαση εργασίας και ως προς το δεύτερο στην παραβίαση διατάξεων της πνευματικής ιδιοκτησίας . Σύμφωνα  με  την  κρατούσα στη νομολογία γνώμη τα ανωτέρω δικόγραφα υπαγόταν στην τακτική διαδικασία . Η ερμηνευτική λύση αυτή δόκιμα επισημάνθηκε πως έρχεται σε αντίθεση προς την οικονομία της δίκης και εγκυμονεί τον κίνδυνο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεω.

2)            Δεν επαναλαμβάνεται στον ορισμό των εργατικών διαφορών η περίπτωση του άρθρου 663 στ. 6'πιθανώς ωςπλεοναστική.

3)            Διακρίνονται πλέον ρητά οι διαφορές επαγγελματιών και οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης από τις εργατικές διαφορές. Κατ’ αποτέλεσμα και αντίθετα απ’ ό,τι ενδεχομένως θα συνέτρεχε υπό το προϊσχύσαν δίκαιο οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 621, 622 ΚΠολΔ (=664, 668, 672) θα εφαρμόζονται μόνον στις εργατικέςδιαφορές.
4)            Στο πεδίο εφαρμογής των διαφορών από δικηγορικές αμοιβές αναφέρονται μόνον οι διαφορές μεταξύ δικηγόρων και εντολέων καθώς και των καθολικών διαδόχων τους. Αντίθετα το άρθρο 86 Ν. 4193/2013 προβλέπει ρητά την εφαρμογή της ειδικής διαδικασίας των άρθρων 677 πΚΠολΔ και στις διαφορές των ειδικών διαδόχων.

Κατά τα λοιπά:


Καταργούνται οργανωτικές ρυθμίσεις που καθιέρωναν διαδικαστικές αποκλίσεις όπως τα άρθρα 672 Α, 665 § 1, 665 § 2, 666 § 3, 679, 680πΚΠολΔ.
Καταργείται το άρθρο 651 εδ. β'πΚΠολΔ που αφορούσε το δεδικασμένο των αποφάσεων για την παράδοση ή απόδοση της χρήσης του μισθίου.
Δεν επαναλαμβάνεται η ρύθμιση του άρθρου 638 ΚΠολΔ, οπότε πρέπει να θεωρηθεί καταργημένος ο προαιρετικός χαρακτήρας της διαδικασίας των πιστωτικών τίτλων.
Παρέχεται για πρώτη φορά η δυνατότητα άσκησης ανταγωγής στη διαδικασία των πιστωτικών τίτλων (622 Β) υπό τον όρο της συνάφειας προς την κύρια αγωγή.


5              Διαταγή Πληρωμής και διαταγή απόδοσης της χρήσηςμισθίου


Ουσιώδεις μεταβολές επέρχονται επίσης τόσο στη διαταγή πληρωμής και ιδιαίτερα στη δίκη επί της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής.
Οι κυριότερες τροποποιήσεις που επιφέρει η νέα ρύθμιση είναι οι ακόλουθες.

1)            Προβλέπεται πλέον ρητά ότι διαταγή πληρωμής μπορεί να εκδοθεί μόνον για επί υποθέσεως υπαγόμενης στην δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.
2)            Καθιερώνεται η δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής κατά κατοίκου εξωτερικού ή ακόμη και κατά προσώπου αγνώστου διαμονής υπό τον όρο όμως ότι έχει ορισθεί αντίκλητος κατά το άρθρο 142 ΚΠολΔ.
3)            Διατηρείται η τροποποίηση του Ν. 4055/2012 σύμφωνα με την οποία μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως τίτλος έκδοσης διαταγής πληρωμής και απόφαση ασφαλιστικών μέτρων για τη συναινετική εγγραφή προσημείωσης υποθήκης. Η αξιοποίηση της νέας δυνατότητας από τους δανειστές στην περίοδο της ισχύος της ρύθμισης του Ν 4055/2012 υπήρξε ιδιαίτερα περιορισμένη. Τούτο πρέπει να θεωρηθεί μάλλον αναμενόμενο δοθέντος ότι κατά κανόνα στη συναλλακτική πρακτική η συναινετική προσημείωση υποθήκης παρέχεται ενόψει της χορήγησης πίστωσης από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, οπότε κατά κανόνα οι συμβατικές σχέσεις δανειστή οφειλέτη περιλαμβάνουν αποδεικτικές ρήτρες που επιτρέπουν στο δανειστή την ευχερή απόδειξη της απαίτησης του. Από την ΑιτΕκθ Ν. 4335/2015 συνάγεται ότι ο νομοθέτης δεν αποβλέπει κατά κυριολεξία στην απόφαση συναινετικής προσημείωσης υποθήκης για την απόδειξη της απαίτησης αλλά στην εξωδικαστική ομολογία του οφειλέτη για το ύψος της απαίτησης η οποία βεβαιώνεται στη δικαστική απόφαση ως γεννόμενο κατά τησυζήτηση.
4)            Προβλέπεται η υποχρεωτική αναγραφή στην Διαταγή Πληρωμής του ΑΦΜ  του δανειστή- αιτούντος και όπου αυτό είναι δυνατό του οφειλέτη – καθ’ ου.
5)            Καθιερώνεται η αυτοδίκαιη αναστολή της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής κατά τη διάρκεια της προθεσμίας για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ όταν η διαταγή πληρωμής έχει εκδοθεί κατά προσώπου με άγνωστη διαμονή ή με διαμονή ή έδρα στο εξωτερικό . Κατά το χρονικό διάστημα  που καλύπτει το ανασταλτικό αποτέλεσμα της προθεσμίας για την άσκηση της ανακοπής επιτρέπεται εντούτοις ρητά η λήψη ασφαλιστικών μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 724 § 1ΚΠολΔ.

6.            Ειδικά η δίκη της ανακοπής του άρθρου632


Αναδιαρθρώνεται ριζικά το διαδικαστικό πλαίσιο της δίκης της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής. Ειδικότερα, οι σημαντικότερες τροποποιήσεις που επέρχονται στο νομικό πλαίσιο για την εκδίκαση της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ είναι οι ακόλουθες:
a.            Επανέρχεται η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, στην οποία θα υπάγονται οι απαιτήσεις οι οποίες κανονικά θα ενέπιπταν στην ύλη της τακτικής διαδικασίας και οι οποίες καταλαμβάνονται από τα όρια της υλικής αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (14 § 2 και 18 ΚΠολΔ).
b.            Παρατείνεται η προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής σε 30 ημέρες όταν ο καθ’ ου είναι κάτοικος εξωτερικού ή αγνώστουδιαμονής.
c.            Η αναστολή χορηγείται μετά από αυτοτελή αίτηση (η οποία πλέον δεν συνεκδικάζεται υποχρεωτικά με την κύρια ανακοπή) και μόνον μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Ακόμη και αν γίνει δεκτή δηλαδή η ανακοπή σε πρώτο βαθμό,  ο καθ’ ου – ανακόπτων θα πρέπει να προσφύγει εκ νέου στο δικαστήριο όπου θα εκκρεμεί ενδεχομένως το ένδικο μέσο του, ώστε να ζητήσει την περαιτέρω αναστολή της εκτέλεσης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης. Τη δυνατότητα απευθείας προσφυγής θα την έχει ο καθ’ ου η εκτέλεση ακόμη και αν δεν είχε προσφύγει κατά  τη διάρκεια της πρωτοβάθμιαςδίκης.
d.            Προβλέπειται ότι η δυνατότητα του δανειστή να προχωρήσει στην εγγραφή προσημειώσεως υποθήκης ή στην επιβολή συντηρητικής κατασχέσεως (724) δεν επηρεάζεται από τυχόν αναστολή της εκτελεστότητας της διαταγήςπληρωμής.
e.            Εισάγεται ειδικός κανόνας σε  περίπτωση  ερημοδικίας  του  ανακόπτοντος
σύμφωνα με τον οποίο σε περίπτωση ερημοδικίας του απορρίπτεται η ανακοπή (632
§ 7) .

f.             Ρυθμίζεται καταφατικά το επιτρεπτό της σώρευσης ανακοπών 632 και 933 ΚΠολΔ, υπό τον όρο της συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 218 ΚΠολΔ. Αμφίβολο το τι θα συμβεί σε περίπτωση σώρευσης των δύο δικογράφων, δοθέντος ότι κατά το άρθρο 937 ΚΠολΔ αποκλείεται η άσκηση έκτακτων ενδίκων μέσων κατά της τελεσίδικης απόφασης στη δίκη της ανακοπής του άρθρου 937 ΚΠολΔ.
g.            Καθιερώνεται ειδικός κανόνας για την έναρξη της διαδρομής της προθεσμίας του άρθρου 632 ΚΠολΔ ως προς τους κατοίκους αλλοδαπής. Ειδικότερα  θα  θεωρείται  πως  η  επίδοση  έλαβε  χώρα  είτε  κατά  το  χρόνο  που

προβλέπει το δίκαιο του κράτους παραλαβής, είτε κατά τον χρόνο που πράγματι περιήλθε το δικόγραφο στον παραλήπτη. Η ρύθμιση αποβλέπει προφανώς στη διασφάλιση της πραγματικής περιέλευσης της διαταγής πληρωμής στον οφειλέτη ώστε να είναι δυνατή η αντίστοιχη άσκηση της ανακοπής στη διάρκεια των προθεσμιών του άρθρου 632 § 1 και 633 § 2 ΚΠολΔ. Το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 636 ΚΠολΔ καταλαμβάνει αποκλειστικά την έναρξη των ανωτέρω προθεσμιών. Ως εκ τούτου στις λοιπές περιπτώσεις στις οποίες ο χρόνος επίδοσης της διαταγής πληρωμής παρίσταται κρίσιμος, όπως π.χ. στην περίπτωση του  άρθρου 630 Α ΚΠολΔ το έγκαιρο της επίδοσης θα ρυθμίζεται με βάση το άρθρο 136 ΚΠολΔ . Προβλήματα αναμένεται να ανακύψουν πάντως σε πρακτικό επίπεδο από την ανωτέρω ρύθμιση δοθέντος ότι η επιστροφή των αποδεικτικών ολοκλήρωσης της επίδοσης στην αλλοδαπή περιέρχονται στα χέρια του δανειστή συνήθως με καθυστέρηση αρκετών εβδομάδων ή και μηνών οπότε θα διατηρείται επί μακρόν η αβεβαιότητα για το χρόνο έναρξης της διαδρομής της προθεσμίας της ανακοπής του άρθρου 632ΚΠολΔ.
h.            Προβλέπεται ότι σε περίπτωση ακύρωσης της διαταγής πληρωμής η παραγραφή ή η αποσβεστική προθεσμία στην οποία υπόκειται η απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής θεωρείται ότι έχει ανασταλεί από την επίδοση της διαταγής πληρωμής ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή.

7 Διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου


Η διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου ρυθμίζεται ειδικότερα στα άρθρα 637-645 ΚΠολΔ, τα οποία αντιστοιχούν στις διατάξεις των άρθρων 662 Α – 662 Θ πΚΠολΔ.
Ως προς τη διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου, η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή διατήρησε τις ρυθμίσεις του ν. 4055/2012, οι οποίες φαίνεται ότι διατηρούν μια δικαιότερη ισορροπία ανάμεσα στα συμφέροντα των μισθωτών και των εκμισθωτών επιφέροντας μικρές μόνο νομοτεχνικές βελτιώσεις . Εντύπωση προκαλεί ότι οι περισσότερες από τις καινοτομίες που εισάγονται στην ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ δεν απαντώνται στην ανακοπή του άρθρου 642 ΚΠολΔ κατά της διαταγής απόδοσης μισθίου, παρά την ταυτότητα του λόγου. Εγείρεται εύλογα ήδη το ερώτημα ενόψει των σοβαρών διαδικαστικών αποκλίσεων για το επιτρεπτό της σώρευσης των δύο δικογράφων, όταν π.χ. εκδίδεται κοινή διαταγή για οφειλόμενα μισθώματα και για απόδοση του μισθίου σύμφωνα με το άρθρο645.

Βιβλιογραφία για το Ν. 4335/2015


Βιβλία: Καλαβρός, ΠολΔ, 4η, 2016· Απαλαγάκη, Συστηματική παρουσίαση των βασικών τροποποιήσεων του ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015, 2016×Μαργαρίτης, ΚΠολΔ Συμπλήρωμα, 2016
Επιστημονικές δημοσιεύσεις: Απαλαγάκη Χ. Οι  πρόσφατες  ρυθμίσεις  του  ν. 4335/2015 ως προς την ικανοποίηση των  εργατικών  απαιτήσεων  στην  (ατομική)  αναγκαστική  εκτέλεση (άρθρα 975 και 977 ΚΠολΔ), με ρητή αναφορά στο σύνολο των νομοθετικών ρυθμίσεων και νομολογιακών εξελίξεων, σε τ. Εργατικές διαφορές και νέες διατάξεις του ΚΠολΔ (ν. 4335/2015), ΕΝΟΒΕ 2016×Αρβανιτάκης, Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, ΕΠολΔ 2014.245· Βαθρακοκοίλης Αντ. Η διάταξη του άρθρου 47 ΚΠολΔ μετά την τροποποίηση της με το Ν. 4335/2015, ΕλλΔνη 2016.103×Βόκας, Εισήγηση για την εφαρμογή του Ν. 4335/15 στην τακτική διαδικασία (εισήγηση στην ημερίδα της ΕΣΔι της 1.12.2015), Αρμ 2016.15= ΕλλΔνη 2016.59×Γεωργίου Κυρ. Η ικανότητα προς δικολογείν και το πρόβλημα της ικανότητας προς το δικολογείν στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ΕλλΔνη 2016.130×Γιαννόπουλος, Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά το Ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2015.453· Γιαννόπουλος, Οι τροποποιήσεις  του  Σχεδίου Νόμου για τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν στην απόδειξη, ΕΠολΔ 2014.195· Γιαννόπουλος Π./Τριανταφυλλίδης Χρ., Οι τροποποιήσεις του Ν. 4335/2015 στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας στο πεδίο του δικαίου της αποδείξεως, ΕλλΔνη 2016/3ο τεύχος×Καγιούλης Αγγ. Οι τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων σύμφωνα με το Ν. 4335/2015, ΕλλΔνη 2016.138×Καλαβρός,Εισαγωγή
– Η φυσιογνωμία των νέων ρυθμίσεων, ΕΠολΔ 2014.172 επ· Καλαβρός, Εισαγωγικό Σημείωμα σε Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, 2015, σ. V-XIII· Τσαντίνης, Ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας. Γενικό Μέρος, ΕΠολΔ 2014.178 επ×Κατηφόρης,  Ικανοποίηση δανειστών και κατάσχεση στα χέρια τρίτου, ΕΠολΔ 2014.274· Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, Ζητήματα από το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 4335/2015, εισήγηση στην Εθνική Σχολή Δικαστών (1.12.2015), Αρμ 2016.1· Κιουπτσίδου- Στρατουδάκη, Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις του ΣχΝΚΠολΔ 2014 ως προς το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, ΕΠολΔ 2014.264· Κολοτούρος, Η υπαγωγή της κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ ανακοπής στο σύστημα της προσωρινής δικαστικής προστασίας, ΕΠολΔ 2014.251 επ.· Κομπολίτης Γρ. Τροποποιηθείσες διατάξεις που αφορούν ειδικά την ενώπιον του Ειρηνοδικείου διαδικασία, ΕλλΔνη 2016.123×Κοντογεωργακόπουλος, Το σχέδιο νέου Κώδικα πολιτικής δικονομίας σε τ. Συμβολή για την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης, 2015, σ.  295 επ.· Κράνης, Ασφαλιστικά Μέτρα κατά το Σχέδιο ΚΠολΔ, ΕΠολΔ 2014.240· Μάζης Π. Σχετικά με την εισαγωγή στον ΚΠολΔ με το Ν. 4335/2015 του συστήματος πολλαπλών κατασχέσεων, ΕλλΔνη 2016.144×Μάζης Π., Παρέμβαση αναφορικά με τις διατάξεις του Σχεδίου για την αναγκαστική εκτέλεση, ΕΠολΔ 2014.278· Μάζης, Παρατηρήσεις στο νέο σχέδιονόμου(έτους2014)γιατηναναθεώρησητουΚΠολΔ,ιδίωςστιςδιατάξειςτουγιατην

αναγκαστική εκτέλεση, Αρμ 2014.193 επ.· Μακρίδου, Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις του ΣχΝΚΠολΔ (2014) ως προς την τακτική διαδικασία – συζήτηση στο ακροατήριο, ΕΠολΔ 2014.187 επ.·  Μακρίδου Κ. Η  ειδική  διαδικασία  των  εργατικών  διαφορών  στον  πρώτο  και  δεύτερο  βαθμό  μετά τις  τροποποιήσεις  του  ν.  4335/2015 σε τ.  Εργατικές διαφορές  και νέες διατάξεις του ΚΠολΔ (ν. 4335/2015), ΕΝΟΒΕ 2016×Μεγαρίτης, Ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ΔΦΝ 2015.1011· Παπαϊωάννου, Ο νέος ΚΠολΔ και η εξυγίανση των τραπεζών, ΔΦΝ 2015.931· Μούζουρα Σ., Οι γενικές διατάξεις των ειδικών διαδικασιών. Οι διαφορές από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση- περιουσιακές διαφορές, ΕλλΔνη 2016.78×Μπαμπινιώτης, Η ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών κατά τον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ΕΠολΔ 2014.222· Νίκας, Πορίσματα ημερίδας 9.5.2014, ΕΠολΔ 2014.285· Πανταζόπουλος Στ., Οι προτεινόμενες νομοθετικές ρυθμίσεις στα ένδικα μέσα, ΕΠολΔ 2014.211· Πανταζόπουλος Στ., Οι τροποποιήσεις του ΚΠολΔ στα ένδικα μέσα, στις ειδικές διαδικασίες και στο γενικό μέρος της αναγκαστικής εκτέλεσης βάσει του Ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2015. 266 επ.· Παντζόπουλος Αθ. Οι τροποποιήσεις στο συγκεντρωτικό σύστημα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με το Ν. 4335/2015, ΕλλΔνη 2016.93×Πλεύρη Α. Οι τροποποιήσεις του Ν. 4335/2015 σε ζητήματα του δικαίθου της αναγκαστικής εκτελέσεως (προσωρινή εκτελεστότητα, προδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και δίκες περί  την εκτέλεση), ΕλλΔνη 2016.152×Ποδηματά, Διαφορές από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση. Γενικό διαδικαστικό πλαίσιο και ειδικές παρατηρήσεις στις διατάξεις των νέων άρθρων 592-613 ΚΠολΔ (όπως ισχύουν μετά το Ν. 4335/2015), ΧρΙΔ 2015.641· Ποδηματά, Παρατηρήσεις επί των νέων άρθρων 623 έως 646 («Διαταγές») του Σχεδίου ΚΠολΔ 2014, ΕΠολΔ 2014.230· Ρήγας Κ. Οι Διαταγές και η Εκουσία Διαδικασία στον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (μετά το Ν. 4335/2015), ΕλλΔνη 2016.109×Σεβαστίδης Χρ., Οι ειδικές διαδικασίες στο νέο ΚΠολΔ (Ν. 4335/2015), Εισήγηση στην Εθνική Σχολή Δικαστών (1.12.2015), ΕλλΔνη 2016.73×Τιμαγένης, Διαφορές από την οικογένεια τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, ΕΠολΔ 2014.215· Τριανταφυλλίδης, Η άσκηση και συζήτηση της αγωγής κατά την τακτική διαδικασία με βάση το νέο ΚΠολΔ, ΕφΑΔ 2015.973. Τσαντίνης, Ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας. Γενικό Μέρος, ΕΠολΔ 2014.178επ.

Παναγιώτης Σ. Γιαννόπουλος, Λέκτορας Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ.



Ν.4488/17 Απαλλαγή από Ασφαλιστικές Εισφορές για Δικηγόρους χωρίς έναρξη στην Εφορία | Επιστροφές ποσών

$
0
0

ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη

Ν.4488/17 Απαλλαγή από Ασφαλιστικές Εισφορές για Δικηγόρους χωρίς έναρξη στην Εφορία | Επιστροφές ποσών

Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚΦΕΚ A 137 - 13.09.2017 ο νόμος με τις αλλαγές στα εργασιακά και το ασφαλιστικό NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4488/2017 "Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση...
της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες διατάξεις"όπου μεταξύ άλλων στο άρθρο 20 ρυθμίζει το θέμα της υποχρέωσης καταβολής ασφαλιστικών εισφορών σε όσους είναι εγγεγραμένοι ως Δικηγόροι σε Δικηγορικούς Συλλόγους.
Συγκεκριμένα, όσοι δικηγόροι εγγραφούν σε Δικηγορικό Σύλλογο, αλλά δεν κάνουν έναρξη ελεύθερου επαγγελματία στην Εφορία ή έχουν ήδη κάνει έναρξη, αλλά απο εδώ και εις το εξής αποφασίσουν να κάνουν διακοπή των βιβλίων ελεύθερου επαγγελματία στην Εφορία, τυγχάνουν απαλλαγής της υποχρέωσης καταβολής ασφαλιστικών εισφορών. Έτσι πλέον, είναι νομοθετικά προαιρετική η υποχρέωση έναρξης επαγγέλματος στην εφορία για έναν Δικηγόρο που είναι εγγεγραμμένος σε Δικηγορικό Σύλλογο και ο οποίος δεν θέλει να ασκήσει το ελευθέριο επάγγελμα του Δικηγόρου.
Αυτή η ρύθμιση είναι σημαντική και για όσους είναι έμμισθοι Δικηγόροι με σύμβαση έμμισθης εντολής, ο οποίοι δεν επιθυμούν παράλληλα να κρατήσουν το ελευθέριο επάγγελμα του Δικηγόρου, τους δίνεται πλέον η δυνατότητα να παραμείνουν μέλη του Δικηγορικού Συλλόγου και να καταβάλλουν μόνο τις ασφαλιστικές εισφορές του έμμισθου, οι οποίες βαρύνουν εν μέρει και τον εργοδότη τους.
Όσοι έχουν καταβάλει από 1-1-2017 ασφαλιστικές εισφορές αν και δεν είχαν κάνει έναρξη στη Εφορία ως ελεύθεροι επαγγελματίες, τότε δικαιούνται συμψηφισμού ή επιστροφής των ποσών αυτών, πλήν όμως των ποσών που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη (ΤΠΔΑ-ΤΥΔΕ).
Οι διατάξεις αυτές του αρ. 20 του Ν. 4488/2017 έχουν αναδρομική ισχύ από 1-1-2017.

Σύμφωνα με το άρθρο 20 του Ν. 4488/17 ορίζεται:
Άρθρο 20 Αποσύνδεση ασφάλισης από ιδιότητα
2. Οι δικηγόροι που είναι εγγεγραμμένοι ή θα εγγραφούν στους οικείους δικηγορικούς συλλόγους και ασκούν ελεύθερο επάγγελμα υπάγονται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις του πρώην Τομέα Ασφάλισης Νομικών (ΤΑΝ) του ΕΤΑΑ και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 76 του ν. 4387/2016, από την ημερομηνία έναρξης άσκησης του επαγγέλματος στην αρμόδια ΔΟΥ και μέχρι τη διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας και τη διαγραφή από τη ΔΟΥ.
3. Η ισχύς των παραγράφου 1 και 2 του παρόντος άρθρουαρχίζει την 1.1.2017.Ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί και αφορούν σε περίοδο ασφάλισης από 1.1.2017 έως την ισχύ της ρύθμισηςσυμψηφίζονται ή επιστρέφονται, πλην των ασφαλιστικών εισφορών για υγειονομική περίθαλψη.
4. Τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 2 που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ μέχρι την ισχύ του παρόντος νόμου και για τα οποία προκύπτει, κατ’ εφαρμογή της παρούσας ρύθμισης, διακοπή της ασφάλισής τους στον ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ,μπορούν προαιρετικά να συνεχίσουν την ασφάλισή τους για το σύνολο των κλάδων ασφάλισης στους οποίους υπάγονταν μέχρι τη διακοπή της υποχρεωτικής τους ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται με βάση το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος για τους ασφαλισμένους άνω 5ετίας του άρθρου 39 του ν. 4387/2016. Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης, σύμφωνα με τα ανωτέρω υποβάλλεται δήλωση του ασφαλισμένου εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Η προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης διακόπτεται, ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου, από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα από την υποβολή της αίτησης. Νέα αίτηση για προαιρετική ασφάλιση δεν μπορεί να υποβληθεί.
Έναρξη ισχύος: Οι νέες διατάξεις του άρθρου 20 ισχύουν από 1.1.2017.

ΑΠ 192 / 2017 - ΠΟΙΝΙΚΟ Οι δυσφημίσεις που τελέστηκαν μέσω Διαδικτύου ή της τηλεόρασης, ακόμη και αν πρόκειται για ειδησεογραφικά sites δεν εμπίπτουν στα αδικήματα δια του Τύπου αποφάνθηκε το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου.....

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Οι δυσφημίσεις που τελέστηκαν μέσω Διαδικτύου ή της τηλεόρασης, ακόμη και αν πρόκειται για ειδησεογραφικά sites δεν εμπίπτουν στα αδικήματα δια του Τύπου αποφάνθηκε το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου.
Σύμφωνα με το...
ανώτατο δικαστήριο, "το διαδίκτυο και η τηλεόραση δεν αποτελούν τυπογραφία"κι έτσι σε αυτές τις περιπτώσεις, στοιχειοθετείται η αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατά τις διατάξεις του κοινού ποινικού δικαίου, ενώ αλλάζει ο χρόνος παραγραφής.
Συγκεκριμένα, το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης δια του Τύπου παραγράφεται στα 3 χρόνια, ενώ με την επίμαχη νομολογία δια του internet ή της τηλεόρασης παραγράφεται στην πενταετία.
Κατά το σκεπτικό της απόφασης  υπ'αριθμ. 192/2017, "τύπος και έντυπον, επί των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου τούτου είναι πάν ότι εκ τυπογραφίας ή οιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων, μετά ή άνευ σημειώσεων ή μουσικών έργων, μετά κειμένου ή επεξηγήσεων ή φωνογραφικών πλακών", ενώ "ως δημοσίευσις εντύπου θεωρείται η διανομή, πώλησις, καθώς και η εις δημόσιον μέρος ή εν δημοσία συναθροίσει ή εις μέρος προσιτόν εις το κοινόν τοιχοκόλλησις ή έκθεσις παντός εντύπου...αδίκημα του Τύπου υπάρχει όταν λάβει χώρα ή κατά την προηγούμενην παράγραφον δημοσίευσις".

Απόφαση 192 / 2017    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Αριθμός 192/2017

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου (σύμφωνα με την υπ’ αριθμ.148/2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου), Αριστείδη Πελεκάνο, Αρτεμισία Παναγιώτου, Χρήστο Βρυνιώτη και Μαρία Παπασωτηρίου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Δεκεμβρίου 2016, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Βουρλιώτη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ροδόπης, περί αναιρέσεως της 436/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Ροδόπης.
Με κατηγορούμενο τον Κ. Κ. του Π., κάτοικο ..., που δεν παρέστη και με πολιτικώς ενάγοντα τον Δ. Β. του Θ., κάτοικο ..., που δεν παρέστη.
Το Τριμελές Πλημ/κείο Ροδοπης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ροδόπης ζητά τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 2/7-3-2016 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Τριμελούς Πλημ/κείου Ροδόπης Κ. Σ. και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...2016.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 473 παρ.3, 479 παρ.2, 504 παρ.1 και 505 παρ.1 περ.δ’ ΚΠΔ, προκύπτει ότι, ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών ασκεί αναίρεση κατά των αποφάσεων των μονομελών πλημμελειοδικείων και πταισματοδικείων της περιφέρειάς του, καταδικαστικών, αθωωτικών, εκείνων που παύουν την δίωξη ή την κηρύσσουν απαράδεκτη ή κηρύσσουν αναρμοδιότητα. Κατά των αθωωτικών αποφάσεων μπορεί να προτείνει μόνο το λόγο αναιρέσεως του άρθρου 510 παρ.1Ε’ , δηλαδή για εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, σύμφωνα με το άρθρο 506 στοιχ.β. Ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών μπορεί να ζητήσει την αναίρεση των αποφάσεων του δικαστηρίου, όπου είναι τοποθετημένος, και των αποφάσεων των Μονομελών Πλημμελειοδικείων και Πταισματοδικείων της Περιφέρειάς του, μέσα στην προθεσμία του άρθρου 473 παρ.3 ΚΠΔ, δηλαδή μέσα σε δέκα ημέρες από την καταχώρηση της απόφασης καθαρογραμμένης στο ειδικό βιβλίο που τηρείται στην γραμματεία του οικείου ποινικού δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση, με δήλωση της ενώπιον της γραμματέως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ροδόπης, για την οποία συντάχθηκε η με αριθμό 2/7-3-2016 έκθεση της, η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ροδόπης άσκησε αναίρεση κατά της με αριθμό 436/04.06.2015 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ροδόπης, (καταχωρηθείσης στο ειδικό βιβλίο την 24.02.2016), με την οποία έπαυσε οριστικά λόγω παραγραφής την ασκηθείσα ποινική δίωξη σε βάρος του Κ. Κ., κατόπιν μεταβολής της κατηγορίας σε συκοφαντική δυσφήμηση δια του τύπου ,από συκοφαντική δυσφήμηση, για την οποία αυτός είχε κριθεί ένοχος πρωτοδίκως. Η αναίρεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 462, 463, 46, 473 παρ. 1, 3 474 παρ. 1, 2, 504 παρ.1, 505 παρ.1 δ’ ΚΠΔ. Επομένως, πρέπει, να εξεταστεί περαιτέρω η ένδικη, περιέχουσα σαφή και ορισμένο λόγο αναίρεσης, αίτηση της άνω Εισαγγελέως Πρωτοδικών, την οποία κατά τη συζήτηση εκπροσωπεί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου (άρθρο 513 παρ.2 ΚΠΔ), σαν να είναι παρόντες, τόσον ο κατηγορούμενος, όσον και ο πολιτικώς ενάγων, οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν, ούτε και εκπροσωπήθηκαν από συνήγορο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από το οικείο έκθεμα, παρότι κλητεύθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, με επίδοση, στον ίδιο τον κατηγορούμενο και στον αντίκλητο δικηγόρο του Σ. Γ., καθώς και στον σύνοικο του πολιτικώς ενάγοντος, της με αριθ. ...29.3.2016 κλήσης της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, προς εμφάνιση τους στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου στη σημερινή δικάσιμο( βλ. τα από 04.04.2016, 01.04.2016 και 01.04.2016 αποδεικτικά επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας Εισαγγελίας πρωτοδικών Ροδόπης Ε. Γ., της δικαστικής επιμελήτριας Π. Β. και του δικαστικού επιμελητή Εισαγγελίας Πρωτ/δικών Αλεξ/λης Σ. Ε., αντιστοίχως).
Ειδικότερα, η άνω Εισαγγελέας Πρωτοδικών δήλωσε ότι ασκεί αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου, κατά της υπ’ αριθμό 436/ 04.06.2015 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ροδόπης, η οποία εκδόθηκε κατ’ έφεση της υπ’ αριθ.249/2014 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης, δια της οποίας γενομένου δεκτού σχετικού αυτοτελούς ισχυρισμού του κατηγορουμένου Κ. Κ., έπαυσε η ποινική δίωξη σε βάρος αυτού, λόγω παραγραφής, και ζήτησε την παραδοχή της παρούσης αναιρέσεως και την εξαφάνιση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, καθόσον το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε, ερμηνεύοντας εσφαλμένα ουσιαστική ποινική διάταξη (άρθρο 510 παρ.1.στοιχ.Ε ΚΠΔ) και συγκεκριμένα ,ότι στην υπό κρίση περίπτωση δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του κοινού ποινικού δικαίου, -αλλά εκείνες περί τύπου, μετέβαλε (κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό) την κατηγορία από συκοφαντική δυσφήμηση σε συκοφαντική δυσφήμηση δια του τύπου και ακολούθως, καθ’ υπέρβαση της εξουσίας του (άρθρο 510 παρ.1 περ.Η ΚΠΔ) έπαυσε την ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου λόγω παραγραφής. Κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’ αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν το πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του οικείου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Η εσφαλμένη ερμηνεία μπορεί να αναφέρεται και σε άλλη διάταξη νόμου η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ.Η του ΚΠΔ ,λόγο αναιρέσεως συνιστά και η υπέρβαση εξουσίας, η οποία υπάρχει όταν το δικαστήριο ασκεί δικαιοδοσία, που δεν του δίνει ο νόμος. Στα πλαίσια αυτού του ορισμού γίνεται διάκριση της υπέρβασης σε θετική και αρνητική. Στην πρώτη περίπτωση το δικαστήριο αποφασίζει για κάτι, για το οποίο δεν έχει δικαιοδοσία, ενώ στη δεύτερη παραλείπει να αποφασίσει κάτι, το οποίο υποχρεούται στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. ΟΙ περιπτώσεις υπέρβασης εξουσίας ορίζονται ενδεικτικώς στην προδιαληφθείσα διάταξη. Τέτοια δε περίπτωση ανακύπτει και όταν το δικαστήριο άσκησε τη δικαιοδοσία του χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις αυτής για τη συγκεκριμένη περίπτωση (Ολ. ΑΠ 3/2005, ΑΠ 48/2007, ΑΠ 1388/2006, ΑΠ 52/2010). Περαιτέρω, το άρθρο μόνο του Ν. 2243/1994 "περί καταργήσεως των ειδικών ποινικών τάξεων περί τύπου"ορίζει στην παράγραφο 1 εδ. α", ότι "καταργούνται οι ποινικές διατάξεις, ουσιαστικές και δικονομικές, του Ν. 5060/1931 "περί τύπου"προσβολών της τιμής εν γένει και άλλων σχετικών αδικημάτων"και του α.ν. 1092/1938 "περί Τύπου"καθώς και κάθε άλλη ουσιαστική και δικονομική ποινική διάταξη ειδικού νόμου σχετικά με τον Τύπο, εκτός των όρθρων 29 και 30 του Ν. 5060/1931, όπως αυτό ισχύουν σήμερα, του όρθρου 47 του αν.ν. 1092/1938, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ.2 του Ν. 1738/1987 και της παρ. 3 του άρθρου μόνου του Ν. 1178/1981. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι από της ενάρξεως της ισχύος του ανωτέρω νόμου, που συντελέσθηκε κατά την 3-10-1994, θεωρούνται καταργημένες όλες οι ποινικές διατάξεις, ουσιαστικές και δικονομικές, των σχετικών περί τύπου νόμων και η νομοτυπική μορφή των αδικημάτων καθιερώνεται και προσδιορίζεται από τις ουσιαστικές διατάξεις του Π.Κ. ή άλλου ειδικού νόμου. Έτσι ο νομοθέτης, θεώρησε ότι οι γενικές διατάξεις είναι επαρκείς για την αντιμετώπιση των αδικημάτων Τύπου. Όμως ο ίδιος διατήρησε σε ισχύ και ειδικής μορφής διατάξεις, των οποίων το εύρος δεν καλύπτεται από του Π.Κ ή ΚΠΔ. Εξάλλου οι διατάξεις των όρθρων 1 παρ.1 και 2 παρ.1 και 2 του α.ν. 1098/1938 "περί Τύπου"που επανήλθε σε ισχύ με το άρθρο 2 του Ν. 10/1975 δεν καταργήθηκαν υπό της παρ. 1 του άρθρου μόνου του Ν. 2243/1994, γιατί αυτές δεν εμπίπτουν στην έννοια της ουσιαστικής ποινικής δικονομικής διατάξεως, αφού οι ίδιες απλώς και μόνον προσδιορίζουν, εξ’ επόψεως ορισμού, την έννοιαν του Τύπου, του εντύπου του δημοσιεύματος και της δημοσιεύσεως. Ειδικότερα αμφότερες οι προαναφερόμενες διατάξεις καθορίζουν αντιστοίχως ότι "Τύπος και έντυπον, επί των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου τούτου είναι πάν ότι εκ τυπογραφίας ή οιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων, μετά ή άνευ σημειώσεων ή μουσικών έργων, μετά κειμένου ή επεξηγήσεων ή φωνογραφικών πλακών"και ότι "Ως δημοσίευσις εντύπου θεωρείται η διανομή, πώλησις, καθώς και η εις δημόσιον μέρος ή εν δημοσία συναθροίσει ή εις μέρος προσιτόν εις το κοινόν τοιχοκόλλησις ή έκθεσις παντός εντύπου...Αδίκημα του Τύπου υπάρχει όταν λάβει χώρα ή κατά την προηγούμενην παράγραφον δημοσίευσις". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση των εγκλημάτων , τα οποία τελούνται δια του Τύπου, ήτοι των εγκλημάτων του κοινού δικαίου, τα οποία προβλέπονται από τον Ποινικό Κώδικα ή από τους ειδικούς ποινικούς νόμους, όταν τελούνται με κατάχρηση του Τύπου, ως μέσου για την εκδήλωση τους (Ολ Α.Π. 759/1988) δεν αρκεί να συντρέχει το στοιχείο του εντύπου, όπως εννοιολογικώς προσδιορίζεται από το όρθρο 1 του αν.ν. 1092/1938, αλλά προσαπαιτείται και η δημοσίευση του, η οποία θεωρείται ότι υπάρχει, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.1 του ίδιου νόμου, όταν συντελεσθεί η διανομή ή πώληση του εντύπου, καθώς και η τοιχοκόλληση ή έκθεση αυτού σε δημόσιο μέρος ή σε δημόσια συνάθροιση ή σε μέρος προσιτό στο κοινό. Κατά συνέπεια, καταχώριση στο διαδίκτυο (ντερνετ) κειμένου με δυσφημιστικά γεγονότα και ανακοίνωση από τηλεοράσεως δυσφημιστικών γεγονότων, αφού το διαδίκτυο και η τηλεόραση δεν αποτελούν τυπογραφία, ούτε θεωρούνται μηχανικά μέσα πολλαπλασιασμού χειρογράφων και δεν θεωρούνται "τύπος"ή "έντυπο"δεν στοιχειοθετούν αδίκημα τελούμενο δια του τύπου (ΑΠ 726/2010, ΑΠ 1030/2009, ΝΟΜΟΣ, 345/2002 ΝΟΒ 2002 1522, ΑΠ 136/2000 Ποιν.Χρ.2000 412). Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 362 και 363 του Π.Κ. προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο, ενώπιον τρίτου για κάποιον άλλο γεγονότος που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του, β) το γεγονός αυτό να είναι ψευδές και ο δράστης να τελεί εν γνώσει της αναληθείας του και γ) δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει την γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου και τη θέληση του να ισχυρισθεί ή διαδώσει αυτό το βλαπτικό γεγονός. Ως γεγονός κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, νοείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου που ανάγεται στο παρελθόν ή το παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό απόδειξης, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρελθόν ή το παρόν που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται για την έρευνα του αναιρετικού ελέγχου, κατόπιν της από 09.03.2010 εγκλήσεως του Δ. Β. ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου Κ. Κ., συντάκτη του ηλεκτρονικού εντύπου " ..."και του ιδιοκτήτη και εκδότη αυτού, Κ. Κ., για την αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση, πράξεις που φέρεται ότι τέλεσαν από 19.03.2009 έως και 03.03.2010, παραπέμφθηκαν ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Κομοτηνής, το οποίο με την υπ’ αριθμό.249/2014 απόφασή του κήρυξε αθώο τον άνω δεύτερο κατηγορούμενο και καταδίκασε τον πρώτο κατηγορούμενο, Κ. Κ., σε ποινή φυλακίσεως έξι μηνών, ανασταλείσα επί τριετία, για την παραπάνω πράξη. Με την υπ’ αριθμό 436/2015 απόφαση του το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ροδόπης, που δίκασε κατ’ έφεση, έπαυσε την ποινική δίωξη σε βάρος του τότε εκκαλούντος κατηγορουμένου, λόγω παραγραφής, δεχόμενο (κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό) την μεταβολή της κατηγορίας από συκοφαντική δυσφήμηση σε συκοφαντική δυσφήμηση δια του τύπου. Ειδικότερα το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ροδόπης με την άνω απόφαση του δέχθηκε, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ’ είδος αναφερομένων σ’ αυτήν αποδεικτικών μέσων, κατά πιστή μεταφορά, τα εξής: "Ο κατηγορούμενος Κ. Κ. που είναι συντάκτης του ηλεκτρονικού εντύπου με την επωνυμία "...", με ηλεκτρονική διεύθυνση "..."του οποίου ιδιοκτήτης και εκδότης είναι ο Κ. Κ., κατά το χρονικό διάστημα από 19-3-2009 έως και 3-3-2010, υπό την προαναφερομένη ιδιότητα του ανήρτησε και δημοσίευσε στην παραπάνω ηλεκτρονική διεύθυνση, σε βάρος του Δ. Β. του Θ., το από 19-3-2009 αρχικό δημοσίευμα. Το συγκεκριμένο δημοσίευμα διατήρησε στο διαδίκτυο τουλάχιστον μέχρι την 3-3-2010. Σ’ αυτό ισχυριζόταν σε βάρος του εγκαλούντα ότι εμπλέκεται σε εργολαβικά συμφέροντα και διαπλέκεται μεταξύ ιδιοκτητών ΜΜΕ και εργολάβων δημοσίων έργων, εμφανίζοντας τον ως διαπλεκόμενο πρόσωπο, ότι ο ίδιος χρησιμοποίησε ατομικά τον κ. Λ. ως δούρειο ίππο, υπονοώντας ότι ο ίδιος αναμειγνύεται με την παράταξη της αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο της Αλεξανδρούπολης ως άτομο των παρασκηνίων, ότι ο Λ. καλύπτει το εγκαλούντα θάβοντας κατεδαφίσεις οικοδομών στις οποίες είχε πούλησα ακατάλληλο μπετόν, υπονοώντας ότι ο ίδιος και η εταιρεία του "... ΑΕ.", πωλεί κακής ποιότητας μπετόν, ότι προβαίνει σε εκβιασμούς σε βάρος αντιπάλων τοπικών συμφερόντων και πως εμπλέκεται και σε υποθέσεις εμπορίας ναρκωτικών.
Από τα ίδια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι το ως άνω ηλεκτρονικό έντυπο αποτελεί ηλεκτρονική εφημερίδα και ως τέτοιο υπάγεται στις διατάξεις περί τύπου όπως αναλυτικά εκτίθεται στην ανωτέρω μείζονα πρόταση.
Συνεπώς η αποδιδομένη στον κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατ’ εξακολούθηση, συνιστά κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό συκοφαντική δυσφήμηση δια του τύπου κατ’ εξακολούθηση. Ωστόσο το συγκεκριμένο έγκλημα (συκοφαντική δυσφήμηση δια του τύπου) που φέρεται να τελέσθηκε κατά το χρονικό διάστημα από 19-3-2009 έως και 3-3-2010 έχει παραγραφεί δεδομένου ότι έχει παρέλθει από τότε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 42 μηνών, όπως αυτό ορίζεται, κατ’ ανώτατο όριο, στο άρθρο 47 του α.ν 1092/38 το οποίο τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στην ως άνω μείζονα πρόταση.
Συνεπώς το αξιόποινο της αποδιδομένης - όπως ανωτέρω αναφέρεται κατ’ ορθότερο νομικό χαρακτηρισμό - στον κατηγορούμενο αξιοποίνου πράξεως, έχει, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 112 και 47 του α.ν 1092/38, εξαλειφθεί λόγω παραγραφής και, επομένως πρέπει, κατά τη διάταξη του άρθρου 370 στοιχ. β’ του ΚΠΔ, να παύσει οριστικά η ασκηθείσα για την παράβαση αυτή σε βάρος του κατηγορουμένου ποινική δίωξη". Ακολούθως έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου, αφού μετέτρεψε την κατηγορία σε συκοφαντική δυσφήμιση δια του τύπου με το ακόλουθο, κατά πιστή μεταφορά διατακτικό: "ΔΕΧΕΤΑΙ τον αυτοτελή ισχυρισμό που υποβλήθηκε για λογαριασμό του κατηγορουμένου. ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ την κατηγορία σε συκοφαντική δυσφήμηση δια του τύπου, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό και ΠΑΥΕΙ οριστικά την ποινική δίωξη σε βάρος του κατηγορουμένου λόγω παραγραφής του ότι : ο κατηγορούμενος στην Κομοτηνή, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, κατά το χρονικό διάστημα από 19-3-2009 έως και 3-3-2010, ισχυρίσθηκε ενώπιον τρίτων και διέδωσε για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του, το γεγονός δε αυτό είναι ψευδές και ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές. Ειδικότερα στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, ο Κ. Κ. ως ιδιοκτήτης και εκδότης του ηλεκτρονικού εντύπου με την επωνυμία "...", με ηλεκτρονική διεύθυνση "..."και ο κατηγορούμενος ως συντάκτης του επίμαχου δημοσιεύματος, ανάρτησαν και δημοσίευσαν στην παραπάνω ηλεκτρονική διεύθυνση, σε βάρος του Δ. Β. του Θ., το από 19-3-2009 αρχικό δημοσίευμα που το διατήρησαν στο διαδίκτυο τουλάχιστον μέχρι την 3-3-201, στο οποίο ισχυρίζονταν ψευδώς σε βάρος του εγκαλούντα ότι ο εγκαλών εμπλέκεται σε εργολαβικά συμφέροντα και διαπλέκεται μεταξύ ιδιοκτητών ΜΜΕ και εργολάβων δημοσίων έργων, εμφανίζοντας τον ως διαπλεκόμενο πρόσωπο, ότι ο ίδιος χρησιμοποίησε ατομικά τον κ. Λ. ως δούρειο ίππο, υπονοώντας ότι ο ίδιος αναμειγνύεται με την παράταξη της αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο της Αλεξανδρούπολης ως άτομο των παρασκηνίων, ότι ο Λ. καλύπτει το εγκαλούντα θάβοντας κατεδαφίσεις οικοδομών στις οποίες είχε πουλήσει ακατάλληλο μπετόν, υπονοώντας ότι ο ίδιος και η εταιρεία του "... Α.Ε.", πωλεί κακής ποιότητας μπετόν, ότι προβαίνει σε εκβιασμούς σε βάρος αντιπάλων τοπικών συμφερόντων και πως εμπλέκεται και σε υποθέσεις εμπορίας ναρκωτικών.
Τα παραπάνω, το περιεχόμενο των οποίων έλαβαν γνώση πολλά άτομα χρήστες του διαδικτύου που επισκέφτηκαν τη συγκεκριμένη ηλεκτρονική διεύθυνση, αλλά και μέσω της μηχανής αναζήτησης (Google), ήταν ψευδή καθόσον η αλήθεια είναι πως ο Δ. Β. δεν εμπλέκεται σε εργολαβικά συμφέροντα και δεν διαπλέκεται μεταξύ ιδιοκτητών ΜΜΕ και εργολάβων δημοσίων έργων, ουδέποτε συναντήθηκε και συνομίλησε με τον κ. Λ., ουδέποτε αναμίχθηκε με τη δημοτική παράταξη της αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο της Αλεξανδρούπολης, δεν έχει μέχρι τώρα προκύψει πως η εταιρεία του με την επωνυμία "... Α.Ε."πωλεί κακής ποιότητας μπετόν ούτε υπήρξαν κατεδαφίσεις οικοδομών, δεν προέβη ποτέ σε εκβιασμό αντιπάλων τοπικών συμφερόντων και δεν έχει εμπλακεί ποτέ σε εμπόριο ναρκωτικών, ενώ ο κατηγορούμενος το ισχυρίσθηκε ενώπιον τρίτων αν και γνώριζε ότι αυτά ήταν ψευδή και μπορούσε να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του εγκαλούντος". Με την κρίση του αυτή στην προσβαλλόμενη απόφαση το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ροδόπης υπέπεσε στην πλημμέλεια, 1) του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Ε του ΚΠΔ, θεωρώντας εσφαλμένα, ότι ο κατηγορούμενος δεν διέπραξε το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης κατά τις διατάξεις του κοινού ποινικού δικαίου, αλλά εκείνο της συκοφαντικής δυσφήμησης δια του τύπου, δεχόμενο, ότι στις σχετικές περί τύπου διατάξεις υπάγονται εκτός των εφημερίδων και των περιοδικών και οι ιστοσελίδες και τα μπλογκς (blogs), καθόσον αυτά περιέχουν κείμενα και οπτικοακουστικό υλικό που παράγονται με τον συνδυασμό μηχανικής και ηλεκτρονικής διαδικασίας και προορίζονται για την διάδοση μέσω του διαδυκτύου, κάθε δε ανάκληση του υλικού αυτού από τον χρήστη συνιστά αντίτυπο, 2) του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Η, με το να προβεί στη συνέχεια στην οριστική παύση της ποινικής διώξεως σε βάρος του (κατηγορουμένου), λόγω συμπληρώσεως του χρόνου της βραχυπρόθεσμης παραγραφής του αδικήματος. Εν όψει όλων αυτών, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε και Η του ΚΠΔ προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων (άρθρα 362,363 ΠΚ σε συνδ. με αρθ.1 παρ.1, και 2 παρ. 1,2 του ΑΝ 1098 1938 "περί τύπου", όπως ισχύουν) και της θετικής υπερβάσεως εξουσίας, πρέπει να γίνουν δεκτοί, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπέμψει η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν προηγουμένως δικάσει (άρθρο 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθμό 436/2015 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ροδόπης. Και
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση, στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από δικαστές άλλους, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Δεκεμβρίου 2016. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 6 Φεβρουαρίου 2017.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΑΠ Απόφαση 92 / 2017 - ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ -Σύμφωνα με το άρθρο 80 ΚΠολΔ, αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων, τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν. Έννομο συμφέρον,.....

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Απόφαση 92 / 2017    (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός 92/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥΔ’ Πολιτικό Τμήμα Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Σακκά, Σοφία Ντάντου, Γεώργιο Χοϊμέ και Μαρία Τζανακάκη, Αρεοπαγίτες.....

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 16 Σεπτεμβρίου 2016, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας - καθ’ ης η κλήση: Σ. Μ. του Β., κατοίκου ..., η οποία δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.
Των αναιρεσιβλήτων - καλούντων: 1) Διαχειριστικού Συμβουλίου, που εκπροσωπεί την ένωση συνιδιοκτητών του ... "...", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Λ. Ι. του Λ., κατοίκου ..., εκ των οποίων το 1ο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Καπελλάκη και ο 2ος παραστάθηκε με τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Καπελλάκη, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19-1-2005 αγωγή του ήδη 1ου των αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκε με την από 25-9-2006 πρόσθετη παρέμβαση του ήδη 2ου των αναιρεσιβλήτων.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 592/2008 μη οριστική και 57/2012 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η αναιρεσείουσα με την από 23-3-2012 αίτησή της, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε αρχικά η 11-1-2013, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 20-9-2013, κατά την οποία η συζήτηση ματαιώθηκε. Η υπόθεση επανήλθε για συζήτηση με την από 7-11-2013 κλήση του 2ου των αναιρεσιβλήτων για τη δικάσιμο της 7-3-2014, κατά την οποία αναβλήθηκε για την δικάσιμο της 19-9-2014.
Εκδόθηκε η 1981/2014 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία κήρυξε τη συζήτηση απαράδεκτη. Οι ήδη αναιρεσίβλητοι με την από 7-4-2015 κλήση τους επανέφεραν την υπόθεση για συζήτηση για τη δικάσιμο της 6-11-2015, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 5-2-2016, οπότε εκ νέου αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (16-9-2016). Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνο οι αναιρεσίβλητοι όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Μαρία Τζανακάκη διάβασε την από 28-12-2012 έκθεση της κωλυομένης να μετάσχει στη σύνθεση του Δικαστηρίου αυτού Αρεοπαγίτου Δημητρούλας Υφαντή, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της από 23-3-2012 αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την έννοια του άρθρου 576 παρ. 2 ΚΠολΔ, αν κατά τη συζήτηση της αναίρεσης δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος ερευνά αυτεπαγγέλτως αν ο απολειπόμενος διάδικος επέσπευσε εγκύρως τη συζήτηση, οπότε συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, ή, αν τη συζήτηση επέσπευσε ο αντίδικος του απολειπομένου διαδίκου, οπότε εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση με νέα κλήτευση. Στην αντίθετη περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 εδ. β’ και γ’ ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη, κατ’ άρθρο 575 εδ. β’ του ίδιου Κώδικα, αν η συζήτηση αναβληθεί ο γραμματέας είναι υποχρεωμένος αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίσθηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης η αναβολή της υποθέσεως και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για την μετ’ αναβολή δικάσιμο, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και, επομένως, δεν χρειάζεται νέα κλήτευση του διαδίκου, όταν ο απολειπόμενος κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο διάδικος είχε νομίμως κλητευθεί να παραστεί κατά τη δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση ή είχε παραστεί νομίμως κατά τη δικάσιμο αυτή (ΑΠ 242/2015, ΑΠ 546/2015, ΑΠ 1726/2013). Στην προκειμένη περίπτωση από τα πρακτικά της δίκης και τα διαδικαστικά έγγραφα προκύπτει, ότι η κρινόμενη από 23-3-2012 (αρ. κατ. …/2012) αίτηση αναίρεσης κατά της υπ’ αρ. 57/2012 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία των διαφορών του άρθρ. 647 παρ. 2 ΚΠολΔ,(όπως ίσχυε τότε) είχε προσδιοριστεί αρχικά για τη δικάσιμο της 11-1-2013, κατά την οποία η συζήτηση αυτής αναβλήθηκε από το πινάκιο για τη δικάσιμο της 20-9-2013, κατά την οποία ματαιώθηκε. Στη συνέχεια, με την από 7-11-2013 κλήση του 2ου αναιρεσιβλήτου η υπόθεση επανήλθε για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 7-3-2014, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 19-9-2014, κατά την οποία συζητήθηκε τελικά η υπόθεση και εκδόθηκε η υπ’ αρ. 1981/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση ελλείψει νόμιμης κλήτευσης της απολειπομένης αναιρεσείουσας. Ήδη, με την ένδικη από 7-4-2015 κλήση των αναιρεσιβλήτων η υπόθεση επαναφέρθηκε για να συζητηθεί στη Δικάσιμο της 6-11-2015, με αριθμό πινακίου …, σύμφωνα με την κάτω από αυτήν Πράξη της Προέδρου του Τμήματος (άρθρ. 568 παρ. 2-4 ΚΠολΔ). Εξάλλου, από την υπ’ αρ. .../30-7-2015 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά, Θ. Π., την οποία προσκομίζουν με νόμιμη επίκληση οι αναιρεσίβλητοι, προκύπτει, ότι με εντολή του πληρεξουσίου δικηγόρου αυτών (βλ. το με αρ. .../25-1-2016 ειδικό πληρεξούσιο της συμ/φου Αθηνών, Συμώνης Δημητρακοπούλου), κοινοποιήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 124 παρ. 1, 129 παρ. 1 ΚΠολΔ) στην αναιρεσείουσα η υπ’ αρ. 1981/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, ενώ από την υπ’ αρ. .../30-7-2015 έκθεση επίδοσης του ως άνω δικαστικού επιμελητή προκύπτει, ότι κοινοποιήθηκε νόμιμα στην αναιρεσείουσα (άρθρ. 124 παρ. 1, 129 παρ. 1 ΚΠολΔ) η ένδικη από 7-4-2015 κλήση για τη συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο της 6-11-2015, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε από το πινάκιο (άρθρ. 226 παρ. 4 ΚΠολΔ), για τη δικάσιμο της 5-2-2016 και με αριθμό πινακίου …, συντάχθηκε δε η υπ’ αρ. ...13-11-2015 βεβαίωση αναβολής του Γραμματέα της έδρας (άρθρ. 575 εδ. β’ ΚΠολΔ), η οποία επίσης, κοινοποιήθηκε νόμιμα στην αναιρεσείουσα (άρθρ. 129 παρ. 1, 130 παρ. 1 ΚΠολΔ), όπως προκύπτει από την υπ’ αρ. .../25-11-2015 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή. Κατά την προσδιορισθείσα όμως, μετ’ αναβολή δικάσιμο (5-2-2016) η υπόθεση αναβλήθηκε εκ νέου από το πινάκιο για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης (16-9-2016), με αριθμό πινακίου …, ενώ συντάχθηκε η υπ’ αρ. …8-2-2016 βεβαίωση αναβολής του Γραμματέα της έδρας. Περαιτέρω, από την υπ’ αρ. .../24-6-2016 έκθεση επίδοσης του ανωτέρω δικαστικού επιμελητή προκύπτει, ότι ακριβές αντίγραφο της ένδικης από 7-4-2015 κλήσης των αναιρεσιβλήτων και της υπ’ αρ. …8-2-2016 βεβαίωσης αναβολής του Γραμματέα της έδρας, κοινοποιήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα με θυροκόλληση (άρθρ. 124 παρ. 1, 128 παρ. 4,129 παρ. 2 ΚΠολΔ) στην αναιρεσείουσα, για να παραστεί στην σημερινή μετ’ αναβολή εκ του πινακίου δικάσιμο (βλ. επίσης συνημμένη στην έκθεση επίδοσης την από 24-6-2016 απόδειξη παραλαβής εγγράφου από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας του AT ... και την από 27-6-2016 βεβαίωση των ΕΛΤΑ). Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, δεν εμφανίσθηκε και πάλι η και κατά τις προηγούμενες συνεδριάσεις απολειπομένη αναιρεσείουσα, ούτε και κατέθεσε δήλωση μη παράστασης κατ’ άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, αλλά παραστάθηκαν νομίμως και προσηκόντως μόνον οι επισπεύδοντες τη συζήτηση της υπόθεσης αναιρεσίβλητοι. Επομένως, αφού η αναιρεσείουσα δεν εμφανίσθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, καίτοι κλητεύθηκε νόμιμα, πρέπει, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρ. 576 παρ. 2 σε συνδ. 226 παρ. 4 ΚΠολΔ, να συζητηθεί η αίτηση αναίρεσης παρά την απουσία αυτής.
Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 553 παρ. 1 στοιχ. β’ , 577 παρ. 2, 321 και 495 παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι σε αναίρεση υπόκειται η απόφαση που έχει καταστεί τελεσίδικη, εκείνη δηλαδή η οποία, απεκδύοντας το δικαστήριο από κάθε περαιτέρω εξουσία, περατώνει τη δίκη επί της αγωγής και δεν μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση. Εξάλλου, ο χαρακτήρας της απόφασης ως τελεσίδικης ή μη κρίνεται κατά το χρόνο της άσκησης του ενδίκου μέσου της αναίρεσης, ήτοι της κατάθεσης του σχετικού δικογράφου της στη γραμματεία του δικαστηρίου, που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά της απόφασης που εκδόθηκε με την απουσία, πραγματική ή πλασματική, ενός των διαδίκων, έστω και αν δεν στηρίχθηκε στη συναγωγή δυσμενών συνεπειών από την ερημοδικία του, παρέχεται δυνατότητα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τον ερημοδικασθέντα (άρθρ. 502 ΚΠολΔ, κατά την τακτική διαδικασία και στην προκειμένη ειδική διαδικασία, κατ’ άρθρ. 652 παρ. 1, σε συνδ. 647 παρ. 2 και 17 αρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν κατά το χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης, στις 10-1-2012), με συνέπεια όσο διαρκεί η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας να αποκλείεται η άσκηση κατά της ερήμην απόφασης αίτησης αναίρεσης, η οποία αν παρόλα αυτά ασκηθεί, είναι απορριπτέα αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη (άρθρ. 577 § 1 ΚΠολΔ), αφού σε σχέση με την αναίρεση δεν υπάρχει διάταξη όμοια με τη διάταξη του άρθρ. 513 § 1 εδ. β’ περ. β’ ΚΠολΔ, που ορίζει ότι κατά των ερήμην αποφάσεων επιτρέπεται έφεση ήδη από τη δημοσίευσή τους. Αντίθετα δηλαδή με την καθιερούμενη με τη διάταξη αυτή συμπόρευση των προθεσμιών της έφεσης και της ανακοπής ερημοδικίας η αναίρεση κατά ερήμην απόφασης είναι επιτρεπτή μόνον, εφόσον δεν συγχωρείται κατ’ αυτής ανακοπή ερημοδικίας ή έφεση (Ολ.ΑΠ 11/1998, 15/2001), δηλαδή καθιερώνεται η αρχή της διαδοχικής άσκησης των προβλεπόμενων ένδικων μέσων. Αν δεν συνομολογείται ή δεν αποδεικνύεται η τελεσιδικία της προσβαλλόμενης με αναίρεση απόφασης (με την προσκομιδή αποδεικτικών επιδόσεώς της ή πιστοποιητικού του αρμοδίου γραμματέως κ.λπ.) τότε η αναίρεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου (ΑΠ 242/2015, ΑΠ 430/2009, ΑΠ 12/2011).
Στην προκειμένη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως επιτρεπτά επισκοπείται (άρθρ. 561 αρ. 2 ΚΠολΔ), εκδόθηκε ερήμην της εναγομένης - καθής η πρόσθετη παρέμβαση και ήδη αναιρεσείουσας. Η απόφαση αυτή δημοσιεύτηκε στις 10-1-2012 και όπως ομολογεί η αναιρεσείουσα στο αναιρετήριο (βλ. σελ. 2 αυτού) κοινοποιήθηκε σ’ αυτήν στις 29-2-2012. Από την επομένη (1-3-2012) άρχισε να τρέχει η οκταήμερη προθεσμία για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας (άρθρ. 652 παρ. 1 όπως ίσχυε τότε), η οποία έληξε στις 8-3-2012 και έκτοτε άρχισε να τρέχει η 15ήμερη προθεσμία για την άσκηση έφεσης, που συμπληρώθηκε στις 23-3-2012. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε με την κατάθεσή της (άρθρ. 495 παρ. 1 ΚΠολΔ) στις 26-3-2012, δηλαδή μετά την τελεσιδικία της προσβαλλόμενης απόφασης και εντός της 15ήμερης προθεσμίας για την άσκηση αναίρεσης (άρθρ. 652 παρ. 1 όπως ίσχυε τότε).
Συνεπώς, εφόσον η αίτηση αναίρεσης έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα είναι παραδεκτή (άρθρ. 577 αρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την νομική και ουσιαστική βασιμότητα των κατ’ ιδίαν λόγων αυτής (άρθρ. 577 αρ. 3 ΚΠολΔ).
Ο προβλεπόμενος από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης ιδρύεται και αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας αυτός παραβιάζεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, η οποία υπάρχει, αν ο κανόνας δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν έπρεπε ή αν εφαρμοστεί εσφαλμένα. Ακόμα η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνον αν τα διδάγματα αυτά, εκτός άλλων, αφορούν την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στους κανόνες δικαίου που εφάρμοσε το Δικαστήριο της ουσίας (ΑΠ 150/2015). Με τον συγκεκριμένο λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κ.λπ. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνος δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ’ ουσίαν (Ολ.ΑΠ 27 και 28/1998, ΑΠ 468/2013, ΑΠ 382/2013, ΑΠ 349/2014).
Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρ. 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδρύεται ο αντίστοιχος λόγος αναίρεσης, όταν από τις παραδοχές της, που περιλαμβάνονται στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού της και αποτελούν το αιτιολογικό της, δεν προκύπτουν καθόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του για ζήτημα με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα, να μην μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόσθηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου, που δεν εφαρμόσθηκε (Ολ.ΑΠ 1/1999). Ειδικότερα, αντιφατικές αιτιολογίες έχει η απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά, που στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμά της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων, που τείνει στη θεμελίωση ή στην κατάλυση του επίδικου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι την κρίση της απόφασης για την υπαγωγή ή μη της ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης. Αντίστοιχα, ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει, όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά, που, είτε είναι κατά το νόμο αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, της διάταξης ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόσθηκε, είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι δε και όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (Ολ.ΑΠ 15/2006). Δηλαδή, δεν υπάρχει ανεπάρκεια αιτιολογίας, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτική, αλλά πλήρη αιτιολογία, αφού, αναγκαίο να εκτίθεται σαφώς στην απόφαση είναι μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε και όχι ο λόγος για τον οποίο αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Συνακόλουθα, τα επιχειρήματα του δικαστηρίου, που σχετίζονται με την εκτίμηση απλώς των αποδείξεων, δεν συνιστούν παραδοχές διαμορφωτικές του αποδεικτικού πορίσματός του και, επομένως, δεν συνιστούν αιτιολογία της απόφασης, ικανή να ελεγχθεί αναιρετικά με τον παραπάνω λόγο για ανεπάρκεια ή αντιφατικότητα, ούτε ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης από το άρθρ. 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, αν το δικαστήριο της ουσίας δεν ανέλυσε ιδιαιτέρως ή διεξοδικά τα επιχειρήματα των διαδίκων, που δεν συνιστούν αυτοτελείς ισχυρισμούς τους (ΑΠ 845/2012, ΑΠ 174/2015, ΑΠ 198/2015, ΑΠ 1351/2011, ΑΠ 479/2009). Αντίθετα, ο λόγος αυτός αναίρεσης, ο οποίος προϋποθέτει ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας και ελλείψεις ή ασάφειες στη διατύπωση της ελάσσονας πρότασης της προσβαλλόμενης απόφασης σε ζήτημα, που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, δεν ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας απέρριψε την αγωγή ή την αίτηση ως μη νόμιμη ή απαράδεκτη (Ολ.ΑΠ 44/1990, ΑΠ 101/2005, ΑΠ 1479/2013, ΑΠ 121/2014, ΑΠ 140/2010).
Επίσης, κατά το εδάφιο 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ συγχωρείται αναίρεση αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, δηλαδή οι διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ μέσα από την εφαρμογή των οποίων θα ανευρεθεί και θα κατανοηθεί το πραγματικό περιεχόμενο μιας δικαιοπραξίας, κατά τρόπο ώστε τούτο να ανταποκρίνεται στην πραγματική θέληση των δικαιοπρακτούντων. Η προσφυγή στις διατάξεις αυτές προϋποθέτει την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στη δικαιοπραξία που διαπιστώνεται από το δικαστήριο έστω και έμμεσα, οπότε σε περίπτωση μη αναζήτησης του αληθινού περιεχομένου της δικαιοπραξίας βάσει των διατάξεων αυτών ιδρύεται ο ως άνω λόγος αναίρεσης. Η διαπίστωση από το δικαστήριο της ύπαρξης κενού ή αμφιβολίας δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου. Οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών παραβιάζονται και εκ πλαγίου, με την έννοια ότι η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δεν έχει νόμιμη βάση και άρα είναι αναιρετέα κατά το εδάφιο 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, όταν, χωρίς να διευκρινίζεται στην απόφαση, αν υπάρχει ή όχι κενό ή ασάφεια στη σύμβαση και επομένως ανάγκη ερμηνείας της, εν τούτοις το δικαστήριο είτε εφαρμόζει τους ερμηνευτικούς κανόνες των δικαιοπραξιών, είτε παραλείπει να τους εφαρμόσει. Έμμεση διαπίστωση κενού ή αμφίβολης έννοιας υπάρχει, αν το δικαστήριο προβαίνει σε ερμηνεία, έστω και αν αναφέρει στην απόφασή του, ότι η δήλωση των συμβληθέντων στη σύμβαση είναι σαφής και απαλλαγμένη κενών (ΑΠ 10/2015, ΑΠ 349/2014, ΑΠ 772/2014, ΑΠ 2273/2009).
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 5 εδ. α’ , 7 παρ. 1, 8 και 13 του Ν. 3741/1929,"περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους", που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα με το άρθρο 54 του Εισαγωγικού νόμου αυτού, και 1117 του ΑΚ, συνάγεται ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή κυριότητα σε όροφο οικοδομής ή διαμέρισμα ορόφου, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ’ ανάλογη μερίδα, στα μέρη του όλου ακινήτου, που χρησιμεύουν σε κοινή απ’ όλους τους οροφοκτήτες χρήση. Μεταξύ των μερών αυτών περιλαμβάνονται, κατά ενδεικτική στις διατάξεις αυτές απαρίθμηση, το έδαφος, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, οι καπνοδόχοι, οι αυλές, τα φρεάτια ανελκυστήρων, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, το ηλιακωτό δώμα. Εξάλλου, με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 1 του Ν. 3741/1929, η οποία ορίζει ότι "αδιαίρετος είναι η ιδιοκτησία και παντός άλλου πράγματος χρησιμεύοντος προς κοινήν των ιδιοκτητών χρήσιν", προσδιορίζονται τα κριτήρια υπαγωγής στην ομάδα των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών της οικοδομής, που δεν αναφέρονται ρητά στη συμφωνία ή στο νόμο. Ειδικότερα, ο προσδιορισμός των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων αυτών μερών, γίνεται, είτε με τη συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία, είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929, δηλαδή με σύμφωνη απόφασή τους, που πρέπει να καταρτισθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί. Αν τούτο δεν γίνει, αν δηλαδή δεν ορίζεται τίποτα από την ως άνω δικαιοπραξία, ούτε με ιδιαίτερες συμφωνίες, τότε ισχύει ο προσδιορισμός, που προβλέπεται από τις ως άνω διατάξεις. Στην τελευταία περίπτωση, κριτήριο για το χαρακτηρισμό πράγματος ως κοινόκτητου και κοινόχρηστου, είναι ο κατά τη φύση του προορισμός για την εξυπηρέτηση των συνιδιοκτητών με την κοινή από αυτούς χρήση του. Δεδομένου δε, ότι η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 ΑΚ και 1 επ. του Ν. 3741/ 1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα επί ορόφου ή τμήματος ορόφου, αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα superficies solo cedit, που έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδ. α’ του ΑΚ, οποιοδήποτε μέρος του όλου ακινήτου που δεν ορίστηκε ή δεν ορίστηκε έγκυρα, με το συστατικό της οροφοκτησίας τίτλο, ότι αποτελεί αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιου συνιδιοκτήτη, υπάγεται αυτοδικαίως από το νόμο, κατ’ εφαρμογή του ανωτέρω κανόνα, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους και θεωρείται κοινόκτητο και κοινόχρηστο μέρος του ακινήτου (Ολ.ΑΠ 23/2000). Ειδικότερα, επί οριζοντίου ιδιοκτησίας, η κυρία είσοδος της οικοδομής, οι κλίμακες ανόδου προς το δώμα και το ηλιακό δώμα (ταράτσα), εξομοιούμενο με τη στέγη της οικοδομής, αποτελούν αντικείμενο αναγκαίας συγκυριότητας και κοινόχρηστα πράγματα για όλους τους ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων, καθένας από τους οποίους δικαιούται να ποιείται απόλυτη χρήση, εκτός εάν με συμφωνία που τον δεσμεύει, αποκλείστηκε από το δικαίωμα αυτό, το οποίο διαφυλάχθηκε για μερικούς μόνο από τους ιδιοκτήτες. Επιτρέπεται δε, κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα με την ενδοτικής φύσεως διάταξη του άρθρου 2 του Ν. 3741/1929, με ειδική μεταξύ των συνιδιοκτητών του εδάφους συμφωνία, που καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και καταχωρίζεται στα βιβλία μεταγραφών, το δικαίωμα να παραχωρηθεί αποκλειστικώς σε κάποιους από τους συνιδιοκτήτες ή και σε έναν από αυτούς η χρήση σε κάποιο από αυτά τα κοινά μέρη, οπότε η χρήση του δεν ανήκει σε όλους από κοινού τους συνιδιοκτήτες του εδάφους (ΑΠ.Ολ. 5/1991, 7/1992, ΑΠ 892/2015, ΑΠ 1250/2011, πρβλ. επίσης ΑΠ 1713/1991).
Περαιτέρω, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι κάθε συνιδιοκτήτης δικαιούται να προβαίνει σε απόλυτη χρήση των κοινοχρήστων μερών της οικοδομής, να ενεργεί επισκευές και ανανεώσεις αυτών, καθώς και μεταβολές και προσθήκες, με τον όρο ότι δεν παραβλάπτει τα δικαιώματα των άλλων ιδιοκτητών και δεν μεταβάλλει τον συνήθη προορισμό αυτών ή δεν δημιουργούνται κίνδυνοι για τη στατική της οικοδομής ή των διαμερισμάτων της, δεν παρεμποδίζεται η σύγχρηση εκ μέρους των λοιπών οροφοκτητών, δεν επέρχονται μεταβολές στην αισθητική του κτιρίου και δεν θίγεται η ασφάλειά του. Η διαφορετική συμμετοχή των συνιδιοκτητών στη χρήση κοινοχρήστου μέρους της οικοδομής ή ο αποκλεισμός του κοινοχρήστου χαρακτήρα του και η περιέλευση αυτού αποκλειστικά σε ένα ή περισσότερους ιδιοκτήτες είναι δυνατή λόγω του ενδοτικού χαρακτήρα της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 3741/1929, αλλά προϋποθέτει, κατά το άρθρο 13 παρ. 1 αυτού, συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών που πρέπει να καταρτισθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί. ‘ Ετσι, και το υπόγειο και το ημιυπόγειο που είναι μέρη του εδάφους είναι ως τέτοια αυτοδικαίως αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας, εκτός εάν στην συστατική πράξη της οροφοκτησίας αυτά καθορίστηκαν ως αντικείμενα αποκλειστικής κυριότητας δηλαδή ως όροφος ή διαμέρισμα ή ως διαιρεμένοι αυτοτελείς βοηθητικοί χώροι υπαγόμενοι σε ορόφους ή διαμερίσματα (ΑΠ 1501/2011 ΑΠ 1658/2007, ΑΠ 185/2003). Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει ότι μπορεί να περιληφθεί στον κανονισμό συμφωνία, με την οποία ένας ή και περισσότεροι από τους συνιδιοκτήτες θα έχουν το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσης σε κοινόκτητο και κοινόχρηστο τμήμα της οικοδομής αλλά για τον προορισμό που το τμήμα αυτό από τη φύση του έχει και προκύπτει από τις λειτουργικές χρησιμότητες του οικοδομήματος που ορίζονται από τον κανονισμό, την τοποθεσία του ακινήτου και τις τακτικές συνήθειες της περιοχής. Αν και πότε θίγονται τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών ή υπάρχει μεταβολή του συνήθους προορισμού των κοινών μερών με τη χρήση τους από ορισμένους συνιδιοκτήτες, κρίνεται, κατά περίπτωση, με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες και στο πλαίσιο του γενικότερου συμφέροντος της ομαλής λειτουργίας της σχέσεως της οροφοκτησίας. Ειδικότερα, βλαπτική για τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών είναι η χρήση που εμποδίζει ή δυσχεραίνει υπερμέτρως αυτούς στη χρήση των οριζόντιων ιδιοκτησιών τους ή και στη σύγχρηση των κοινών μερών, ενώ μεταβολή του συνήθους προορισμού προκαλείται όταν η συγκεκριμένη χρήση αλλοιώνει τον προορισμό των κοινών μερών, που ορίζεται με δικαιοπρακτική ρύθμιση ή, σε περίπτωση ελλείψεώς της, προκύπτει από τη φύση των πραγμάτων και τον σκοπό που αυτά υπηρετούν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας στη λειτουργία της οροφοκτησίας, καθώς και από τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης. Κάθε συνιδιοκτήτης, εφόσον από τις ενέργειες άλλου συνιδιοκτήτη παραβλάπτεται στη χρήση των κοινών πραγμάτων και μειώνεται η ασφάλεια της οικοδομής, έχει το δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση (ΑΠ 357/2006 και 1830/2005). Περαιτέρω στο πλαίσιο των πιο πάνω αρχών εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων του ν. 3741/1929 εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι διατάξεις του ΓΟΚ, στην προκειμένη δε περίπτωση των άρθρων 2 παρ. 22 και 8 παρ. 2 του ΓΟΚ/2000, με τις οποίες ορίζεται ότι κοινής χρήσεως χώροι του κτιρίου και του οικοπέδου είναι οι χώροι που προορίζονται για χρήση από όλους τους ενοίκους του κτιρίου και ότι ο υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος του οικοπέδου πρέπει να είναι προσπελάσιμος από τους χώρους κοινής χρήσης του κτιρίου. Ειδικότερα, η εφαρμογή της πρώτης από τις πιο πάνω ρυθμίσεις προϋποθέτει στο πλαίσιο εφαρμογής και των διατάξεων του ν. 3741/1929 ότι οι συγκεκριμένοι χώροι του οικοπέδου έχουν χαρακτηρισθεί ως κοινόχρηστοι με τον υπάρχοντα κανονισμό, και εφ’ όσον δεν υπάρχει κανονισμός ή κοινοχρησία προκύπτει από τη φύση του πράγματος και το σκοπό που αυτό υπηρετεί στη λειτουργία της οροφοκτησίας (ΑΠ 38/2015, ΑΠ 639/2010).
Με τον 1° λόγο της αίτησης αναίρεσης η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια εκ του αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ με την αιτίαση ότι παραβιάστηκαν ευθέως οι ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929 και των άρθρ. 1002, 1117 ΑΚ, καθώς επίσης οι ερμηνευτικοί κανόνες των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ, διότι ως προς τις τελευταίες διατάξεις, ενώ το Δικαστήριο διαπίστωσε αμφιβολία σχετικά με τους όρους του Κανονισμού του ... και έπρεπε να γίνει ερμηνεία αυτών με τις ανωτέρω διατάξεις, εντούτοις δεν εκθέτει τα κενά και τα αμφίβολα σημεία.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα ακόλουθα κατά την ανέλεγκτη επί της ουσίας εκτίμηση των αποδείξεων: "Η ενάγουσα ένωση συνιδιοκτητών του ... "...", που βρίσκεται στην ..., μεταξύ των οδών ..., συστήθηκε νόμιμα με την υπ’ αριθμόν .../1977 σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμό συγκροτήματος κτιρίων του Συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Περράκη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αμαρουσίου, στον τόμο … και με αριθμ…., όπως η πράξη αυτή τροποποιήθηκε με τις υπ’ αριθμούς .../78 πράξεις του Συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Περράκη, νομίμως και αυτών μεταγραμμένων στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Αμαρουσίου, στους τόμους και αριθμούς, αντίστοιχα, ... αλλά και με την υπ’ αριθμ. ...1983 πράξη επανάληψης πράξης τροποποίησης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας, νομίμως και αυτής μεταγεγραμμένης στα ως άνω βιβλία μεταγραφών, υπήχθη, δε, στις διατάξεις περί οριζοντίου ιδιοκτησίας του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ. Η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, με βάση το με αριθμ. .../31-3-1988 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ..., στον τόμο … και με αριθμ…., κατέστη κυρία, νομέας και κάτοχος των υπό στοιχεία ... οριζόντιων ιδιοκτησιών (βοηθητικών κτισμάτων), που βρίσκονται στον πλάγιο ακάλυπτο χώρο του περιγραφόμενου στο ως άνω συμβόλαιο οικοπέδου και συγκεκριμένα, 1) του υπ’ αριθμ. ... βοηθητικού χώρου, που εμφαίνεται με τα στοιχεία ... στο από Δεκεμβρίου 1976 σχεδιάγραμμα του Αρχιτέκτονα Μηχανικού Λ. Κ., που είναι συνημμένο στην ως άνω, υπ’ αριθμ. .../1978 πράξη τροποποίησης της ως άνω συστατικής πράξης του Συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Περράκη. Ο βοηθητικός αυτός χώρος έχει επιφάνεια 10 τετραγωνικά μέτρα, όγκο ιδιόκτητο 25 κυβικά μέτρα, ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 3,40%o, συμμετέχει στις κοινόχρηστες δαπάνες πλην ανελκυστήρα και θέρμανσης με 1%ο και έχει ψήφους 3%ο όπως προκύπτει από τον από 10 Ιουνίου 1976 πίνακα κατανομής ποσοστών του Πολιτικού Μηχανικού Σ. Μ.. 2) Του υπ’ αριθ. ... βοηθητικού χώρου, που έχει επιφάνεια 10 τετραγωνικά μέτρα, όγκο ιδιόκτητο 25 κυβικά μέτρα, ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 3,40%ο, συμμετέχει στις κοινόχρηστες δαπάνες πλην ανελκυστήρα και θέρμανσης με 1%ο και έχει ψήφους 3%ο, όπως προκύπτει από τον ως άνω πίνακα κατανομής ποσοστών του Πολιτικού Μηχανικού Σ. Μ.. 3) Του υπ’ αριθ. ... βοηθητικού χώρου, που έχει επιφάνεια 11,50 τετραγωνικά μέτρα, όγκο ιδιόκτητο 29 κυβικά μέτρα, ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 3,70%ο, συμμετέχει στις κοινόχρηστες δαπάνες πλην ανελκυστήρα και θέρμανσης με 1%ο και έχει ψήφους 5%ο, όπως προκύπτει από τον από 10 Ιουνίου 1976 πίνακα κατανομής ποσοστών του Πολιτικού Μηχανικού Σ. Μ.. 4) Της … αποθήκης υπογείου, επιφανείας 5 τ.μ. που ανήκει, ως αναπόσπαστο τμήμα, στον υπό στοιχεία ... βοηθητικό χώρο. Έτσι, σύμφωνα με το συμβόλαιο αγοράς η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση απόκτησε συνολικό χώρο ισογείου επιφανείας (10+10+11,50=) τριάντα ενός τετραγωνικών μέτρων και πενήντα εκατοστών του μέτρου (31,50 τ.μ.). Τα ανωτέρω βοηθητικά κτίσματα του ακάλυπτου και η αποθήκη του πρώτου υπογείου αποτελούν, σύμφωνα με το ως άνω συμβόλαιο και δυνάμει των ως άνω .../77 πράξης του Συμβ/φου Αθηνών, Γεωργίου Περράκη, όπως η πράξη αυτή κατά τα παραπάνω τροποποιήθηκε με τις υπ’ αριθμ. ..., .../78, .../78 πράξεις του ίδιου Συμβ/φου, καθώς και της υπ’ αριθμ. .../1983 πράξης επανάληψης πράξης τροποποίησης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας, που αφορά στην προπεριγραφείσα αποθήκη, αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, σύμφωνα με το Ν. 3741/1929 και τα άρθρα 1002 και 1117 του ΑΚ. Με την ίδια συμβολαιογραφική πράξη, η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση προσχώρησε στον κανονισμό του συγκροτήματος. Κατά μήνα Μάρτιο του έτους 2004, σε συνεργασία με τον Χ. Τ., η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση υπέβαλε αίτηση στην αρμόδια Διεύθυνση Πολεοδομίας ..., επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. πρωτοκόλλου ... αρχική από 8 Μαρτίου 2004 και συμπληρωματική από 12 Μαρτίου 2004 άδεια "περί εκτελέσεως μικρής κλίμακας εργασιών"και "διενεργείας επισκευών"εντός των πιο πάνω βοηθητικών κτισμάτων. Η άδεια αυτή χορηγήθηκε υπό το ρητό όρο της συμμορφώσεως με την υπ’ αριθ. ...1976 οικοδομική άδεια (αρχική οικοδομική άδεια του ...) και τα σχεδιαγράμματα που συνοδεύουν αυτήν. Αντί να συμμορφωθεί όμως με την αρχική άδεια και τα προβλεπόμενα σε αυτήν και αντί να προχωρήσει σε μικρής έκτασης επισκευές, η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, από τις 8 Μαρτίου 2004 κάλυψε ολόκληρη την πρόσοψη των τριών βοηθητικών χώρων με σκαλωσιά καλυμμένη από χαρτόνια και πλαστικό και προέβη στις εξής ενέργειες: 1) Κατεδάφισε τους ενδιάμεσους τοίχους, μετατρέποντας τους τρεις ξεχωριστούς βοηθητικούς χώρους σε ένα ενιαίο χώρο, στην πράξη της, δε, αυτή προέβη, χωρίς να έχουν μελετηθεί οι επιπτώσεις της κατεδάφισης ενδιάμεσων τοίχων στη στατική επάρκεια του κτιρίου. 2) Κατεδάφισε τις προσόψεις των βοηθητικών χώρων και τοποθέτησε γυάλινες προθήκες (βιτρίνες) έξω από το περίγραμμα των χώρων αυτών. Η επέκταση αυτή με υαλοπίνακες βρίσκεται στον μεταξύ των οδών ... κοινόχρηστο χώρο και κοινόχρηστο κήπο του .... Με τις κατασκευές αυτές η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση δημιούργησε κτίσμα συνολικού εμβαδού 41,75 τ.μ., το οποίο, κατά το εμβαδόν των 10,25 τ.μ., καταλαμβάνει τμήμα του κοινόχρηστου και κοινόκτητου διαδρόμου και κήπου. Παράλληλα, η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση κατέλαβε τμήματα του κοινόχρηστου χώρου πάνω από την κοινόχρηστη ράμπα που οδηγεί στον υπόγειο χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων του ... ..., περιορίζοντας, έτσι, κατά μήκος τον κοινόχρηστο κήπο και κατά μήκος και κατά πλάτος τον κοινόχρηστο χώρο προσπελάσεως και κατ’ επέκταση τη δυνατότητα χρήσεως αυτών, καθώς και την θέα των επ’ αυτού κειμένων λοιπών βοηθητικών κτισμάτων και καταστημάτων (βλ. προσκομιζόμενες απ’ την ενάγουσα συνιδιοκτησία φωτογραφίες των αυθαίρετων κατασκευών της εναγόμενης - προσθέτως παρεμβαίνουσας). Τέλος, στο σύνολο του χώρου, που με τον παραπάνω τρόπο δημιούργησε, άλλαξε τη χρήση και από βοηθητικό χώρο τον μετέτρεψε σε εμπορικό κατάστημα, το οποίο εκμίσθωσε στην εταιρεία "... Ο.Ε.", στην οποία μετέχει η ίδια ως ομόρρυθμος εταίρος. Κατά τη διάρκεια των πιο πάνω εργασιών, υπήρξαν επανειλημμένες καταγγελίες προς την αρμόδια Διεύθυνση Πολεοδομίας ..., εκ μέρους του προσθέτως παρεμβαίνοντος, συνιδιοκτήτη διηρημένης ιδιοκτησίας του ως άνω ... και συγκεκριμένα, ως αποκλειστικού κυρίου, νομέα και κατόχου του υπ’ αριθμ. … καταστήματος του ισογείου του κυρίως κτιρίου του ως άνω ..., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου και των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, 8/οο και ψήφους στη διοίκηση του συγκροτήματος 8/οο (βλ. προσκομιζόμενο απ’ τον προσθέτως παρεμβαίνοντα με αριθμ. .../9-2-1984 νομίμως μεταγεγραμμένο, αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Αθηνών Γερασίμου Παπαθεοδώρου). Κατόπιν των καταγγελιών αυτών, την 1η Απριλίου 2004 οι τεχνικοί υπάλληλοι της Πολεοδομίας Γ. Κ. και Μ. Ά. Κ. προέβησαν σε επιτόπια αυτοψία στους χώρους αυτούς και συνέταξαν την υπ’ αριθ. ... 2004 Έκθεση Αυτοψίας Αυθαιρέτου. Διαπιστώθηκε ότι η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση και ο συνεργάτης της, Χ. Τ. είχαν αυθαίρετα επεκτείνει κτίσμα, κατά εμβαδόν 10,55 τ.μ. καθ’ υπέρβαση της υπ’ αριθ. ...76 οικοδομικής αδείας και της υπ’ αριθ. .../12-3-2004 έγκρισης εργασιών μικρής κλίμακας και ότι η επέκταση έγινε με τζαμαρία και δοκό από γυψοσανίδα διατομής περίπου 0,60 μ. Χ 0,60 μ. Η αυτοψία διαπίστωσε επίσης αυθαίρετη αλλαγή χρήσης του κτίσματος (μετά την επέκταση αυτού) από χώρο βοηθητικής χρήσης, όπως χαρακτηρίζεται στην ...1976 οικοδομική άδεια, σε χώρο κύριας χρήσης εμπορικού καταστήματος, συνολικής επιφάνειας 41,75 τ.μ. Κατά της αυτοψίας οι ενδιαφερόμενοι άσκησαν εμπρόθεσμα την υπ’ αριθ. .../13 Μαΐου 2004 ένσταση, επί της οποίας η Τριμελής Επιτροπή Κρίσεως Αυθαιρέτων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας ..., με την υπ’ αριθ. 3/15-6-2004 απόφασή της, επέβαλε πρόστιμα ανέγερσης και διατήρησης, καθώς και την κατεδάφιση του αυθαίρετου κτίσματος. Η απόφαση αυτή συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3/9-11-2004 συμπληρωματική απόφαση της ιδίας Τριμελούς Επιτροπής, με την οποία επιβλήθηκε η σφράγιση της αυθαίρετης χρήσης, που λειτουργεί στην αυθαίρετη επέκταση (εμβαδού 10,55 τ.μ.) και στο υπάρχον νόμιμο κτίσμα (εμβαδού 41,75 τ.μ.) το οποίο ανεγέρθηκε βάσει της υπ’ αριθ. ...1976 οικοδομικής αδείας, καθώς μεταβλήθηκε το νόμιμο περίγραμμά του. Κατόπιν αυτών βεβαιώθηκε, από τα αρμόδια όργανα της Διεύθυνσης Πολεοδομίας ..., η από πολεοδομικής άποψης παράνομη συμπεριφορά της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση. Ανεξάρτητα, ωστόσο, από τις διοικητικές κυρώσεις, που επιβλήθηκαν σε βάρος των διηρημένων ιδιοκτησιών της, η αυθαίρετη συνένωση των ως άνω τριών αυτοτελών και διηρημένων ιδιοκτησιών του ισογείου της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, με την κατεδάφιση των μεσότοιχων και η επέκταση των εν λόγω ιδιοκτησιών σε κοινόκτητο και κοινόχρηστο χώρο του ..., αντίκειται σε απαγορευτικούς όρους του ισχύοντος κανονισμού της συνιδιοκτησίας, στον οποίο προσχώρησε η εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, αποδεχόμενη τους όρους του, κατά την αγορά των διηρημένων ιδιοκτησιών της. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον ως άνω Κανονισμό "Κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι και αδιαίρετα πράγματα...εισίν...το οικόπεδον εφ’ ου ανεγείρεται το όλον συγκρότημα..., ανήκον εις έκαστον των συνιδιοκτητών των κατ’ ιδίαν διηρημένων οριζοντίων ιδιοκτησιών του υπό ανέγερσιν συγκροτήματος κατά το ποσοστόν εξ αδιαιρέτου το αναφερόμενον... κατά την περιγραφή μιας εκάστης των οριζοντίων ιδιοκτησιών... ως και πας έτερος χώρος, κατασκεύασμα, εξάρτημα και εν γένει αντικείμενον θεωρούμενον κατά νόμον ως κοινόχρηστον ή κοινόκτητον ή χρησιμεύον εις κοινήν εξυπηρέτησιν απάντων των κτιρίων... Περαιτέρω και δοθέντος ότι το όλον συγκρότημα θα απαρτίζεται εκ τριών κτιρίων, ήτοι του κεντρικού τοιούτου, του πολυγωνικού περιπτέρου και του κτιρίου του πρατηρίου, κοινόχρηστοι και κοινόκτητοι χώροι δι’ έκαστον των κτιρίων τούτων, ανήκοντες εις τους ιδιοκτήτας εκάστου εξ αυτών, έναν ή πλείονες, είναι... η κεντρική είσοδος... Εις τα ανωτέρω κοινόκτητα και κοινόχρηστα και εις παν τμήμα όπερ έχει άμεσον ή έμμεσον σχέσιν με την όλη εμφάνισιν του κτιριακού συγκροτήματος, ουδεμία μετατροπή, αφαίρεσις ή προσθήκη επιτρέπεται άνευ της εγκρίσεως της Γενικής Συνελεύσεως διδομένης δια πλειοψηφίας εκπροσωπούσης τα τρία τέταρτα (3/4) του συνόλου των ψήφων...". Επίσης, με τον ίδιο κανονισμό ορίζεται ότι "...Άρθρον 6:α) Κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπεται εις ιδιοκτήτας συνεχόμενων ιδιοκτησιών του αυτού ορόφου η δια κοινής μεταξύ των συμφωνίας κατασκευή ανοίγματος εις τον διαχωρίζοντα αυτάς εσωτερικόν μεσότοιχον ώστε να καθίσταται δυνατή η μεταξύ των επικοινωνία. β) Απαγορεύεται απολύτως εις τους κατ’ ιδίαν ιδιοκτήτας πάσα οιαδήποτε μεταβολή, μεταρρύθμισις, επισκευή ή οιασδήποτε φύσεως ενέργεια επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων, οίον επί... των εσωτερικών μεσοτοιχιών μεταξύ των διαφόρων ιδιοκτησιών και λοιπά... Μεταβολάς εις το εσωτερικόν των ιδιοκτησιών των και επισκευάς δικαιούνται να ενεργούν οι ιδιοκτήται αυτών, τηρούντες τους υπό των ισχυουσών διατάξεων επιβαλλόμενους όρους, εφ’ όσον δι’ αυτών δεν θίγονται, ουδέ επηρεάζονται η ασφάλεια, η ουσία και η εμφάνισις εν γένει των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων και των κατ’ ιδίων ιδιοκτησιών... Πάσα ενέργεια ιδιοκτήτου κατά παράβασιν του παρόντος εκτός των λοιπών πάσης φύσεως εννόμων συνεπειών και κυρώσεων (αποζημιώσεις) και ανεξαρτήτως αν επάγεται βλάβην εις τα συμφέροντα των λοιπών ιδιοκτητών γεννά υπέρ της συνιδιοκτησίας εκπροσωπούμενης υπό του διαχειριστή το δικαίωμα της αμέσου παρακωλύσεως και ματαιώσεως πάσης αντιθέτου προς τον κανονισμό ενεργείας δια παντός νομίμου μέσου και δια της λήψεως προσωρινών μέτρων...". Από τους παραπάνω όρους του κανονισμού και ερμηνευομένων των διατάξεων αυτού, σε περίπτωση αμφιβολίας, όπως απαιτεί η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, κατά τους ορισμούς των γενικών διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ προκύπτει ότι απαγορεύεται η συνένωση των ως άνω τριών αυτοτελών και διηρημένων ιδιοκτησιών του ισογείου της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, σε ενιαίο χώρο, με την κατεδάφιση των ενδιάμεσων μεσότοιχων των εν λόγω ιδιοκτησιών, επιτρεπομένης μόνον, προκειμένου να καταστεί δυνατή η επικοινωνία των εν λόγω ιδιοκτησιών, σύμφωνα με τον προεκτεθέντα, ρητό όρο του κανονισμού, της κατασκευής ανοίγματος στον καθέναν, από τους διαχωρίζοντες τις ιδιοκτησίες αυτές, εσωτερικούς μεσότοιχους, αποσκοπουμένων των σχετικών περί απαγόρευσης μεταβολής ή οποιασδήποτε επέμβασης στους μεσότοιχους των διηρημένων ιδιοκτησιών, διατάξεων στην απαγόρευση οποιασδήποτε επέμβασης σε τοίχο, που δεν θα είναι μεσότοιχος αλλά πρωτότοιχος, ο οποίος από τη φύση του αποτελεί το σκελετό της οικοδομής. Αναφορικά με την κατά 10,25 τ.μ. κατάληψη του κοινόκτητου και κοινόχρηστου χώρου του ..., με την αντίστοιχη, κατά τα μέτρα αυτά, επέκταση των ως άνω διηρημένων ιδιοκτησιών της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, είναι και αυτή παράνομη, ως αντικείμενη σε ρητή απαγορευτική διάταξη του κανονισμού, σύμφωνα με τον οποίο στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη και σε κάθε τμήμα, που έχει άμεση ή έμμεση σχέση με την όλη εμφάνιση του κτιριακού συγκροτήματος ουδεμία μετατροπή, αφαίρεση ή προσθήκη επιτρέπεται χωρίς την έγκριση της Γενικής Συνέλευσης, με την προβλεπόμενη από τον κανονισμό πλειοψηφία, έγκριση, η οποία ουδόλως αποδεικνύεται ότι χορηγήθηκε από τη Συνέλευση της συνιδιοκτησίας, στην εναγόμενη - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, επιπλέον, δε, ενόψει του ότι με την κατεδάφιση των προσόψεων των ως άνω διηρημένων ιδιοκτησιών της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση και την τοποθέτηση γυάλινων προθηκών (βιτρινών) και τη δημιουργία κτίσματος εμβαδού 10,25 τ.μ. έξω από το περίγραμμα αυτών, επήλθαν μεταβολές, που θίγουν την εμφάνιση τόσο των κοινόκτητων και κοινόχρηστων χώρων, όσο και των ως άνω διηρημένων ιδιοκτησιών, κατά παράβαση της κατά τα παραπάνω, σχετικής απαγορευτικής διάταξης του κανονισμού. Ο ισχυρισμός της ενάγουσας και του προσθέτως παρεμβαίνοντος περί παράνομης αλλαγής της χρήσης των ως άνω διηρημένων ιδιοκτησιών από βοηθητικούς χώρους σε εμπορικά καταστήματα, δεν αποδεικνύεται ως κατ’ ουσίαν βάσιμος, καθώς από καμμία διάταξη του κανονισμού δεν απαγορεύεται η σχετική αλλαγή της χρήσης, αντίθετα, μάλιστα, σύμφωνα με ρητό όρο του κανονισμού οι κατ’ ιδίαν οριζόντιες ιδιοκτησίες προορίζονται για καταστήματα ή γραφεία, η ένδικη, δε, περίπτωση αλλαγής χρήσης των ως άνω αυτοτελών και ανεξάρτητων ιδιοκτησιών του ισογείου δεν εμπίπτει στις προβλεπόμενες απ’ τον κανονισμό εξαιρέσεις για την χρήση του δεύτερου και του πρώτου υπογείου και της οριζόντιας ιδιοκτησίας του δώματος, ούτε στην προβλεπόμενη απαγόρευση κάθε χρήσης που επιφέρει ενόχληση στην χρήση των οριζοντίων ιδιοκτησιών και ειδικότερα, της απαγόρευσης κάθε χρήσης που μπορεί να επιφέρει ενόχληση στην χρήση των οριζόντιων ιδιοκτησιών, καθώς και της απαγόρευσης συγκεκριμένων και αναφερόμενων στον κανονισμό χρήσεων, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η χρήση των ως άνω διηρημένων ιδιοκτησιών της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, ως εμπορικού καταστήματος πώλησης γυναικείων ενδυμάτων, ούτε σε κάθε περίπτωση προκύπτει ότι από τη συγκεκριμένη αλλαγή της χρήσης των διηρημένων της ιδιοκτησιών παραβλάπτεται ο προσθέτως παρεμβαίνων στη χρήση του δικού του καταστήματος του ισογείου, με ..., που βρίσκεται απέναντι απ’ τις εν λόγω ιδιοκτησίες, η ακριβής χρήση του οποίου, σε κάθε περίπτωση και δεν αποδεικνύεται. Αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι εξαιτίας της, με τις προεκτεθείσες ενέργειες και κατασκευές της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, κατάληψης του κοινόχρηστου και κοινόκτητου χώρου του ..., ο κοινόχρηστος διάδρομος, που περνά μπροστά από το κατάστημα της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση και από το ευρισκόμενο απέναντί του, κατάστημα του προσθέτως παρεμβαίνοντος, έχει καταστεί στενότερος, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αξία του καταστήματος του τελευταίου και να παρεμποδίζεται και η εκ μέρους του ελεύθερη σύγχρηση του εν λόγω κοινόχρηστου χώρου σε όλο του το μήκος και πλάτος...". Το Μονομελές Πρωτοδικείο με το να δεχθεί με τις ανωτέρω σκέψεις την αγωγή που είχε ασκήσει το πρώτο αναιρεσίβλητο διαχειριστικό Συμβούλιο και την πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του πρώτου που άσκησε ο δεύτερος αναιρεσίβλητος συνιδιοκτήτης ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε τις εφαρμοσθείσες ως άνω ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 1002, και 1117 του Α.Κ., 1, 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 και 13 του ν. 3741/1929, καθόσον τα ανελέγκτως πιο πάνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά για τις αυθαίρετες και αντίθετες με τον κανονισμό της συνιδιοκτησίας κατασκευές που επεχείρησε η αναιρεσείουσα στον κοινόκτητο χώρο της συνιδιοκτησίας πληρούν το πραγματικό των νομικών εννοιών των αυθαίρετων κατασκευών κτίσματος από το οποίο προέκυψε κατάληψη κοινόκτητου και κοινόχρηστου χώρου και δικαιολογούν την παραδοχή της ένδικης αγωγής. Τονίζεται στο σημείο αυτό, ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση διαλαμβάνεται ότι με το άρθρο 6 περ. α και β του Κανονισμού του συγκροτήματος του ... επιτρέπεται στους ιδιοκτήτες των συνεχομένων ιδιοκτησιών, κατ’ εξαίρεση η κατασκευή ανοίγματος στο διαχωριστικό εσωτερικό μεσότοιχο για να καθίσταται δυνατή η επικοινωνία και ότι απαγορεύεται οποιαδήποτε μεταβολή στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα και στους εσωτερικούς μεσότοιχους μεταξύ των διαφόρων ιδιοκτησιών. Η προσβαλλόμενη απόφαση (βλ. σελ. 8β αυτής) χαρακτηρίζει τους ανωτέρω όρους «ρητούς». Η διατύπωση της προσβαλλόμενης ότι οι πιο πάνω όροι ερμηνεύονται σε περίπτωση αμφιβολίας, όπως απαιτεί η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, είναι πλεοναστική, άλλως ρητορική, καθόσον δεν προκύπτει ότι το Δικαστήριο διαπίστωσε κάποια αμφιβολία ως προς το περιεχόμενο των ανωτέρω όρων του Κανονισμού, ούτε προσέφυγε, έστω και έμμεσα, σε άλλα στοιχεία για τον σχηματισμό της κρίσης του.
Συνεπώς δεν είχε υποχρέωση να ερμηνεύσει τους όρους του Κανονισμού και να προσφύγει στις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών κατά τις διατάξεις των άρθρ. 173 και 200 ΑΚ, τις οποίες συνακόλουθα δεν παραβίασε. Περαιτέρω, οι ειδικότερες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας στον 1° αναιρετικό λόγο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αναφέρει α) από ποια διάταξη προβλέπεται ότι αυτή όφειλε να ελέγξει την στατική επάρκεια του κτιρίου, β) ότι δεν νοείται κατάληψη κοινοχρήστου χώρου, διότι η ιδιοκτησία της κτίστηκε σε κοινόχρηστο χώρο, γ) ότι η ενοποίηση των τριών ιδιοκτησιών της δεν αντιβαίνει στον Κανονισμό, που απαγορεύει μεταβολή σε πρωτότοιχους, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες, καθόσον το Δικαστήριο με τα πραγματικά περιστατικά που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν ερμήνευσε και εφάρμοσε ορθά τις ουσιαστικές διατάξεις του Ν. 3741/1929 που προαναφέρθηκαν και των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ σε συνδ. με τους όρους του Κανονισμού. Επίσης, η αιτίαση ότι οι διαχωριστικοί τοίχοι είναι τοίχοι πληρώσεως κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, που συνάγονται από την πολεοδομική πρακτική και δεν επηρεάζουν την στατική ασφάλεια του οικοδομήματος είναι πρωτίστως αόριστη, διότι δεν εξειδικεύονται τα διδάγματα της κοινής πείρας, ούτε ο ουσιαστικός κανόνας δικαίου που παραβιάστηκε (ΑΠ 1488/2010), άλλως είναι ουσιαστικά αβάσιμη, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση με ορθές παραδοχές δέχτηκε, ότι ο Κανονισμός του ... επιτρέπει στους μεσότοιχους με ρητό όρο μόνο την κατασκευή ανοίγματος και όχι την πλήρη καθαίρεση και ότι η απαγόρευση αυτή αποσκοπεί να δηλώσει, υπό την έννοια της επισήμανσης, κατ’ αντιδιαστολή, ότι είναι πλήρης η απαγόρευση οποιασδήποτε μεταβολής σε πρωτότοιχους. Κατόπιν αυτών ο 1ος λόγος αναίρεσης εκ του άρθρ. 559 αρ. 1 ΚΠολΔ (ευθεία παραβίαση των διατάξεων των άρθρ. 1, 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 και 13 του Ν. 3741/1929, 1002, σε συνδ. 1117 και άρθρρ. 173 και 200 ΑΚ) πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Με τον 2° λόγο της αίτησης αναίρεσης αποδίδεται η πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, με την αιτίαση ότι η απόφαση έχει ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία ως προς το κρίσιμο ζήτημα της αυθαίρετης κατάληψης κοινοχρήστων χώρων και της καθαίρεσης μεσοτοίχων με συνέπεια να μην καλύπτεται το πραγματικό των εφαρμοστέων ως άνω ουσιαστικών κανόνων δικαίου, τους οποίους η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίασε και εκ πλαγίου. Από τις ίδιες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα προκύπτει ότι έχει νόμιμη βάση και ειδικότερα την απαιτούμενη αιτιολογία, διότι καλύπτεται χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις το πραγματικό των εφαρμοστέων ως άνω ουσιαστικών κανόνων δικαίου, τους οποίους ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε εκ πλαγίου με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες. Οι ειδικότερες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας α) ότι η προσβαλλόμενη έχει ανεπαρκή αιτιολογία διότι, αν και δέχεται ότι έγινε αυθαίρετη κατάληψη 10,25 Μ2 με την τοποθέτηση βιτρίνας στον κοινόχρηστο χώρο, δεν εκθέτει αν τούτο απαγορεύεται από τον Κανονισμό, εφόσον η ιδιοκτησία της αναιρεσείουσας ήταν κτισμένη σε κοινόκτητο ακάλυπτο χώρο, ότι δεν διευκρινίζει κατά πόσο έγινε στενότερος ο κοινόχρηστος διάδρομος, ούτε αν παρεμποδίζεται ο προσθέτως παρεμβαίνων και οι λοιποί συνιδιοκτήτες στην σύγχρηση, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες, εφόσον με σαφή και πλήρη αιτιολογία το Δικαστήριο δέχεται, ότι η κατάληψη του κοινόχρηστου χώρου 10,25 Μ2 από την αναιρεσείουσα ήταν ενάντια στον Κανονισμό, διότι η έκταση αυτή αφαιρέθηκε αυθαίρετα από την κοινή χρήση των λοιπών συνιδιοκτητών και ότι ειδικότερα δυσχέρανε την πρόσβαση του προσθέτως παρεμβάντος στο κατάστημά του, του οποίου η αξία μειώθηκε, ενώ δεν χρειαζόταν η παράθεση και άλλων αιτιολογιών από το Δικαστήριο για να στηρίξει το πόρισμά του και ειδικότερα, το εμβαδόν του διαδρόμου ή οι διαστάσεις του καταληφθέντος τμήματος των 10,25 μέτρων ή οι διαστάσεις του κοινόχρηστου χώρου, διότι αρκούσε η αιτιολογία ότι παρεμποδίστηκε η κοινή χρήση. Επίσης, η ειδικότερη αιτίαση της αναιρεσείουσας, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει και αντιφατικές αιτιολογίες διότι β) αν και δέχεται ότι απαγορεύεται η καθαίρεση μεσοτοίχων διαφόρων ιδιοκτησιών, εντούτοις δέχεται ότι απαγορεύεται επέμβαση σε πρωτότοιχο, χωρίς να εκθέτει τα κενά και αμφίβολα σημεία του Κανονισμού, είναι επίσης ουσιαστικά αβάσιμες, διότι πέραν των όσων έχουν ήδη εκτεθεί στον 1° αναιρετικό λόγο η προσβαλλόμενη απόφαση με πλήρη και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογία δέχθηκε, ότι η καθαίρεση των μεσοτοίχων αντιβαίνει σε ρητούς όρους του Κανονισμού, που μόνον ανοίγματα σ’ αυτούς επιτρέπει για να είναι εφικτή η επικοινωνία σε συνεχόμενες αυτοτελείς ιδιοκτησίες. Επομένως ο 2ος αναιρετικός λόγος εκ του αριθμού 19 του άρθρ. 559 ΚΠολΔ πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Σύμφωνα με το άρθρο 80 ΚΠολΔ, αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων, τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν. Έννομο συμφέρον, κατά την έννοια του άνω άρθρου, δυνάμενο να στηρίξει πρόσθετη παρέμβαση υπάρχει, όταν η έκβαση της δίκης μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τις έννομες σχέσεις του τρίτου, όπως όταν η απόφαση που πρόκειται να εκδοθεί θα αποτελέσει δεδικασμένο ή θα είναι εκτελεστή κατά του τρίτου ή θα έχει αντανακλαστικές συνέπειες ως προς αυτόν (ΑΠ 860/1998 ΕλΔ 40.97). Έτσι σε δίκη μεταξύ συνιδιοκτητών και διαχειριστή οροφοκτησίας, εφόσον τρίτος έχει έννομο συμφέρον να αποβεί η δίκη υπέρ κάποιου διαδίκου δικαιούται να παρέμβει προσθέτως στη δίκη υπέρ αυτού του διαδίκου, χωρίς να είναι απαραίτητο να είναι συνιδιοκτήτης της οικοδομής, διότι με την πρόσθετη παρέμβαση ο παρεμβαίνων δεν λαμβάνει την ιδιότητα του κυρίου διαδίκου, ούτε προσέρχεται στη δίκη για να ζητήσει ο ίδιος δικαστική προστασία, αλλά για να υποστηρίξει τις αιτήσεις του ενός από τους διαδίκους (Νίκας σε Κεραμέως/Κονδύλη/Νίκα Ερμηνεία ΚΠολΔ άρθ. 80 αρ. 1, Φ. Τσετσέκος Οριζόντια και Κάθετη Ιδιοκτησία Γ’ έκδοση σελ. 233, 248, Μ. Μαργαρίτης υπ’ αρ. 80 ΚΠολΔ).
Επίσης, σε περίπτωση αγωγής ιδιοκτήτου ορόφου ή διαμερίσματος πολυωρόφου οικοδομής υπαγομένης στο σύστημα της κατ’ ορόφους χωριστής ιδιοκτησίας του ν. 3741/1929, με την οποία ζητείται από τον εναγόμενο συνιδιοκτήτη να παραλείπει την αποκλειστική χρήση κοινοχρήστου χώρου της οικοδομής, ως βλαπτική για τα αντίστοιχα δικαιώματα χρήσεως του ενάγοντος, η ισχύς της αποφάσεως που εκδίδεται δεν εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις των υπολοίπων ιδιοκτητών ορόφων ή διαμερισμάτων της οικοδομής, οι οποίοι έχουν έννομο συμφέρον να παρέμβουν προσθέτως στην δίκη για να υποστηρίξουν τον ενάγοντα κατ’ άρθρο 80 ΚΠολΔ, η παρέμβασή τους όμως δεν έχει τον χαρακτήρα της αυτοτελούς πρόσθετης παρεμβάσεως και γι’ αυτό δεν ιδρύεται σχέση αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ των παρεμβαινόντων και του ενάγοντος (ΑΠ 759/2002). Εξάλλου, η παρέμβαση στη διαδικασία των άρθρ. 647 επ. ΚΠολΔ ασκείται όπως και η αγωγή και γίνεται μέχρι πέρατος της δίκης με αμετάκλητη απόφαση (ΑΠ 21/1985, Τσετσέκος όπου παρ. σελ. 248).
Με τον 3° λόγο της αίτησης αναίρεσης η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ. 14 ΚΠολΔ (δικονομική ακυρότητα) με την αιτίαση, ότι παρά το νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτη την πρόσθετη παρέμβαση, διότι ο προσθέτως παρεμβαίνων, Λ. Ι., είναι κύριος του 35 καταστήματος του Ισογείου και εκπροσωπείται από το Διαχειριστικό Συμβούλιο και συνεπώς δεν είναι τρίτος. Στην προκειμένη περίπτωση με την από 25-9-2006 (αρ. κατ. 5588/2006) πρόσθετη παρέμβαση με αυτοτελές δικόγραφο, η οποία παραδεκτώς επισκοπείται για τις ανάγκες του ως άνω αναιρετικού λόγου, ο 2ος αναιρεσίβλητος, ως πρωτόδικα προσθέτως παρεμβαίνων, είχε εκθέσει ότι είναι κύριος, νομέας και κάτοχος του περιγραφόμενου καταστήματος του ισογείου του ... "...", που βρίσκεται στην ..., επικαλούμενος δε την άσκηση της ένδικης κύριας αγωγής του 3μελούς διαχειριστικού συμβουλίου της ένωσης συνιδιοκτητών του ως άνω ..., στο οποίο, κατά το χρόνο άσκησης της κύριας αγωγής συμμετείχε και ο ίδιος, ζήτησε με την ιδιότητα του συνιδιοκτήτη, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, διότι το κατάστημα του οποίου είναι κύριος, βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες της κυρίως εναγομένης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση και τους χωρίζει μόνο ένας κοινόχρηστος διάδρομος, μέρος του οποίου έχει καταλάβει η τελευταία, κάνοντάς τον στενότερο και έχοντας αλλάξει τη χρήση του και με τις ενέργειές της αυτές παρεμποδίζει τον ίδιο από την ελεύθερη χρήση του κοινόχρηστου χώρου και μειώνει την αξία του καταστήματός του, να γίνει δεκτή η κύρια αγωγή και να καταδικαστεί η καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση στη δικαστική του δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η πρόσθετη παρέμβαση ασκήθηκε παραδεκτά, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρ. 648 έως 663 ΚΠολΔ (άρθρ. 647 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ίσχυαν τότε, ενώπιον του αρμόδιου καθ’ ύλην και κατά τόπο Δικαστηρίου (άρθρ. 17 παρ. 2, όπως τότε ίσχυε, 31 παρ. 1 και 22 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, διότι στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 80 επ. ΚΠολΔ και των άρθρ. 2 παρ. 1 και 5 περ. α’ του Ν. 3741/1929 και 1002, 1117 ΑΚ, εφόσον διάδικος στο Δικαστήριο, δηλαδή υποκείμενο της δικονομικής έννομης σχέσης στην κύρια δίκη της αγωγής είναι η ένωση συνιδιοκτητών (όπως εκπροσωπήθηκε από το Διαχειριστικό Συμβούλιο) και όχι οι κατ’ ιδίαν συνιδιοκτήτες, όπως ο προσθέτως παρεμβαίνων, ο οποίος είναι τρίτος σε σχέση με την εκκρεμή δίκη της κύριας αγωγής (μεταξύ της ενάγουσας ένωσης συνιδιοκτητών και της εναγομένης) και δεν έχει την ιδιότητα του διαδίκου. Επομένως, όσα αντίθετα ισχυρίζεται η αναιρεσείουσα υπό την επίκληση της πλημμέλειας από τον αριθμό 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κρίνονται αβάσιμα.
Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3, 4 § 2, 5 και 13 του ν. 3741/1929 "περί της ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους", που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 54 του ΕισΝΑΚ, και 1002 ΑΚ προκύπτει ότι οι συνιδιοκτήτες κοινής οικοδομής που υπάγεται στο καθεστώς του νόμου αυτού μπορούν με συμφωνία τους να ρυθμίσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, τόσο στα κοινά μέρη που μπορούν να καθορίζουν οι ίδιοι, όσο και στις διηρημένες ιδιοκτησίες τους, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του νόμου αυτού που είναι ενδοτικό δίκαιο, καθορίζοντας συνελεύσεις και διορίζοντας διαχειριστή, που θα τους εκπροσωπεί ενώπιον των δικαστηρίων. Διαχειριστής μπορεί, με απόφαση της γενικής συνέλευσης των συνιδιοκτητών, να διοριστεί συνιδιοκτήτης ή τρίτος. Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 62 § β’ και 64 § 3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο κατά το άρθρο 4 §§ 1 και 2 του πιο πάνω νόμου διορισμένος διαχειριστής (σύμφωνα με τον κανονισμό ή με παμψηφία των συνιδιοκτητών) πολυώροφης οικοδομής, αν δεν ορίζεται διαφορετικά, εκπροσωπεί και ενώπιον των δικαστηρίων, το σύνολο των ιδιοκτητών της, ως ένωση προσώπων, η οποία στερείται νομικής προσωπικότητας, παριστάμενος ως ενάγων και εναγόμενος για τις υποθέσεις, που σχετίζονται με τη διαχείριση αυτής, δυνάμενος να εναγάγει συνιδιοκτήτη ή να εναχθεί απ’ αυτόν για κάθε διαφορά από τη σχέση της συνιδιοκτησίας. Διάδικος όμως στο δικαστήριο, δηλαδή υποκείμενο της δικονομικής έννομης σχέσης είναι μόνο η ένωση των συνιδιοκτητών (παρισταμένη στο δικαστήριο με τον διαχειριστή της) και όχι οι κατ’ ιδίαν συνιδιοκτήτες, οι οποίοι δεν έχουν την ιδιότητα του διαδίκου, αλλά του τρίτου σε σχέση με την εκκρεμή δίκη, τα ονόματα των οποίων ούτε καν χρειάζεται να αναφέρονται στην αγωγή, αρκεί να γίνεται μνεία της συγκεκριμένης ενώσεως των συνιδιοκτητών, κατά τρόπο που να μη δημιουργείται αμφισβήτηση για την ταυτότητά της και να αναφέρεται στην αγωγή, ότι εκπροσωπείται νόμιμα. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 68 Κ.Πολ.Δ., η νομιμοποίηση των διαδίκων αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης για την παροχή έννομης προστασίας, ερευνάται δε και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης (άρθρο 73 Κ.Πολ.Δ.), η δε έλλειψή της συνεπάγεται την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης (ΑΠ 595/2010). Τέλος, όταν ασκείται αγωγή σε διαφορά που ανακύπτει από τη σχέση της οροφοκτησίας από κάποιο συνιδιοκτήτη που τυχαίνει να είναι και διαχειριστής εναντίον άλλου, αρκεί για τη νομιμοποίησή του (ενεργητική) μόνη η ιδιότητά του ως συνιδιοκτήτη (ΑΠ 924/1992). Με τον 4° λόγο της αίτησης αναίρεσης η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις πλημμέλειες από τους αριθμούς 1, 19 και 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με την αιτίαση, ότι παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου την διάταξη του άρθρ. 4 παρ. 2 του Ν. 3741/1929, διότι δέχθηκε ότι ο προσθέτως παρεμβαίνων, Λ. Ι., εκπροσωπούσε την ενάγουσα συνιδιοκτησία, χωρίς να εξειδικεύει, αν τούτο προβλέπεται στο Νόμο ή στον Κανονισμό και με ποια πλειοψηφία και έτσι δεν καθίσταται εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος για την ορθή ή μη εφαρμογή της ως άνω διάταξης και ότι επίσης, το Δικαστήριο παρά το νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτη την κύρια αγωγή της συνιδιοκτησίας, όπως εκπροσωπείται από το διαχειριστή για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα ακόλουθα σε σχέση με την νομιμοποίηση της ενάγουσας ένωσης συνιδιοκτητών: "Με το από 8-12-2008 πρακτικό της Γενικής Συνέλευσης των ιδιοκτητών του ως άνω ..., προκύπτει ότι η διεκπεραίωση των δικαστικών υποθέσεων, που αφορούν πολεοδομικές αυθαιρεσίες, όπως οι προεκτεθείσες πολεοδομικές παραβάσεις της εναγόμενης - καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση, στο Εμπορικό Κέντρο και συνεπώς, η εκπροσώπηση της συνιδιοκτησίας, ανατέθηκε στον εκ των διαχειριστών, μέλος της Τριμελούς Διαχειριστικής Επιτροπής, που ασκούσε νόμιμα για τη χρήση 2009, τη διαχείριση της συνιδιοκτησίας και ήδη προσθέτως παρεμβαίνοντα, Λ. Ι.. Όπως προκύπτει απ’ το ως άνω πρακτικό, προκύπτει, επίσης, ότι λοιπά μέλη της ως άνω τριμελούς διαχειριστικής επιτροπής εκλέχθηκαν για την παραπάνω χρήση, οι Β. Ε. και Λ. Γ.. Ο προσθέτως παρεμβαίνων, με βάση το υπ’ αριθμ. .../9-2-2008 συμβόλαιο αγοραπωλησίας καταστήματος, το οποίο έχει νομίμως μεταγραφεί, έχει καταστεί και κύριος, νομέας και κάτοχος του υπ’ ... καταστήματος του ισογείου του κυρίως κτιρίου του ..., με ποσοστό συνιδιοκτησίας 8%ο επί του οικοπέδου και των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων. Έτσι, ήδη, κατά το χρόνο συζήτησης της ένδικης αίτησης και της συνεκδικαζόμενης πρόσθετης παρέμβασης, με βάση το ως άνω πρακτικό της Γενικής Συνέλευσης, ο παριστάμενος στο ακροατήριο και νόμιμα εκπροσωπών τη συνιδιοκτησία, εκ των διαχειριστών Λ. Ι., με δήλωσή του που καταχωρήθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, χορήγησε νόμιμα (άρθρ. 94 παρ. 1 96 παρ. 1 ΚΠολΔ), στον πληρεξούσιο δικηγόρο Ν. Π., την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να παρασταθεί στο Δικαστήριο για λογαριασμό της συνιδιοκτησίας και να ενεργήσει κάθε πράξη, που αφορά στη διεξαγωγή της δίκης, έως την αμετάκλητη εκδίκαση της υπόθεσης". Έτσι που έκρινε το Δικαστήριο όχι παρά το νόμο έκρινε παραδεκτή τη νομιμοποίηση και εκπροσώπηση της ενάγουσας συνιδιοκτησίας από το δεύτερο αναιρεσίβλητο συνιδιοκτήτη, ο οποίος παραστάθηκε στη δίκη, τόσο ως εκπροσωπών την συνιδιοκτησία με την ιδιότητα του διαχειριστή, που είχε διοριστεί νόμιμα από τη Γενική Συνέλευση Συνιδιοκτητών και ήταν μέλος της τριμερούς διαχειριστικής επιτροπής, όσον και ατομικά ως παρεμβαίνων συνιδιοκτήτης. Η αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης ερείδεται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 3741/1929, σύμφωνα με το οποίο ο Κανονισμός καταρτίζεται με την κοινή συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών ως ολότητα μερίδων και επιτρέπει στους συνιδιοκτήτες να ορίσουν Γενική Συνέλευση ως όργανο, που ορίζει τον διαχειριστή τα δικαιώματα του οποίου αναγράφει ο Κανονισμός. Δηλαδή, η παμψηφία παρέχει ειδική εντολή στην πλειοψηφία για τη διαχείριση των κοινών. Εξάλλου, δεν ήταν αναγκαίο να περιλαμβάνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλειοψηφία των μελών της συνιδιοκτησίας, που ανέθετε την εκπροσώπησή της στον Λ. Ι., μέλος της τριμερούς διαχειριστικής επιτροπής, εφόσον η Γενική Συνέλευση ως όργανο, που όρισε η παμψηφία - Κανονισμός, διόρισε κατά τις παραδοχές του Δικαστηρίου, ως διαχειριστή τον Λ. Ι., που ήταν συγχρόνως και συνιδιοκτήτης. Η παμψηφία απαιτείται μόνον, όταν δεν υπάρχει Κανονισμός (βλ. Τσετσέκος όπου παρ. σελ. 174). Επομένως τα όσα αντίθετα υποστηρίζει η αναιρεσείουσα, με τον 4° λόγο της αίτησης αναίρεσης, υπό την επίκληση των πλημμελειών από τους αριθμούς 1, 14 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα.
Κατόπιν όλων αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η αναίρεση στο σύνολό της. Διάταξη περί παραβόλου δεν ορίζεται καθόσον κατά το χρόνο άσκησης της αναίρεσης (26-3-2012) δεν ίσχυε η παράγραφος 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με τον Ν. 4055/2012 και ίσχυσε από 2-4-2012 (βλ. άρθρο 113 του Ν. 4055/2012). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα λόγω της ήττας της στη δικαστική δαπάνη των παραστάντων αναιρεσιβλήτων (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), οι οποίοι δεν κατέθεσαν προτάσεις, όπως ειδικότερα, ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 23-3-2012 (αρ. κατ. .../2012) αίτηση για την αναίρεση της υπ’ αρ. 57/2012 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (ειδική διαδικασία από τη σχέση της οροφοκτησίας). Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει σε χίλια εκατό (1.100) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Δεκεμβρίου 2016.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 12 Ιανουαρίου 2017.
H ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Προσβολή της προσωπικότητας μέσω διαδικτύου σε blog. Άρθρα σχετικά με την νομοθεσία ιnternet Αριθμός απόφασης: 25552/2010 Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης - ......εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις περί αδικοπραξιών και προσβολής της προσωπικότητας του ΑΚ και όχι οι διατάξεις περί ευθύνης του τύπου

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη   
Προσβολή της προσωπικότητας μέσω διαδικτύου σε blog.
Άρθρα σχετικά με την νομοθεσία ιnternet
Αριθμός απόφασης: 25552/2010 Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης...

ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Προσβολή προσωπικότητας μέσω του διαδικτύου σε ιστολόγιο (blog). Ανάρτηση υβριστικών και αναληθών σχολίων κατά της προσωπικότητας κάποιου προσώπου σε ιστολόγιο. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις περί αδικοπραξιών και προσβολής της προσωπικότητας του ΑΚ και όχι οι διατάξεις περί ευθύνης του τύπου.

[…] Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 του Συντάγματος καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και διά του τύπου τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του Κράτους. Σύμφωνα δε με το άρθρο 10 παρ. 1 εδ. α` και β` της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (που κυρώθηκε με το Ν 53/1974) «παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν εκφράσεως. Το δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει την ελευθερίαν της γνώμης ως και την ελευθερίαν λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών, άνευ επεμβάσεως των δημοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων». Περαιτέρω, ο τύπος κατά την έννοια του άρθρου 14 παρ. 2 εδ. α` Συντ. περιλαμβάνει όλα τα έντυπα που είναι κατάλληλα και προορισμένα για διάδοση. Κατά το άρθρο 1 εδ. α` του ΑΝ 1092/1938 περί τύπου «τύπος και έντυπον» είναι «παν ό,τι εκ τυπογραφίας ή οιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων ή παραστάσεων μετά ή άνευ σημειώσεων …». Ο ορισμός που κρατεί πλέον είναι ότι έντυπο είναι κάθε κείμενο, κάθε όχι απλώς διακοσμητική εικαστική παράσταση, κάθε εγγραφή μουσικού έργου με κείμενο ή επεξηγήσεις και κάθε ηχητικό αποτύπωμα απλού ή μελωδικού λόγου, εφόσον έχει παραχθεί με μηχανική ή φυσικοχημική ή ηλεκτρονική διαδικασία κατάλληλη για παραγωγή σημαντικού αριθμού αντιτύπων και προορίζεται για διάδοση (βλ. Δαγιόγλου, Ατομικά Δικαιώματα, έκδ. 1991, τόμ. 1 σελ. 451 επ.).

Π. Κατά το άρθρο μόνο του Ν 1178/1981 ο ιδιοκτήτης παντός εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, οι οποίες υπαιτίως προξενήθηκαν με δημοσίευμα που θίγει την τιμή ή την υπόληψη παντός ατόμου, έστω και αν η κατά το άρθρο 914 ΑΚ υπαιτιότητα, η κατά το άρθρο 919 ΑΚ πρόθεση και η κατά το άρθρο 920 ΑΚ γνώση ή υπαίτια άγνοια συντρέχει στο συντάκτη του δημοσιεύματος ή, αν αυτός ήταν άγνωστος, στον εκδότη ή το διευθυντή σύνταξης του εντύπου. […]

III. Με το άρθρο 681 ΚΠολΔ καθιερώνεται ειδική διαδικασία εκδίκασης των διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές. […]

IV. Οσον αφορά τα προβλήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή των ως άνω κανόνων δικαίου στον κυβερνοχώρο, λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Το διαδίκτυο (internet) αποτελεί στο σύγχρονο κόσμο το πιο εξελιγμένο μέσο μαζικής επικοινωνίας και μάλιστα αμφίδρομης. Συνδυάζει το στοιχείο της μαζικότητας, καθώς απευθύνεται σε μεγάλο και κατ` αρχήν απροσδιόριστο αριθμό προσώπων, αλλά και το στοιχείο της ενημέρωσης, αφού παρέχει γνώμες, πληροφορίες, γνώσεις και ψυχαγωγία στους αποδέκτες. Με δεδομένο λοιπόν ότι οι ιστοσελίδες (sites) περιέχουν συνήθως κείμενα που παράγονται με ένα συνδυασμό μηχανικής, φυσικοχημικής και ηλεκτρονικής διαδικασίας και προορίζονται για διάδοση μέσω του διαδικτύου καθώς και το ότι κάθε ανάκληση του συγκεκριμένου υλικού από κάποιον χρήστη ουσιαστικά συνιστά «αντίτυπο» (θεωρία του εικονικού αντίτυπου), γίνεται σαφές ότι ένα σημαντικό τμήμα του υλικού που διακινείται στο διαδίκτηο συνιστά τύπο (βλ. Ι, Καράκωστα, Δίκαιο και Ιντερνετ, β` έκδ. 2003, σελ. 45). Τόσο ο Ν 1178/1981, όπως ισχύει, όσο και το άρθρο 681Δ ΚΠολΔ δεν ρυθμίζουν την -εξ απόψεως ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου αντίστοιχα- μεταχείριση των νέων μορφών ενημέρωσης που δημιουργήθηκαν λόγω των τεχνολογικών δυνατοτήτων του διαδικτύου. Η νομολογία χρησιμοποιεί επανειλημμένως τον όρο «ηλεκτρονικός τόπος» συνήθως κατ` αντιδιαστολή προς το γραπτό και κυρίως για να χαρακτηρίσει τα πιο σύγχρονα μέσα ενημέρωσης και ιδίως την τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Ωστόσο, ευχερώς δύναται να συναχθεί ότι οι προαναφερόμενες περί τύπου διατάξεις μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά και επί προσβολών προσωπικότητας, οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων, δηλαδή με τη διαδικτηακή μορφή των ήδη υπαρχόντων μέσων ενημέρωσης, ήτοι των ιστοσελίδων των εφημερίδων, των περιοδικών, των ραδιοφωντκών και τηλεοπτικών σταθμών, που λειτουργούν και προορίζονται ως μέσο διακίνησης πληροφοριών (ΕφΑΘ 8962/2006 ΕλλΔνη 48,1518).

Σε σχέση όμως με το ζήτημα εάν τα ιστολογία του διαδικτύου, που είναι περισσότερο γνωστά με τον όρο της αγγλικής γλώσσας «blogs», ουντστούν έντυπα ή εκπομπές υπαγόμενες στις ανωτέρω διατάξεις και έτσι, οι αγωγές για αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας, για ικανοποίηση της ηθικής βλάβης και γενικώς παροχής έννομης προστασίας στα προσβληθέντα από το περιεχόμενο τους πρόσωπα υπάγονται από άποψη ουσιαστικού δικαίου στο πεδίο του Ν 1178/1981 και εκδικάζονται από άποψη δικονομικού δικαίου κατά την ειδική διαδικασία που καθιερώνεται με το άρθρο 681Δ ΚΠολΔ, το ζήτημα εμφανίζεται πιο πολύπλοκο. Και τούτο διότι θα πρέπει πρωτίστως να διερευνηθεί εάν στην περίπτωση τους υπάρχει βάση αναλογίας των περί τύπου διατάξεων, εάν δηλαδή αυτά δύνανται να συμπεριληφθούν στην κατηγορία των ηλεκτρονικών εντύπων, καθόσον εμφανίζονται να έχουν ουσιώδεις διαφορές από τις ιστοσελίδες που διατηρούν τα μέσα ενημέρωσης στο διαδίκτηο. Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμο να γίνει αναφορά ότι για να λάβει χώρα αναλογική εφαρμογή των διατάξεων περί τύπου στα διαδικτυακά ημερολόγια θα πρέπει μεθοδολογικά να διαπιστωθεί η ύπαρξη κενού και μάλιστα ακούσιου, επιγενόμενου και εμφανούς στις σχετικές περί τύπου διατάξεις, προκειμένου στη συνέχεια να ερευνηθεί η δυνατότητα πλήρωσης αυτού με τη μέθοδο της αναλογίας. Στην περίπτωση του επιγενόμενου κενού υπάγονται οι περιπτώσεις εκείνες όπου η εμφάνιση της νομοθετικής ατέλειας οφείλεται στο γεγονός ότι συνεπεία της τεχνικής εξελίξεως και της μεταβολής των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, που είχαν αποτελέσει τη βάση ορισμένης νομοθετικής ρύθμισης, ανεφάνησαν νέα ζητήματα που κατά την εγγενή στο νόμο τελολο-γία πρέπει τώρα να βρουν και αυτά την αντίστοιχη ρύθμιση τους. Έτσι, υπάρχει εμφανές κενό όταν ο νόμος δεν περιέχει καμία ρύθμιση για μία κατηγορία σχέσεων, μολονότι αυτή θα έπρεπε βάσει της εγγενούς στο νόμο τελολογίας να ρυθμίζεται ως αξιολογικά ουσιωδώς όμοια με ήδη ρυθμιζόμενες στο νόμο κατηγορίες σχέσεων.

Στη νομοθετική ατέλεια αυτής της μορφής την κανονιστική της ποιότητα ως κενού του νόμου είναι προφανές ότι την προσδίδει η αρχή της ίσης μεταχείρισης αξιολογικά ουσιωδώς όμοιων περιπτώσεων, οπότε και η μέθοδος πλήρωσης των εμφανών κενών είναι η αναλογία. Στην αναζήτηση της βάσης της αναλογίας πρέπει να διαγνωσθεί η ουσιώδης ομοιότητα των συγκεκριμένων δύο περιπτώσεων. Και είναι φυσικά βέβαιο ότι η αρρύθμιστη περίπτωση, που παριστά τη νομοθετική ατέλεια αναφορικά με την οποία ερωτάται αν ορισμένη υφιστάμενη ρύθμιση εμφανίζει κενό, δεν είναι βέβαια ποτέ ακριβώς όμοια με την ήδη ρυθμιζόμενη στο νόμο περίπτωση. Σε ορισμένα σημεία θα εμφανίζει ομοιότητα προς αυτή, ως προς κάποια άλλα όμως είναι φυσικό να παραλλάσσει. Για να αναζητηθεί η ύπαρξη μιας βάσης αναλογίας μεταξύ της ρυθμιζόμενης και της αρρύθμιστης περίπτωσης θα πρέπει να καταδειχθεί η ύπαρξη ενός εμφανούς κενού, το οποίο συντρέχει όταν η ομοιότητα μεταξύ των συγκρινόμενων πραγματικών, που αποτελεί τη βάση της αναλογίας, είναι αξιολογικά ουσιώδης. Τούτο σημαίνει ότι η κατάσταση των συμφερόντων και στις δύο περιπτώσεις θα πρέπει να είναι τέτοια που να μπορεί από σκοπιά της αρχής της ίσης μεταχείρισης να δικαιολογεί την κρίση ότι η νομοθετική αξιολόγηση, την οποία εκφράζει η υφιστάμενη ρύθμιση, όσον αφορά στην πρόσδοση ορισμένων έννομων συνεπειών στο ρυθμιζόμενο συγκεκριμένο περιστατικό, ήτοι η ratio legis, ευσταθεί και αναφορικά με την αρρύθμιστη περίπτωση, διάγνωση που θα χωρήσει με τη χρήση των ερμηνευτικών κριτηρίων, ιδίως δε της ρυθμιστικής πρόθεσης του ιστορικού νομοθέτη και των αντικειμενικών τελολογικών κριτηρίων, την αναγωγή δηλαδή στο σκοπό της διάταξης που ρυθμίζει το ένα πραγματικό και την προσεκτική υπό το φως του σκοπού αυτού στάθμιση των συμφερόντων στις δύο περιπτώσεις. Αν μεταξύ των συγκεκριμένων δύο πραγματικών δεν υφίσταται ουσιώδης ομοιότητα με την ως άνω αξιολογική έννοια, τότε δεν υπάρχει κενό στο νόμο και η απάντηση που προσήκει στο αρρύθμιστο ζήτημα θα πρέπει να στηριχθεί στο επιχείρημα εξ αντιδιαστολής, που υπαγορεύει τη μη μεταφορά των προβλεπόμενων για το ρυθμιζόμενο πραγματικό έννομων συνεπειών στο αρρύθμιστο (βλ. Π. Παπανικολάου, Μεθοδολογία του Ιδιωτικού Δικαίου και Ερμηνεία των Δικαιοπραξιών, έκδ. 2000, σελ. 240 επ.).

V. Ενόψει των ανωτέρω λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Τα ιστολόγια (blogs) είναι διαδικτυακά ημερολόγια που περιλαμβάνουν υπερζεύξεις (hyperlinks) και καταχωρήσεις απόψεων. Οι καταχωρήσεις σε ένα διαδικτυακά ημερολόγιο εμφανίζονται κατά χρονολογική σειρά, με τις πιο πρόσφατες προσθήκες να παρουσιάζονται πρώτες. Τα διαδικτυακά ημερολόγια έχουν ως «βασική μονάδα» τους τις καταχωρήσεις και όχι τις εκάστοτε «σελίδες» (pages), όπως συμβαίνει με τους «παραδοσιακούς» ιστότοπους (websites). Ο κάτοχος – διαχειριστής του διαδικτυακού ημερολογίου (blogger), ο οποίος λόγω του εξειδικευμένου λογισμικού τους δεν είναι ανάγκη να διαθέτει ιδιαίτερο τεχνικό υπόβαθρο για να το ενημερώνει ή να το διατηρεί, καταγράφει, ανακοινώνει και καταθέτει τις απόψεις του για διάφορα ζητήματα που τον απασχολούν και που αυτός επιλέγει, ενώ τα ιστολογία είναι δυνατό να συνδέονται με άλλους ιστότοπους, ιστοσελίδες και άλλα blogs και πολλά επιτρέπουν στους αναγνώστες τους, ανταποκρινόμενοι στα ερεθίσματα που λαμβάνουν από την αναγνώριση των απόψεων του κατόχου – διαχειριστή του ιστολογίου, να απαντήσουν στις απόψεις του γράφοντος, ανακοινώνοντας στο ίδιο ιστολόγιο τα δικά τους σχόλια, τα οποία είναι επίσης αναγνώσιμα καθώς και να σχολιάσουν την αρχική θέση του κατόχου – διαχειριστή. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο ενισχύονται οι συζητήσεις και ανταλλαγές απόψεων μεταξύ του κατόχου και των αναγνωστών. Τα ιστολόγια τα συντηρούν οι χρήστες τους, οι οποίοι αποκαλούνται bloggers, και σε αυτά μπορεί να παρουσιάζουν την προσωπική τους εμπειρία και άποψη για γεγονότα που τους απασχολούν, ως μέλη ενός κοινωνικού συνόλου, να μοιράζονται τεχνογνωσία σχετικά με διάφορα θέματα και να συμμετέχουν ή να εκκινούν συζητήσεις για πολυποίκιλα θέματα (κοινωνικά, πολιτικά, αθλητικά, καλλιτεχντκά, επαγγελματικά, ταξιδιωτικά κ.λπ.). Στη συνείδηση των χρηστών του διαδικτύου τα ιστολογία έχουν τη θέση του μέσου, όπου η ελευθερία της έκφρασης εφαρμόζεται στην απόλυτη μορφή της (βλ. και Σπ. Τάσση, Διαδίκτυο και ελευθερία έκφρασης – Το πρόβλημα των blogs, ΔϊΜΕΕ 2006,518).

Επομένως, το ιστολόγιο είναι διαδραστικό μέσο και στο σημείο αυτό διαφέρει από τις ιστοσελίδες που διατηρούν τα μέσα ενημέρωσης στο διαδίκτυο, διότι η διαμόρφωση του περιεχομένου του δεν αποφασίζεται μόνο από τον κύριο και τους δημοσιογράφους του μέσου ενημέρωσης, αλλά από όλους τους χρήστες του διαδικχύου, οι οποίοι είναι αναγνώστες του ιστολογίου. Ο κάτοχος – διαχειριστής κατά κανόνα δεν έχει τη δυνατότητα να επιλέγει τους αναγνώστες του ιστολογίου του ούτε και να αποφασίζει εάν και ποιοι από αυτούς επιτρέπεται να ανακοινώνουν τα δικά τους σχόλια σε αυτό, δεδομένου ότι η δυνατότητα αυτή εξαρτάται από το εκάστοτε λογισμικό που χρησιμοποιείται για το κάθε ιστο-λόγιο και έτσι η επέμβαση του είναι συνήθως κατασταλτική. Εξάλλου, το ενδεχόμενο ο κάτοχος – διαχειριστής να προβαίνει σε «προληπτική» επιλογή των χρηστών που θα προβούν σε καταχωρήσεις στο blog του καθώς και του περιεχομένου των σχολίων τους, θα οδηγούσε σε μία μορφή λογοκρισίας, θα αναιρούσε την ανωτέρω αναφερθείσα κεντρική ουσία των ιστολογιών ως χώρων ελεύθερης ανάπτυξης και ανταλλαγής ιδεών και θα τα καθιστούσε χώρους ελεγχόμενους αποκλειστικά από τον κάτοχο – διαχειριστή τους χωρίς τη δυνατότητα της διαδραστικής ανάπτυξης, που ενέχει η λειτουργία τους. Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση που με τη χρήση στοιχείων πρόσβασης ο κάτοχος – διαχειριστής του blog δύναται να επιλέξει ποιοι από τους αναγνώστες επιτρέπεται να ανακοινώσουν τα δικά τους σχόλια στο ιστολόγιό του, δεν είναι πάντα σε θέση να ελέγξει το αληθές ή όχι των χορηγούμενων από τον εκάστοτε αναγνώστη προσωπικών του δεδομένων, αφού είναι πολύ πιθανό ο αναγνώστης, ασκώντας ουσιαστικά το δικαίωμα της ανωνυμίας του, να μην χρησιμοποιεί το πραγματικό του όνομα, αλλά ένα ψευδώνυμο, με αποτέλεσμα η αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας αυτού να καθίσταται δυσχερέστατη και δυνατή μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Συνεπώς, ενόψει των ανωτέρω, ο σκοπός της δημιουργίας και ο προορισμός της λειτουργίας των blogs και ιδίως μάλιστα όσων δεν έχουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο, δεν είναι η διάδοση πληροφοριών με σκοπό τη μαζική ενημέρωση, στοιχεία απαραίτητο -κατά τα προαναφερόμενα- για το χαρακτηρισμό ενός εντύπου (γραπτού ή ηλεκτρονικού) ως τύπου, αλλά η ανταλλαγή απόψεων, ιδεών, σκέψεων και αναλύσεων, μέσω ενός μηχανισμού δυναμικής επικοινωνίας και με τη χρήση ενός μέσου, που λόγω της φύσεως του έχει μεν πράγματι ως άμεσο και αναγκαίο επακόλουθο να καθίσταται το περιεχόμενο των κειμένων τους προσβάσιμο σε απεριόριστο αριθμό ατόμων, δίχως όμως αυτό να αποτελεί τον αυτοσκοπό του διαχειριστή και κατόχου τους καθώς και των αναγνωστών τους. Επομένως, σύμφωνα με το γράμμα των προαναφερόμενων περί τύπου διατάξεων και τη βούληση του ιστορικού νομοθέτη, κριτήριο για την εφαρμογή των περί τύπου διατάξεων και στα κείμενα που αναρτώνται και δημοσιεύονται στα διαδικτυακά ημερολόγια δεν είναι μόνο το αντικειμενικό γεγονός ότι το κείμενο αυτό έχει παραχθεί με μηχανική ή φυσικοχημική ή ηλεκτρονική διαδικασία, κατάλληλη για την παραγωγή σημαντικού αριθμού αντιτύπων, αλλά θα πρέπει παράλληλα και η κατά προορισμό χρήση του να είναι η διάδοση γεγονός που κατά κανόνα δεν συντρέχει στα διαδικτυακά ημερολόγια. Συνεπώς, οι συγκρινόμενες περιπτώσεις ομοιάζουν πράγματι εν προκειμένω, καθόσον και στο διαδικτυακά ημερολόγιο τα κείμενα που καταχωρούνται είναι υπό συνθήκες προσιτά σε απεριόριστο αριθμό ατόμων, πλην όμως αξιολογικά σπουδαιότερη και νομικά κρισιμότερη είναι στην προκειμένη περίπτωση η υφιστάμενη μεταξύ αυτών διαφορά ως προς το γεγονός ότι στις μεν περί του τύπου διατάξεις απαιτείται σκοπός και προορισμός του κειμένου προς διάδοση και μαζική ενημέρωση, προϋπόθεση που, όπως προαναφέρθηκε, απουσιάζει από τη δημιουργία και τη λειτουργία των ιστολογιών.

VI. Επιπλέον επιχείρημα περί του ότι μεταξύ των συγκρινόμενων περιπτώσεων υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές, που δεν επιτρέπουν την αναλογική εφαρμογή του υφιστάμενου δικαίου, αντλείται και από το γράμμα, το πνεύμα και το σκοπό του μοναδικού άρθρου του Ν 1178/1981, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη κάθε εντύπου για αποζημίωση του τρίτου ζημιωθέντος, σε περίπτωση που η υπαιτιότητα συντρέχει στο πρόσωπο του συντάκτη του δημοσιεύματος (ή αν πρόκειται για τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, του παραγωγού, του δημοσιογραφικού υπεύθυνου ή του δημοσιογράφου – συντονιστή), εφόσον αυτός είναι γνωστός, ή αν ο συντάκτης είναι άγνωστος, στον εκδότη ή το διευθυντή συντάξεως του εντύπου (ή αν πρόκειται για τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, στον εκπρόσωπο της αδειούχου εταιρίας ή στον υπεύθυνο προγράμματος ή ειδήσεων). Υπό ανάλογες δε προϋποθέσεις όμοια αντικειμενική ευθύνη φέρει ο εκδότης ή ο διευθυντής συντάξεως του εντύπου (ή αν πρόκειται για τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, ο εκπρόσωπος της αδειούχου εταιρίας ή ο υπεύθυνος προγράμματος ή ειδήσεων), μόνο όμως εφόσον ο ιδιοκτήτης είναι άγνωστος. Η προαναφερόμενη αστική αντικειμενική ευθύνη αφορά αρχικά τον ιδιοκτήτη του εντύπου, εφόσον αυτός είναι γνωστός, πάντα όμως υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει πταίσμα του συντάκτη (ή αν πρόκειται για τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, του παραγωγού, του δημοσιογραφικού υπεύθυνου ή του δημοσιογράφου – συντονιστή) ή, αν είναι άγνωστος, του εκδότη ή του διευθυντή συντάξεως και δεν αφορά το συντάκτη του επιλήψιμου δημοσιεύματος ή τον εκδότη ή διευθυντή συντάξεως. Εξάλλου, με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου προβλέπονται τα ως άνω υπό στοιχείο II αναφερόμενα κατά περίπτωση ποσά ως ελάχιστη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του αδικηθέντος από κάποια από τις προβλεπόμενες στην προηγούμενη παράγραφο πράξεις, ποσά που επιδικάζονται σε βάρος τόσο του ιδιοκτήτη του εντύπου, του εκδότη και του διευθυντή όσο και του συντάκτη του δημοσιεύματος, ή αν πρόκειται για τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς σε βάρος τόσο του εκπροσώπου της αδειούχου εταιρίας ή του υπεύθυνου προγράμματος ή ειδήσεων όσο και του δημοσιογράφου – συντονιστή, ενώ σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου αυτού προβλέπεται η υποχρέωση του ιδιοκτήτη κάθε εφημερίδας ή περιοδικού για τον ορισμό φυσικών προσώπων ως εκδότη και διευθυντή, που να έχουν τη μόνιμη κατοικία και διαμονή τους στην Ελλάδα, με τις προβλεπόμενες σε περίπτωση μη συμμόρφωσης συνέπειες. Είναι δε προφανές ότι ο δικαιολογητικός λόγος της θέσπισης της αντικειμενικής ευθύνης του ιδιοκτήτη του εντύπου έχει προβλεφθεί λόγω του γεγονότος ότι τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης παρουσιάζουν επιχειρηματική διάρθρωση. Ο ιδιοκτήτης του εντύπου, εξ ορισμού οικονομικά ισχυρότερος και ως εκ τούτου σε θέση να καταβάλει τα ως άνω προβλεπόμενα ποσά ηθικής βλάβης, εν αντιθέσει με το συντάξαντα, ο οποίος συνήθως έχει περιορισμένη οικονομική επιφάνεια προς αποκατάσταση της ενδεχόμενης ζημίας ή ηθικής βλάβης που θα προκληθεί κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του, ευθύνεται ανεξάρτητα από δική του υπαιτιότητα, με τις προαναφερθείσες διακρίσεις. Ο ιδιοκτήτης υπέχει ευθύνη για τα δημοσιεύματα και τις δραστηριότητες των προσώπων που απασχολεί εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προστήσεως και κυρίως το στοιχείο της «εξάρτησης» που απαιτεί την ένταξη του προστηθέντος στο πεδίο δράσης του προστήσαντος, δεδομένου ότι ο ιδιοκτήτης ως προστήσας αποκομίζει τα οφέλη από τη δραστηριότητα του προστηθέντος και από αυτή καθίσταται εφικτή η επέκταση του κύκλου δραστηριότητας και επιρροής του, η διεύρυνση των εργασιών του και η συνακόλουθη αποκομιδή κερδών, με αποτέλεσμα η ευθύνη του για τους κινδύνους από το πλέγμα αυτών των δραστηριοτήτων να εμφανίζεται αυτονόητη.

Η ιδιαιτερότητα του νόμου περί αστικής ευθύνης του τύπου συνίσταται όχι απλώς στη διασαφήνιση της αστικής ευθύνης του ιδιοκτήτη, αλλά στο ότι το πρόσωπο του προστηθέντος ορίζεται κατά τρόπο εναλλακτικό. Εάν ο συντάκτης είναι γνωστός (διότι το δημοσίευμα φέρει την υπογραφή του) θεωρείται και προστηθείς του φέροντος την ευθύνη ιδιοκτήτη. Σε περίπτωση όμως που είναι άγνωστος, ορίζοντας ο νόμος ότι κατά τα άρθρα 914 επ. ΑΚ υπαιτιότητα πρέπει να υπάρχει στο πρόσωπο του εκδότη ή του διευθυντή, θεωρεί αυτούς προστηθέντες του ιδιοκτήτη του εντύπου. Η ευθύνη του ιδιοκτήτη και φορέα της επιχείρησης, ανεξάρτητα από τη συμμετοχή του ή όχι στις δραστηριότητες της είναι σύμφωνη προς την αρχή της «επιχειρηματικής ευθύνης». Η σύγχρονη τάση δημιουργίας δημοσιογραφικών οργανισμών και η συγκέντρωση των κάθε είδους δραστηριοτήτων του τύπου στα χέρια περιορισμένου αριθμού προσώπων δικαιολογεί την αντιμετώπιση των δημοσιογραφικών επιχειρήσεων κατά τρόπο ανάλογο προς τις μεγάλες οικονομικές μονάδες. Ο εκδότης νομιμοποιείται παθητικά για τις πράξεις τρίτων προσώπων, εφόσον υπάρχει σχέση «εξάρτησης» (υπό την έννοια του άρθρου 922 ΑΚ), συνεπεία της οποίας ευθύνεται για την επιλογή, τον έλεγχο και την καθοδήγηση τους κατά την άσταιση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, είτε συνδέονται με σύμβαση εργασίας είτε όχι, οπότε προστηθέντες μπορούν να θεωρηθούν και οι «ελεύθεροι» δημοσιογράφοι ή συντάκτες, είτε εργάζονται επί παραγγελία με ελεύθερη συνεργασία, είτε λαμβάνουν εντολές. Η ευθύνη του διευθυντή προκύπτει από την ιδιότητα του ως οργάνου του νομικού προσώπου, επιφορτισμένου με την ευθύνη επιλογής, κατεύθυνσης, ελέγχου και εποπτείας του περιεχομένου του εντύπου, με ευρεία εξουσία λήψεως αποφάσεων, που τον καθιστούν υπεύθυνο όχι για την επιλογή των προσώπων αλλά για την επιλογή των κειμένων (βλ. Καράκωστα, Το δίκαιο των ΜΜΕ, έκδ. 2003, σελ. 287 και 288).

Οι ως άνω όμως δικαιολογητικοί λόγοι, που οδήγησαν στη θέσπιση των προαναφερόμενων διατάξεων, δεν συντρέχουν στην περίπτωση των ιστολογιών, τα οποία δεν παρουσιάζουν την επιχειρηματική διάρθρωση ενός παραδοσιακού εντύπου, ούτε έχουν ιεραρχική δομή οργάνωσης, ώστε να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις τους. Και τούτο διότι κατ` αρχήν υπάρχει δυσχέρεια ως προς την ταύτιση των προσώπων που συμμετέχουν στη λειτουργία του ιστολογίου, είτε πρόκειται για τον κάτοχο και το διαχειριστή αυτού, είτε για τους αναγνώστες – χρήστες του, που συμμετέχουν αναγράφοντας σχόλια και απόψεις σε αυτό, με τα πρόσωπα του ιδιοκτήτη, εκδότη, διευθυντή σύνταξης και συντάκτη κατά την έννοια του άρθρου μόνου του Ν 1178/1981 ή τα πρόσωπα που κατά τα ανωτέρω αντιστοιχούν σε αυτούς, όταν πρόκειται για τηλεοπτικούς ή ραδιοφωνικούς σταθμούς. Επομένως, γενομένου αποδεκτού ότι η εφαρμογή του νόμου περί τύπου τίθεται ουσιαστικά εκποδών για το διαχειριστή και κάτοχο του ιστολογίου, υπό την έννοια ότι για αυτόν θα αίρεται κατά τα ανωτέρω η οποιαδήποτε ευθύνη, τότε ουσιαστικά η εφαρμογή των διατάξεων περί τύπου θα περιορίζεται μόνο για τον τηχόν επωνύμως συντάξαντα το επιλήψιμο κείμενο ή άποψη χρήστη, σε βάρος του οποίου και θα απειλείται η επιβολή των ως άνω υπέρογκων ποσών χρηματικών αποζημιώσεων, που ορίζονται στο άρθρο του Nil 78/1981, οι οποίες ναι μεν καθορίστηκαν από τον ιστορικό νομοθέτη στα ως άνω ελάχιστα όρια εξαιτίας του μεγέθους της προσβολής που θεωρητικά υφίσταται ο θιγόμενος λόγω του χρησιμοποιούμενου εκ μέρους του υπαιτίου μέσου, πλην όμως είναι προφανές ότι κατά τον καθορισμό τους ελήφθη υπόψη και το γεγονός της εις ολόκληρον αντικειμενικής ευθύνης του ιδιοκτήτη, υπό το πρίσμα ότι αυτός ως οικονομικά ισχυρότερος θα έχει τη δυνατότητα να καλύψει τα ως άνω ποσά, προς αποτροπή της δημιουργίας αφόρητων συνεπειών προς το συντάξαντα, προϋπόθεση που ουδόλως θα συντρέχει στην περίπτωση των ιστολογιών.

Έτσι, θα οδηγούμασταν και πάλι σε ένα κοινωνικά αφόρητα αποτέλεσμα να εφαρμοστεί ο νόμος περί τύπου με τις υπέρογκες αποζημιώσεις σε έναν απλό πολίτη, που είτε ως διαχειριστής και κάτοχος του ιστολογίου, είτε ως χρήστης εξέφρασε την άποψη του σε αυτό και μάλιστα δίχως να αποσκοπεί στη διάδοση της και ο οποίος -κατά κανόνα- δεν θα έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί στην καταβολή των ως άνω ποσών και ούτε θα βρίσκεται υπό την αιγίδα άλλου, οικονομικά ισχυρότερου και αντικειμενικά ευθυνόμενου ως προς την κάλυψη του ως άνω ποσού για λογαριασμό του. Περαιτέρω, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, που είτε ο τυχόν επώνυμος κάτοχος ή διαχειριστής του ιστολογίου, ο οποίος πιθανότατα θα είναι ένας απλός πολίτης που ουδεμία σχέση έχει με τη δημοσιογραφία, είτε πολύ περισσότερο ο επωνύμως συντάξας το επίμαχο σχόλιο ή άποψη πολίτης εναχθούν σύμφωνα με τις διατάξεις περί τύπου, είναι μάλλον αδύνατο να τύχουν της προστασίας που τυγχάνουν οι φορείς του τύπου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε αντίστοιχες περιπτώσεις, επικαλούμενοι την ένσταση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος υπό την έννοια της εκ μέρους τους εκπλήρωσης της κοινωνικής αποστολής του τύπου, αφού είναι ιδιαιτέρως δυσχερές να αναγνωρισθεί σε έναν απλό πολίτη, όπως είναι ο κάτοχος και διαχειριστής του ιστολογίου και πολύ περισσότερο ο επισκέπτης αυτού, ότι αυτός κατά τη σύνταξη της άποψης, του σχολίου και της επίμαχης κρίσης του επιτελούσε το κοινωνικό έργο και την αποστολή του τύπου, που είναι η ενημέρωση της κοινής γνώμης, αποστολή που είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό ότι επιτελεί ένα άτομο που ούτε την ιδιότητα του δημοσιογράφου έχει, αλλά που ούτε καν απασχολείται με αυτή, έστω και ερασιτεχνικά.

VII. Επομένως, η παραδοχή ότι υφίσταται βάση αναλογικής εφαρμογής των ως άνω περί τύπου διατάξεων και στα ιστολογία δεν θα ανταποκρινόταν στην αρχή της εξισωτικής δικαιοσύνης και η λύση αυτή δεν θα εμφανιζόταν δίκαιη, αφού σταθμίζοντας τα δικαιολογημένα συμφέροντα των αντιμαχόμενων μερών, παριστά μία άνιση κατανομή των συνδεόμενων με την εκάστοτε διαφορά βαρών και πλεονεκτημάτων. Εξάλλου, ο θιγόμενος από κείμενο αναρτημένο σε ιστολόγιο δεν στερείται εννόμου προστασίας, αφού δύναται να προστατευθεί έναντι του υπαιτίου με τις κοινές διατάξεις (άρθρα 57, 59, 914 και 932 ΑΚ), επιτυγχάνοντας ουσιαστικά παρόμοιο αποτέλεσμα, δοθέντος ότι η μη εφαρμογή των ανωτέρω ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου διατάξεων περί του τύπου δεν συνεπάγεται και τη μη επιβολή κυρώσεων στον προσβολέα, ο οποίος φέρει ακέραια την ευθύνη για την πρόκληση ζημίας ή την προσβολή της προσωπικότητας τρίτου, ακόμα και αν αυτή έλαβε χώρα μέσω του διαδικτύου και όλων των «ευχερειών» που παρέχει σήμερα η τεχνολογία. Ενόψει των ανωτέρω, κρίνεται ότι στην περίπτωση των ιστολογιών δεν υφίσταται βάση αναλογικής εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας σχετικά με τον τύπο, αλλά θα εφαρμοστούν οι κοινές διατάξεις και οι σχετικές υποθέσεις θα εκδικασθούν κατά την τακτική διαδικασία, η δε ενδεχόμενη διαφορετική αντιμετώπιση του ακανθώδους αυτού ζητήματος αποτελεί έργο του νομοθέτη, του οποίου τα πρωτεία στη συγκεκριμενοποίηση της αρχής της δικαιοσύνης ο εφαρμοστής του δικαίου οφείλει κατ` αρχήν να σεβαστεί, καθόσον η δική του νομοθετική παρέμβαση είναι εκείνη η οποία θα συμβάλλει αποτελεσματικά στη διαμόρφωση ενός πλαισίου ασφάλειας δικαίου σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα (βλ. ΠΠρΠειρ 4980/2009, που προσκομίζεται από τον εναγόμενο).

[…] Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων εκθέτει στην αγωγή του ότι ο ίδιος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο … και ότι ο εναγόμενος, που είναι επίσης καθηγητής σε εκπαιδευτικό ίδρυμα στο εξωτερικό, είναι κάτοχος και διαχειριστής ιστολογίου (blog). Ότι ο εναγόμενος ανάρτησε στο ιστολόγιο του κείμενα – ανακοινώσεις, με τα οποία αποδιδόταν στον ενάγοντα η τέλεση «λογοκλοπής», ήτοι η χρησιμοποίηση σε δικά του επιστημονικά κείμενα χωρίων και αποσπασμάτων από επιστημονικά κείμενα άλλων συγγραφέων χωρίς αναφορά σε αυτούς και χωρίς σχετικές παραπομπές, ήτοι πρακτική αποδοκιμαστέα από την εν γένει επιστημονική και πανεπιστημιακή κοινότητα. Ότι το περιεχόμενο των κειμένων αυτών ήταν αναληθές και ο εναγόμενος προέβη στην ανακοίνωση τους χωρίς προηγουμένως να ελέγξει την αλήθεια τους. Ότι μετά τις αναρτήσεις και με αφορμή αυτές, χρήστες του ιστολογίου του συμμετείχαν σε «συζήτηση» και ανήρτη-σαν σχόλια, με περιεχόμενο κάποιες φορές εξυβριστικό και προσβλητικό για τον ενάγοντα, τα οποία ο εναγόμενος φιλοξένησε στο ιστολόγιο του. Ότι ο εναγόμενος δεν μερίμνησε και δεν φρόντισε να αφαιρέσει από το ιστολόγιο του τόσο τις δικές του αναρτήσεις όσο και τα σχόλια των χρηστών του, από τα οποία δεν διαχώριζε τη στάση του, ακόμα και μετά την ενημέρωση του περί της ανακρίβειας της κατηγορίας για τη «λογοκλοπή» και περί της διενέργειας ένορκης διοικητικής εξέτασης, το πόρισμα της οποίας ήταν απαλλακτικό για τον ενάγοντα. Ότι τα αναφερόμενα στις αναρτήσεις στο ιστολόγιο του εναγομένου είναι δυσφημιστικά και συκοφαντικά για αυτόν, καθώς τον παρουσιάζουν να έχει τελέσει πράξη απαξιωτική για καθηγητή πανεπιστημίου, έθεσαν δε σε κίνδυνο την υποψηφιότητα του για τη θέση τακτικού καθηγητή στο Πανεπιστήμιο …. Ότι με τον τρόπο αυτό ο εναγόμενος έθιξε εν γνώσει του την προσωπικότητα, την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος και εξέθεσε σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα και το μέλλον του. Με βάση αυτά τα περιστατικά, όπως περισσότερο αναπτύσσονται με το κρινόμενο δικόγραφο -μετά από νόμιμο περιορισμό του αιτήματος της με την τροπή μέρους αυτού σε αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στο οικείο πρακτικό (άρθρα 294 εδ. α`, 295 παρ. 1 εδ. β` και 297 ΚΠολΔ)- ζητά ο ενάγων Α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να άρει την προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος με την απόσυρση των προσβλητικών κειμένων από το ιστολόγιο του, Β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να παραλείπει στο μέλλον τη δημοσίευση κειμένων προσβλητικών για τον ενάγοντα και Γ) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη ποσό 30.000 ευρώ και να αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει για την ίδια αιτία ακόμα 60.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ζητά επίσης να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή καθώς και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή δεν υπάγεται στην ειδική διαδικασία του άρθρου 681Δ ΚΠολΔ, με την οποία έχει εισαχθεί προς συζήτηση, αλλά στην τακτική διαδικασία, που είναι η προσήκουσα, καθόσον, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επικαλούμενη από τον ενάγοντα προσβολή της προσωπικότητας του, η συκοφάντηση, δυσφήμιση ή εξύβριση του προσώπου του, φέρεται να έλαβε χώρα με τα κείμενα που ανήρπσε ο εναγόμενος στο ιστολόγιο (blog) που διαχειριζόταν και με τα σχόλια τρίτων που ο εναγόμενος διατήρησε σε αυτό. Ετσι, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην αγωγή, η προσβολή δεν έλαβε χώρα με δημοσίευμα στον έντυπο ή ηλεκτρονικό τύπο, αλλά με τρόπο διαφορετικό, με αποτέλεσμα η υπό κρίση διαφορά να υπάγεται στην τακτική διαδικασία. Το παρόν Δικαστήριο δεν δύναται να κρατήσει την υπόθεση και να την εκδικάσει κατά την προσήκουσα διαδικασία, κατά την ευχέρεια που του παρέχεται από το άρθρο 591 παρ. 2 ΚΠολΔ, καθώς δεν τηρήθηκαν οι δικονομικοί κανόνες για την απαιτούμενη κατά την τακτική διαδικασία προδικασία. Ειδικότερα, αφενός μεν δεν τηρήθηκε η επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης απόπειρα εξώδικης επίλυσης της διαφοράς κατά το άρθρο 214Α ΚΠολΔ, επιπλέον δε οι διάδικοι δεν κατέθεσαν τις προτάσεις, τα σχετικά με αυτές έγγραφα και την προσθήκη σε αυτές κατά τις προβλεπόμενες από το άρθρο 237 ΚΠολΔ προθεσμίες, αλλά, όπως αποδεικνύεται από τις επισημειώσεις του Γραμματέα αυτού του Δικαστηρίου, οι μεν προτάσεις κατατέθηκαν στο ακροατήριο κατά πι συζήτηση της υπόθεσης, η δε προσθήκη κατατέθηκε μετά τη συζήτηση (στις 23 Απριλ
ίου 2010). Συνεπώς, μετά από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, η συζήτηση της κρινόμενης αγωγής πρέπει να παραπεμφθεί σε άλλη συνεδρίαση του, προκειμένου να συζητηθεί κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, ενόψει δε του ότι η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική, όπως ανωτέρω εκτέθηκε, δεν θα περιληφθεί σε αυτή διάταξη για τα δικαστικά έξοδα. […]

[Παραπέμπει την υπόθεση για εκδίκαση κατά την τακτική διαδικασία.]

ΑΠ 1003/2013 – Ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποφάσεων της εκούσιας δικαιοδοσίας

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
ΑΠ 1003/2013 – Ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποφάσεων της εκούσιας δικαιοδοσίας..

Περίληψη: Kατά το άρθρο 758 παρ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ, οι κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας οριστικώς αποφαινόμενες αποφάσεις, εφ’ όσον δεν ορίζεται διαφορετικά, μπορούν κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, μετά τη δημοσίευσή τους ν’ ανακληθούν ή να μεταρρυθμισθούν από το δικαστήριο που τις εξέδωσε, αν προκύψουν νέα πραγματικά περιστατικά ή μεταβληθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδόθηκαν. Κατά την αληθή έννοια της διάταξης αυτής σε περαιτέρω ανάκληση ή μεταρρύθμιση υπόκεινται, όταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις οι κατά την προαναφερόμενη διαδικασία εκδιδόμενες οριστικές αποφάσεις ακόμη και όταν αυτές είναι ανακλητικές ή μεταρρυθμιστικές προηγούμενων ανακλητικών ή μεταρρυθμιστικών (αποφάσεων), διότι με την εν λόγω διάταξη επιδιώχθηκε η ανάκληση ή μεταρρύθμιση όλων των αποφάσεων έστω και τελεσίδικων ή αμετάκλητων της παραπάνω διαδικασίας και τούτο ως εκ της φύσεώς τους και ειδικότερα, ως εκ του δυναμικού χαρακτήρα των ρυθμιστικών μέτρων που διατάσσονται με τέτοιες αποφάσεις, ως μέτρων παρεμφερών, μ’ εκείνα που διατάσσει η δημόσια διοίκηση. Προϋπόθεση, όμως, για το παραδεκτό της αιτήσεως για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση μιας τέτοιας αποφάσεως, πέραν του οριστικού της χαρακτήρα, είναι να δέχθηκε την αίτηση λήψεως ορισμένου μέτρου ή διαπλάσεως ορισμένης νομίμου καταστάσεως. Επομένως, δεν τίθεται θέμα ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως οριστικής απόφασης που εκδόθηκε για υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ή ως αβάσιμη η σχετική αίτηση. Και τούτο, διότι η απόφαση αυτή ως έχουσα αμιγώς διαγνωστικό χαρακτήρα, δεν διατάσσει κάποιο ρυθμιστικό μέτρο και συνακόλουθα δεν συντρέχει λόγος προσαρμογής της στις εκάστοτε μεταβαλλόμενες, πραγματικές καταστάσεις. Στην περίπτωση που ασκηθεί αίτηση ανακλητική ή μεταρρυθμιστική αίτηση απορριπτικής οριστικής αποφάσεως, που εκδόθηκε κατά την εκουσία διαδικασία, τότε η αίτηση αυτή απορρίπτεται ως απαράδεκτη.

Αριθμός 1003/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ’ Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή, Δημητρούλα Υφαντή και Ιωάννα Πετροπούλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 22 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1. Α. Γ. του Ο., 2 Χ. Ε. του Χ., 3 Φ. Δ. του Γ., 4 Μ. Μ. του Κ., κατοίκων … 5. Α. Μ. του Ι., κατοίκου … 6. Ε. Μ. Α. του Μ., κάτοικος … και 7. Γ. Μ. του Χ., κάτοικος … που αποτελούν την προσωρινή διοικούσα επιτροπή του υπό αναγνώριση πολιτιστικού σωματείου με την επωνυμία <ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΟΥΡΚΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ Ν.ΡΟΔΟΠΗΣ> με έδρα την πόλη της Κομοτηνής του Ν.Ροδόπης, όλοι οι ανωτέρω εκπροσωπήθηκαν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου τους Παναγιώτας Σμυρνιού και κατέθεσαν προτάσεις. Για αναίρεση της 562/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θράκης.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 3-8-2009 αίτηση των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ροδόπης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:44/2009 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 562/2010 του Tριμελούς Εφετείου Θράκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 19/4/2012 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ιωάννα Πετροπούλου, ανέγνωσε την από 13-3-2013 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως.
Η πληρεξούσια των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή κατά το άρθρο 758 παρ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ, οι κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας οριστικώς αποφαινόμενες αποφάσεις, εφ’ όσον δεν ορίζεται διαφορετικά, μπορούν κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, μετά τη δημοσίευσή τους ν’ ανακληθούν ή να μεταρρυθμισθούν από το δικαστήριο που τις εξέδωσε, αν προκύψουν νέα πραγματικά περιστατικά ή μεταβληθούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδόθηκαν. Κατά την αληθή έννοια της διάταξης αυτής σε περαιτέρω ανάκληση ή μεταρρύθμιση υπόκεινται, όταν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις οι κατά την προαναφερόμενη διαδικασία εκδιδόμενες οριστικές αποφάσεις ακόμη και όταν αυτές είναι ανακλητικές ή μεταρρυθμιστικές προηγούμενων ανακλητικών ή μεταρρυθμιστικών (αποφάσεων), διότι με την εν λόγω διάταξη επιδιώχθηκε η ανάκληση ή μεταρρύθμιση όλων των αποφάσεων έστω και τελεσίδικων ή αμετάκλητων της παραπάνω διαδικασίας και τούτο ως εκ της φύσεώς τους και ειδικότερα, ως εκ του δυναμικού χαρακτήρα των ρυθμιστικών μέτρων που διατάσσονται με τέτοιες αποφάσεις, ως μέτρων παρεμφερών, μ’ εκείνα που διατάσσει η δημόσια διοίκηση. Προϋπόθεση, όμως, για το παραδεκτό της αιτήσεως για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση μιας τέτοιας αποφάσεως, πέραν του οριστικού της χαρακτήρα, είναι να δέχθηκε την αίτηση λήψεως ορισμένου μέτρου ή διαπλάσεως ορισμένης νομίμου καταστάσεως. Επομένως, δεν τίθεται θέμα ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως οριστικής απόφασης που εκδόθηκε για υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ή ως αβάσιμη η σχετική αίτηση. Και τούτο, διότι η απόφαση αυτή ως έχουσα αμιγώς διαγνωστικό χαρακτήρα, δεν διατάσσει κάποιο ρυθμιστικό μέτρο και συνακόλουθα δεν συντρέχει λόγος προσαρμογής της στις εκάστοτε μεταβαλλόμενες, πραγματικές καταστάσεις. Στην περίπτωση που ασκηθεί αίτηση ανακλητική ή μεταρρυθμιστική αίτηση απορριπτικής οριστικής αποφάσεως, που εκδόθηκε κατά την εκουσία διαδικασία, τότε η αίτηση αυτή απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται μόνο αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικός κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, δηλαδή με την απόδοση στον κανόνα δικαίου έννοιας μη αληθινής ή μη αρμόζουσας ή έννοιας περιορισμένης ή στενής, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη εφαρμογή. Τέλος, ο λόγος αναιρέσεως του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ αναφέρεται στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού και γι’ αυτό προϋποθέτει κρίση επί της ουσίας του δικαστηρίου, αφού η έλλειψη νόμιμης βάσης προϋποθέτει ότι υπάρχουν ελλείψεις στην περιγραφή της εμπειρικής πραγματικότητας. Επομένως, ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεν ιδρύεται όταν η έλλειψη ή ανεπάρκεια ή αντίφαση των αιτιολογιών αναφέρεται στην σκέψη της αποφάσεως με την οποία η αγωγή ή η αίτηση κρίθηκε απορριπτέα ως απαράδεκτη.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ. αρ. κατ. 756/ΕΜ 106/5.4.2001 αίτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης οι αιτούσες και ήδη εκκαλούσες ζήτησαν να αναγνωρισθεί και να εγγραφεί στο δημόσιο βιβλίο σωματείων το υπό σύσταση σωματείο με την επωνυμία «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΟΥΡΚΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ ΡΟΔΟΠΗΣ» με έδρα την Κομοτηνή. Με την υπ. αρ. 146/2001 απόφαση του ως ανωτέρω Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε επί της αιτήσεως αυτής, απορρίφθηκε η εν λόγω αίτησή τους, διότι, όπως δέχθηκε, η επωνυμία του υπό σύσταση σωματείου δημιουργεί σύγχυση ως προς την ταυτότητα των μελών του, καθ’ όσον ειδικότερα, μέλη του υπό σύσταση σωματείου εγγράφονται αποκλειστικά γυναίκες, Ελληνικής υπηκοότητας, κάτοικοι Νομού Ροδόπης, ενήλικες, ανεξάρτητα της αστικής τους καταστάσεως, το στοιχείο δε αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός, ότι οι αιτούσες δεν επικαλούνται επιπρόσθετα, ότι τόσο οι ίδιες, όσο και τα υπόλοιπα ιδρυτικά μέλη του σωματείου που αναφέρονται στο από 21.3.2001 πρακτικό ίδρυσής του, αλλά και τα πρόσωπα που μπορούν να γίνονται μέλη του στο εξής, χαρακτηρίζονται από κάποια εθνοτική, εθνική, θρησκευτική, γλωσσική ή πολιτιστική ιδιαιτερότητα, η οποία μπορεί να αποδοθεί με τον όρο «Τούρκος» («Τούρκων») στην επωνυμία του Σωματείου, καθιστά την ως ανωτέρω επωνυμία παραπλανητική. Κατά της απορριπτικής αυτής απόφασης ασκήθηκε έφεση από τις αιτούσες ενώπιον του Εφετείου Θράκης, η οποία απορρίφθηκε με την υπ. αρ. 23/2003 απόφαση αυτού, διότι όπως κρίθηκε, η επωνυμία του υπό σύσταση σωματείου, σε συνδυασμό με τους όρους του καταστατικού του, είναι αντίθετα με την Ελληνική δημόσια τάξη, ενώ η μη αναγνώρισή του εναρμονίζεται με το επιβαλλόμενο αναγκαίο μέτρο περιορισμού της σωματειακής ελευθερίας, αφού τα μέλη του υπό σύσταση σωματείου μπορούν να επιδιώξουν την αναγνώριση σωματείου με όρους και επωνυμία που να μην είναι αντικειμενικά πρόσφορα να δημιουργήσουν παραπλανητική εικόνα ή σύγχυση ως προς την ταυτότητα των μελών του. Εξ άλλου, με την υπ. αρ. 586/2005 απόφαση του Αρείου Πάγου απορρίφθηκε η ασκηθείσα κατ’ αυτής (υπ. αρ. 23/2003) από 25.2.2003 αίτηση αναιρέσεως διότι όπως δέχθηκε, με την κρίση του αυτή δεν παραβίασε διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1, 5 παρ. 2, 12 παρ. 1 και 25 του Συντάγματος, των άρθρων 78, 80, 81 και 105 αρ. 3 ΑΚ και τη διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ, καθώς και τις επικαλούμενες από τους αναιρεσείοντες λοιπές διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ, του άρθρου 27 του ν. 2462/21/26.2.1997 περί κυρώσεως του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα του προαιρετικού πρωτοκόλλου στο Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και του Δευτέρου πρωτοκόλλου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, αλλά ούτε και τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1 της Σύμβασης – Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων και της παραγράφου 32 του κειμένου της Κοπεγχάγης της ΔΑΣΕ. Ακολούθως, οι αιτούσες, λόγω της απόρριψης της ως ανωτέρω αιτήσεώς τους προσέφυγαν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο δέχθηκε την προσφυγή τους και με την από 27.3.2008 απόφασή του αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα παρέβη το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ δηλαδή παραβίασε το δικαίωμα συνεταιρίζεσθαι των αιτουσών, η οποία, μετά την απόρριψη της ασκηθείσης από την Ελληνική Κυβέρνηση έφεση, προκειμένου να εκδικασθεί η υπόθεση από την ευρεία σύνθεση του Δικαστηρίου, κατέστη τελεσίδικη. Ήδη, με την ένδικη από 3.8.2009 και με αρ. κατ. ΕΜ 318/3.8.2009 αίτησή τους οι αιτούσες και ήδη αναιρεσείουσες ζήτησαν να ανακληθεί η ως ανωτέρω υπ. αρ. 141/2001 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης (που μετά την έκδοση της 586/2005 απόφασης του Αρείου Πάγου κατέστη αμετάκλητη), διότι λόγω των επικαλούμενων όπως σαυτή νέων περιστατικών, που σχέση έχουν με παραδοχές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του ανθρώπου περί παραβίασης από την Ελλάδα με την απόφαση αυτή του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 11 της ΕΣΔΑ), μετεβλήθησαν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση. Επί της ανωτέρω αιτήσεως ανακλήσεως (με αρ. κατ. ΕΜ 318/3.8.2009) εκδόθηκε η 44/2010 απόφαση του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελές Πρωτοδικείο Ροδόπης) που την απέρριψε ως μη νόμιμη διότι όπως δέχθηκε, «με αληθές υποτιθέμενο το περιεχόμενό της, δεν είναι δικονομικά δυνατή η ανάκληση της 146/2001 ως ανωτέρω απόφασης, ούτε κατ’ άρθρο 758 ΚΠολΔ, το οποίο επικαλούνται οι αιτούσες, ούτε δι’ οποιασδήποτε άλλης δικονομικής οδού, η οποία θα κατέληγε στο ίδιο ουσιαστικά αποτέλεσμα, δηλαδή την αναγνώριση του σωματείου». Κατά της απορριπτικής αυτής απόφασης οι αιτούσες άσκησαν την από 7.5.2010 έφεση επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την ένδικη αναίρεση υπ. αρ. 562/2010 απόφαση του Εφετείου Θράκης. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε η με το προαναφερόμενο περιεχόμενο και αίτημα ανακλητική ως ανωτέρω από 3.8.2009 και με αρ. κατ. ΕΜ 318/3.8.2009 αίτηση, ως απαράδεκτη, διότι η απόφαση της οποίας ζητήθηκε η ανάκληση (υπ. αρ. 146/2001) ως απορριπτική οριστική απόφαση της εκουσίας δικαιοδοσίας, δεν υπόκειται σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε τη διάταξη του άρθρου 758 ΚΠολΔ καθ’ όσον η υπ. αρ. 146/2001 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης που ήδη κατέστη αμετάκλητη ως απορριπτική της αρχικής υπ. αρ. 756/ΕΜ 106/5.4.2001 αίτησης προς αναγνώριση του υπό σύσταση σωματείου, δεν διατάσσει κάποιο ρυθμιστικό μέτρο, ώστε κατά τα εκτεθέντα στην αμέσως προηγούμενη σκέψη να είναι δεκτική ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η επικαλούμενη ως άνω από 27.3.2008 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του ανθρώπου, η οποία αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα παραβίασε το δικαίωμα συνεταιρίζεσθαι των αιτούντων και ήδη αναιρεσείοντων με την απόφαση αυτή (υπ. αρ. 146/2001) δεν συνιστά μεταβολή των συνθηκών κάτω από τις οποίες εκδόθηκε, καθόσον δεν διεισδύει στην εθνική έννομη τάξη και δεν συνεπιφέρει την αυτόθροη κατάργησή της. Επομένως, ο πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με το οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ διότι το Εφετείο, με την ως άνω κρίση του, παραβίασε ευθέως την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 758 ΚΠολ. είναι σύμφωνα με τα εκτεθέντα, στην αμέσως προηγούμενη σκέψη απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, ο δεύτερος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του ίδιου ως ανωτέρω άρθρου και κώδικα, της παραβίασης από το Εφετείο με την κρίση του αυτή και εκ πλαγίου της εν λόγω διάταξης του άρθρου 758 ΚΠολΔ, καθ’ όσον με ανεπαρκείς αιτιολογίες απέρριψε την ένδικη αίτηση ως απαράδεκτη, πρέπει, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην αμέσως προηγούμενη σκέψη να απορριφθεί ως μη νόμιμος.
Επειδή, με βάση τα προεκτιθέμενα πρέπει να απορριφθεί η από 19.4.2012 και με αρ. κατ. 26/2012 αίτηση αναιρέσεως της 562/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θράκης που εκδόθηκε κατά την εκούσια διαδικασία.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19.4.2012 αίτηση αναιρέσεως της 562/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θράκης (εκούσιας διαδικασίας).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Απριλίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 24 Μαΐου 2012.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Τριτανακοπή στην εκουσία δικαιοδοσία

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Τριτανακοπή στην εκουσία δικαιοδοσία.
Η τριτανακοπή στην εκουσία δικαιοδοσία (άρθρο 773 ΚΠολΔ) ασκείται από τρίτο, δηλαδή ..
από αυτόν που δεν μετείχε στη δίκη, είτε ύστερα από κλήτευσή του, είτε με προσεπίκληση και δεν προσήλθε στη συζήτηση, έχει δε αίτημα την ακύρωση της απόφασης εκούσιας δικαιοδοσίας. Με την άσκηση τριτανακοπής ο τριτανακόπτων καθίσταται διάδικος στην αρχική δίκη.
Η άσκηση τριτανακοπής προϋποθέτει έννομο συμφέρον του τρίτου για ακύρωση της απόφασης, που συνίσταται στην άμεση, ή έμμεση, βλάβη, ή τον ενδεχόμενο κίνδυνο βλάβης των εννόμων συμφερόντων του (ΑΠ 128/1991). Η έννοια του τρίτου προσδιορίζεται αρνητικά, σε σχέση με τους διαδίκους της εκουσίας δικαιοδοσίας. 'Ετσι, τα πρόσωπα, που δικαιούνται να ασκήσουν τριτανακοπή, εντοπίζονται σε όσους δεν συμμετείχαν στη δίκη ως αιτούντες, ή με ένα από τους αναφερόμενους στα άρθρα 748 παρ.3, 752 και 753 ΚΠολΔ τρόπους. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται και εκείνος εναντίον του οποίου απευθύνθηκε η αίτηση, χωρίς να το επιβάλλει ο νόμος (ΑΠ 646/1975) ή αυτός που κλητεύθηκε με πρωτοβουλία του αιτούντος, χωρίς διαταγή του δικαστηρίου, εφ όσον δεν έλαβαν μέρος εκουσίως, με την άσκηση παρεμβάσεως, στη δίκη (ΑΠ 1040/2009).
 Λόγο τριτανακοπής αποτελεί κάθε ισχυρισμός, που βάλλει κατά της ουσιαστικής, ή τυπικής, ορθότητας της απόφασης, όπως λ.χ. ότι δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοση της απόφαση, ή ότι, αν ακουόταν ο ίδιος, η απόφαση θα ήταν διαφορετική. Δεν απαιτείται η επίκληση δόλου, ή συμπαιγνίας, των αρχικών διαδίκων, καθώς η δέσμευση του τρίτου αποτελεί συνέπεια της διαπλαστικής ενέργειας της απόφασης και όχι του δεδικασμένου της, καθ ότι οι αποφάσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας δεν παράγουν μεν δεδικασμένο, πλην, όμως, διαπλάσσουν νέα κατάσταση erga omnes (ΑΠ 829/81, ΑΠ 1040/2009).
Η άσκηση της τριτανακοπής γίνεται με κατάθεση δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, το οποίο έχει εκδώσει την τριτανακοπτόμενη απόφαση. Για την άσκησή της εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 743 έως 759 ΚΠολΔ. Νέοι λόγοι τριτανακοπής μπορούν να προστεθούν και με τις προτάσεις.
Το αίτημα για την ακύρωση της τριτανακοπτόμενης απόφασης στρέφεται εναντίον εκείνων που είχαν μετάσχει στη δίκη, στην οποία εκδόθηκε η τριτανακοπτόμενη απόφαση. Στους άλλους απλώς κοινοποιείται με κλήση στη συζήτηση της τριτανακοπής.
Αν η τριτανακοπή γίνει δεκτή το δικαστήριο ακυρώνει την προσβαλλομένη απόφαση. Δύναται δε να διατάξει την αναστολή της εκτέλεσης και την αναστολή της ισχύος της απόφασης (άρθρα 773 και 589 ΚΠολΔ). Η απόφαση που δέχεται την τριτανακοπή σημειώνεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στο βιβλίο που τηρείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 776 και στο περιθώριο της απόφασης που ακυρώνεται, με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου.
Η τριτανακοπή δεν υπόκειται σε προθεσμία, ή παραγραφή, εκτός των εξαιρέσεων, που εισάγονται με τα άρθρα 800 παρ. 4 ΚΠολΔ (επί υιοθεσίας), 824 παρ. 2 ΚΠολΔ (επί αφαιρέσεως κλπ. κληρονομητηρίου) και 849 ΚΠολΔ (επί αποφάσεως αποκλεισμού μη αναγγελθέντος δικαιώματος).

ΠΗΓΗ:https://xkarampagias.gr

ΣτΕ 2151/2017- Εντός των ορίων του συντάγματος το πρόστιμο των 10.500 ευρώ για την αδήλωτη εργασία.

$
0
0

ΣτΕ 2151/2017- Εντός των ορίων του συντάγματος το πρόστιμο των 10.500 ευρώ για την αδήλωτη εργασία.


Με την 293/2016 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαμίας υποβλήθηκαν προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με ορισμένες διατάξεις...του ν. 3996/2011«Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» και της 27397/122/19.8.2013κοινής υπουργικής απόφασης που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του αρ. 24 παρ. 4 και 5 αυτού. Ο νόμος αυτός προέβλεπε, μεταξύ άλλων, πρόστιμα για περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας καθώς τη διαδικασία επιβολής τους. Επίσης, στα αρ. 24 παρ. 4 ορίζονταν η έννοια των ευθέως αποδεικνυόμενων παραβάσεων, με παράθεση καταλόγου και παρέχονταν εξουσιοδότηση έκδοσης απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, η συμπλήρωση των παραβάσεων όσο και η εισαγωγή εξαιρέσεων από αυτή. Επίσης, στην παρ. 5 παρέχονταν εξουσιοδότηση στον ίδιο Υπουργό για έκδοση απόφασης με την οποία κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις, καθορίζεται και ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου σε περίπτωση παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας.  Σε εκτέλεση των ανωτέρω εξουσιοδοτικών διατάξεων εκδόθηκε η 27397/122/19.8.2013κοινή απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Υπουργική στην οποία, μεταξύ άλλων, προβλέφθηκε ότι η μη αναγραφή εργαζομένου άνω των 25 ετών στον τηρούμενο από τον εργοδότη πίνακα προσωπικού αποτελεί ευθεία παράβαση και επιβάλλεται πρόστιμο κατά δεσμία αρμοδιότητα, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των 10.549,44 ευρώ (το 18πλάσιο του κατώτατου μισθού).
Το Δικαστήριο ερωτήθηκε:

α) αν οι εξουσιοδοτικές διατάξεις του ν. 3996/2011είναι ειδικές και ορισμένες, σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος,

β) εάν η διάταξη της Υπουργικής Απόφασης που ορίζει ότι στην ανωτέρω περίπτωση (μη αναγραφής εργαζομένου) επιβάλλεται πρόστιμο κατά δεσμία αρμοδιότητα και

γ) εάν το ύψος του προστίμου (10.549,44 ευρώ) παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.

Το Δικαστήριο, κατ’ αρχάς έκρινε ότι πρόκειται για ζήτημα «γενικοτέρου ενδιαφέροντος» που έχουν συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων Στη συνέχεια έκρινε ότι η ασκηθείσα παρέμβαση είναι απαράδεκτη γιατί στην υπόθεση στην οποία είναι διάδικος η παρεμβαίνουσα, το πρόστιμο επιβλήθηκε κατ’ εφαρμογή διαφορετικής υπουργικής απόφασης που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση διαφορετικής διάταξης και από διαφορετικά όργανα.

Ως προς τα προδικαστικά ερωτήματα, το Δικαστήριο έκρινε:

α) i. Η εν λόγω εξουσιοδότηση, ανεξαρτήτως του εύρους της, είναι ειδική και ορισμένη. Περιέχει συγκεκριμένο προσδιορισμό των προς ρύθμιση θεμάτων παρέχεται δε αρμοδιότητα στον Υπουργό να καθορίσει και άλλες τέτοιου είδους παραβάσεις. Προκειμένου δε να χαρακτηρισθεί από τον κανονιστικό νομοθέτη μία παράβαση της εργατικής νομοθεσίας ως «ευθέως αποδεικνυόμενη, αρκεί αυτή να έχει τον χαρακτήρα της τυπικής παράβασης, αρκεί, δηλαδή, η εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απλή διαπίστωση των αντικειμενικών στοιχείων κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου.

ii. Η παροχή εξουσιοδότησης προς συμπλήρωση του καταλόγου των «ευθέως αποδεικνυομένων» παραβάσεων αφορά θέμα που περιέχεται κατά βάση στη διάταξη του εδαφίου α΄ τηςπαρ. 4 του άρθρου 24του ν. 3996/2011. Συνεπώς, η συμπλήρωση αυτή αποτελεί ειδικότερη ρύθμιση του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. β΄ του Συντάγματος, οπότε μπορεί να ανατεθεί σε άλλο όργανο της Διοίκησης εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας.

β) Η ανωτέρω διάταξη της Υπουργικής απόφασης βρίσκεται εντός των ορίων της εξουσιοδοτικής διάταξης καθόσον:

i) η εν λόγω παράβαση πληροί την προϋπόθεση της τυπικής παράβασης, καθόσον ερείδεται στην απλή διαπίστωση του αντικειμενικού γεγονότος της μη καταχώρισης του εργαζομένου στον τηρούμενο στην επιχείρηση πίνακα προσωπικού,

ii) η ίδια ως άνω παράβαση αποτελεί εξειδίκευση της θεσπιζομένης από το άρθρο 16 παρ. 1, 4 του ν. 2874/2000υποχρέωσης του εργοδότου να αναρτά σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας των απασχολούμενων σε αυτόν μισθωτών πίνακα με πλήρες περιεχόμενο, περιέχοντα τα οριζόμενα από το νόμο στοιχεία (ονοματεπώνυμο, ονοματεπώνυμο πατέρα και μητέρα, οικογενειακή κατάσταση, ειδικότητα, ημερομηνία πρόσληψης) των εργαζομένων και

iii) η προαναφερθείσα παράβαση έχει άμεση σχέση με τη θεσπιζόμενη από το άρθρο 26 παρ. 9 περ. στ΄ του ΑΝ 1846/1251, όπως ίσχυε, υποχρέωσης του εργοδότου να καταχωρίσει σε ειδικό βιβλίο τους νεοπροσλαμβανόμενους από αυτόν εργαζομένους.

γ) το ύψος του προστίμου δεν αντίκειται στην προβλεπόμενη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητος. Και τούτο διότι:

i. έχει υπαγορευθεί από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας

ii. με τη διάταξη αυτή δεν θεσπίζεται κύρωση προδήλως απρόσφορη, ούτε η προβλεπόμενη κύρωση υπερακοντίζει τον επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, τον οποίο αποβλέπει να εξυπηρετήσει, δεδομένου ότι με το σοβαρό ύψος του προβλεπόμενου προστίμου επιδιώκεται τόσο ο αυστηρός κολασμός του συγκεκριμένου παραβάτη, όσο και η αποτροπή της παράνομης πρακτικής της αδήλωτης εργασίας από τους λοιπούς εργοδότες, ενώ το ύψος του προστίμου δεν δύναται, να θεωρηθεί ως προδήλως δυσανάλογο για την επίτευξη του σκοπού αυτού.

iii. το ύψος του εν λόγω προστίμου ευλόγως συναρτάται με το υψηλό ποσοστό στο οποίο, κατά τα προαναφερθέντα, έχει ανέλθει η αδήλωτη εργασία, ο δε αριθμός των 18 μηνών που τίθεται ως πολλαπλασιαστής για τον προσδιορισμό του και κατά την εκτίμηση του κανονιστικού νομοθέτη, η οποία δεν αμφισβητείται, αποτελεί τον χρόνο που οι εργαζόμενοι απασχολούνται, κατά μέσο όρο, χωρίς να έχουν δηλωθεί, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι αποτελεί κριτήριο απρόσφορο για τον προσδιορισμό του προστίμου σε ποσό που εξυπηρετεί τον επιδιωκόμενο σκοπό της πάταξης της αδήλωτης εργασίας, ή ότι υπερακοντίζει, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, τον ανωτέρω σκοπό.

Μειοψηφία:

Η επιβολή του προστίμου αποτελεί πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του δημοσίου συμφέροντος σκοπού της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας. Αντίκειται όμως στην αρχή της εν στενή εννοίας αναλογικότητος, λαμβανομένων υπ’ όψιν των συνεπειών της επιβολής του προστίμου σε μικρές επιχειρήσεις, δοθέντος μάλιστα ότι η επιλογή 18 μηνών εργασίας, ως στοιχείου υπολογισμού του προστίμου, δεν τεκμηριώνεται από τα στοιχεία του φακέλου και παρίσταται, ως εκ τούτου, αυθαίρετη



ΣτΕ 2151/2017 Δ’ Τμήμα 7μ (απόσπασμα)

2. Επειδή, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Λαμίας, με την υπ’ αριθ. 293/2016 απόφασή του, αφού απέρριψε την προσφυγή κατά το μέρος που εστρέφετο κατά του ανωτέρω υπ’ αριθ. 83/28.4.2014 δελτίου ελέγχου, με την αιτιολογία ότι το δελτίο αυτό εστερείτο εκτελεστότητος, υπέβαλε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: α) αν οι εξουσιοδοτικές διατάξεις των παρ. 4 και 5 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011, κατ’ επίκληση των οποίων εκδόθηκε η ανωτέρω υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινή υπουργική απόφαση είναι ειδικές και ορισμένες, σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, β) αν η διάταξη του άρθρου 1 της ίδιας υπουργικής απόφασης, στην οποία προβλέπεται ότι ο Επιθεωρητής Εργασίας όταν διαπιστώσει τη μη αναγραφή εργαζομένου στον τηρούμενο από τον εργοδότη πίνακα προσωπικού επιβάλλει πρόστιμο κατά δεσμία αρμοδιότητα, κείται εντός των ορίων της εξουσιοδότησης που παρέχεται από τις προαναφερθείσες διατάξεις και γ) αν το προβλεπόμενο από την ίδια διάταξη του άρθρου 1 της εν λόγω υπουργικής απόφασης πρόστιμο ύψους 10.549,44 ευρώ για την προαναφερθείσα παράβαση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητος.

3. Επειδή, με την από 14.10.2016 πράξη του Προέδρου του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, η υπόθεση εισάγεται στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος λόγω σπουδαιότητος.

4. Επειδή, έχουν διενεργηθεί νομίμως οι προβλεπόμενες από τα άρθρα 1 παρ. 1 εδαφ. β΄ και 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010δημοσιεύσεις.

5. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), εισήχθη ο θεσμός της «δίκης - πιλότου» ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας σε θέματα που, ως εκ της φύσεώς τους, έχουν γενικότερο ενδιαφέρον και, συνεπώς, αναμένεται να προκαλέσουν σημαντικό αριθμό διαφορών, με τον κίνδυνο να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις και να υπάρξει σημαντική καθυστέρηση για τους διαδίκους ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Ειδικότερα, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, όπως ισχύουν, η υποβολή προδικαστικού ερωτήματος από τακτικό διοικητικό δικαστήριο στο Συμβούλιο της Επικρατείας για «ζήτημα γενικοτέρου ενδιαφέροντος» προϋποθέτει ότι το διοικητικό δικαστήριο, ως αρμόδιο κατ’ αρχήν επί της συγκεκριμένης διαφοράς, έχει ασκήσει πράγματι την αρμοδιότητά του και έχει διαγνώσει ότι η επίλυση του εν λόγω ζητήματος είναι αναγκαία για την έκδοση οριστικής αποφάσεως. Περαιτέρω, ο χαρακτήρας του ζητήματος ως «γενικοτέρου ενδιαφέροντος» πρέπει να αναδεικνύεται με την απαραίτητη σαφήνεια, ούτως ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο να μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικά, την αντίστοιχη δική του αρμοδιότητα ελέγχοντας ευχερώς ποιά από τα ζητήματα που του παραπέμπονται παρουσιάζουν πραγματικά γενικότερο ενδιαφέρον και συμβάλλοντας, με την επίκαιρη επίλυσή τους, στην ενότητα της νομολογίας και την ασφάλεια δικαίου. Συνεπώς, το τακτικό διοικητικό δικαστήριο που διατυπώνει προδικαστικό ερώτημα πρέπει, στην απόφαση του, αφ’ ενός μεν να παραθέτει και να τεκμηριώνει τους λόγους, για τους οποίους το ζήτημα ή τα ζητήματα που ανέκυψαν στην αχθείσα ενώπιόν του διαφορά και αποτελούν το αντικείμενο του ερωτήματος είναι, όπως ορίζει ο νόμος, «γενικότερου ενδιαφέροντος με συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων», αφ’ ετέρου δε να αναδεικνύει επαρκώς, με την παράθεση των -νομίμως αποδειχθέντων- πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως καθώς και του εφαρμοστέου νομοθετικού πλαισίου ότι το ζήτημα, για το οποίο υποβάλλεται το ερώτημα, ανακύπτει πράγματι στην ενώπιόν του διαφορά, δηλαδή ότι είναι κρίσιμο για την επίλυσή της (ΣτΕ Ολομ. 1841-3/2013), χωρίς να απαιτείται να λαμβάνει, και μάλιστα αιτιολογημένα, θέση επί του νομικού ζητήματος που τίθεται με αυτό, αν και κάτι τέτοιο είναι σκόπιμο, προς το συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης (ΣτΕ 2182/2015 επταμ., 761, 2282/2014 επταμ., 1470/2016 Ολομ.).  

6. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Λαμίας με την υπ’ αριθμ. 293/2016 απόφασή του, υπέβαλε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατ’ επίκληση του άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010, τα προδικαστικά ερωτήματα που αναφέρθησαν στη σκέψη 2. Σε ό,τι αφορά τον χαρακτήρα των τιθεμένων με τα εν λόγω ερωτήματα ζητημάτων ως «γενικοτέρου ενδιαφέροντος» που έχουν συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων, το ανωτέρω δικαστήριο εδέχθη ότι α) το ένδικο πρόστιμο μπορεί εν δυνάμει να επιβληθεί σε εργοδότες, απογεγραμμένους ή όχι στο Ι.Κ.Α. σε ολόκληρη την επικράτεια, β) ήδη εκκρεμεί πλήθος αναλόγων υποθέσεων στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, τα οποία έχουν ήδη εκδόσει αντιφατικές αποφάσεις.

7. Επειδή, παραδεκτώς, με βάση τα κριτήρια που ανεφέρθησαν στη σκέψη 5, υπεβλήθησαν τα ανωτέρω προδικαστικά ερωτήματα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η δε επίλυσή τους παρίσταται κρίσιμη για την έκβαση της δίκης.

8. Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη της υποπαραγράφου γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, στην πιλοτική δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να παρέμβει κάθε διάδικος σε εκκρεμή δίκη στην οποία ανακύπτει το ίδιο νομικό ζήτημα που τίθεται με το ένδικο βοήθημα που έχει εισαχθεί στο Δικαστήριο κατά τα αναφερθέντα στις προηγούμενες σκέψεις. Εν προκειμένω, στην παρούσα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας δίκη παρεμβαίνει η Ο.Ε. με την επωνυμία «………..», η οποία προβάλλει και αποδεικνύει ότι είναι διάδικος σε εκκρεμή δίκη ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης επί προσφυγής της κατά πράξης επιβολής προστίμου που εκδόθηκε σε βάρος της από όργανα της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης, κατ’ εφαρμογή της υπ’ αριθ. Φ.11321/1115/802/2014 κοινής απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Β΄ 1551), η οποία εκδόθηκε κατ’ επίκληση τόσο του άρθρου 24 του ν. 3996/2011όσο και του άρθρου 20 παρ. 2 του ν. 4255/2014. Η παρέμβαση, όμως, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι με αυτή δεν τίθεται το ίδιο νομικό ζήτημα που τίθεται με το ένδικο βοήθημα που έχει εισαχθεί στο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 293/2016 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαμίας. Τούτο δε διότι η τελευταία αυτή υπουργική απόφαση, έστω και αν περιέχει όμοιες ρυθμίσεις με αυτές της υπ’ αριθ. 27397/122/1.19.8.2013 κοινής υπουργικής απόφασης προβλέπει την επιβολή προστίμου σε βάρος του εργοδότου από διαφορετικά όργανα (ελεγκτές της Ε.ΥΠ.Ε.Α. και αρμόδιους υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), έχει δε εκδοθεί και κατ’ επίκληση εξουσιοδοτικής διατάξεως διαφορετικής (άρθρο 20 παρ. 2 του ν. 4255/2014) από τη διάταξη κατ’ εξουσιοδότηση της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινή υπουργική απόφαση, το κύρος της οποίας δεν αποτελεί αντικείμενο εξετάσεως στην παρούσα δίκη.

9. Επειδή, στο άρθρο 26 παρ. 9 του ΑΝ 1846/1951 (Α΄ 179) ορίζετο ότι: «Προς εξακρίβωσιν των εκάστοτε υπαγομένων εις την ασφάλισην προσώπων, του αριθμού τούτων και των καταβλητέων εισφορών, οι εργοδόται υποχρεούνται α.....στ. (όπως προσετέθη με το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 2556/1997 - Α΄ 270, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 3232/2004 - Α΄ 48 και ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο) αα. Να καταχωρίζουν στο Ειδικό Βιβλίο Καταχώρισης Νεοπροσλαμβανομένου Προσωπικού τους μισθωτούς που απασχολούνται σε αυτούς και υπάγονται στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., αμέσως μετά την πρόσληψη και πριν αυτοί αναλάβουν εργασία. ββ....εε. Επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του εργοδότη: ....Για κάθε απασχολούμενο που βρίσκεται .... να απασχολείται  και δεν είναι καταχωρισμένος, όπως ορίζεται στην υποπερίπτωση αα.....στ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., προσδιορίζεται το ύψος του προστίμου για κάθε ακαταχώριστο εργαζόμενο.... Το πρόστιμο δεν μπορεί να ξεπερνά κατ’ άτομο το εικοσιπενταπλάσιο του τεκμαρτού ημερομισθίου της ανώτατης ασφαλιστικής κλάσης, όπως ισχύει κατά την ημερομηνία της επιβολής του ....». «Με την υπ’ αριθ. Φ21/500/1998 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 313), όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθ. Φ11321/5924/270/2004 απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας (Β΄ 772), το ύψους του προστίμου για την προβλεπομένη από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 26 παρ. 9 περ. στ΄ υποπερ. αα΄ του ΑΝ 1846/1951παράβαση ορίσθηκε για κάθε έναν μισθωτό στο ποσό των 500 ευρώ.

10. Επειδή, με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 2639/1998 (Α΄ 205) συνεστήθη στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων υπηρεσία με τον τίτλο «Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.)», το οποίο, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του ίδιου άρθρου, έχει ως κύριο έργο, μεταξύ άλλων, «την επίβλεψη και τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας», «την έρευνα, ανακάλυψη και δίωξη, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, των παραβατών της εργατικής νομοθεσίας», «την έρευνα, ανακάλυψη και δίωξη, παράλληλα και ανεξάρτητα από τις αστυνομικές αρχές, της παράνομης απασχόλησης» και «την έρευνα, παράλληλα και ανεξάρτητα από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, της ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζομένων». Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 1 του ανωτέρω νόμου το Σ.Ε.Π.Ε. έχει, μεταξύ άλλων, τις εξής αρμοδιότητες: «α. Να ελέγχει όλες τις επιχειρήσεις και γενικότερα κάθε ιδιωτικό ή δημόσιο χώρο όπου υπάρχει υπόνοια ότι απασχολούνται εργαζόμενοι. β. Να προβαίνει σε κάθε είδους αναγκαία εξέταση, έλεγχο ή έρευνα αναφορικά με τη διαπίστωση της τήρησης και εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, της σχετικής με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας, ιδίως τα χρονικά όρια εργασίας, την αμοιβή ή άλλες παροχές, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. ... ε. Να λαμβάνει άμεσα διοικητικά μέτρα, να επιβάλλει τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις. ... στ. Να λαμβάνει άμεσα μέτρα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε περίπτωση που διαπιστώσει παράνομη απασχόληση. ζ. ...». Περαιτέρω, στο άρθρο 16 του ανωτέρω νόμου ορίσθηκαν τα ακόλουθα: «1. Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας επιβάλλεται με αιτιολογημένη πράξη του αρμόδιου Προϊσταμένου Διεύθυνσης Κοινωνικής Επιθεώρησης Εργασίας ή Κέντρου Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου ή του ελέγξαντος Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας και ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων: α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση από πεντακόσια (500,00) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις και καθορίζεται το ύψος του προστίμου. β. ... 2. ... 6. Διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που προβλέπουν ως διοικητική κύρωση το πρόστιμο κατά τρόπο διάφορο από τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού καταργούνται, εκτός από τις διατάξεις που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν...» (το ανωτέρω άρθρο 16 του ν. 2639/1998καταργήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 33 παρ. 14 του ν. 3996/2011 - Α΄ 170). Ακολούθως, με τη διάταξη του άρθρου 16 του ν. 2874/2000 (Α΄ 286) αντικαταστάθηκε το άρθρο 4 του ν.δ. 515/1970 «περί χρονικών ορίων εργασίας μισθωτών» (Α΄ 95), όπως ίσχυε, ως εξής: «1. Κάθε εργοδότης υπαγόμενος στις διατάξεις του παρόντος υποχρεούται όπως μία φορά το χρόνο και κατά το χρονικό διάστημα από 15 Σεπτεμβρίου έως 15 Νοεμβρίου, καταθέτει, καθ'οιονδήποτε τρόπο, στην αρμόδια υπηρεσία του Σ.Ε.Π.Ε. - Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης, εις διπλούν, πίνακα με την επωνυμία, το είδος, τον τόπο λειτουργίας και το Α.Φ.Μ. της επιχείρησης, ο οποίος θα περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία ενός εκάστου των απασχολούμενων σε αυτή μισθωτών Α. Το ονοματεπώνυμο, ονοματεπώνυμο πατέρα και μητέρας, ηλικία και οικογενειακή κατάσταση (τέκνα). Β. Την ειδικότητα, ημερομηνία πρόσληψης και την τυχόν προϋπηρεσία στην ειδικότητα. Γ. Τον αριθμό κάρτας πρόσληψης (Ο.Α.Ε.Δ.), τον αριθμό μητρώου του Ι.Κ.Α., τον αριθμό βιβλιαρίου ανηλίκων (επί απασχολήσεως ανηλίκων) και τον αριθμό αδείας εργασίας αλλοδαπού (επί απασχολήσεως αλλοδαπού). Δ. Τα στοιχεία του τεχνικού ασφαλείας και του γιατρού εργασίας, καθώς και το ωράριο απασχόλησής τους στην επιχείρηση. Ε. Τη διάρκεια εργασίας (ώρες έναρξης και λήξης ημερήσιας εργασίας), το διάλειμμα και τις διακοπές εργασίας. ΣΤ. Τις πάσης φύσεως καταβαλλόμενες αποδοχές. 2. ... 4. Με μέριμνα του εργοδότη το ένα αντίτυπο του ανωτέρω πίνακα παραλαμβάνεται από την υπηρεσία κατάθεσης σφραγισμένο και αναρτάται σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας χωρίς τη στήλη των καταβαλλόμενων αποδοχών... Το άλλο παραμένει στο αρχείο της υπηρεσίας του Σ.Ε.Π.Ε. Στο αρχείο των κατατεθειμένων πινάκων των υπηρεσιών του Σ.Ε.Π.Ε. έχει άμεση πρόσβαση η αρμόδια υπηρεσία του Ι.Κ.Α. σε κάθε περίπτωση. 5. (όπως τελικώς αντικαταστάθηκε με την υποπαρ. ΙΑ.13 εδάφιο 1 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 - Α΄ 222) Ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικούς πίνακες προσωπικού ως προς τα μεταβληθέντα στοιχεία: α) για την πρόσληψη νέου εργαζομένου, το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο. β) ... 6. ... 7. Ο έλεγχος του πίνακα προσωπικού γίνεται σε κάθε στάδιο από την κατάθεση μέχρι τη διενέργεια επιθεωρήσεων στους χώρους εργασίας όπου ελέγχεται εξαντλητικά». Με την υπ'αριθ. 2063/Δ1/632/18.2.2011 απόφαση της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 266), η οποία εκδόθηκε κατ'επίκληση της προαναφερθείσης διατάξεως του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 2639/1998, με την οποία αντικαταστάθηκε η προηγουμένη υπ'αριθ. 25231/Δ18448/31.12.2010 απόφαση της ιδίας Υπουργού (Β΄ 2150), κατηγοριοποιήθηκαν οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας και καθορίσθηκαν μέθοδοι υπολογισμού των επιβαλλομένων προστίμων με τη συνεκτίμηση των προβλεπομένων στην απόφαση αυτή κριτηρίων. Ειδικότερα, στο άρθρο 2 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης ορίσθηκε ότι τα βασικά κριτήρια που συνεκτιμώνται για την επιβολή των προβλεπομένων προστίμων είναι η σοβαρότητα της παράβασης, ο αριθμός των εργαζομένων της επιχείρησης, η υποτροπή της επιχείρησης, ο βαθμός συνεργασίας της και ο αριθμός των εργαζομένων τους οποίους αφορά η διαπιστωθείσα παράβαση, ενώ στο παράρτημα Ι της ανωτέρω αποφάσεως αναφέρονται οι παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, η τέλεση των οποίων επισύρει την κύρωση του προστίμου. Ειδικότερα, στην ενότητα Β΄ του εν λόγω παραρτήματος αναφέρονται, μεταξύ άλλων, ως βασικές παραβάσεις i) η μη ανάρτηση πίνακα προσωπικού και ωρών εργασίας (άρθρο 16 παρ. 4 του ν. 2874/2000), η οποία χαρακτηρίζεται, από πλευράς σοβαρότητος, ως «χαμηλή», ii) η μη κατάθεση πίνακα προσωπικού και ωρών εργασίας (άρθρο 16 παρ. 1 του ν. 2874/2000), η οποία χαρακτηρίζεται ως «πολύ υψηλή» και iii) η μη κατάθεση πίνακα προσωπικού και ωρών εργασίας σε περίπτωση προσλήψεως νέων εργαζομένων (άρθρο 16 παρ. 5 εδ. α΄ του ν. 2874/2000), η οποία χαρακτηρίζεται ως «πολύ υψηλή».

11. Επειδή, στη συνέχεια, εκδόθηκε ο ν. 3996/2011«Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (Α΄ 170) στον οποίο ορίζονται τα εξής: Άρθρο 1 «Συνιστάται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.), το οποίο υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης...» Άρθρο 2 «1. Έργο του Σ.Ε.Π.Ε. είναι η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, η έρευνα της ασφαλιστικής κάλυψης και παράνομης απασχόλησης των εργαζομένων, η συμφιλίωση και επίλυση των εργατικών διαφορών... 2. Για την εκτέλεση του έργου του, το Σ.Ε.Π.Ε. έχει τις εξής αρμοδιότητες: α. Επιθεωρεί και ελέγχει τους χώρους εργασίας με κάθε πρόσφορο μέσο, προβαίνει σε κάθε είδους αναγκαία εξέταση και έλεγχο σε όλες τις επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα και γενικότερα σε κάθε ιδιωτικό ή δημόσιο χώρο εργασίας ή εκμετάλλευσης ή χώρο όπου πιθανολογείται ότι απασχολούνται εργαζόμενοι ... και επιβλέπει την τήρηση και εφαρμογή: αα) ... γγ) των διατάξεων της ασφαλιστικής νομοθεσίας της σχετικής με την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων, την αδήλωτη εργασία και την παράνομη απασχόληση, δδ) ... β. Ερευνά, ανακαλύπτει, εντοπίζει και διώκει, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, παράλληλα και ανεξάρτητα από άλλες Αρχές και Οργανισμούς, τους παραβάτες των υποπεριπτώσεων αα έως εε της περίπτωσης α. γ. ... δ. Ερευνά οποιαδήποτε ώρα κατά τη διάρκεια της ημέρας ή της νύχτας τους χώρους εργασίας, όταν κρίνει αναγκαίο, χωρίς προειδοποίηση προς τον εργοδότη, και έχει ελεύθερη πρόσβαση σε οποιοδήποτε από τα βιβλία, μητρώα, έγγραφα, αρχεία και κάθε άλλου είδους στοιχείο που τηρούνται από την επιχείρηση, λαμβάνει αντίγραφα, καθώς και έχει πρόσβαση στη δομή της παραγωγικής διαδικασίας. ...» Άρθρο 23 «1. Αν διαπιστώσει παραβίαση των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, το Σ.Ε.Π.Ε. είτε χορηγεί κατά την κρίση του εύλογη προθεσμία για συμμόρφωση προς τις εν λόγω διατάξεις, είτε λαμβάνει άμεσα διοικητικά μέτρα και επιβάλλει τις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις. ...» Άρθρο 24 «1. (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 παρ. 6α του ν. 4144/2013 - Α΄ 88) Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας επιβάλλεται ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων Α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ με αιτιολογημένη πράξη είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του αντίστοιχου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης είτε του Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο Β. Προσωρινή διακοπή της λειτουργίας συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας ή τμήματος ή τμημάτων της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης για χρονικό διάστημα μέχρι τριών ημερών. ... 2. ... 3. (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 παρ. 6δ του ν. 4144/2013) Στο άρθρο 20 του ν. 3418/2005 (Α΄ 87) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής: 4. Για την επιβολή των παραπάνω διοικητικών κυρώσεων συνεκτιμώνται η σοβαρότητα της παράβασης, η τυχόν επαναλαμβανόμενη μη συμμόρφωση στις υποδείξεις των αρμόδιων οργάνων, οι παρόμοιες παραβάσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, ο βαθμός υπαιτιότητας, ο αριθμός των εργαζομένων, το μέγεθος της επιχείρησης, ο αριθμός των εργαζομένων που θίγονται. ... 4. Προκειμένου περί των κάτωθι ευθέως αποδεικνυομένων παραβιάσεων της νομοθεσίας, επιβάλλεται κατά περίπτωση διοικητική κύρωση της παρ. 1 περίπτωση Α΄ ή/και της παρ. 3 του άρθρου 26, μόλις αυτές διαπιστωθούν κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο: α. στις περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθρου 26 και β. στις εξής περιπτώσεις: αα. μη ανάρτηση πίνακα προσωπικού και προγράμματος ωρών εργασίας, ββ. μη επίδειξη βιβλίου αδειών, γγ. μη επίδειξη ειδικού βιβλίου υπερωριών, δδ. μη επίδειξη βιβλίου ημερήσιων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού οικοδομικών και τεχνικών έργων, εε. μη ανάρτηση κανονισμού εργασίας σε υπόχρεες επιχειρήσεις, στστ. μη επίδειξη εντύπων όρων ατομικών συμβάσεων εργασίας του προσωπικού, ζζ. μη επίδειξη εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο, ηη. μη χρήση ή/και μη χορήγηση Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) σε οικοδομικές εργασίες, θθ. μη επίδειξη της απαιτούμενης άδειας σε χειριστές Μηχανημάτων Έργου, ιι. μη επίδειξη πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, ιαια. μη επίδειξη πιστοποιητικού ελέγχου ανυψωτικών μηχανημάτων, ιβιβ. μη επίδειξη του βιβλίου δρομολογίων των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων και οδηγών τουριστικών λεωφορείων και ιγιγ. μη επίδειξη του βιβλιαρίου εργασίας των οδηγών τουριστικών λεωφορείων. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, η συμπλήρωση των παραβάσεων όσο και η εισαγωγή εξαιρέσεων από αυτή. 5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις, καθορίζεται και ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου σε περίπτωση παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας ... και προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποσά ανά παράβαση της περίπτωσης β της παραγράφου 4. 6. Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη. Κατά της πράξης επιβολής προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας μέσα σε εξήντα ημέρες από την κοινοποίησή της ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου... Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση αυτής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πράξης επιβολής προστίμου. Η αρμόδια υπηρεσία του Σ.Ε.Π.Ε. βεβαιώνει το ποσό του επιβληθέντος προστίμου, το οποίο εισπράττεται από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ως δημόσιο έσοδο. ... 9. Η υπ'αριθ. 2063/Δ1/632/2011 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 266), που εκδόθηκε κατ'εξουσιοδότηση του άρθρου 16 του ν. 2639/1998 ... καθώς και οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, όπως του ν. 3850/2010, περί επιβολής κυρώσεων από τους Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι εκδόσεως των υπουργικών αποφάσεων που ρυθμίζουν κατά τρόπο διάφορο την κατηγοριοποίηση, τη διαδικασία, τα κριτήρια και το ύψος των επιβαλλόμενων προστίμων σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Μετά την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων του παρόντος άρθρου καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη που ρυθμίζει κατά τρόπο διαφορετικό την κατηγοριοποίηση των προστίμων, τα κριτήρια, το ύψος και τη διαδικασία επιβολής αυτών. 10. ...» Άρθρο 32 «1. ... 7. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται ο όρος “αδήλωτη εργασία” νοούνται όλες οι αμειβόμενες δραστηριότητες που είναι νόμιμες ως προς τη φύση τους, αλλά δεν δηλώνονται στις δημόσιες αρχές, κατά παράβαση των ισχυουσών διατάξεων».

12. Επειδή, κατ'επίκληση των προαναφερθεισών εξουσιοδοτικών διατάξεων του άρθρου 24 παρ. 4 και 5 του ν. 3996/2011, εκδόθηκε η υπ'αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινή απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας «Επιβολή διοικητικών κυρώσεων για τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας, κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας» (Β΄ 2062), η οποία άρχισε να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 5 αυτής, από 15.9.2013. Στο άρθρο 1 της απόφασης αυτής ορίζονται τα εξής: «α) Ειδικός Επιθεωρητής ή Επιθεωρητής Εργασίας που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσης, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο - εργαζόμενο - υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο - εργατοτεχνίτη, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ11 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012». Περαιτέρω, σύμφωνα με τον περιεχόμενο στην ίδια διάταξη πίνακα, για κάθε αδήλωτο υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών, ο οποίος λαμβάνει μηνιαίο μισθό 568,08 ευρώ προβλέπεται επιβολή προστίμου σε βάρος του εργοδότη ύψους 10.549,44 ευρώ (568,08 × 18 μήνες εργασίας), ενώ για κάθε αδήλωτο υπάλληλο ηλικίας κάτω των 25 ετών, ο οποίος λαμβάνει μισθό 510,95 ευρώ το επιβαλλόμενο πρόστιμο ανέρχεται σε 9.197,10 ευρώ (510,95 × 18 μήνες εργασίας). Στο άρθρο 2 της ανωτέρω αποφάσεως ορίζονται τα πρόστιμα, τα οποία επιβάλλονται κατά δεσμία αρμοδιότητα σε βάρος του εργοδότου, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων, σε περίπτωση τέλεσης των παραβάσεων που αναφέρονται στις διατάξεις των παρ. 4 εδ. β΄ και 7 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011. Τέλος, στο άρθρο 3 της ίδιας ως άνω απόφασης ορίζεται ότι: α) Για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων (προστίμων) των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, συντάσσεται και επιδίδεται επί τόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης, και συντάσσεται και επιδίδεται άμεσα, και όχι αργότερα από πέντε (5) ημέρες από το Δελτίο Ελέγχου, Πράξη Επιβολής Προστίμου, με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 της παρούσης, το ύψος της κύρωσης (προστίμου) που αντιστοιχεί στη βεβαιωθείσα παράβαση. Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη. β) Η Πράξη Επιβολής Προστίμου, για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων των άρθρων 1 και 2 της παρούσας από τον αρμόδιο Επιθεωρητή Εργασίας, αποτελεί νόμιμο τίτλο για την είσπραξη του προστίμου. Το πρόστιμο καταβάλλεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως ισχύει, μέσα σε προθεσμία δέκα εργασίμων ημερών (10) από την ημερομηνία επίδοσης της Πράξης Επιβολής Προστίμου γ) ... δ) Κατά της Πράξης Επιβολής Προστίμου ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου μέσα σε εξήντα ημέρες από την επίδοσή της. Μέσα στην ίδια προθεσμία η προσφυγή κοινοποιείται με μέριμνα του προσφεύγοντος και με ποινή απαραδέκτου στην αρμόδια υπηρεσία του Σ.Ε.Π.Ε. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση αυτής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πράξης επιβολής προστίμου».

13. Επειδή, το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της. Εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό». Με τις συνταγματικές αυτές διατάξεις παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία. Ειδικότερα, τίθεται ο κανόνας (εδάφιο πρώτο) ότι η νομοθετική εξουσιοδότηση παρέχεται προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας, ο οποίος ασκεί τη μεταβιβαζόμενη αρμοδιότητα με την έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων. Η νομοθετική εξουσιοδότηση πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, δηλαδή να προβαίνει σε συγκεκριμένο προσδιορισμό του αντικειμένου της και να καθορίζει τα όριά της σε σχέση προς αυτό. Περαιτέρω, με τη διάταξη του δευτέρου εδαφίου του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου του Συντάγματος επιτρέπεται η εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα, εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανα της Διοικήσεως, προκειμένου να ρυθμισθούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Ως ειδικότερα θέματα νοούνται εκείνα τα οποία αποτελούν μερικότερη περίπτωση του θέματος που αποτελεί το αντικείμενο των ουσιαστικών ρυθμίσεων του εξουσιοδοτικού νόμου, καθώς και της λοιπής σχετικής νομοθεσίας (ΣτΕ 1210/2010 Ολομ., 780, ΣτΕ 1722/2014, ΣτΕ 2575/2015, ΣτΕ 652/2016 Ολομ., ΣτΕ 669/2016, ΣτΕ 1240/2016, ΣτΕ 1749/2016 Ολομ.).

14. Επειδή, με τη μνημονευθείσα στη σκέψη 11 διάταξη του άρθρου 24 παρ. 4 εδ. β΄ του ν. 3996/2011παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης να καθορίσει, συμπληρωματικώς, και άλλες, πέραν των αναφερομένων στο εδάφιο α΄ της ανωτέρω διάταξης «ευθέως αποδεικνυόμενες» παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, η τέλεση των οποίων επισύρει την επιβολή, κατά δεσμία αρμοδιότητα του διενεργήσαντος τον σχετικό έλεγχο Επιθεωρητή Εργασίας, της διοικητικής κύρωσης του προστίμου σε βάρος του εργοδότου, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 1 του ίδιου ως άνω άρθρου. Προκειμένου δε να χαρακτηρισθεί από τον κανονιστικό νομοθέτη μία παράβαση της εργατικής νομοθεσίας ως «ευθέως αποδεικνυόμενη, αρκεί αυτή να έχει τον χαρακτήρα της τυπικής παράβασης, αρκεί, δηλαδή, η εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απλή διαπίστωση των αντικειμενικών στοιχείων κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου. Η εν λόγω εξουσιοδότηση περιέχει συγκεκριμένο προσδιορισμό των θεμάτων που μπορεί να ρυθμίσει ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και, ειδικότερα, παρέχεται σε αυτόν η αρμοδιότητα να καθορίσει και άλλες τέτοιου είδους παραβάσεις. Η ανωτέρω εξουσιοδοτική διάταξη, ανεξαρτήτως του εύρους της, δεν είναι γενική και αόριστη ως εκ του ότι δεν αναφέρονται σε αυτή συγκεκριμένα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται, ώστε να στοιχειοθετούνται οι εν λόγω παραβάσεις. Συνεπώς, η ανωτέρω εξουσιοδότηση, με την οποία καθορίζεται κατά συγκεκριμένο τρόπο, το πεδίο ασκήσεως της κανονιστικής αρμοδιότητος του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, είναι ειδική και ορισμένη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. α΄ του Συντάγματος. Περαιτέρω, το θέμα για το οποίο παρέχεται η ως άνω εξουσιοδότηση, ήτοι η συμπλήρωση των «ευθέως αποδεικνυομένων» παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας, αποτελεί ειδικότερα θέμα, το οποίο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 43 παρ. 2 εδ. β΄ του Συντάγματος μπορεί να ανατεθεί σε άλλο, εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας, όργανο της Διοικήσεως, δεδομένου ότι η ουσιαστική ρύθμιση του αντικειμένου της εξουσιοδότησης, δηλαδή ο καθορισμός των «ευθέως αποδεικνυομένων» παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας περιέχεται κατά βάση στη διάταξη του εδαφίου α΄ της παρ. 4 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011, η συμπλήρωση δε αυτών αποτελεί ειδικότερη ρύθμιση. Συνεπώς, η ανωτέρω εξουσιοδότηση είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος.

15. Επειδή, όπως προαναφέρθηκε, στη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 4 του ν. 3996/2011αναφέρονται ορισμένες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, οι οποίες χαρακτηρίζονται από το νομοθέτη ως «ευθέως αποδεικνυόμενες», παρέχεται δε η εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης να συμπληρώσει με απόφασή του τις εν λόγω παραβάσεις. Μεταξύ των παραβάσεων αυτών περιλαμβάνεται και η μη ανάρτηση πίνακα προσωπικού στον τόπο όπου οι εργαζόμενοι παρέχουν την εργασία τους. Με τη διάταξη του άρθρου 1 της υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινής απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ορίζεται ότι η μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού συνιστά ευθέως αποδεικνυόμενη παράβαση της εργατικής νομοθεσίας, η οποία επισύρει την κύρωση χρηματικού προστίμου. Κατά την έννοια δε της ανωτέρω διατάξεως με αυτή θεσπίζεται μαχητό τεκμήριο ότι ο αναφερόμενος από τον επιθεωρητή Εργασίας ως εργαζόμενος, ο οποίος δεν αναγράφεται στον πίνακα προσωπικού, συνδέεται με εργασιακή σχέση με τον εργοδότη, ο οποίος δύναται να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με την άσκηση της προβλεπόμενης από το άρθρο 24 παρ. 6 του ν. 3996/2011προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, αποδεικνύοντας ότι ουδεμία σχέση εργασίας τον συνδέει με το πρόσωπο το οποίο ο Επιθεωρητής Εργασίας θεώρησε ως μισθωτό του, με συνέπεια να του αποδώσει την παράβαση της εργατικής νομοθεσίας περί μη αναγραφής του στον πίνακα προσωπικού. Με το περιεχόμενο αυτό, η προαναφερθείσα διάταξη, ερμηνευόμενη σε συνδυασμό με το πλαίσιο που συνθέτουν οι κατωτέρω αναφερόμενες διατάξεις των συναφών νομοθετημάτων, κείται εντός των ορίων της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 24 παρ. 4 του ν. 3996/2011. Τούτο δε διότι: α) η εν λόγω παράβαση πληροί την προϋπόθεση της τυπικής παράβασης, καθόσον ερείδεται στην απλή διαπίστωση του αντικειμενικού γεγονότος της μη καταχώρισης του εργαζομένου στον τηρούμενο στην επιχείρηση πίνακα προσωπικού, β) η ίδια ως άνω παράβαση αποτελεί εξειδίκευση της θεσπιζομένης από το άρθρο 16 παρ. 1, 4 του ν. 2874/2000υποχρέωσης του εργοδότου να αναρτά σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας των απασχολούμενων σε αυτόν μισθωτών πίνακα με πλήρες περιεχόμενο, περιέχοντα τα οριζόμενα από το νόμο στοιχεία (ονοματεπώνυμο, ονοματεπώνυμο πατέρα και μητέρα, οικογενειακή κατάσταση, ειδικότητα, ημερομηνία πρόσληψης) των εργαζομένων και γ) η προαναφερθείσα παράβαση έχει άμεση σχέση με τη θεσπιζόμενη από το άρθρο 26 παρ. 9 περ. στ΄ του ΑΝ 1846/1251, όπως ίσχυε, υποχρέωσης του εργοδότου να καταχωρίσει σε ειδικό βιβλίο τους νεοπροσλαμβανόμενους από αυτόν εργαζομένους.

16. Επειδή, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητος, που κατοχυρώνεται ρητώς από το Σύνταγμα (άρθρο 25 παρ. 1), οι επιβαλλόμενοι περιορισμοί στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τη ρύθμιση σκοπού δημοσίου συμφέροντος. Κατά τον διενεργούμενο δε δικαστικό έλεγχο, μία κύρωση επιβαλλόμενη από διάταξη νόμου για παράβαση διατάξεως, τότε μόνο αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητος, όταν είναι προδήλως ακατάλληλη για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού, ή όταν οι δυσμενείς συνέπειές της τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό (ΣτΕ 990/2004 Ολομ., ΣτΕ 3474/2011 Ολομ., 1195/2016 Ολομ.).

17. Επειδή, με τη μνημονευθείσα στη σκέψη 11 διάταξη του άρθρου 24 παρ. 5 του ν. 3996/2011παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης να προσδιορίσει με απόφασή του το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται στον εργοδότη σε περίπτωση που υποπέσει σε κάποια από τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, κατά τα προαναφερθέντα, και η παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού, η οποία προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 1 περ. α΄ της υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινής απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. Στην τελευταία αυτή διάταξη προβλέπεται ότι το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται σε βάρος του εργοδότη για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο ηλικίας άνω των 25 ετών, ο οποίος λαμβάνει μηνιαίο μισθό 568,08 ευρώ, προσδιορίζεται στο ποσό των 10.549,44 ευρώ (568× 18 μήνες εργασίας).

 18. Επειδή, η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 1 περ. α΄ της υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινής απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας έχει υπαγορευθεί από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην αποτελεσματική καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, η οποία αφενός μεν παραβιάζει τα βασικά δικαιώματα των εργαζομένων, με συνέπεια να μεταπίπτει η εργασία από κοινωνικό λειτούργημα σε αντικείμενο εμπορίας, αφετέρου δε στερεί από τα ασφαλιστικά ταμεία, σημαντικά έσοδα, με συνέπεια την αποδυνάμωση του ασφαλιστικού συστήματος, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο της σοβαρής δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η Χώρα. Πράγματι, όπως προκύπτει από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του ν. 3996/2011, η αδήλωτη εργασία ανήρχετο σε ποσοστό 20%, ενώ η απώλεια εσόδων από τα ασφαλιστικά ταμεία λόγω της εισφοροδιαφυγής ανήλθε σε 6 δις ευρώ ετησίως. Περαιτέρω, η αδήλωτη εργασία, η οποία στερεί και από το Κράτος σημαντικά φορολογικά έσοδα, αποτελεί στρεβλωτικό παράγοντα της οικονομίας, καθόσον νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, με τη διαμόρφωση συνθηκών αθεμίτου ανταγωνισμού. Εν όψει τούτων, η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 1 περ. α΄ της υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινής απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά το μέρος που με αυτή προσδιορίζεται το επιβαλλόμενο στον εργοδότη πρόστιμο για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο ηλικίας άνω των 25 ετών στο ποσό των 10.549,44 ευρώ, δεν αντίκειται στην προβλεπόμενη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητος. Και τούτο διότι με τη διάταξη αυτή δεν θεσπίζεται κύρωση προδήλως απρόσφορη, ούτε η προβλεπόμενη κύρωση υπερακοντίζει τον επιτακτικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, τον οποίο αποβλέπει να εξυπηρετήσει, δηλαδή την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, δεδομένου ότι με το σοβαρό ύψος του προβλεπόμενου προστίμου επιδιώκεται τόσο ο αυστηρός κολασμός του συγκεκριμένου παραβάτη, όσο και η αποτροπή της παράνομης πρακτικής της αδήλωτης εργασίας από τους λοιπούς εργοδότες. Κατ’ ακολουθίαν το καθοριζόμενο από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 1 περ. α΄ της υπ’ αριθ. 27397/122/19.8.2013κοινής απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας πρόστιμο των 10.549,44 ευρώ δεν δύναται, να θεωρηθεί ως προδήλως δυσανάλογο για την επίτευξη του προαναφερθέντος σκοπού δημοσίου συμφέροντος, εν όψει της σπουδαιότητος του διακυβευόμενου αγαθού της καταπολέμησης του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, με τις εκτεθείσες σοβαρότατες για τους εργαζόμενους, το ασφαλιστικό σύστημα και τα δημόσια έσοδα δυσμενείς συνέπειες. Τέλος, το ύψος του εν λόγω προστίμου ευλόγως συναρτάται με το υψηλό ποσοστό στο οποίο, κατά τα προαναφερθέντα, έχει ανέλθει η αδήλωτη εργασία, ο δε αριθμός των 18 μηνών που τίθεται ως πολλαπλασιαστής για τον προσδιορισμό του και κατά την εκτίμηση του κανονιστικού νομοθέτη, η οποία δεν αμφισβητείται, αποτελεί τον χρόνο που οι εργαζόμενοι απασχολούνται, κατά μέσο όρο, χωρίς να έχουν δηλωθεί, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι αποτελεί κριτήριο απρόσφορο για τον προσδιορισμό του προστίμου σε ποσό που εξυπηρετεί τον επιδιωκόμενο σκοπό της πάταξης της αδήλωτης εργασίας, ή ότι υπερακοντίζει, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, τον ανωτέρω σκοπό. Κατά τη γνώμη, όμως, του Συμβούλου Η. Μάζου, η επιβολή του προστίμου αποτελεί πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του δημοσίου συμφέροντος σκοπού της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας. Ο καθορισμός, όμως, του προστίμου, με την επίμαχη κοινή υπουργική απόφαση, προκειμένου για αδήλωτο εργαζόμενο ηλικίας άνω των 25 ετών, σε 10.549,44 ευρώ, ποσό το οποίο προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό 18 μηνών εργασίας επί μισθό 568,08 ευρώ, αντίκειται στην αρχή της εν στενή εννοίας αναλογικότητος, λαμβανομένων υπ’ όψιν των συνεπειών της επιβολής του προστίμου σε μικρές επιχειρήσεις, δοθέντος μάλιστα ότι η επιλογή 18 μηνών εργασίας, ως στοιχείου υπολογισμού του προστίμου, δεν τεκμηριώνεται από τα στοιχεία του φακέλου και παρίσταται, ως εκ τούτου, αυθαίρετη.
Πηγή : Διοικητικοί Δικαστές ( http://www.ddikastes.gr/)


ΥΑ 2128/95263 ΤΟΥ 2017 - Παραταση ανασα...για τις ανωμαλες δικαιοπραξιες. Πρόσθετες Πληροφορίες-Δόθηκε τελικά η παράταση για τη συνέχιση της επικύρωσης ανωμάλων δικαιοπραξιών.Η παράταση είναι για δύο ακόμη έτη, μέχρι 22-03-2019

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Δόθηκε τελικά η παράταση για τη συνέχιση της επικύρωσης ανωμάλων δικαιοπραξιών.Η παράταση είναι για δύο ακόμη έτη, μέχρι 22-03-2019 .
Αποτελεί παραταση ανασα...για λύση πολλών εκκρεμοτήτων σε χιλιάδες ακίνητα.... 




Πρόσθετες ΠληροφορίεςΤύπος:ΥΑ
Έτος:2017
Νούμερο:2128/95263

Ετικέτες: παρατάσεις προθεσμίες επικύρωση δικαιοπραξίες
Παρατείνεται και η προθεσμία για την υποβολή της σχετικής δήλωσης στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες.
Παράταση των προθεσμιών των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 31 του ν. 4061/2012 περί επικύρωσης ανώμαλων δικαιοπραξιών.
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ - ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις
α) Της παρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 4061/2012 (ΦΕΚ 66/τ.Α΄/2012).
β) Του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα» όπως ισχύει, (ΦΕΚ 98/τ.Α'/2005).
γ) Του π.δ. 70/2015 (ΦΕΚ 114/τ.Α'/2015) «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ.τ.λ.» και του π.δ. 123/2016 «Ανασύσταση και μετονομασία των Υπουργείων κ.λπ.» (ΦΕΚ 208/τ.Α'/4-11-2016).
δ) Του π.δ. 73/2015 «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 116/τ.Α'/23-09-2015) και του π.δ.125/2016 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (ΦΕΚ 210/τ.Α'/5-11-2016).
ε) Του π.δ. 107/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» όπως ισχύει (ΦΕΚ 174/τ.Α'/28-08-2014).
στ) Την αριθ. ΥΠΟΙΚ0010218ΕΞ2016/14-11-2016 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Υφυπουργό Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου» (ΦΕΚ 3696/τ.Β'/15-11-2016).
2. Το γεγονός ότι οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 31 του ν. 4061/2012 (ΦΕΚ Α' 66/22/3/2012) προθεσμίες που αφορούν στην επικύρωση ανώμαλων δικαιοπραξιών επί γεωργικών κλήρων, καθώς και την υποβολή των σχετικών δηλώσεων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες έληξαν στις 22 Μαρτίου 2017 και κατά συνέπεια, λόγω λήξεως των παραπάνω προθεσμιών, δεν μπορούν να κατατεθούν νέες αιτήσεις επικύρωσης ανωμάλων δικαιοπραξιών στα Ειρηνοδικεία της χώρας και δεν μπορούν να υποβληθούν οι σχετικές δηλώσεις στις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες.
3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Παρατείνουμε, από την ημερομηνία λήξεως, δηλαδή από 22-03-2017 την προθεσμία επικύρωσης ανώμαλων δικαιοπραξιών, βάσει των διατάξεων του άρθρου 31 του ν. 4061/2012, για δύο ακόμη έτη, μέχρι 22-03-2019 καθώς και την προθεσμία για την υποβολή της σχετικής δήλωσης στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του αρθρ. 31 του ν. 4061/2012 (ΦΕΚ Α΄/66/22-3-2012).
Η απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΦΕΚ Β΄3311/20.09.2017
Αθήνα, 11 Σεπτεμβρίου 2017
Οι Υπουργοί
Υφυπουργός Οικονομικών
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Α.Π. 553/2017 - Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος - Η αδράνεια του δικαιούχου, δεν είναι απαραίτητο να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο συνέπειες, αλλά αρκεί και η επέλευση δυσμενών απλώς για τα συμφέροντά του επιπτώσεων, πρέπει να υφίσταται επί μακρό χρονικό διάστημα, πλην ελάσσονα του για την παραγραφή του δικαιώματος υπό του νόμου προβλεπομένου, από τότε που ο δικαιούχος μπορούσε να ασκήσει το δικαίωμά του

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη 
Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος
ΑΠ
Έτος: 2017
Νούμερο: 553
Η αδράνεια του δικαιούχου, δεν είναι απαραίτητο να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο συνέπειες, αλλά αρκεί και η επέλευση δυσμενών απλώς για τα συμφέροντά του επιπτώσεων, πρέπει να υφίσταται επί μακρό χρονικό διάστημα, πλην ελάσσονα του για την παραγραφή του δικαιώματος υπό του νόμου προβλεπομένου, από τότε που ο δικαιούχος μπορούσε να ασκήσει το δικαίωμά του...


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Νικήτα Χριστόπουλο, Πέτρο Σαλίχο, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Νοεμβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος-αναιρεσίβλητου: Ελληνικού Δημοσίου νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην …, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Ιωάννα Ρουσσιά, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Του αναιρεσίβλητου-αναιρεσείοντος: Σωματείου με την επωνυμία "...", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε μετά του νομίμου εκπροσώπου Π. Ρ., ο οποίος διόρισε τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γρηγόριο Παπαδόγιαννη.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 5-5-2003 αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου - αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.

Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2980/2005, 4024/2008 οριστική, του ιδίου Δικαστηρίου, 4962/2010 του Εφετείου Αθηνών.

Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί α) το Ελληνικό Δημόσιο, με την από 10-6-2013 αίτησή του και β) το Σωματείο με την επωνυμία "..."με την από 2-5-2011 αίτησή του και τους από 18-9-2013 πρόσθετους λόγους αυτής.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Πέτρος Σαλίχος, ανέγνωσε τις από 17-10-2015 και από 4-3-2016 εκθέσεις του, με τις οποίες εισηγήθηκε να απορριφθούν οι αιτήσεις αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αντίστοιχα.

Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων ζήτησαν την παραδοχή των αιτημάτων τους, την απόρριψη των αιτημάτων των αντιδίκων, καθένας δε να καταδικασθεί το αντίδικο μέρος στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 246 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην αναιρετική διαδικασία (άρθρο 573 ΚΠολΔ), το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων ενώπιον του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της αποφάσεως δικάσιμο, συζητήθηκαν 1) η από 10-6-2013 αίτηση αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου και 2) η από 2-5-2011 αίτηση αναίρεσης και οι από 18-9-2013 πρόσθετοι λόγοι αυτής του Σωματείου με την επωνυμία "... Εταιρία". Οι αιτήσεις αυτές, με τις οποίες διώκεται η, υπό την επίκληση των διαλαμβανομένων σ’ αυτές αιτιάσεων, αναίρεση της υπ’ αριθμ. 4962/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, πρέπει να συνεκδικαστούν, επειδή είναι συναφείς και έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η δίκη και επέρχεται μείωση των εξόδων.

I) Επί της από 10-6-2013 αίτησης αναίρεσης.

Με την από 10-6-2013 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ’ αριθμ. 4962/2010 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη η από 19-12-2008 και με αριθμό κατάθεσης 12020/2008 έφεση του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ’ αριθμ. 4024/2008 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δέχθηκε ως βάσιμη κατ’ ουσία την από 5-5-2003 και με αριθμό κατάθεσης .../2003 αγωγή του Σωματείου με την επωνυμία "... Εταιρία"κατά παραδοχή αντένστασης αυτού κατά του ισχυρισμού του Ελληνικού Δημοσίου περί ιδίας αυτού κυριότητας στα επίδικα εδαφικά τμήματα.

Κατά το άρθρο 281 Α.Κ., η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικώς, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, χωρίς κατά νόμο να εμποδίσουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή καταστάσεως που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση και με εκείνη του υπόχρεου και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, επαγόμενη ιδιαιτέρως επαχθείς για τον υπόχρεο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου. Μόνη η μακροχρόνια αδράνεια του δικαιούχου και όταν ακόμη δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση στον υπόχρεο ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται αυτό να ασκηθεί, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση αυτού, αλλά απαιτείται να συντρέχουν, προσθέτως, ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες, κυρίως, από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του υπόχρεου, ενόψει των οποίων και της αδράνειας του δικαιούχου, η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος, τείνουσα στην ανατροπή της διαμορφωθείσας καταστάσεως υπό τις ανωτέρω ειδικές συνθήκες και διατηρηθείσας για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, να εξέρχεται των υπό της ανωτέρω διατάξεως διαγραφομένων ορίων. Η ειρημένη δε αδράνεια του δικαιούχου, που δεν είναι απαραίτητο να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο συνέπειες, αλλά αρκεί και η επέλευση δυσμενών απλώς για τα συμφέροντά του επιπτώσεων, πρέπει να υφίσταται επί μακρό χρονικό διάστημα, πλην ελάσσονα του για την παραγραφή του δικαιώματος υπό του νόμου προβλεπομένου, από τότε που ο δικαιούχος μπορούσε να ασκήσει το δικαίωμά του (Ολ. Α.Π. 7/2002). Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αρ. 19 του ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη νόμιμης βάσης, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, υπάρχει όταν από το αιτιολογικό της απόφασης, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία σύμφωνα με το νόμο είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόστηκε ή ότι δε συντρέχουν οι όροι της εφαρμογής της. Ιδρύεται, δηλαδή ο λόγος αυτός, όταν από τις παραδοχές της απόφασης δημιουργούνται αμφιβολίες για το αν παραβιάστηκε ή όχι ορισμένη ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται ο λόγος αυτός σε πλημμέλειες αναγόμενες στη διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται, όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται σαφώς, πλήρως και χωρίς αντιφάσεις. Ως ζητήματα, τέλος, των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό στερεί από την απόφαση τη νόμιμης βάση, νοούνται μόνο οι ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, που τείνουν δηλαδή στη θεμελίωση ή κατάλυση του δικαιώματος που ασκήθηκε, είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, όχι όμως και τα πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα που συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για τα οποία η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει λόγο αναίρεσης (Ολ. Α.Π. 24/1992).

Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αναφορικά με την ένδικη διεκδικητική κυριότητας ακινήτου αγωγή του ενάγοντος και ήδη αναιρεσίβλητου - αναιρεσείοντος Σωματείου με την επωνυμία "... Εταιρία"κατά του εναγομένου και ήδη αναιρεσείοντος - αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου δέχθηκε, κατά το ενδιαφέρον μέρος, τα ακόλουθα κρίσιμα περιστατικά: "Περί το έτος 1870 συνεστήθη η "Εταιρεία επί σκοπώ βολής"από επίλεκτα μέλη της κοινωνίας και εκλεκτούς αξιωματικούς ξηράς και θάλασσας. Η εταιρία αυτή εξελίχθηκε στη σημερινή ... Εταιρία, έχει δε διαδεχθεί την παλαιά Εθνική Εταιρεία. Η ... Εταιρία προς εκπλήρωση του σκοπού της διέθετε το .... Επειδή αυτό δεν ανταποκρινόταν στις ανάγκες της βολής, το κράτος της παρεχώρησε έκταση στην .... Δια του άρθρου 1 του Ν. 4778 της 7/11 Ιουνίου 1930 επετράπη στον Υπουργό των Στρατιωτικών, ως αντιπρόσωπο του Δημοσίου, να μεταβιβάσει στην ... Εταιρεία την κυριότητα γηπέδου του Δημοσίου, κειμένου στο Συνοικισμό ...ς, εκτάσεως, ως έγγιστα, 710 χιλ. τετραγωνικών μέτρων, του οποίου η χρήση είχε παραχωρηθεί δια συμβάσεως με το Δημόσιο, προς εγκατάσταση Σκοπευτηρίου και χρησιμοποίηση αυτού μόνο για το σκοπό αυτό ... και υπό τους κάτωθι όρους. Κατά το άρθρο 3 του ως άνω νόμου, το γήπεδο αυτό θεωρούμενο εκτός συναλλαγής, δεν δύναται να εκποιηθεί υπό της ... Εταιρείας ή κατασχεθεί υπό τρίτου. Επιτρέπεται όμως η εκμετάλλευση αυτού καθ’ οιονδήποτε τρόπον συντείνοντα προς τον σκοπό για τον οποίο παραχωρείται στην Εταιρεία. Η ιδιότητα του γηπέδου αυτού ως εκτός συναλλαγής παύει στην περίπτωση, που η κυριότητα θα περιέλθει στο Δημόσιο κατά τα κατωτέρω οριζόμενα. Κατά το άρθρο 4 του ίδιου νόμου, σε περίπτωση διαλύσεως της ... Εταιρείας το ανωτέρω γήπεδο με όλες τις εγκαταστάσεις του περιέρχεται στο Δημόσιο. Κατά δε το άρθρο 5 του ίδιου νόμου, η Σκοπευτική Εταιρεία υποχρεούται ενισχυόμενη υπό του Υπουργείου Παιδείας να εγκαταστήσει πλήρες σχολικό σκοπευτήριο κατά τις υποδείξεις του Υπουργείου αυτού. Στη συνέχεια, στις 4-9-1930 ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών Κ. Β. υπεγράφη, σε εκτέλεση του ως άνω νόμου, το υπ’ αριθ. ...1930 συμβόλαιο με τον τίτλο "παραχώρησις γηπέδου δρχ. 3.000.000", που υπογράφηκε νόμιμα, δυνάμει του οποίου μεταβιβάστηκε στην ... Εταιρεία από το Δημόσιο η κυριότητα, νομή και κατοχή γηπέδου που ανήκε στην απόλυτη και αποκλειστική κυριότητα του Δημοσίου και βρίσκεται στην ..., εκτάσεως, ως έγγιστα, 710.000 τ.μ, όπως αυτή περιγράφεται στο ως άνω συμβόλαιο, προς εγκατάσταση σκοπευτηρίου και υπό τους ακολούθους όρους: Α) ορίζονται συγκεκριμένα εδαφικά τμήματα που θα μεταβιβαστούν σε τρίτους (στον Συνεταιρισμό "..."και προς τους οικοδομικούς προσφυγικούς Συνεταιρισμούς ...) Β) το παραχωρούμενο γήπεδο θα χρησιμοποιηθεί υπό της ... Εταιρείας "προς μόνον τον σκοπόν της εγκαταστάσεως σκοπευτηρίου"Γ) η ... Εταιρεία υποχρεούται να παρέχει τη χρήση του γηπέδου αυτού καθώς και των εγκαταστάσεων και των μηχανημάτων που βρίσκονται σ’ αυτό στη στρατιωτική και ναυτική υπηρεσία οποτεδήποτε ζητηθεί... Δ) η ... Εταιρεία υποχρεούται να παραχωρήσει δωρεάν στον Κυνηγετικό Σύνδεσμο στη βόρεια πλευρά του γηπέδου χώρο κατάλληλο για την εκτέλεση βολής... Ε) η ... Εταιρεία και ο Κυνηγετικός Σύνδεσμος υποχρεούνται να επιτρέπουν στον χώρο του σκοπευτηρίου εκτέλεση βολής από αναγνωρισμένους Συλλόγους, Σωματεία ... ΣΤ) Για κάθε διαφορά μεταξύ της ... Εταιρείας, του Κυνηγετικού Συνδέσμου και της Στρατιωτικής ή Ναυτικής Υπηρεσίας.... θα αποφαίνεται ο Αρχηγός του Γεν. Επιτελείου Στρατού... Ζ’ ) Το παραχωρούμενο γήπεδο, θεωρούμενο εκτός συναλλαγής δεν δύναται να εκποιηθεί υπό της ... Εταιρείας ή κατασχεθεί υπό τρίτου. Επιτρέπεται όμως η εκμετάλλευση αυτού καθ’ οιονδήποτε τρόπο, συντείνοντα προς τον σκοπό δι’ όν παραχωρείται στην εταιρεία. Η ιδιότητα του γηπέδου αυτού ως εκτός συναλλαγής παύει "καθ’ ήν περίπτωσιν η κυριότης τούτου ήθελε περιέλθει εις το δημόσιον κατά τα ανωτέρω οριζόμενα". Η) Εν περιπτώσει διαλύσεως της ... Εταιρείας το ανωτέρω γήπεδο με όλες τις εγκαταστάσεις περιέρχεται στο Δημόσιο Θ) Εν περιπτώσει διαλύσεως του Κυνηγετικού Συνδέσμου οι εγκαταστάσεις αυτού περιέρχονται στην ... Εταιρεία αν υφίσταται, άλλως περιέρχονται στο Δημόσιο. I) Η ... Εταιρεία υποχρεούται, ενισχυόμενη από το Υπουργείο Παιδείας να εγκαταστήσει πλήρες σχολικό σκοπευτήριο κατά τις υποδείξεις του Υπουργείου αυτού. Με τους ν. 2764/1954 και 252/1976, που επακολούθησαν επετράπη να μεταβιβαστούν τμήματα του γηπέδου αυτού εκτάσεως μεν 43 στρεμμάτων με το ν. 2764/1954 για την αποκατάσταση αστών προσφύγων, 109 δε στρεμμάτων με το ν. 252/76, για τις ανάγκες των διδακτηρίων του ΟΣΚ, με τον όρο ότι η μεταβίβαση των τμημάτων αυτών θα γίνει είτε με αναγκαστική απαλλοτρίωση είτε με εκούσια εκποίηση από την ... Εταιρεία, το δε τίμημα ή η αποζημίωση από την απαλλοτρίωση θα περιέλθει στην ως άνω ... Εταιρεία. Επίσης, με το άρθρο 1 § 7 του ν. 252/76 επετράπη στην ως άνω Π.Σ.Ε να εκμισθώσει στον ΟΣΚ τμήμα της εκτάσεως επιφανείας 16 στρεμμάτων για προσωρινή εγκατάσταση σχολείου, η δε σχετική μίσθωση συνήφθη με το από 27-2-1976 ιδιωτικό συμφωνητικό. Η Π.Σ.Ε κατασκεύασε κτίρια μέσα στο γήπεδο, συντηρούσε τις σκοπευτικές εγκαταστάσεις σ’ αυτό, διέθεσε δε γι’ αυτό την αποζημίωση από την ως άνω απαλλοτρίωση. Από το έτος 1935 η Π.Σ.Ε εκμίσθωνε σε τρίτον ένα κτίσμα εμβαδού 150 τ.μ., το οποίο αποτελούσε το εντευκτήριο των μελών και το χώρο των συνελεύσεων, ως αναψυκτήριο. Από το έτος 1968 επετράπη στον μισθωτή να επεκτείνει το χώρο του αναψυκτηρίου και να το διαθέτει για συνεστιάσεις και εκδηλώσεις τρίτων, απαγορευομένων πάντως των πολιτικών εκδηλώσεων. Έτσι, το επιφανείας πλέον 420,10 τ.μ. κτίσμα μετατράπηκε από αναψυκτήριο σε νυχτερινό κέντρο με την ονομασία "..."και μόνον ως τέτοιο λειτουργούσε πλέον. Όπως προκύπτει από το ως άνω παραχωρητήριο συμβόλαιο, στην ... Εταιρεία μεταβιβάστηκε, χωρίς αντάλλαγμα κατά πλήρη κυριότητα, γήπεδο επιφανείας 710 στρεμμάτων, με τους περιορισμούς, που καταχωρήθηκαν σ’ αυτό (οι οποίοι αυτούσιοι περιέχονται στο Ν. 4778/1930) αφορούν δε την εκμετάλλευση και χρήση του ακινήτου αποκλειστικά για εγκατάσταση σκοπευτηρίου. Στο συμβόλαιο αυτό διατυπώθηκε ατελώς η δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης, καθόσον δεν αναφέρεται ρητώς (σ’ αυτό) ότι σε περίπτωση, που δεν τηρηθούν οι ως άνω όροι ως προς την εκμετάλλευση και χρήση του ακινήτου, η κυριότητά του θα επανέρχεται στο Δημόσιο. Έτσι, δημιουργείται αμφιβολία σχετικά με την έννοια της αληθινής βούλησης των μερών, που δηλώθηκε ενόψει και του ότι στον όρο Ζ’ του παραχωρητηρίου, μετά την αναφορά των περιορισμών αυτών, όπως: "το παραχωρούμενο γήπεδο θέλει χρησιμοποιηθεί ... προς μόνον τον σκοπόν της εγκαταστάσεως σκοπευτηρίου", αναφέρεται ότι η ιδιότητα του γηπέδου ως εκτός συναλλαγής παύει "καθ ήν περίπτωσιν η κυριότης τούτου ήθελε περιέλθει εις το Δημόσιον κατά τα ανωτέρω οριζόμενα". Τα "ανωτέρω οριζόμενα", όμως, είναι οι τεθέντες περιορισμοί, που αναφέρθηκαν ήδη. Ως εκ τούτου, συνδυαζομένων των όρων του παραχωρητηρίου συμβολαίου μεταξύ τους και ερμηνευομένων αυτών (λόγω της ατελούς, προκαλούσας αμφιβολία διατυπώσεως της αληθινής βούλησης των μερών, που δηλώθηκε), σύμφωνα με τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, χωρίς προσήλωση στις λέξεις (ΑΠ 232/92 Δ/νη 34, 1307, ΑΠ 408/92, ΑΠ 813/88 Δ/νη 32,93, ΑΠ 1730/88 Δ/νη 32,21, ΑΠ 83/2010, ΑΠ 163/2010, ΑΠ 574/2010, ΑΠ 861/2010), το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι οι τεθέντες δια του παραχωρητηρίου συμβολαίου περιορισμοί ως προς την χρήση και την εκμετάλλευση του παραχωρηθέντος γηπέδου αποκλειστικά ως σκοπευτηρίου και όχι προς εξυπηρέτηση άλλου σκοπού, έστω και αν μέσω αυτού εξυπηρετείται οικονομικά η λειτουργία του σκοπευτηρίου, έχουν τεθεί υπό των συμβληθέντων μερών ως διαλυτικές αιρέσεις, με την πλήρωση των οποίων η κυριότητα του ακινήτου επανέρχεται στο Ελλ. Δημόσιο.

Εν προκειμένω με την εγκατάσταση και λειτουργία νυκτερινού κέντρου εντός του χώρου του γηπέδου αυτού, μεταβλήθηκε ο χαρακτήρας του ως σκοπευτηρίου, δηλ. ως χώρου αφιερωμένου στο άθλημα της σκοποβολής. Η ως άνω μεταβολή είναι αντίθετη με τις διατάξεις του αναφερθέντος παραχωρητηρίου συμβολαίου και του Ν. 4778/1930. Ο όρος του παραχωρητηρίου (που αυτούσιος περιέχεται και στον Ν. 4778/1930), κατά τον οποίο "επιτρέπεται όμως η εκμετάλλευσις τούτου καθ οιονδήποτε τρόπον συντείνοντα προς τον σκοπόν δι’ όν παραχωρείται εις την εταιρείαν", ερμηνευόμενος κατά τα άρθρα 173 και 200 Α.Κ., έχει την έννοιαν ότι επιτρέπεται η εκμετάλλευση του γηπέδου σύμφωνα με τον σκοπό "και τον χαρακτήρα της εκτάσεως αυτής, δηλ. η εκμετάλλευσή του ως σκοπευτηρίου και μόνο και όχι η εκμετάλλευσή του κατά τρόπο, που δεν έχει καμιά σχέση με το εν λόγω άθλημα και τον αθλητισμό εν γένει, που αλλοιώνει τη μορφή της εκτάσεως αυτής, όπως η λειτουργία νυκτερινού κέντρου εντός αυτού, ακόμα και αν τα έσοδα από την εκμετάλλευση αυτή διατίθενται για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας του σκοπευτηρίου. Το ότι στη δηλωθείσα βούληση των μερών, ερμηνευομένη κατά τα ανωτέρω, περιέχεται απαγόρευση της χρήσης και εκμετάλλευσής του για οποιονδήποτε άλλο σκοπό πλην της σκοποβολής ενισχύεται και από το ότι προκειμένου να στεγαστεί προσωρινώς στο χώρο αυτό σχολείο, ψηφίστηκε προς τούτο ο Ν. 252/76 με τον οποίο επετράπη η εκμίσθωση τμήματος της έκτασης αυτής στον ΟΣΚ και δεν προέβη η ... Εταιρεία σε απ’ ευθείας εκμίσθωση του τμήματος αυτού. Κατά συνέπεια, η εγκατάσταση και λειτουργία του αναφερθέντος νυκτερινού κέντρου διασκέδασης εντός του ως άνω γηπέδου επέφερε την πλήρωση της διαλυτικής αίρεσης, που περιέχεται στο ...1930 συμβόλαιο με αποτέλεσμα την επάνοδο της κυριότητας του παραχωρηθέντος στο Ελλ. Δημόσιο. Το τελευταίο κατέλαβε τα τέσσερα επίδικα εδαφικά τμήματα από το αναφερθέν γήπεδο, ισχυριζόμενο την επάνοδο της κυριότητας σ’ αυτό. Η ένσταση ιδίας κυριότητας στηριζόμενη στην πλήρωση της διαλυτικής αφέσεως, που προέβαλε στην προκειμένη δίκη το Ελληνικό Δημόσιο, δεν καλύπτεται από δεδικασμένο, απορρέον από τις υπ’ αριθ. 6655/2005 και 3818/96 αποφάσεις του Εφετείου και την 20/2001 απόφαση του ΑΠ (Ολ), όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα, αφού δεν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις των άρθρων 324, 330 ΚΠολΔικ... Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία, αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Η κυριότητα της ως άνω έκτασης δεν μεταβιβάστηκε στην ... Εταιρεία χαριστικώς, αλλά λόγω του ότι η τελευταία είχε ήδη παραχωρήσει οικειοθελώς προς το εναγόμενο την έκταση του Σκοπευτηρίου ..., που της ανήκε, για αποκατάσταση προσφύγων, όπως προκύπτει και από την Εισηγητική Έκθεση του Ν. 4778/1930. Αυτή είχε ήδη εγκατασταθεί στην επίδικη έκταση από το έτος 1914 και με δικά της χρήματα είχε ανεγείρει μέσα σ’ αυτήν εγκαταστάσεις σκοπευτηρίου, που καθαιρέθηκαν το έτος 1935 για να κατασκευαστούν νέες σύγχρονες, με χρήματα δικά της, όπως υποχρεώθηκε προς τούτο με το ν. 4778/1930 (άρθρο 6). Για τις εγκαταστάσεις αυτές επίσης διέθεσε (η ενάγουσα) την αποζημίωση, που έλαβε από την απαλλοτρίωση τμήματος της ιδιοκτησίας της στην περιοχή ... και το τίμημα (αποζημίωση) από την απαλλοτρίωση τμήματος του ως άνω ακινήτου υπέρ του ΟΣΚ, όπως αναφέρθηκε. Από την ανωτέρω, που καλλιεργεί από το 1914 το άθλημα της σκοποβολής ως Ολυμπιακό άθλημα στην ως άνω έκταση και αποτελεί το σπουδαιότερο με τέτοιο σκοπό σωματείο στον Ελληνικό χώρο, προέρχονται πολλοί και σπουδαίοι αθλητές. Αυτή έχει δημιουργήσει κατά το χρονικό διάστημα, που κατέχει το ως άνω ακίνητο, την υποδομή για να συνεχίσει να υπηρετεί τον σκοπό της, δηλαδή την καλλιέργεια του αθλήματος της σκοποβολής ως Ολυμπιακού αθλήματος. Όσον αφορά τον όρο Θ’ του ως άνω συμβολαίου περί εγκαταστάσεως και λειτουργίας πλήρους σχολικού σκοπευτηρίου, η υποχρέωσή της αυτή τελούσε υπό τη ρητή προϋπόθεση ότι το Υπουργείο Παιδείας θα υπεδείκνυε σ’ αυτήν τις ενέργειες, στις οποίες έπρεπε να προβεί. Από κανένα στοιχείο όμως δεν αποδείχθηκε ότι αυτές έχουν μέχρι την άσκηση της αγωγής υποδειχθεί. Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο, μολονότι από το έτος 1968 ευρίσκεται σε λειτουργία στον αναφερθέντα χώρο νυκτερινό κέντρο διασκέδασης, δεν προέβαλε γι’ αυτό καμιά αντίρρηση. Με το άρθρο 50 του ν. 1731/1987 αφαιρέθηκε η με τον ν. 4778/1930 παραχωρηθείσα στην ενάγουσα μετακλητή - περιορισμένη κυριότητα επί της επιδίκου εκτάσεως, ενώ το Δημόσιο θα μπορούσε ν’ ασκήσει αγωγή αποδόσεως του ακινήτου αυτού, ισχυριζόμενο την πλήρωση της ως άνω διαλυτικής αφέσεως. (Η διάταξη του άρθρου 50 του ν. 1731/1987 κρίθηκε αντιβαίνουσα στη διάταξη του άρθρου 17 του Συντάγματος, με την υπ’ αριθ. 20/2001 απόφαση του Αρείου Πάγου σε πλήρη Ολομέλεια). Μέχρι τη συζήτηση της κρινόμενης αγωγής το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο δεν είχε επικαλεστεί την πλήρωση της ως άνω διαλυτικής αφέσεως και την συνεπεία της πληρώσεώς της επιστροφή της κυριότητας σ’ αυτό. Στην από 18-11-1993 (αρ. κατ. .../93) αγωγή περί κυριότητας κατά του ενάγοντος, που το τελευταίο κατέθεσε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, η οποία απερρίφθη με την υπ’ αριθ. 9163/94 απόφασή του ως αόριστη, επικαλείτο προς θεμελίωση της κυριότητας του τον Ν. 1731/87 (άρθρ. 50) και όχι την πλήρωση της διαλυτικής αφέσεως. Για πρώτη φορά επικαλέστηκε την πλήρωση της αναφερθείσας διαλυτικής αφέσεως, κατ’ ένσταση, προς αντίκρουση της κρινόμενης αγωγής. Πέραν του μεγάλου χρονικού διαστήματος, που το εναγόμενο αδράνησε να επικαλεστεί το ως άνω δικαίωμά του, με τη συμπεριφορά του, συνεπεία της οποίας διαμορφώθηκε η πραγματική κατάσταση, που αναφέρθηκε, δημιούργησε την εύλογη πεποίθηση στο ενάγον σωματείο ότι δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα αυτό στο μέλλον. Η μεταγενέστερη επομένως άσκηση του δικαιώματος αυτού, που έχει ως συνέπεια την ανατροπή της μακροχρόνιας, παγιωμένης κατάστασης, υπό τις ειδικές συνθήκες που αναφέρθηκαν, και τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τη συμπεριφορά του δικαιούχου, θα έχει ιδιαίτερα επαχθείς επιπτώσεις για τα συμφέροντα της ... Εταιρείας, αφού θα απωλέσει το ακίνητο, που είχε αποκτήσει, (όχι από χαριστική αιτία, όπως εκτέθηκε), τα χρήματα, που επένδυσε επί σειρά δεκαετιών σ’ αυτό και την προσπάθεια, που κατέβαλε για την προαγωγή του Ολυμπιακού αθλήματος της σκοποβολής ως φυτωρίου αθλητών. Μετά από αυτά η αντένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος, που προεβλήθη από την ενάγουσα (πρωτοδίκως αλλά και με τις προτάσεις στο παρόν Δικαστήριο) κατά της ένστασης ιδίας κυριότητας του εναγομένου πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, απορριπτόμενης μετά ταύτα της ως άνω ενστάσεως ιδίας κυριότητας". Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το Εφετείο, αφού απέρριψε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη την ένσταση του εναγομένου- εκκαλούντος και ήδη αναιρεσείοντος - αναιρεσίβλητου περί ιδίας αυτού κυριότητας επί των επίδικων εδαφικών τμημάτων, κατά παραδοχή της νομοτύπως προταθείσας πρωτοδίκως αντενστάσεως του ενάγοντος- εφεσίβλητου και ήδη αναιρεσίβλητου - αναιρεσείοντος περί καταχρηστικής άσκησης της παραπάνω ένστασης ιδίας κυριότητας, την οποία ως εφεσίβλητο το ενάγον επανέφερε στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, ακολούθως, και ενόψει του ότι και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε κρίνει όμοια, κατέληξε στην απόρριψη της από 19-12-2008 έφεσης του Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ’ αριθμ. 4024/2008 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ως κατ’ ουσίαν αβάσιμης. Έτσι που έκρινε το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του ελλιπείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το ουσιώδες ζήτημα της συνδρομής των προϋποθέσεων της καταχρηστικής άσκησης της αγωγικής αξίωσης, κατά παραδοχή της οποίας δέχθηκε κατ’ ουσία την ένδικη αγωγή. Ειδικότερα, ενώ ως ένα από τα στοιχεία για τη στήριξη της κρίσης του περί καταχρηστικής άσκησης δέχθηκε τη μακροχρόνια αδράνεια του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου να ασκήσει την αξίωσή του από την προσβολή της επικαλούμενης κυριότητάς του, δεχόμενο ότι αυτή άρχισε το έτος 1968, όταν λειτούργησε, κατά παράβαση των συμφωνηθέντων, το νυχτερινό κέντρο με την ονομασία "...", αρκείται στην αναφορά της μακροχρόνιας αδράνειας χωρίς να εξειδικεύει αν η λειτουργία αυτή συνεχίστηκε μέχρι την άσκηση της αγωγής ή για πόσα χρόνια από την έναρξη λειτουργίας του, ώστε να κριθεί η μακροχρόνια αδράνεια. Περαιτέρω, για τη στήριξη του ίδιου ισχυρισμού δέχθηκε ότι αδράνησε το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να ασκήσει τα δικαιώματά του από την προσβολή της επικαλούμενης κυριότητάς του και έτσι δημιουργήθηκε στο ενάγον Σωματείο εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει την ένδικη αγωγή. Η αιτιολογία αυτή είναι αντιφατική σε σχέση με τις επόμενες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης με βάση τις οποίες το ενάγον Σωματείο είχε ασκήσει κατά της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ" (ΟΣΚ Α.Ε.) την από 25-2-1993 αγωγή στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με την οποία ζητούσε την απόδοση, λόγω λήξης της μίσθωσης, του εκμισθωθέντος από αυτό στη δεύτερη (ΟΣΚ Α.Ε.) μίσθιου ακινήτου , το οποίο αποτελεί τμήμα (γήπεδο) μείζονος εκτάσεως 710 στρεμμάτων περίπου, που βρίσκεται στο Συνοικισμό ...ς Αττικής, καθώς και την αναγνώριση οφειλής 27.500.000 δραχμών από καθυστερούμενα μισθώματα και αποζημίωση χρήσεως, και ότι σε εκείνη τη δίκη άσκησε το Ελληνικό Δημόσιο κύρια παρέμβαση ισχυριζόμενο ότι είναι κύριο του μισθίου και υπό την ιδιότητα αυτή συμμετείχε στη διαδικαστική διαδρομή αυτής της υπόθεσης, που διήλθε και από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου σε πλήρη Ολομέλεια, μέχρι και την έκδοση της υπ’ αριθμ. 6655/2005 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, που δίκασε ως δικαστήριο της παραπομπής. Επίσης, η ίδια παραπάνω παραδοχή (της μακροχρόνιας αδράνειας) είναι αντιφατική με βάση τις άλλες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών την από 18-11-1993 (αριθμ. καταθ. .../1993) αγωγή κυριότητας κατά του ενάγοντος Σωματείου για το μείζον ακίνητο, η οποία απορρίφθηκε με την υπ’ αριθμ.9163/1994 απόφασή του ως αόριστη. Δεν αίρεται δε η αδράνεια ως προς το στοιχείο που αποτέλεσε την κρίση του Εφετείου περί καταχρηστικότητας, δηλαδή της εύλογης πεποίθησης του Σωματείου ότι δεν θα ασκήσει το Ελληνικό Δημόσιο την ένδικη αγωγική αξίωση, από το γεγονός ότι τις παραπάνω προσφυγές του για την προστασία της επικαλούμενης κυριότητάς του αυτό τις στήριξε σε άλλες νομικές βάσεις και όχι στην πλήρωση της διαλυτικής αιρέσεως. Περαιτέρω, έχει ελλιπείς αιτιολογίες και ως προς το στοιχείο στο οποίο επίσης στήριξε την κρίση του περί καταχρηστικής άσκησης, δηλαδή της οικονομικής βλάβης του Σωματείου, διότι, ενώ δέχεται ότι επίδικα είναι τμήματα του μείζονος ακινήτου των 710 στρεμμάτων, δεν διευκρινίζει αν υποβλήθηκε σε δαπάνες επί των επίδικων εδαφικών τμημάτων, με τις οποίες συναρτάται η οικονομική του βλάβη, ή στη μείζονα έκταση. Επομένως, είναι βάσιμος ο πρώτος λόγος της από 10-6-2013 αναίρεσης, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια της έλλειψης νόμιμης βάσης λόγω ασαφών και αντιφατικών αιτιολογιών ως προς το ως άνω ουσιώδες ζήτημα της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος ιδίας κυριότητας αυτού, ενώ παρέλκει η έρευνα του δεύτερου λόγου αυτής.

II) Επί της από 2-5-2011 αίτησης αναίρεσης και των από 18-9-2013 πρόσθετων λόγων αυτής.

Κατά τις διατάξεις των άρθρων 556 παρ. 2 και 578 ΚΠολΔ., αναίρεση δικαιούται να ασκήσει και ο διάδικος που νίκησε, εφόσον έχει έννομο συμφέρον, η ύπαρξη του οποίου κρίνεται από την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ. Το συμφέρον είναι δυνατό να υπάρξει και όταν ο διάδικος που νίκησε βλάπτεται από την αιτιολογία της αποφάσεως και συγκεκριμένα αν από αυτή δημιουργείται δεδικασμένο σε βάρος του σε άλλη δίκη, αν δηλαδή η αιτιολογία της αποφάσεως αποτελεί στοιχείο του δικαιώματος που κρίθηκε στη δίκη και φέρει ως εκ τούτου σε αυτή προσόντα διατακτικού, οπότε δικαιούται να ζητήσει την αναίρεση αυτής της αποφάσεως μόνο ως προς την εσφαλμένη αιτιολογία της (Α.Π. 1690/2008). Εξάλλου, ο νικήσας διάδικος έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει επικουρική αναίρεση για την περίπτωση ευδοκιμήσεως αντίθετης αίτησης αναίρεσης του αντιδίκου του (Α.Π. 612/2009). Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση, παραδεκτά ασκήθηκε αναίρεση κατά της υπ’ αριθμ. 4962/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών υπό του νικήσαντος διαδίκου (ενάγοντος) Σωματείου με την επωνυμία "... Εταιρία"ως προς τις διαλαμβανόμενες σ’ αυτήν (αίτηση) αιτιολογίες της, που, κατ’ αυτό, θα δημιουργηθεί σε βάρος του βλαπτικό δεδικασμένο σε άλλη δικαστική διαφορά, και για την περίπτωση ευδοκιμήσεως αντίθετης αίτησης αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου.

Κατά το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναιρέσεως και όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης". "Πράγματα"κατά την έννοια της διατάξεως αυτής είναι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, που συγκροτούν την ιστορική βάση της αγωγής και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό, είτε ως αμυντικό μέσο. Ενόψει τούτων δεν αποτελούν "πράγματα"με την παραπάνω έννοια οι αιτιολογημένες αρνήσεις, οι νομικές αναλύσεις καθώς και τα επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, που αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων (Ολ. Α.Π. 14/2004). Ο από τη διάταξη αυτή λόγος αναιρέσεως δεν στοιχειοθετείται αν το δικαστήριο έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό που προτάθηκε και τον απέρριψε για οποιοδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό, έστω και αν η απόρριψη δεν είναι ρητή, αλλά συνάγεται από το περιεχόμενο της απόφασης, αλλά και όταν το δικαστήριο αντιμετωπίζει και απορρίπτει στην ουσία εκ των πραγμάτων προβληθέντα ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντίθετων προς αυτά που τον συγκροτούν (Ολ. Α.Π. 25/2003). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται αιτίαση από το άρθρο 559 αρ. 8 περ. α’ ΚΠολΔ., ότι δηλαδή το Εφετείο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και ειδικότερα ότι "με τον πρώτο λόγο της εφέσεώς του το αντίδικο του, Ελληνικό Δημόσιο, δεν έβαλε κατά της πρωτοδίκου αποφάσεως, όσον αφορά την παραδοχή της ότι δεν τέθηκε στο συμβόλαιο μεταβιβάσεως διαλυτική αίρεση, αλλά μόνο ως προς το ότι δήθεν εσφαλμένα η πρωτόδικη απόφαση δεν δέχθηκε πως πληρώθηκε η υποτιθέμενη διαλυτική αίρεση". Η αιτίαση αυτή είναι αβάσιμη, καθόσον, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της από 19-12-2008 εφέσεως του ήδη αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου και της προσβαλλόμενης απόφασης, στην οποία επιτρεπτώς, κατά το άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ., προβαίνει ο Άρειος Πάγος, ο παραπάνω ισχυρισμός αποτελούσε περιεχόμενο του πρώτου λόγου αυτής, στον οποίο κατά λέξη αναφέρεται ότι "το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία τόσο των διατάξεων των άρθρων 173, 200 και 202 ΑΚ και 3 Ν. 4778/1930, όσο και του υπ’ αριθμ. ...1930 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Κων/νου Βασιλάκη, απέρριψε τον προταθέντα ισχυρισμό ότι με την παραβίαση του τεθέντος στην ένδικη σύμβαση (ως άνω υπ’ αριθμ. ...1930 συμβόλαιο) όρου περί χρησιμοποίησης της παραχωρηθείσας από το Δημόσιο έκτασης μόνο για τη λειτουργία σκοπευτηρίου και όχι για τη λειτουργία νυχτερινού κέντρου διασκεδάσεως, επήλθε πλήρωση της διαλυτικής αίρεσης υπό την οποία είχε τεθεί η επικαλούμενη από το ενάγον μεταβίβαση της κυριότητας του συνόλου της επίδικης έκτασης, με αποτέλεσμα η κυριότητα αυτή να περιέλθει αυτοδικαίως από το έτος 1965 στο Ελληνικό Δημόσιο"και το Εφετείο ερεύνησε το λόγο αυτόν, ο οποίος είναι ορισμένος, και με ιδιαίτερες σκέψεις απέρριψε την, επαναφερθείσα με τον πιο πάνω λόγο έφεσης, ένσταση αυτού περί ιδίας κυριότητας, κατ’ ουσιαστική παραδοχή της προβληθείσας από το ήδη αναιρεσείον αντένστασης καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος. Επομένως, ο πρώτος λόγος της αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Στο άρθρο 173 Α.Κ. ορίζεται ότι "κατά την ερμηνεία της δήλωσης βουλήσεως αναζητείται η αληθινή βούληση χωρίς προσήλωση στις λέξεις". Στο άρθρο 200 Α.Κ. ορίζεται ότι "οι συμβάσεις ερμηνεύονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη". Οι διατάξεις αυτές παραβιάζονται όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά τη διάγνωση ασάφειας ή ατέλειας κατά τη διατύπωση της βουλήσεως ή οποιασδήποτε αμφιβολίας ως προς την έννοιά της, παραλείπει να προσφύγει στους κανόνες που τίθενται με αυτές για τη συναγωγή της προσήκουσας ερμηνείας ή να παραθέσει τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προκύπτει η εφαρμογή τους. Οι ίδιες διατάξεις παραβιάζονται και όταν το δικαστήριο της ουσίας προβαίνει σε κακή εφαρμογή τους, δηλαδή όταν η ερμηνεία που δίδεται από αυτό ως προς το περιεχόμενο της υπό αξιολόγηση δηλώσεως δεν είναι σύμφωνη προς τους κανόνες των ΑΚ 173 και 200. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ότι η δήλωση βουλήσεως είναι σαφής ή ασαφής και ότι, αντιστοίχως δεν έχει ή έχει ανάγκη ερμηνείας, αποτελεί εκτίμηση πραγμάτων και, συνεπώς, δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο. Η παράλειψη, όμως, του δικαστηρίου της ουσίας να προσφύγει στην εφαρμογή των ερμηνευτικών κανόνων, στις περιπτώσεις που αυτή είναι επιβεβλημένη και η ορθότητα της κρίσεως αυτού, ως προς τη δοθείσα ερμηνεία της δικαιοπρακτικής βουλήσεως, ελέγχονται αναιρετικώς, διότι ανάγονται στην εφαρμογή διατάξεων ουσιαστικού δικαίου (άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ.). Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν παραβιάσθηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Τούτο συμβαίνει αν, για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που αυτός απαιτεί, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Τέλος, κατά το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ., ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, έλλειψη νόμιμης βάσης λόγω ανεπαρκών ή αντιφατικών αιτιολογιών, υπάρχει όταν από το αιτιολογικό της απόφασης που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν προκύπτουν κατά τρόπο πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά τα οποία σύμφωνα με το νόμο είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση ότι συντρέχουν οι όροι της διάταξης που εφαρμόσθηκε ή ότι δεν συντρέχουν οι όροι της εφαρμογής της. Ιδρύεται δηλαδή ο λόγος αυτός αναίρεσης όταν από τις παραδοχές της απόφασης δημιουργούνται αμφιβολίες για το αν εφαρμόσθηκε ορθώς ή όχι ορισμένη ουσιαστική διάταξη νόμου. Αναφέρεται σε πλημμέλειες αναγόμενες στη διατύπωση του αποδεικτικού πορίσματος και δεν ιδρύεται όταν υπάρχουν ελλείψεις που ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση αυτών και στην αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, αρκεί τούτο να εκτίθεται πλήρως, σαφώς και χωρίς αντιφάσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, το Εφετείο, σχετικά με την ένδικη υπόθεση, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα προεκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το Εφετείο, αφού απέρριψε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη την ένσταση του εναγομένου- εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου περί ιδίας αυτού κυριότητας επί του επιδίκου, κατά παραδοχή της νομοτύπως προταθείσας πρωτοδίκως αντενστάσεως του ενάγοντος-εφεσίβλητου ως άνω Σωματείου, περί καταχρηστικής άσκησης της παραπάνω ένστασης ιδίας κυριότητας, την οποία ως εφεσίβλητο το ενάγον επανέφερε στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, ακολούθως και ενόψει του ότι και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε κρίνει όμοια ( είχε δεχθεί την ένδικη αγωγή ως κατ’ ουσία βάσιμη) κατέληξε στην απόρριψη της από 19-12-2008 έφεσης αυτού κατά της υπ’ αριθμ. 4024/2008 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ως κατ’ ουσίαν αβάσιμης. Με τις κρίσεις του αυτές το Εφετείο, αφού αντιμετώπισε αμφιβολία σχετικά με την έννοια της αληθινής βούλησης των συμβληθέντων μερών, που δηλώθηκε στο ένδικο συμβόλαιο, ως προς το ζήτημα της συνομολογήσεως ή μη διαλυτικής αιρέσεως, ορθώς προσέφυγε στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρων 173 και 200 Α.Κ. και με την ως άνω ερμηνευτική εκδοχή που έδωσε η προσβαλλόμενη απόφαση, με τις προεκτεθείσες παραδοχές της, δεν παραβίασε τις προδιαληφθείσες διατάξεις των άρθρων 173, 200 και 202 Α.Κ., τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, λαμβάνοντας υπόψη του και τις διατάξεις του ν.4778/1930 και του άρθρου 39 του ν. 1545/1985. Με τις προεκτεθείσες δε παραδοχές του, διέλαβε σαφείς, πλήρεις και επαρκείς αιτιολογίες και δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης, αφού από το αιτιολογικό αυτής προκύπτουν σαφώς όλα τα περιστατικά που ήταν αναγκαία για την κρίση του δικαστηρίου στη συγκεκριμένη περίπτωση για τη συνδρομή των νόμιμων όρων και προϋποθέσεων των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν, ενώ έχει αιτιολογίες πλήρεις και χωρίς αντιφάσεις ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των, ως άνω, διατάξεων.

Συνεπώς, ο, από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ., δεύτερος λόγος, ως προς τα δύο σκέλη του, του κύριου δικογράφου και ο, προς συμπλήρωση αυτού, δεύτερος πρόσθετος λόγος με τους οποίους πλήττεται η απόφαση για παράβαση των ουσιαστικού δικαίου διατάξεων των άρθρων 173 και 200 Α.Κ., είναι αβάσιμοι, όπως αβάσιμος είναι και ο συναφής, από το άρθρο 559 αρ. 19 ΚΠολΔ., πρώτος πρόσθετος λόγος, με τον οποίο πλήττεται η απόφαση για αντιφατικές αιτιολογίες. Τέλος, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, ως προς την προβαλλόμενη επικουρικώς αιτίαση, από το άρθρο 559 αρ 1 ΚΠολΔ., ότι το Εφετείο παραβίασε το άρθρο 202 Α.Κ., γιατί "και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι διαθέταμε περιορισμένο δικαίωμα εκμεταλλεύσεως, όπως δέχεται η προσβαλλομένη, αυτή έσφαλε, εφόσον δέχθηκε ότι ήταν αντίθετη προς το σχετικό δικαίωμά μας η εκμίσθωση χώρου για τη δημιουργία νυκτερινού κέντρου, εφόσον τούτο λειτουργούσε ως αναψυκτήριο κυρίως προς εξυπηρέτηση των αθλητών και των μελών μας", είναι απορριπτέος ως αόριστος, αφού δεν περιέχει το νομικό σφάλμα, δηλαδή πού ακριβώς εντοπίζεται η παράβαση της προσβαλλόμενης απόφασης κατά την ερμηνεία ή εφαρμογή του κανόνα.

Κατά το άρθρο 559 αρ. 16 ΚΠολΔ. αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο κατά παράβαση του νόμου δέχθηκε ότι υπάρχει ή ότι δεν υπάρχει δεδικασμένο. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 321, 322, 324 και 330 ΚΠολΔ. συνάγεται ότι οι τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις αποτελούν δεδικασμένο για το ουσιαστικό ζήτημα που κρίθηκε, εφόσον πρόκειται για το αυτό αντικείμενο και την αυτή ιστορική και νομική αιτία και δεν περιλαμβάνει τούτο και τις αιτιολογίες της απόφασης, ούτε αφορά δικαιώματα ή έννομες σχέσεις, οι οποίες δεν αποτέλεσαν αναγκαία προϋπόθεση του δικαιώματος που κρίθηκε, αλλά προβλήθηκαν από τους διαδίκους και εξετάσθηκαν από το δικαστήριο ως χρήσιμα για την υποβοήθηση της κρίσης του για το ένδικο δικαίωμα ή ως προς εκείνα που κρίθηκαν πλεοναστικά. Εξάλλου, το αντικείμενο της δίκης καθορίζεται με την αγωγή, το δε δικαστήριο περιορίζεται να διαπιστώσει τη συνδρομή ή όχι των πραγματικών προϋποθέσεων της διάταξης, η οποία προβλέπει το δικαίωμα που υποβάλλει ο ενάγων και την κατάφαση ή άρνηση της προβλεπόμενης έννομης συνέπειας. Στον έλεγχο του Αρείου Πάγου υπόκειται η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας τόσον για το αν τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά συνιστούν την έννοια του δεδικασμένου, και για το αν αυτό έχει την έκταση και τα αποτελέσματα, τα οποία προσέδωσε σ’ αυτό το δικαστήριο της ουσίας, όσον και η κρίση για τη συνδρομή ή μη των κατά το άρθρου 324 ΚΠολΔ. προϋποθέσεων του δεδικασμένου, εφόσον η κρίση αυτή στηρίζεται σε διαδικαστικά έγγραφα, όπως είναι η αγωγή και οι δικαστικές αποφάσεις, η εκτίμηση του περιεχομένου των οποίων, κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο. Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τρίτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, υπό την επίκληση του άρθρου 559 αρ.16 ΚΠολΔ, αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι το Εφετείο, κατά παράβαση του νόμου, δέχθηκε ότι δεν υπάρχει δεδικασμένο από την υπ’ αριθμ. 20/2001 απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου και την υπ’ αριθμ. 6655/2005 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που κατέστη αμετάκλητη, μετά την απόρριψη της, εκ μέρους στη δίκη εκείνη εναγόμενης-εκκαλούσας εταιρίας με την επωνυμία "ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Α.Ε.", ασκηθείσας αναίρεσης, με την υπ’ αριθμ. 1822/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, το Εφετείο, σε σχέση με τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος περί δεδικασμένου, δέχτηκε τα εξής: "Η ένσταση ιδίας κυριότητας στηριζόμενη στην πλήρωση της διαλυτικής αιρέσεως, που προέβαλε στην προκειμένη δίκη το Ελληνικό Δημόσιο, δεν καλύπτεται από δεδικασμένο, απορρέον από τις υπ’ αριθ. 6655/2005 και 3818/1996 αποφάσεις του Εφετείου και την 20/2001 απόφαση του Α.Π. (Ολ.), όπως ισχυρίζεται η ενάγουσα, αφού δεν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις των άρθρων 324, 330 ΚΠολΔ. Συγκεκριμένα, η ήδη ενάγουσα είχε ασκήσει κατά του Ο.Σ.Κ. την από 25-2-1993 (.../2003) αγωγή, ζητώντας την καταβολή μισθωμάτων και την απόδοση του μίσθιου ακινήτου, το οποίο αποτελεί τμήμα του επίδικου γηπέδου. Κατά τη δίκη εκείνη το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε κυρία παρέμβαση, ισχυριζόμενο ότι είναι κύριος του μισθίου. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με την υπ’ αριθ. 3539/1995 απόφασή του απέρριψε ως απαράδεκτη την κυρία παρέμβαση (γιατί με αυτήν διευρύνεται το αντικείμενο της δίκης) και δέχθηκε την αγωγή κατ’ ουσίαν. Κατ’ αυτής ασκήθηκε έφεση, εκδόθηκε δε η υπ’ αριθ. 3818/1996 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που δέχθηκε την έφεση και απέρριψε την αγωγή. Κατ’ αυτής ασκήθηκε η από 28-4-1996 αίτηση αναίρεσης, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1599/97 απόφαση του Αρείου Πάγου, που παρέπεμψε την υπόθεση η τακτική Ολομέλεια. Εν συνεχεία, η τακτική Ολομέλεια με την υπ’ αριθμ. 11/99 απόφασή της παρέπεμψε την υπόθεση στην πλήρη Ολομέλεια. Η πλήρης Ολομέλεια με την υπ’ αριθμ. 20/2001 απόφασή της ανέπεμψε αυτήν στο Δ’ τμήμα του Αρείου Πάγου, που με την υπ’ αριθμ. 1093/2004 απόφασή του ανέπεμψε αυτήν στο Εφετείο Αθηνών. Το Εφετείο Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 6655/2005 απόφασή του, αφού έκρινε ότι η έφεση είναι απαράδεκτη, καθόσον αυτή στρέφεται κατά του κυρίως παρεμβάντος Ελληνικού Δημοσίου, εν συνεχεία απέρριψε την έφεση κατ’ ουσίαν. Η τελεσίδικη απόρριψη της ως άνω κυρίας παρεμβάσεως του Ελληνικού Δημοσίου ως απαράδεκτης, με την οποία το τελευταίο είχε ισχυριστεί ότι έχει κυριότητα σε μέρος του επιδίκου γηπέδου, δεν έλυσε το ζήτημα της κυριότητας του Δημοσίου σε αυτό. Το ζήτημα αυτό και μετά ταύτα εξακολούθησε να είναι αμφισβητούμενο και ως εκ τούτου δεν απορρέει δεδικασμένο από τις αποφάσεις αυτές". Επομένως, το Εφετείο, που απέρριψε υπό τα παρ’ αυτού γενόμενα δεκτά ως άνω περιστατικά τον περί δεδικασμένου ισχυρισμό του αναιρεσείοντος Σωματείου, δεν παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 322, 324 και 330 ΚΠολΔ. και ο περί του αντιθέτου, από το άρθρο 559 αρ. 16 του ίδιου Κώδικα, τρίτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ο ίδιος λόγος, κατά το δεύτερο μέρος του, από τον αρ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, δεδομένου ότι η παράβαση των δικονομικών κανόνων δεν θεμελιώνει την εκ της άνω διατάξεως πλημμέλεια.

Ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 8 περ. β’ ΚΠολΔ. ιδρύεται αν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα"νοούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί που συνθέτουν την ιστορική βάση και άρα στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης ή λόγου έφεσης. Εξάλλου, το κατά το άρθρο 68 ΚΠολΔ. έννομο συμφέρον για την άσκηση του ένδικου μέσου της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να υφίσταται όχι μόνο γενικώς ως προς αυτό, αλλά και ειδικώς ως προς κάθε ένα λόγο αναιρέσεως.

Εν προκειμένω, με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, από το άρθρο 559 αρ.8 περ. β’ ΚΠολΔ., προβάλλεται από το αναιρεσείον Σωματείο η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του και τους προβληθέντες από αυτό Β και Δ λόγους προς θεμελίωση της αντενστάσεώς του περί καταχρηστικής ασκήσεως της προβληθείσας από το εναγόμενο ενστάσεως ιδίας κυριότητάς του, με τους οποίους προέβαλε ότι: "1. Το αντίδικο, με την υποχρέωση που μας επέβαλε με τη θέσπιση της διατάξεως της παρ. 7 του άρθρου 1 του ν. 252/1976 να εκμισθώσουμε 16 στρέμματα στον Ο.Σ.Κ. για την ανέγερση σχολείων, μας δημιούργησε την ακλόνητη πεποίθηση ότι δεν ήταν αντίθετη προς τους σκοπούς της παραχωρήσεως η οικονομική εκμετάλλευση της εκτάσεως δια της εκμισθώσεώς της για χρήση όχι ευθέως εξυπηρετούσα τους σκοπούς του σωματείου μας. Και 2. Σκοπός της συγκεκριμένης διατάξεως του ν. 4778/1930, η οποία επέτρεψε την εκμετάλλευση, υπό τον όρο ότι συναινεί προς το σκοπό της παραχωρήσεως, ήταν να δημιουργηθούν μεν πηγές εσόδων για το σωματείο μας, υπό τον όρο όμως ότι δεν θα μεταβαλλόταν η γενικότερη χρήση του χώρου ως σκοπευτηρίου.

Εν προκειμένω η εκμίσθωση χώρου 420 τ.μ. από σύνολο 610.000 τ.μ. ως αναψυκτηρίου είναι εντελώς ασήμαντη και ουδόλως μεταβάλλει τη χρήση της όλης εκτάσεως ως χώρου αθλητικών εγκαταστάσεων". Όμως, από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι η ως άνω αντένσταση περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος, που προβλήθηκε από το ενάγον Σωματείο κατά της ένστασης ιδίας κυριότητας του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και με την παραδοχή αυτήν απορρίφθηκε ως αβάσιμη η εν λόγω ένσταση αυτού. Επομένως, ο τέταρτος λόγος της αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού οι ως άνω αιτιάσεις, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, προβάλλονται άνευ έννομου συμφέροντος του ήδη αναιρεσείοντος.

Κατά το άρθρο 559 αριθ.8 εδ.β’ ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων που συγκροτούν την ιστορική βάση και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως ή αντενστάσεως ή άλλης αίτησης ή ανταίτησης των διαδίκων για παροχή έννομης προστασίας (Ολ. ΑΠ 25/2003). Για να είναι ορισμένος ο λόγος αυτός αναίρεσης πρέπει να αναφέρονται σ’ αυτόν "τα πράγματα", που παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη το δικαστήριο, παρότι είχαν προταθεί νομίμως από τον αναιρεσείοντα, ποια επίδραση άσκησαν στην έκβαση της δίκης καθώς και τα στοιχεία εκείνα από τα οποία θα κρινόταν αν τα "πράγματα"είχαν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Στην προκειμένη περίπτωση, το αναιρεσείον Σωματείο με τον τρίτο πρόσθετο λόγο της αναίρεσης προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση αιτίαση από το άρθρο 559 αρ.8 εδ.β’ ΚΠολΔ, ισχυριζόμενο ότι το Εφετείο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη τις απ’ αυτό προβληθείσες αντενστάσεις περί συνδρομής δεδικασμένου και καταχρήσεως δικαιώματος όσον αφορά την ένσταση περί πληρώσεως διαλυτικής αιρέσεως και συνεπεία αυτής καταλύσεως της επίμαχης κυριότητας επί της επίδικης εκτάσεως, που προέβαλε το αναιρεσίβλητο. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, λόγω αοριστίας, διότι δεν προσδιορίζονται σ’ αυτόν ποια επίδραση άσκησαν στην έκβαση της δίκης τα "πράγματα"που προτάθηκαν απ’ αυτό καθώς και τα στοιχεία εκείνα, από τα οποία θα προέκυπτε ότι, αν γίνονταν δεκτά, θα επηρέαζαν ευνοϊκά για αυτό (αναιρεσείον) το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης.

Κατ’ ακολουθίαν των προαναφερθέντων πρέπει : α) να γίνει δεκτή η από 10-6-2013 αίτηση αναίρεσης του Ελληνικού Δημοσίου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ), β) να απορριφθούν η από 2-5-2011 αίτηση αναίρεσης και οι από 18-9-2013 πρόσθετοι επ’ αυτής λόγοι του Σωματείου με την επωνυμία "... Εταιρία"και γ) να καταδικαστεί το ως άνω αναιρεσίβλητο-αναιρεσείον, που ηττήθηκε και στις δυο συνεκδικαζόμενες υποθέσεις, στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος - αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου (άρθρα 176,183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ.), μειωμένη κατά τα άρθρα 22 παρ. 1, 3 του ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 παρ. 18 Εισ Ν. ΚΠολΔ. και όπως τούτο ισχύει μετά την υπ’ αριθ. 134423/1992 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ Β’ 11/20-1-1993), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 5 παρ. 12 του Ν.1738/1987, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει την από 10-6-2013 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου με την από 2-5-2011 αίτηση και τους από 18-9-2013 πρόσθετους επ’ αυτής λόγους του Σωματείου με την επωνυμία "... Εταιρία", περί αναιρέσεως της υπ’ αριθμ. 4962/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.

Δέχεται την από 10-6-2013 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου.

Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 4962/2010 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο πιο πάνω Εφετείο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, πλην αυτών που εξέδωσαν την αναιρούμενη απόφαση.

Καταδικάζει το αναιρεσίβλητο Σωματείο με την επωνυμία "..."στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος Ελληνικού Δημοσίου, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Απορρίπτει την από 2-5-2011 αίτηση του ως άνω Σωματείου και τους από 18-9-2013 πρόσθετους επ’ αυτής λόγους για αναίρεση της πιο πάνω απόφασης.

Καταδικάζει το αναιρεσείον Σωματείο με την επωνυμία "... Εταιρία"στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 15 Μαρτίου 2017.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 6 Απριλίου 2017.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Α.Π. 553/2017

Α.Π. 12/2017 - Χρησικτησία - Αντιφατικές Διατάξεις ως λόγος αναίρεσης - Ιδρύεται όταν υπάρχει αντίφαση των διατάξεων στο διατακτικό της απόφασης και προκαλείται τέτοια αοριστία, ώστε να εμποδίζεται η δημιουργία εκτελεστότητας της απόφασης ή η πρόκληση της σκοπούμενης διάπλασης ή η ύπαρξη βεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων με δεδικασμένο.

$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Χρησικτησία - Αντιφατικές Διατάξεις ως λόγος αναίρεσης
ΑΠ
Έτος: 2017
Νούμερο: 12
Ιδρύεται όταν υπάρχει αντίφαση των διατάξεων στο διατακτικό της απόφασης και προκαλείται τέτοια αοριστία, ώστε να εμποδίζεται η δημιουργία εκτελεστότητας της απόφασης ή η πρόκληση της σκοπούμενης διάπλασης ή η ύπαρξη βεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων με δεδικασμένο....


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, Νικήτα Χριστόπουλο και Πέτρο Σαλίχο, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Νοεμβρίου 2016, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Α. Π. του Κ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Θεοχάρη Αγγελίδη με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Των αναιρεσίβλητων: 1) Κ. Μ. του Ι., 2) Ι. Μ. του Μ., 3) Μ. Μ. του Μ. και 4) Φ. συζ. Γ. Φ. το γένος Κ. Π., κατοίκων ..., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 15-1-2010 αγωγή των αναιρεσίβλητων και την από 28-3-2011 ανταγωγή του αναιρεσείοντος, που κατατέθηκαν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Έδεσσας.

Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 24/2014 του ιδίου Δικαστηρίου, 986/2015 Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 15-102015 αίτησή του.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικήτας Χριστόπουλος, ανέγνωσε την από 21-10-2016 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 108, 110 παρ. 2, 498 παρ. 1, 568 παρ. 1, 2 και 4, 576 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔικ προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εμφανισθεί και δεν μετάσχει με τον προσήκοντα τρόπο σ` αυτή, κάποιος διάδικος, το δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως, ποιος από τους διαδίκους επέσπευσε τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης και αν μεν τη συζήτηση την επέσπευσε εγκύρως ο απολιπόμενος διάδικος, κλητεύοντας νόμιμα και εμπρόθεσμα τους λοιπούς ή κλητεύθηκε ο ίδιος νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον επισπεύδονται τη συζήτηση άλλο διάδικο, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι, διαφορετικά, αν δηλαδή δεν προκύπτει έγκυρη επίσπευση της συζήτησής της αυτή, κηρύσσεται απαράδεκτη και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση με νέα κλήση. Στην προκειμένη περίπτωση από τις .../22-7-2016, .../21-7-2016, .../21-7-2016 και ...2-7-2016 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Θεσσαλονίκης Α. Λ., τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει ο αναιρεσείων, προκύπτει ότι η συζήτηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, επισπεύτηκε με την φροντίδα του αναιρεσείοντος, ο οποίος προς το σκοπό αυτό, επέδωσε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους αναιρεσιβλήτους ακριβές αντίγραφο του δικογράφου της αίτησης αναίρεσης με πράξη κατάθεσής της, στη γραμματεία του δευτεροβάθμιο Δικαστηρίου και προσδιορισμένο χρόνο συζήτησής της ενώπιον αυτού του Τμήματος του Αρείου Πάγου με αριθμό …την αναφερομένη στην αρχή της απόφασης δικάσιμο της 2-11-2016, κατά την οποίο οι αναιρεσίβλητοι κλήθηκαν να παραστούν (ΚΠολΔικ 122 παρ. 1, 123, 130 παρ. 1, 230 παρ. 2, 498 παρ. 1). Κατά την εν λόγω δικάσιμο στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά τη νόμιμη εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της από το πινάκιο, όπως αυτό προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου, οι αναιρεσίβλητοι δεν εμφανίστηκαν, γι` αυτό πρέπει να δικαστούν ερήμην, αλλά να προχωρήσει η συζήτηση σαν να ήταν και αυτοί παρόντες (ΚΠολΔικ 576 παρ.2 ).

Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, προσβάλλεται η 986/2015 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, η οποία εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε κατ` ουσία την έφεση του αναιρεσείοντος, κατά της 24/2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Έδεσσας. Με την τελευταία απόφαση, αφού συνεκδικάστηκαν α) η από 15-1-2010 αγωγή των αναιρεσιβλήτων, με την οποία ζητούσαν να αναγνωριστούν συγκύριοι του ακινήτου, που περιγράφεται και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος και ήδη αναιρεσείων να τους το αποδώσει και β) η 28-3-2011 ανταγωγή του τελευταίου, με την οποία, επικαλούμενος ότι αυτός είναι κύριος του περιγραφόμενου τμήματος του ίδιου ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, ζητούσε να αναγνωριστεί ότι είναι κύριος αυτού, έγινε δεκτή η αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και απορρίφθηκε η ανταγωγή. Η αίτηση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔικ 552, 553, 556, 558. 564, 566 παρ. 1). Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (ΚΠολΔικ 577 παρ. 3). Κατά το άρθρο 559 αριθμός 13 ΚΠολΔικ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε τους ορισμούς του νόμου ως προς το βάρος της απόδειξης. Ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται, όταν το δικαστήριο παραβίασε τους ορισμούς του νόμου, αναφορικά με το ρυθμιζόμενο στη διάταξη του άρθρου 338 ΚΠολΔικ βάρος της απόδειξης, σύμφωνα με την οποία (διάταξη) κάθε διάδικος οφείλει να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα, που είναι αναγκαία, για να υποστηρίξει την αυτοτελή αίτηση ή ανταίτησή του. Το βάρος της απόδειξης διακρίνεται σε υποκειμενικό και αντικειμενικό. Το υποκειμενικό προσδιορίζει τον διάδικο, στον οποίο το δικαστήριο με παρεμπίπτουσα, περί αποδείξεως απόφαση, θα επιβάλλει την ευθύνη προσκομιδής των αποδεικτικών μέσων, προς βεβαίωση στον απαιτούμενο βαθμό απόδειξης των θεμελιωτικών της αξίωσής του πραγματικών γεγονότων. Το πεδίο εφαρμογής του υποκειμενικού βάρους απόδειξης έχει περιορισθεί σημαντικά μετά την κατάργηση της προδικαστικής αποφάσεως. Το αντικειμενικό βάρος προσδιορίζει τον διάδικο, που φέρει τον κίνδυνο της αμφιβολίας του δικαστή, ως προς τη συνδρομή των θετικών προϋποθέσεων επέλευσης της επίδικης έννομης συνέπειας. Η εσφαλμένη κατανομή του αντικειμενικού βάρους απόδειξης, με την έννοια εσφαλμένου προσδιορισμού, του φέροντος τον κίνδυνο της αμφιβολίας του δικαστή ως προς τη συνδρομή των θετικών προϋποθέσεων γέννησης της επίδικης έννομης συνέπειας, διαδίκου, στοιχειοθετεί τον παρόντα λόγο αναίρεσης. Ειδικότερα εσφαλμένη επιβολή του αντικειμενικού βάρους υπάρχει όταν το δικαστήριο από τις προσαχθείσες αποδείξεις δεν σχηματίζει την δικανική πεποίθηση που απαιτεί ο νόμος για την παραδοχή ορισμένου αιτήματος, δηλαδή αμφιβάλλει για την ουσιαστική βασιμότητα κάποιου ισχυρισμού, που κατά νόμο θεμελιώνει το αίτημα της αγωγής, ενστάσεως κλπ και που οφείλει να αποδείξει ο υποβαλών το αίτημα διάδικος, οπότε το δικαστήριο θα έπρεπε να απορρίψει το σχετικό αίτημα. Εάν δεν το απορρίψει υποπίπτει στη νομική πλημμέλεια της ανωτέρω διάταξης.

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αναίρεσης, αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, η από την παραπάνω διάταξη του αριθμού 13 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ πλημμέλεια της εσφαλμένης επιβολής του αντικειμενικού βάρους της απόδειξης, ως προς τους ισχυρισμούς, τους οποίους ο αναιρεσείων [εκκαλών, εναγόμενος-αντενάγων] πρόβαλε, αμυνόμενος, α) στην αγωγή των αναιρεσιβλήτων, με την οποία, οι τελευταίοι επικαλούμενοι πρωτότυπο τρόπο κτήσης της κυριότητας του περιγραφόμενου ακινήτου, ζητούσαν να αναγνωριστούν συγκύριοι και να υποχρεωθεί ο αναιρεσείων να τους το αποδώσει, την ένσταση ίδιας αυτού κυριότητας στο επίδικο ακίνητο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας και β) στην ένσταση των αναιρεσιβλήτων περί διακοπής της χρησικτησίας, ότι αποβλήθηκε από τη νομή όχι πραγματικά αλλά πλασματικά και έτσι ουδέποτε διακόπηκε η νομή του στο επίδικο και σε κάθε περίπτωση επανέκτησε αμέσως τη νομή του και πάντως σε χρόνο πολύ μικρότερο του έτους. Όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης (άρθρ. 561 παρ. 2 ΚΠολΔικ) το Εφετείο αφενός μεν έκρινε ότι οι επίμαχοι ισχυρισμοί συνιστούν η μεν πρώτη ένταση η δε δεύτερη επαντένσταση, αφετέρου δε τους έκρινε αναπόδεικτους, για τους λόγους που σε αυτή [απόφαση] αναφέρονται. ‘ Ετσι που έκρινε το Εφετείο, το οποίο επικύρωσε, μετά συμπλήρωση των οικείων αιτιολογιών (ΚΠολΔικ 534), την πρωτόδικη απόφαση, δεν υπέπεσε στη νομική πλημμέλεια της εσφαλμένης επιβολής του αντικειμενικού βάρους της απόδειξης, καθόσον τις συνέπειες του μη σχηματισμού πλήρους δικανικής πεποίθησης του επικαλουμένου γεγονότος της νομής του επίδικου ακινήτου χωρίς διακοπή και σε κάθε περίπτωση της εντός έτους επανάκτησης της νομής του, τις έφερε ο ενιστάμενος αναιρεσείων και όχι οι αναιρεσίβλητοι. Ενόψει τούτων ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ο ίδιος λόγος, κατά το δεύτερο μέρος του, είναι απαράδεκτος, διότι με αυτόν, υπό την επίκληση της ως άνω διάταξης, πλήττεται η εκτίμηση του Δικαστηρίου της ουσίας πραγματικών περιστατικών, η οποία δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (ΚΠολΔικ 561 παρ. 1).

Ο προβλεπόμενος από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ λόγος αναίρεσης για παραμόρφωση εγγράφου συνίσταται στο διαγνωστικό λάθος της απόδοσης από το δικαστήριο της ουσίας σε αποδεικτικό, με την έννοια των άρθρων 339 και 432 ΚΠολΔικ έγγραφο, περιεχομένου καταδήλως διαφορετικού από το αληθινό, εξαιτίας του οποίου καταλήγει σε πόρισμα επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα. Δεν περιλαμβάνει όμως και την περίπτωση που το δικαστήριο, από την εκτίμηση και αξιολόγηση του αληθινού περιεχομένου του εγγράφου, έστω και εσφαλμένα, καταλήγει σε συμπέρασμα αντίθετο από εκείνο που θεώρησε ως ορθό ο αναιρεσείων, γιατί τότε πρόκειται για αιτίαση σχετική με την εκτίμηση πραγμάτων, η οποία δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο. Πρέπει δε την παραπάνω επιζήμια κρίση του για τον αναιρεσείοντα να σχημάτισε το δικαστήριο αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από το έγγραφο που φέρεται ως παραμορφωμένο, προϋπόθεση, η οποία δεν συντρέχει, όταν το εν λόγω έγγραφο εκτιμήθηκε μαζί με άλλα αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξαίρεται η σημασία του σε σχέση με το πόρισμα για την αλήθεια ή αναλήθεια του γεγονότος που αποδείχθηκε, γιατί στην τελευταία αυτή περίπτωση δεν είναι δυνατή η εξακρίβωση της ιδιαίτερης αποδεικτικής σημασίας του (ΑΠ 190/2016, ΑΠ 145/2015).

Στην προκείμενη περίπτωση με το δεύτερο και τον πέμπτο από τους λόγους της αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο α) της ...2003 έκθεσης αποβολής του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Έδεσσας Δ. Ζ., με το να δεχθεί ότι με την έκθεση αυτή έγινε πραγματική αποβολή από τη νομή του στο επίδικο ακίνητο, αν και σε αυτή αναφέρεται περί πλασματικής αποβολής και β) του εντύπου Ε-9, το οποίο υπέβαλε με τη φορολογική δήλωση του έτους 2005, με το να δεχθεί ότι δεν άσκησε πράξεις νομής το έτος 2004, δηλαδή εντός έτους από την αποβολή του, ενώ αυτό [έντυπο] αφορά στο έτος 2004 και στα ακίνητα, που κατείχε το έτος 2004, με συνέπεια να απορριφθεί η ένστασή του περί ίδιας κυριότητας στο επίδικο ακίνητο. Οι λόγοι αυτοί, όπως προβάλλονται, είναι απαράδεκτοι, διότι τα εν λόγω έγγραφα εκτιμήθηκαν από το Εφετείο μαζί με άλλα αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξαίρεται η σημασία τους σε σχέση με το αποδεικτικό του πόρισμα, με αποτέλεσμα να μην στοιχειοθετείται η ως άνω αναιρετική πλημμέλεια. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 8 ΚΠολΔικ ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν το δικαστήριο της ουσίας, παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα"κατά την έννοια της διάταξης αυτής νοούνται οι νόμιμοι, παραδεκτοί, ορισμένοι και λυσιτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων, που τείνουν στη θεμελίωση αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης, όχι δε και οι μη νόμιμοι, απαράδεκτοι, αόριστοι και αλυσιτελείς ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν ασκούν επίδραση στην έκβαση της δίκης και το δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει σε αυτούς (ολ ΑΠ 14/2004), ούτε οι αρνητικοί ισχυρισμοί που συνέχονται με την ιστορική βάση της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης και αποτελούν αιτιολογημένη άρνηση καθεμιάς εξ αυτών, αφού αυτοί αποκρούονται με την παραδοχή ως βάσιμων των θεμελιωτικών τους γεγονότων [ΟλΑΠ 469/1984, ΑΠ 138/2015, ΑΠ 34/2015, ΑΠ 8/2015].

Στην προκείμενη περίπτωση ο αναιρεσείων , με τον τρίτο λόγο αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθμό 8 ΚΠολΔικ, προβάλλει την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη πράγματα, που προτάθηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αλλά και με συναφή λόγο έφεσης και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και ειδικότερα ότι δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό του ότι « οι αντίδικοι καμία πράξη νομής και υλικής κατοχής δεν επικαλέστηκαν και φυσικά δεν απέδειξαν πλην της πλασματικής αποβολής μου....επί του αυτοτελούς πραγματικού ισχυρισμού μου, της έλλειψης δηλαδή οποιωνδήποτε διακατοχικών πράξεων από πλευράς των αντιδίκων, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο παρέλειψε να αποφανθεί, άλλως να τον λάβει υπόψη....». Ο ισχυρισμός όμως αυτός, με τον οποίο ο εναγόμενος και ήδη αναιρεσείων, αρνείται την ένδικη αγωγή και την ένσταση των αναιρεσιβλήτων περί διακοπής της έκτακτης χρησικτησίας, δεν αποτελεί «πράγματα», με την προαναφερθείσα έννοια, αλλά άρνηση των προϋποθέσεων εφαρμογής των διατάξεων, που αναφέρονται στην κτήση της κυριότητας του επίδικου ακινήτου από τους αναιρεσίβλητους και διαφορετική, από μέρους του αναιρεσείοντος, προσέγγιση και εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων ενώ πλήττεται με τις ίδιες ως άνω αιτιάσεις και η εκτίμηση των αποδείξεων, η οποία εκφεύγει του αναιρετικού ελέγχου [ΚΠολΔικ 561 ]. Επομένως ο τρίτος λόγος της αναίρεσης είναι απαράδεκτος.

Σύμφωνα με τη διάταξη του αριθμού 17 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, αναίρεση επιτρέπεται και αν η ίδια απόφαση περιέχει αντιφατικές διατάξεις. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι ο λόγος αναίρεσης ιδρύεται, αν η ίδια η απόφαση περιέχει αντιφατικές διατάξεις ολικά ή μερικά, εντοπίζεται δε η αντίφαση των διατάξεων στο διατακτικό της απόφασης και δημιουργεί τον προκείμενο λόγο αναίρεσης, όταν προκαλείται τέτοια αοριστία, ώστε να εμποδίζεται η δημιουργία εκτελεστότητας της απόφασης ή η πρόκληση της σκοπούμενης διάπλασης ή η ύπαρξη βεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων με δεδικασμένο. Δεν ιδρύεται αντίθετα ο λόγος, αν η αντίφαση βρίσκεται στις αιτιολογίες, εκτός αν επέχουν θέση διατακτικού, ούτε μεταξύ αιτιολογιών και διατακτικού, οπότε, αν η αντίφαση εντοπίζεται με τη μορφή της ανεπάρκειας των αιτιολογιών, ιδρύεται ο λόγος του αριθμού 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ [ΑΠ 1176/2014, ΑΠ 309/2014, ΑΠ 53/2014].

Επομένως, ο τέταρτος, κατά το πρώτο μέρος του, λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η, από τον αριθμό 17 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ, αιτίαση ότι η προσβαλλομένη απόφαση περιέχει αντιφατικές διατάξεις « διότι ενώ δέχεται μεν ορθώς ότι εγώ είχα στη νομή το επίδικο από το 1989 έως το 2003, που πλασματικώς αποβλήθηκα και ότι εν συνεχεία πάλι επενέκτησα τη νομή, χωρίς βεβαίως να αποδέχεται την επανάκτησή της από πλευράς μου εντός έτους αλλά αργότερα, εντούτοις δεν μνημονεύει καμία πράξη κατοχής από πλευράς των αντιδίκων στο ενδιάμεσο διάστημα της πλασματικής αποβολής μου έως το χρόνο της επανάκτησης της νομής μου, γεγονός που θα απέκλειε κατ’ ακολουθία τη δική μου φυσική εξουσίαση του επιδίκου. Επίσης δεν λαμβάνει υπόψη και απορρίπτει σιγή τον προτεινόμενο ισχυρισμό μου ότι η οικία μου εφάπτεται στο επίδικο οικόπεδο το οποίο χρησιμοποιώ ως ενιαίο λειτουργικά με το υπόλοιπο ακίνητό μου. Ότι δεν υπάρχει άλλη είσοδος-έξοδος από και προς την οικία μου......», είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού οι επικαλούμενες ως άνω ως αντιφατικές διατάξεις προδήλον είναι ότι δεν αφορούν στο διατακτικό της προσβαλλομένης απόφασης, το οποίο είναι σαφές και ορισμένο, αλλά αιτιολογίες αυτής (απόφασης) από τις οποίες καμία δεν επέχει θέση διατακτικού.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 19 ΚΠολΔικ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες, ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, που αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ.3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτήν λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται σύμφωνα με το πραγματικό του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε, ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Δεν υπάρχει όμως ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές αλλά πλήρεις αιτιολογίες. Εξάλλου, το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα και να μην καταλείπονται αμφιβολίες. Ελλείψεις δε, αναγόμενες μόνον στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δε συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες, δηλαδή, μόνον το ό,τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Εξάλλου, τα επιχειρήματα του δικαστηρίου που σχετίζονται με συνεκτίμηση των αποδείξεων, δε συνιστούν παραδοχές με βάση τις οποίες διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και ως εκ τούτου δεν αποτελούν "αιτιολογία"της απόφασης, ώστε στο πλαίσιο της ερευνώμενης διάταξης του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔικ να επιδέχεται αυτή μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια, ενώ δε δημιουργείται ο ίδιος λόγος αναίρεσης, ούτε εξαιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικά τα μη συνιστώντα αυτοτελείς ισχυρισμούς επιχειρήματα, των διαδίκων, οπότε ο σχετικός λόγος αναίρεσης απορρίπτεται ως απαράδεκτος. Με τον ίδιο ως άνω τέταρτο λόγο, κατά το δεύτερο μέρος του, ο αναιρεσείων επικαλούμενος τις ίδιες κατά λέξη ως άνω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης αποδίδει σε αυτή την από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔικ πλημμέλεια ότι, δηλαδή, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό της πόρισμα, διέλαβε τις ως άνω ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες. Ο λόγος αυτό είναι απαράδεκτος, γιατί υπό το πρόσχημα της θεμελίωσης αυτού πλήττεται αποκλειστικά η εκτίμηση από το Δικαστήριο της ουσίας πραγματικών γεγονότων, η οποία [εκτίμηση] καθ’ εαυτή, κατ’ άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔικ, δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να διαταχθεί, κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔικ η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που καταβλήθηκε.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 15-10-2015 αίτηση για αναίρεση της 986/2015 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης..

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που καταβλήθηκε.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 20 Δεκεμβρίου 2016. ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 9 Ιανουαρίου 2017.

Α.Π. 12/2017

Α.Π. 494/2017 - Δικαστική απόφαση για να δοθεί όνομα στο τέκνο λόγω διαφωνίας των γονέων του - Περιεχόμενο της γονικής μέριμνας και όχι της επιμέλειας αποτελεί η ονοματοδοσία του ανηλίκου, περί της οποίας οι γονείς αποφασίζουν από κοινού, σε περίπτωση, δε που αυτοί διαφωνούν και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο

Next: Α.Π. 442/2017 - Ποιος περιλαμβάνεται στον όρο «οικογένεια του θύματος» - Περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και, προς ανακούφιση του ηθικού πόνου αυτών στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμενα χωριστά ήτοι οι γονείς, τα τέκνα, οι αδελφοί, αμφιθαλείς και ετεροθαλείς, ο σύζυγος ή η σύζυγος και, από δε τους αγχιστείες μόνο οι του πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, γαμπρός από θυγατέρα, νύφη από γιό).
$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Δικαστική απόφαση για να δοθεί όνομα στο τέκνο λόγω διαφωνίας των γονέων του
ΑΠ
Έτος: 2017
Νούμερο: 494
Περιεχόμενο της γονικής μέριμνας και όχι της επιμέλειας αποτελεί η ονοματοδοσία του ανηλίκου, περί της οποίας οι γονείς αποφασίζουν από κοινού, σε περίπτωση, δε που αυτοί διαφωνούν και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο.....
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α1’ Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεράσιμο Φουρλάνο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Πέππα, Γεώργιο Λέκκα, Πηνελόπη Ζωντανού και Αλτάνα Κοκκοβού, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος: Α. Α. του Β., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Κωνσταντίνου Κουτσουλέλου και κατέθεσε προτάσεις.

Της αναιρεσιβλήτου: Κ. Κ. του Θ., ατομικά και ως ασκούσας προσωρινά την επιμέλεια του ανηλίκου και αβάπτιστου άρρενος τέκνου της, κατοίκου ..., η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου της Ελένης Γκλεγκλέ και κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 14/12/2011 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος και την από 11/2/2012 αγωγή της ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν.

Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1223/2012 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6875/2014 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 3/2/2015 αίτησή του.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Αλτάνα Κοκκοβού ανέγνωσε την από 23/10/2015 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της από 3/2/2015 αίτησης για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 6875/2014 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η υπ’ αριθ. 6875/2014 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681Β ΚΠολΔ. Το δικαστήριο αυτό, δέχτηκε τυπικά και απέρριψε κατ’ ουσίαν την από 21-1-2013 έφεση του αναιρεσείοντος κατά της υπ’ αριθ. 1223/2012 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που είχε συνεκδικάσει την από 14-12-2011 αγωγή αυτού και την από 11-2-2012 αγωγή της αναιρεσίβλητης, με τις οποίες ζητούσαν αντιστοίχως να δοθεί, λόγω διαφωνίας τους, στο ανήλικο τέκνο τους ο μεν πρώτος το όνομα του πατέρα του, Β., η δε δεύτερη το όνομα του πατέρα της, Θ. και είχε απορρίψει την αγωγή του αναιρεσείοντος, ενώ είχε δεχθεί την αγωγή της αναιρεσίβλητης. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ), είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ. ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς τους λόγους της (άρθρ. 577 παρ.3 ΚΠολΔ).

Ο από το άρθρο 559 αρ. 11 γ ‘ του ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, ιδρυόμενος αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αν προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Η γενική βεβαίωση της απόφασης του δικαστηρίου της ουσίας ότι έχουν ληφθεί υπόψη, εκτός από άλλα αποδεικτικά μέσα και όλα τα έγγραφα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, αρκεί, χωρίς να υπάρχει ανάγκη διάκρισης αν πρόκειται περί δημοσίων ή ιδιωτικών, ειδικής μνείας και αξιολόγησης καθενός καθώς και αναφοράς από ποιά αποδεικτικά μέσα προκύπτει άμεση και από ποια έμμεση απόδειξη, ούτε ποιά η αποδεικτική βαρύτητα του κάθε αποδεικτικού μέσου (ΑΠ1413/2010).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων με τον πρώτο λόγο της αίτησης αναίρεσης προβάλλει την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη, κατά τη διαμόρφωση του αποδεικτικού του πορίσματος, συγκεκριμένα αποδεικτικά μέσα και ειδικότερα τις προσκομισθείσες με επίκληση υπ’ αυτού υπ’ αριθ. 3169/2012 και 3605/2013 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, που έχουν εκδοθεί μεταξύ των διαδίκων για επιδίκαση διατροφής και επικοινωνίας αυτού με το ανήλικο τέκνο του, την από 2-10-2012 εξώδικη δήλωση του προς την αναιρεσίβλητη, το από 20-7-2012 e-mail του προς τη δικηγόρο της αναιρεσίβλητης για συναινετική επίλυση των διαφορών τους, την από 21-2-2013 βεβαίωση της ψυχολόγου-παιδοψυχολόγου Μ. Τ., σχεδίασμα φωτογραφιών του με το ανήλικο τέκνο του, κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας τους, μηνύματα κινητού τηλεφώνου απευθυνόμενα προς την αναιρεσίβλητη και αποδείξεις για αγορά διαφόρων αγαθών για το ανήλικο τέκνο του, από τα οποία προκύπτει ότι το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου του επιβάλλει να δοθεί σ’ αυτό το όνομα του πατέρα του Β.. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, από τη διαλαμβανόμενη στην απόφαση βεβαίωση ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη "τις καταθέσεις των ενόρκως εξετασθέντων μαρτύρων των διαδίκων... τις .../2012 και .../2012 ένορκες βεβαιώσεις...καθώς επίσης και όλα τα νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, τα οποία συνεκτιμώνται και προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων"σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της απόφασης, δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι το Εφετείο συνεκτίμησε, με τις λοιπές αποδείξεις και το φερόμενο ως αγνοηθέν αποδεικτικό υλικό, ως υπαγόμενο στα έγγραφα για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να κάνει ειδική μνεία ή χωριστή αξιολόγηση για το καθένα, καθώς και αναφορά για την αποδεικτική βαρύτητα αυτών.

Κατά το άρθρο 559 αριθμός 8 περ. α’ του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης και αν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα"νοούνται οι αυτοτελείς ισχυρισμοί που τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ασκουμένου με την αγωγή, ένσταση ή αντένσταση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος (Ολ ΑΠ 9/1997, ΑΠ 625/2008, ΑΠ 328/2008). Ο λόγος αυτός δημιουργείται και όταν ο αυτοτελής ισχυρισμός, που συνιστά κατά τη διάταξη αυτή "πράγμα"και λήφθηκε υπόψη από το Εφετείο, δεν είχε επαναφερθεί κατά τρόπο παραδεκτό σε αυτό. Για τη νόμιμη επαναφορά του αρκεί, σύμφωνα με το άρθρο 240 ΚΠολΔ, η επανυποβολή του με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τον περιέχουν, καθώς και η προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου των προτάσεων αυτών, δεν θεωρείται όμως νόμιμη επαναφορά του η ενσωμάτωση στις ενώπιον του Εφετείου προτάσεις των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης, με τις οποίες είχε προβληθεί ο ισχυρισμός πρωτοδίκως και η γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις με παραπομπή στους ισχυρισμούς που είχαν προβληθεί με αυτές. Για το ορισμένο όμως του άνω λόγου αναίρεσης πρέπει να αναφέρονται σ’ αυτόν τα "πράγματα", δηλαδή οι ισχυρισμοί τους οποίους το Εφετείο έλαβε υπόψη παρά το ότι δεν είχαν επαναφερθεί ενώπιον του κατά παραδεκτό τρόπο, καθώς και ποια επίδραση άσκησαν στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 253/2011). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. β’ ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης αυτής, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν, νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζόμενων προτάσεων προηγούμενης συζήτησης, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 ΚΠολΔ, λόγω της ταυτότητας του νομικού λόγου. Για να είναι, επομένως, νόμιμη στην κατ’ έφεση δίκη η επίκληση εγγράφου, προς άμεση ή έμμεση απόδειξη, δεν αρκεί γενική μόνο αναφορά στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου σε όλα τα έγγραφα που ο διάδικος είχε επικαλεσθεί και προσαγάγει πρωτοδίκως, αλλά πρέπει στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου να γίνεται παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επανυποβαλλόμενων πρωτόδικων προτάσεων, που περιέχεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, ή ενσωμάτωση των προτάσεων προηγουμένων συζητήσεων, στις οποίες γίνεται επίκληση των εγγράφων, στις προτάσεις της δευτεροβάθμιες δίκης (Ολ ΑΠ 23/2008, 14/2005, 9/2000). Για το ορισμένο όμως του άνω λόγου αναίρεσης πρέπει να προσδιορίζονται στο αναιρετήριο τα αποδεικτικά έγγραφα που λήφθηκαν υπόψη χωρίς να προσκομισθούν με επίκληση, καθώς και ο ισχυρισμός για την απόδειξη του οποίου λήφθηκαν υπόψη (ΑΠ 811/2011).

Στην προκείμενη περίπτωση με το δεύτερο λόγο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι το Εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, δικάζοντας έφεση του κατά της πρωτόδικης απόφασης, που είχε απορρίψει την αγωγή του και είχε δεχθεί την αγωγή της αναιρεσίβλητης, έλαβε υπόψη τους ισχυρισμούς της τελευταίας καθώς και τα έγγραφα που προσκόμισε, παρόλον ότι με τις προτάσεις της ενώπιον του Εφετείου δεν επανέφερε τους ισχυρισμούς της και δεν επικαλέστηκε τα έγγραφά της παραδεκτώς ενώπιον του, με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των πρωτόδικων προτάσεων της, αλλά απλώς επικαλέστηκε και προσκόμισε κεκυρωμένο αντίγραφο τους και ανέφερε ότι "...κατά τα λοιπά αναφέρομαι...στις πρωτόδικες προτάσεις μου...", Ο λόγος αυτός της αίτησης αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλονται οι από τον αριθ. 8 περ.α και 11 περ.β του άρθρου 559 ΚΠολΔ αιτιάσεις, είναι απορριπτέος, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, ως αόριστος, διότι δεν προσδιορίζονται στην αίτηση αναίρεσης αφενός οι αποτελούντες "πράγματα"υπό την άνω έννοια ισχυρισμοί της αναιρεσίβλητης, που παρά το νόμο έλαβε υπόψη το Εφετείο, καθώς και ποια επίδραση είχαν στην έκβαση της δίκης και αφετέρου ποια έγγραφα λήφθηκαν υπόψη χωρίς να γίνει νόμιμη επίκλησή τους για την απόδειξη των ισχυρισμών της.

Κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 και 19 Κ.Πολ.Δ ιδρύονται λόγοι αναίρεσης, αντιστοίχως, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου και αν η απόφαση δε έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 1510-1512 ΑΚ σαφώς προκύπτει: α) ότι η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο (γονική μέριμνα) αποτελεί καθήκον και δικαίωμα των γονέων του και ότι κάθε απόφαση αυτών σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου και β) ότι περιεχόμενο της γονικής μέριμνας αποτελεί και η ονοματοδοσία του ανηλίκου, περί της οποίας οι γονείς αποφασίζουν από κοινού, σε περίπτωση, δε που αυτοί διαφωνούν και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο. (ΑΠ 945/2009). Στην προκειμένη περίπτωση από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης, κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: "Οι διάδικοι συνήψαν στις 31-7-2010 νόμιμο γάμο στην πόλη των Αθηνών. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν υπήρξε αρμονική και διεσπάσθη οριστικώς στις 25-5-2011, ότε η εφεσίβλητη απεχώρησε από τη συζυγική οικία και εγκατεστάθη στην οικία των γονέων της. Από το γάμο τους, οι διάδικοι απέκτησαν στις 21-12-2010 ένα άρρεν τέκνο περί του μικρού ονόματος του οποίου διαφωνούν. Συγκεκριμένως, εκ των διαδίκων ο εκκαλών επιθυμών να τιμήσει τον πατέρα του και πάππο του τέκνου προκρίνει το μικρό όνομα "Β.", όπερ όμως ουδόλως στέργει η εκκαλούσα, η οποία ασκεί την επί του τέκνου επιμέλεια δυνάμει της 3169/2012 αποφάσεως (ασφαλιστικών μέτρων) του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Ετέρωθεν, το τέκνο των διαδίκων από της διακοπής της εγγάμου συμβιώσεώς τους ότε ήτο ηλικίας 5 μηνών, διαμένει μετά της εφεσιβλήτου και πράγματι προσφωνείται δια του μικρού ονόματος "Θ."στο περιβάλλον όπου διαβιώνει μέχρι σήμερον και αναπτύσσεται η προσωπικότητά του. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, το Δικαστήριο τούτο άγεται στην κρίση ότι το αληθές συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να φέρει το μικρό όνομα "Θ.", καθόσον η χρήση οποιουδήποτε άλλου ονόματος θα αποβεί σε βάρος της ψυχικής υγείας του και θα επιδράσει αρνητικώς στην ανέλιξη της προσωπικότητας αυτού". Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντα κατά της πρωτόδικης απόφασης, που είχε κρίνει ομοίως και είχε δεχθεί την αγωγή της αναιρεσίβλητης, ενώ είχε απορρίψει την αγωγή του αναιρεσείοντα, με την οποία ζητούσε να δοθεί στο ανήλικο τέκνο του το όνομα Β.. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511 και 1512 ΑΚ και δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης, αφού περιέχει σαφείς, πλήρεις και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθότητα ή μη της εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, σχετικώς με την λύση που προέκρινε ως την πλέον συμφέρουσα στο ζήτημα της ονοματοδοσίας του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, στο οποίο αυτοί δεν συμφωνούσαν, δεχόμενο ότι το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να δοθεί σ’ αυτό το όνομα "Θ.", διότι η χρήση οποιουδήποτε άλλου ονόματος θα αποβεί σε βάρος της ψυχικής υγείας και θα επιδράσει αρνητικώς στην ανέλιξη της προσωπικότητας του, δεδομένου ότι από την ηλικία των πέντε μηνών, οπότε επήλθε η διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των γονέων του, διαμένει με τη μητέρα του και στο περιβάλλον του προσφωνείται με το άνω όνομα. Επομένως, ο τρίτος λόγος της αίτησης αναίρεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, με τον οποίο ο αναιρεσείων προβάλλει τις από τους αριθ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλειες είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Σύμφωνα με το άρθ. 559 αριθ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ’ αυτούς. Κατά την έννοια της ως άνω διάταξης ο προβλεπόμενος απ’ αυτήν λόγος αναίρεσης ιδρύεται, μόνον όταν το δικαστήριο εσφαλμένα χρησιμοποιεί ή παραλείπει να χρησιμοποιήσει τα διδάγματα της κοινής πείρας, δηλ. τις γενικές και αφηρημένες αρχές για την εξέλιξη των πραγμάτων που αντλούνται από την εμπειρική πραγματικότητα με την βοήθεια της επιστημονικής έρευνας ή της επαγγελματικής ενασχόλησης και έχουν γίνει κοινό κτήμα, για την ανεύρεση με βάση αυτά της αληθινής έννοιας κανόνα δικαίου, ιδίως όταν αυτός περιέχει νομικές έννοιες, ή για την υπαγωγή ή όχι σ’ αυτόν των πραγματικών γεγονότων της διαφοράς και όχι όταν παραβιάζει τα διδάγματα αυτά κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών γεγονότων, δηλ. της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 1662/2010). Με τον τρίτο, κατά το δεύτερο σκέλος, λόγο της αίτησης αναίρεσης από τον αριθ. 1 εδ. β’ του άρθ. 559 ΚΠολΔ ο αναιρεσείων προσάπτει την πλημμέλεια, ότι το Εφετείο δέχθηκε ότι έπρεπε, σύμφωνα με το συμφέρον του ανηλίκου, να δοθεί σ’ αυτό το όνομα Θ., όπως ζητούσε η αναιρεσίβλητη και όχι το όνομα του πατέρα του Β., όπως ζητούσε εκείνος με την αγωγή του, παραβιάζοντας έτσι τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, διότι: α) η δόση στο μοναδικό υπάρχον τέκνο ονόματος ανήκοντος στον πρόγονό του από την πατρική ή μητρική γραμμή θεμελιώνει ένα ισχυρό συναισθηματικό δεσμό μεταξύ του τέκνου και της αντίστοιχης πατρικής ή μητρικής οικογένειας, β) για κάθε ανήλικο τέκνο το οποίο μεγαλώνει και αναπτύσσει την προσωπικότητά του στο πλαίσιο μιας μητριαρχικής μονογονεϊκής οικογένειας ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλήρους συναισθηματικής και ψυχικής απομάκρυνσής του από τον πατέρα και την πατρική οικογένεια, γ) η δόση σε ένα ανήλικο τέκνο, το οποίο μεγαλώνει στο μητρικό περιβάλλον, κύριου ονόματος προερχομένου από την πατρική οικογένεια αποτελεί ισχυρό συνεκτικό στοιχείο μεταξύ του τέκνου και της πατρικής πλευράς, λειτουργώντας εξισορροπητικά στην ψυχοσύνθεση και την ομαλή πνευματική και ψυχική του ανάπτυξη, δ) σε κάθε περίπτωση, η δόση διπλού ονόματος στο μοναδικό τέκνο μεταξύ των εν διαστάσει συζύγων εξασφαλίζει στο τέκνο την εύνοια και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο της πατρικής όσο και της μητρικής οικογένειας και ε) η διπλή ονομασία του τέκνου αποτελεί συνήθη πρακτική στη σύγχρονη νεοελληνική πραγματικότητα, καθώς έτσι τιμώνται οι πρόγονοι του τέκνου από αμφότερες τις γραμμές καταγωγής του, χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Ο λόγος αυτός πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι, όπως από το προδιαληφθέν περιεχόμενο του σαφώς προκύπτει, η προβαλλόμενη αναιρετική πλημμέλεια αναφέρεται ευθέως στην παραβίαση διδαγμάτων της κοινής πείρας κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών γεγονότων ως προς την επιλογή του ονόματος του ανηλίκου, ενόψει της διαφωνίας των διαδίκων και όχι στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφάρμοσε ή την υπαγωγή σ’ αυτούς πραγματικών γεγονότων. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης να απορριφθεί. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που κατέθεσε προτάσεις, πρέπει, κατά το σχετικό αίτημά της, να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντος, λόγω της ήττας του (άρθ. 176, 183, 189 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 3-2-2015 αίτηση του Α. Β. Α. για την αναίρεση της υπ’ αριθ. 6875/2014 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2700) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 10 Μαΐου 2016.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 23 Μαρτίου 2017.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Α.Π. 494/2017

Α.Π. 442/2017 - Ποιος περιλαμβάνεται στον όρο «οικογένεια του θύματος» - Περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και, προς ανακούφιση του ηθικού πόνου αυτών στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμενα χωριστά ήτοι οι γονείς, τα τέκνα, οι αδελφοί, αμφιθαλείς και ετεροθαλείς, ο σύζυγος ή η σύζυγος και, από δε τους αγχιστείες μόνο οι του πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, γαμπρός από θυγατέρα, νύφη από γιό).

Next: Α.Π. 322/2017 - Περιορισμός αγωγικού αιτήματος που συντίθεται από περισσότερα κονδύλια από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό - Ο περιορισμός του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε εν μέρει καταψηφιστικό και εν μέρει αναγνωριστικό, χωρίς να προσδιορίζεται από τον ενάγοντα, στην σχετική δήλωσή του στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, κατά την προφορική συζήτηση της αγωγής, καταχωριζομένη στα πρακτικά, ούτε στις προτάσεις του ενώπιον αυτού, σε ποιο ή ποια ειδικότερα κεφάλαια ή κονδύλια αφορά ο περιορισμός αυτός ή ότι τα κονδύλια αυτά περιορίζονται κατά ποσοστό ανάλογο του όλου αιτήματος, καθιστά την αγωγή αόριστη στο σύνολό της.
$
0
0
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ - Το θεμιτό της συμμετοχής του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική δίκη
Ποιος περιλαμβάνεται στον όρο «οικογένεια του θύματος»
ΑΠ
Έτος: 2017
Νούμερο: 442
Περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και, προς ανακούφιση του ηθικού πόνου αυτών στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμενα χωριστά ήτοι οι γονείς, τα τέκνα, οι αδελφοί, αμφιθαλείς και ετεροθαλείς, ο σύζυγος ή η σύζυγος και, από δε τους αγχιστείες μόνο οι του πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, γαμπρός από θυγατέρα, νύφη από γιό)....


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ'Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Σοφία Ντάντου, Γεώργιο Χοϊμέ και Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 2 Δεκεμβρίου 2016, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Των αναιρεσειόντων: 1) Γ. Μ. του Α. και 2) Β. συζ. Γ. Μ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους .....

Του αναιρεσιβλήτου: ΝΠΙΔ με την επωνυμία "Ε..... Κ...... Α....... Ε....... Α........ Α........... Α.......", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικού διαδόχου της ανώνυμης εταιρίας ασφαλίσεως ζημιών με την επωνυμία "Α....... Π...... Α.......", της οποίας η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του .......με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 5-5-2010 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων και άλλων προσώπων, μη διαδίκων στην παρούσα δίκη, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκε με την από 23-6-2010 παρεμπίπτουσα αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2355/2011 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 160/2013 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 30-7-2015 αίτησή τους.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου διάβασε την από 24-11-2016 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του μοναδικού λόγου της από 30-7-2015 και με αρ. εκθ. καταθ. 1028/2015 αιτήσεως για αναίρεση της υπ'αριθμ. 160/2013 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά την διάταξη του άρθρου 932 εδ. 3 του Α.Κ., σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στην διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου "οικογένεια του θύματος", προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσεώς του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις εκ των κοινωνικών διαφοροποιήσεων, κατά την διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διατάξεως, που απορρέει από τον σκοπό της θεσπίσεώς της, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και, προς ανακούφιση του ηθικού πόνου αυτών στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμενα χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων αυτών περιλαμβάνονται οι γονείς, τα τέκνα, οι αδελφοί, αμφιθαλείς και ετεροθαλείς, ο σύζυγος ή η σύζυγος και, από δε τους αγχιστείς μόνο οι του πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, γαμπρός από θυγατέρα, νύφη από γιό) (ΑΠ 1723/2012, ΑΠ 528/2011, ΑΠ 937/2010, ΑΠ 260/2011, ΑΠ 1735/2006). Η επιδίκαση της από το άρθρο 932 εδ. 3 του Α.Κ. προβλεπομένης χρηματικής ικανοποιήσεως στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της υπάρξεως, κατ'εκτίμηση του δικαστού της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποιήσεως (Ολ.ΑΠ 21/2000).

Στην προκειμένη περίπτωση με τον μοναδικό λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως, από το άρθρο 559 αριθμός 1 του Κ.Πολ.Δικ., οι αναιρεσείοντες, πενθερός και πενθερά, αντίστοιχα του θανασίμως τραυματισθέντος Γ. Γ., κατά το ένδικο τροχαίο ατύχημα, που έλαβε χώρα στην Αθήνα, στις 5.4.2009, αιτιώνται την προσβαλλόμενη απόφαση για παραβίαση της διατάξεως του άρθρου 932 του Α.Κ, διότι απέρριψε ως μη νόμιμη την ένδικη από 5.5.2010 αγωγή τους, με την οποία ζητούσαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, μεταξύ των οποίων και το ήδη αναιρεσίβλητο ν.π.ι.δ., με την συντετμημένη επωνυμία "Ε......... Κ.........", ως ειδικό διάδοχο της ασφαλίζουσας το ζημιογόνο όχημα ασφαλιστικής εταιρίας, με την επωνυμία "Α...... Π....... Α.Ε.Α.Ζ.", της οποίας η άδεια ανακλήθηκε με την υπ'αριθμ. 159/16-21 Σεπτεμβρίου 2009 απόφαση της ΕΠ.Ε.Ι.Α. (Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης), να τους καταβάλουν τα αναφερόμενα σ'αυτήν ποσά ως χρηματική τους ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης, με την αιτιολογία ότι στην οικογένεια του θύματος δεν υπάγονται ο πενθερός και η πενθερά. Από την επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης προκύπτει ότι το Εφετείο απέρριψε ως μη νόμιμη την αγωγή ως προς τους αναιρεσείοντες, με την αιτιολογία ότι αυτοί δεν περιλαμβάνονται στην οικογένεια του θύματος. Κρίνοντας έτσι το Εφετείο εσφαλμένως ερμήνευσε και εφήρμοσε την προαναφερθείσα ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 932 του Α.Κ., διότι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, στην οικογένεια του θανατωθέντος, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, περιλαμβάνονται ο πενθερός και η πεθερά του θύματος και, συνεπώς, ο μοναδικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος.

Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλομένη απόφαση κατά το ανωτέρω κεφάλαιο της κύριας αγωγής. Ακολούθως πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση, για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, διότι είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλο δικαστή, εκτός εκείνου που δίκασε προηγουμένως (άρθρο 580 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δικ.) και να καταδικαστεί το αναιρεσίβλητο στην δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, που κατέθεσαν προτάσεις. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στους αναιρεσείοντες του καταβληθέντος από αυτούς παραβόλου, ενόψει της νίκης τους (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε'του Κ.Πολ.Δικ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί εν μέρει την 160/2013 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό κεφάλαιο της κύριας αγωγής.

Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το ως άνω αναιρούμενο μέρος της, για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συντιθέμενο από άλλον Δικαστή, εκτός εκείνου που δίκασε προηγουμένως.

Καταδικάζει το αναιρεσίβλητο στην δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. Και

Διατάζει να επιστραφεί στους αναιρεσείοντες το καταβληθέν από αυτούς παράβολο.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Φεβρουαρίου 2017.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Μαρτίου 2017.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Α.Π. 442/2017

Viewing all 1850 articles
Browse latest View live